ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 1008/99
Ενώπιον
: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Φροίξου Κογκορόζη
Αιτητή
- και -
Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου
Κα θ΄ ης η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 12.4.2001Για τον αιτητή: κα Α. Κουντουρή.
Για την καθ΄ης η αίτηση: κα Α. Λυκούργου.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής (Φ. Κογκορόζης) και το ενδιαφερόμενο μέρος (Κ. Μαγκλής) ήταν υποψήφιοι για προαγωγή στη θέση Επαρχιακού Διευθυντή της καθ΄ης η αίτηση. Κατά τη διαδικασία πλήρωσης της θέσης, το Διοικητικό Συμβούλιο, έχοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας, ένα από τα απαιτούμενα προσόντα ήταν η πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας, αποφάσισε ότι οι υποψήφιοι που κατείχαν πιστοποιητικό Higher του London Chamber of Commerce στη Λογιστική ή πιστοποιητικό επιτυχίας σε εξετάσεις στην Αγγλική γλώσσα είχαν κατά τεκμήριο τέτοιου επιπέδου γνώση, ενώ οι υπόλοιποι θάπρεπε να κριθούν ανάλογα με το αποτέλεσμα εξέτασης στην οποία θα παρακάθονταν. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε πιστοποιητικό Higher του London Chamber of Commerce στη Λογιστική και έτσι δεν παρακάθισε σε εξέταση. Ο αιτητής, που δεν κατείχε το ίδιο πιστοποιητικό ή άλλο πιστοποιητικό επιτυχίας σε εξετάσεις στην Αγγλική γλώσσα, κατείχε, όμως πιστοποιητικά Intermediate in Book Keeping και GCE "O" Level in Modern Greek, παρακάθισε σε εξέταση και απέτυχε, με αποτέλεσμα να αποκλεισθεί από την περαιτέρω διαδικασία η οποία και απέληξε στην προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους.
Η προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους, που αποφασίσθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο στις 28.12.1996, προσβλήθηκε από τον αιτητή με την υπ΄ αριθμό 268/97 προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. (Φ. Κογκορόζης ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, Προσφυγή 268/97, απόφαση 24.5.1999).
Κατά την ενώπιον του συνάδελφου Δικαστή διαδικασία, η δικηγόρος της καθ΄ης η αίτηση πρόβαλε την προδικαστική ένσταση ότι, εφόσον ο αιτητής, ως αποτέλεσμα της εξέτασης, δεν είχε πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας, και, επομένως, δεν ικανοποιούσε τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, εστερείτο του αναγκαίου εννόμου συμφέροντος για προώθηση της προσφυγής.
Ο συνάδελφος απέρριψε την προδικαστική ένσταση με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Η θέση του κ. Κογκορόζη στην Αίτηση είναι ότι ο ίδιος πληρούσε όλα τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας και ότι αυτά παρεγνωρίσθησαν από την Επιτροπή Σιτηρών λόγω πλάνης προκύπτουσας από ανεπαρκή έρευνα και χωρίς τη δέουσα αιτιολογία. .........
..........................
Συμφωνώ με την κα. Λυκούργου ότι δεν μπορεί να λεχθεί εκ προοιμίου ότι ο κ. Κογκορόζης δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την απόφαση ως εκ του ότι εκρίθη από το Διοικητικό Συμβούλιο ότι δεν ήταν προσοντούχος. Το ζητούμενο είναι ακριβώς κατά πόσο η κρίση αυτή του Διοικητικού Συμβουλίου είναι νόμιμη και ορθή, που αμφισβητείται από τον κ. Κογκορόζη και συνιστά την ουσία της προσφυγής. Με αυτά τα δεδομένα, δεν είναι δυνατό να προβάλλεται η ίδια η αμφισβητούμενη απόφαση για να αποκλεισθεί η εξέταση της νομιμότητας της, να τίθεται δηλαδή, βάζοντας το παραστατικά, η άμαξα μπροστά από τα άλογα. Όπως ελέχθη στην υπόθεση Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 401/92, ημερομηνίας 24.5.1994, την οποία παραθέτει η κα. Λυκούργου:
«Από τη στιγμή που αμφισβητείται σοβαρά, όπως στην προκειμένη περίπτωση, η εκτίμηση της διοίκησης αναφορικά με τα προσόντα, η οποία και καθίσταται επίδικο θέμα, ο αιτητής δε χάνει το έννομο του συμφέρον να επιδιώξει αναθεώρηση της.»
Παρατηρώ μάλιστα ότι ακόμα και σε περιπτώσεις που ο Αιτητής δεν έχει ο ίδιος τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας, μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει έννομο συμφέρον, όπως δείχνει η υπόθεση
Christodoulou v. CYTA (1973) 3 CLR 695 και όπως σημειώνεται στην υπόθεση Κουτσού ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 1085/91, ημερομηνίας 30.12.1992, στην οποία επίσης αναφέρεται η κα. Λυκούργου.»Ακολούθως, εξετάζοντας την ουσία της προσφυγής, και ειδικότερα το λόγο ακύρωσης με τον οποίο εγειρόταν θέμα πλάνης περί τα πράγματα και μη δέουσας έρευνας εκ μέρους της καθ΄ης η αίτηση, ο συνάδελφος Δικαστής τον αποδέχθηκε και ακύρωσε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Επί της ουσίας, η θέση της κας. Λυκούργου έχει δύο σκέλη. Το πρώτο είναι ότι εσφαλμένα και πεπλανημένα το Διοικητικό Συμβούλιο θεώρησε το πιστοποιητικό Higher του London Chamber of Commerce στη Λογιστική ως τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, χωρίς να ερευνήσει την υπόσταση και το επίπεδο του εν λόγω πιστοποιητικού, ιδιαίτερα αφού το επίπεδο γνώσης ξένης γλώσσας αφορά τόσο τον προφορικό όσο και το γραπτό λόγο. Το δεύτερο είναι ότι εσφαλμένα το Διοικητικό Συμβούλιο δεν αναγνώρισε τα πιστοποιητικά του κ. Κογκορόζη Intermediate in Book-Keeping και GCE "O" L
Κατ΄ αρχή, όπως παρατηρεί και η κα. Λυκούργου, δεν είναι εμφανές γιατί ένα πιστοποιητικό στη Λογιστική προερχόμενο από το London Chamber of Commerce, μόνο αυτό επιλεγέν από τόσα άλλα πιστοποιητικά, να συνιστά τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της αγγλικής, όσο και αν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ενδεικτικό ανάλογης κατάρτισης στη λογιστική. Το ίδιο το Διοικητικό Συμβούλιο το θεώρησε και το χαρακτήρισε ως «τεκμήριο» πολύ καλής γνώσης της αγγλικής χωρίς να εξηγά και το γιατί. Η έννοια δε του τεκμηρίου είναι ακριβώς το δεδομένο του, στο βαθμό που δεν ανατρέπεται, σε αντίθεση με την έρευνα της εμβέλειας του σε αναφορά με την αντιστοιχία του προς το απαιτούμενο επίπεδο της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής. Τοσούτο μάλλον αφού, όπως υποδείχθηκε και στην υπόθεση Χατζηγιάννη ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 317, η γνώση ξένης γλώσσας απαιτεί ανάλογη κατοχή του γραπτού και προφορικού της λόγου. Τέτοια έρευνα ασφαλώς δεν έγινε από το Διοικητικό Συμβούλιο, με αποτέλεσμα να πλήττεται ανεπανόρθωτα η εκτεθείσα άποψη του και να καθίσταται πιθανόν πεπλανημένη - ίδε τις αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας
, Προσφ. 911/93, ημερομηνίας 18.4.1997 και Επαμεινώνδας ν. ΡΙΚ, ΑΕ1846, ημερομηνίας 29.5.1998, καθώς επίσης και τις υποθέσεις Τέκκης ν. Δημοκρατίας, Προσφυγές 838/96, 978/96 και 982/96, ημερομηνίας 30.12.1998 και την εκεί συζητούμενη σε έκταση νομολογία. Η αρχή είναι ότι η διαπίστωση της απαιτούμενης γνώσης της γλώσσας, ως μέρους των προσόντων των υποψηφίων, εμπίπτει στα πλαίσια της αρμοδιότητας του διοικητικού οργάνου το οποίο και έτσι επιφορτίζεται με το καθήκον της δέουσας έρευνας ως προς τα ενώπιον του στοιχεία. Αν τα στοιχεία αυτά δεν αποκαλύπτουν από μόνα τους και αδιάσειστα την επάρκεια της απαιτούμενης γνώσης, το διοικητικό όργανο οφείλει να προβεί σε τέτοια έρευνα ως προς τα ενώπιον του προσόντα των υποψηφίων που να το πληροφορεί δεόντως για την αντιστοιχία τους προς το απαιτούμενο επίπεδο γνώσης της γλώσσας. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως ήδη παρατηρήθηκε, δεν είναι καθόλου εμφανές ότι το πιστοποιητικό Higher του London Chamber of Commerce αποκαλύπτει από μόνο του πολύ καλή γνώση της αγγλικής. Ως εκ τούτου, το Διοικητικό Συμβούλιο είχε στοιχειώδη υποχρέωση να ερευνήσει το επίπεδο του εν λόγω πιστοποιητικού πριν το θεωρήσει ως προσόν δεικνύον πολύ καλή γνώση της αγγλικής. Πέραν τούτου, το Διοικητικό Συμβούλιο δεν απευθύνθηκε καθόλου στην άλλη πτυχή της γνώσης της αγγλικής, δηλαδή τον προφορικό λόγο, αφού και πάλι το εν λόγω πιστοποιητικό δεν εξυπάκουε πολύ καλή κατοχή είτε του γραπτού είτε και του προφορικού λόγου σε σχέση με την αγγλική.Τα ίδια ισχύουν και επαναλαμβάνονται αναφορικά με το άλλο σκέλος της εισήγησης της κας. Λυκούργου, αφού είναι φανερό ότι, αποκλειομένου του κ. Κογκορόζη ως μη προσοντούχου, δεν διευκρινίσθησαν καθόλου τα δικά του αναφερθέντα προσόντα σε σχέση με το κατά πόσο θα μπορούσαν να καταδείξουν πολύ καλή γνώση της αγγλικής εκ
μέρους του. Αυτό και πάλι οδήγησε το Διοικητικό Συμβούλιο σε πλημμελή έρευνα και πιθανή πλάνη περί τα πράγματα - ίδε: Μουρτζής ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 543. Η κατάληξη αυτή δεν επηρεάζεται από το ότι, όπως εισηγείται ο κ. Τριανταφυλλίδης, ο κ. Κογκορόζης καταδείχθη ότι δεν ήταν προσοντούχος αφού παρακάθισε και απέτυχε στις ορισθείσες από το Διοικητικό Συμβούλιο εξετάσεις της αγγλικής, τοσούτο μάλλον αφού η συμμετοχή του στις εξετάσεις ήταν αποτέλεσμα του αποκλεισμού του ως κατά τα άλλα μη προσοντούχου, ενώ κανένα στοιχείο δεν υπάρχει ενώπιον του δικαστηρίου που να δείχνει αν οι διεξαχθείσες εξετάσεις ήσαν του απαιτούμενου επιπέδου - γνωρίζουμε απλώς ότι ζητήθηκε από το Διευθυντή να μεριμνήσει για τη διεξαγωγή τους.»Σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση, το Διοικητικό Συμβούλιο, κατά τη συνεδρία του της 26.5.1999, αφού επανέφερε το ενδιαφερόμενο μέρος στην προηγούμενή του θέση, διέταξε τη διεξαγωγή έρευνας αναφορικά με το επίπεδο γνώσης της Αγγλικής γλώσσας που συνεπάγεται η κατοχή του προσόντος Higher στη Λογιστική του London Chamber of Commerce. Του θέματος επιλήφθηκε αρμόδια υπεπιτροπή προσωπικού η οποία, αφού κατέληξε στη διαπίστωση ότι οι κάτοχοι του προσόντος Higher στη Λογιστική του London Chamber of Commerce έχουν πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας, τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, έκαμε ανάλογη εισήγηση προς το Διοικητικό Συμβούλιο. (Παράρτημα Β στην Ένσταση).
Ακολούθως, το Διοικητικό Συμβούλιο, κατά τη συνεδρία του της 15.6.1999, προχώρησε στην επανεξέταση του θέματος της πλήρωσης της επίδικης θέσης του Επαρχιακού Διευθυντή και αποφάσισε, και πάλι, την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους.
Αυτή η δεύτερη απόφαση για προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους, αντί του αιτητή, είναι το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Η δικηγόρος της καθ΄ης η αίτηση πρόβαλε την προδικαστική ένσταση ότι, εφόσον ο αιτητής απέτυχε στις εξετάσεις που είχαν διεξαχθεί για εξακρίβωση του επιπέδου στο οποίο ήταν γνώστης της Αγγλικής γλώσσας, τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, δεν έχει έννομο συμφέρον να προχωρήσει με την προσφυγή ισχυριζόμενος ότι κακώς κλήθηκε και παρακάθισε σε εξετάσεις αφού έπρεπε και αυτός, όπως και το ενδιαφερόμενο μέρος, να θεωρηθεί ότι ήταν, κατά τεκμήριο, κάτοχος του σχετικού προσόντος δεδομένου ότι είχε πιστοποιητικό Intermedia
te in Book Keeping και GCE "O" Level in Modern Greek.Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί για τους ίδιους ακριβώς λόγους που αναφέρονται στο σχετικό απόσπασμα από την απόφαση στην προσφυγή 268/97.
Όσον αφορά την ουσία της προσφυγής προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ως λόγος ακυρώσεως ότι «Η προσβαλλόμενη πράξη ή/και απόφαση όπως και οποιαδήποτε ενδιάμεση ή/και προπαρασκευαστική αυτής αποτελούν παραβίαση των αρχών του δεδικασμένου και των αρχών του σεβασμού των δικαστικών αποφάσεων.» Έχω την άποψη ότι ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί. Η καθ΄ης η αίτηση δεν συμμορφώθηκε με την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή 268/97. Προχώρησε στην επαναπροαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση χωρίς να διεξαγάγει επαρκή έρευνα αναφορικά με την εκ μέρους του κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας - με τον τρόπο που διαγράφεται στην ακυρωτική απόφαση - ενώ, ταυτόχρονα, δεν διεξήγαγε καμιά απολύτως έρευνα αναφορικά με το κατά πόσο τα πιστοποιητικά που κατείχε ο αιτητής καταδείκνυαν, κατά τεκμήριο, πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας εκ μέρους του.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξής μου, δεν θεωρώ χρήσιμο να επιληφθώ των άλλων λόγων ακυρώσεως που προβάλλονται με την προσφυγή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα εις βάρος της καθ΄ης η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
FONT>Ρ. Γαβριηλίδης,
9;Δ.
/ΧΤΘ