ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 1334/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Ανδρέα Πουλλαΐδη, εκ Λευκωσίας,

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Διοικητή IV Ταξιαρχίας Πεζικού Εθνικής Φρουράς,

Καθ΄ ων η αίτηση

---------------------------

19 Ιανουαρίου 2001

Για τον αιτητή: Σ. Οικονομίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Γ. Γεωργαλλής.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής, μόνιμος Αξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας, ανήκει στο Όπλο του Πεζικού, φέρει το βαθμό Αντισυνταγματάρχη και κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσε ως Διοικητής του 31 Τάγματος Εθνοφυλακής το οποίο υπαγόταν στο 3ο Σύνταγμα Πεζικού. Με απόφαση, ημερ. 2 Αυγούστου 1999, ο Διοικητής του Συντάγματος έκρινε τον αιτητή ένοχο πειθαρχικού παραπτώματος και τον τιμώρησε με τετραήμερο περιορισμό. Παραθέτω το κείμενο:

"1. Αφού έλαβα υπόψη τα σχετικά ως και το πόρισμα Προχείρου Διοικητικής Εξέτασης η οποία διατάχθηκε με το (ε) σχετικό για διερεύνηση των περιλαμβανομένων στα (α) και (γ) σχετικά, σας

τιμωρώ,

με 4 ήμερο περιορισμό διότι κατά την βολή τυφεκίου του Β16 ΛΚΤ που οργάνωσε και εκτέλεσε η Μονάδα σας την 12 Ιουν 99 στο ΠΒ Τσερίου διαπιστώθηκε από έλεγχο αρμοδίου Αξκού της IV ΤΑΞ ΠΖ ότι η βολή ήτο πρόχειρα οργανωμένη και χωρίς επίβλεψη κατ΄ αντίθεση με τα καθοριζόμενα στην ΠΔ 3-17/1991/ΓΕΕΦ/3οΕΓ, το ΕΕ 7-21 και τις οδηγίες που σας δόθηκαν από τον Διοικητή της Ταξιαρχίας σε προηγούμενη βολή. Συγκεκριμένα κατά τον έλεγχο ο οποίος πραγματοποιήθηκε την 10.30 ώρα της ημέρας εκτελέσεως της βολής δεν λειτουργούσε κανένα συνεργείο εκπαιδεύσεως, πλην της γραμμής βολής και του συνεργείου καθάρσεως και δεν αναπτύχθηκε ενσύρματη επικοινωνία μεταξύ κρύπτης και γραμμής βολής."

 

Με απόφαση ημερ. 9 Αυγούστου 1999 ο Διοικητής της Ταξιαρχίας "με το ίδιο αιτιολογικό" επαύξησε την ποινή σε πενθήμερη φυλάκιση. Παραθέτω το πανομοιότυπο, στην ουσία, κείμενο:

"Αφού έλαβα υπόψη τα σχετικά, την επιβληθείσα από τον Δκτή του 3ουΣΠ, ποινή 4ημέρου περιορισμού στον Ανχη (ΠΖ) Πουλλαΐδη Ανδρέα του Αντωνίου, ΑΜ 2551, Δκτή 31 ΤΕΘ

επαυξάνω

σε 5νθήμερη φυλάκιση, με το ίδιο αιτιολογικό, ήτοι κατά την βολή τυφεκίου του 316 ΛΚΤ που οργάνωσε και εκτέλεσε η Μονάδα του την 12 Ιουν. 99 στο ΠΒ Τσερίου διαπιστώθηκε από έλεγχο αρμοδίου Αξκού της IV ΤΑΞ ΠΖ ότι η βολή ήτο πρόχειρα οργανωμένη και χωρίς επίβλεψη κατ΄ αντίθεση με τα καθοριζόμενα στην ΠΔ 3-17/1991/ΓΕΕΦ/3οΕΓ, το ΕΕ 7-21 και τις οδηγίες, που του δόθηκαν από τον Δκτή της Ταξιαρχίας σε προηγούμενη βολή. Συγκεκριμένα κατά τον έλεγχο ο οποίος πραγματοποιήθηκε την 10.30 ώρα της ημέρας εκτελέσεως της βολής δεν λειτουργούσε κανένα συνεργείο εκπαιδεύσεως, πλήν της γραμμής βολής και του συνεργείου καθάρσεως και δεν αναπτύχθηκε ενσύρματη επικοινωνία μεταξύ κρύπτης και γραμμής βολής."

 

Προβλέπεται στον Καν. 11Α(7) των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς του 1964, όπως τροποιήθηκαν, ότι:

"(7) Ο προϊστάμενος του επιβαλλόντος ποινήν τινά διοικητής ή ο Διοικητής της Δυνάμεως δύναται να επαυξήση ταύτην εάν κρίνη ότι η φύσις του παραπτώματος, αι συνθήκαι υφ΄ ας τούτο έλαβε χώραν, η προτέρα διαγωγή του τιμωρηθέντος ή η ανάγκη περιστολής συχνών παραπτωμάτων παρομοίας φύσεως, επιβάλλουν αυστηροτέραν ποινήν. Ο όρος επαύξησις περιλαμβάνει και μετατροπήν του είδους της ποινής επί το αυστηρότερον:

.................................. .................................................. ...................."

 

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση για επαύξηση της ποινής. Τα σημεία τα οποία θέτει προς εξέταση με απασχόλησαν σε ακριβώς το ίδιο πλαίσιο στη Στυλιανού Θωμά ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 743/99, ημερ. 18 Σεπτεμβρίου 2000. Τα όσα ανέφερα εκεί ισχύουν με ακριβώς τον ίδιο τρόπο και εδώ και τα υιοθετώ ως το σκεπτικό αυτής της περίπτωσης:

"Ο αιτητής προέβαλε ότι η απόφαση για επαύξηση δεν εντασσόταν στα όρια του Κανονισμού και φανέρωνε πλάνη νόμου αφού δεν συνδέθηκε με οποιοδήποτε από τους λόγους που επέτρεπαν την επαύξηση, ήτοι, τη φύση του παραπτώματος, τις συνθήκες διάπραξης του, την προηγούμενη διαγωγή του τιμωρηθέντος, και την ανάγκη ειδικής αποτροπής, αλλά επήλθε "με το ίδιο αιτιολογικό" της αρχικής ποινής, όπως ρητά εξηγείται στο κείμενο της απόφασης. Ο αιτητής πρότεινε ως εναλλακτική νομική βάση την έλλειψη νόμιμης αιτιολογίας, ακόμα και έλλειψη έρευνας που να μπορούσε εν πάση περιπτώσει να στηρίξει σύνδεση της επαύξησης με οποιοδήποτε από τους προβλεπόμενους λόγους που να την επέτρεπαν. Παρατηρώ ωστόσο ότι ζήτημα έλλειψης δέουσας έρευνας θα μπορούσε να τεθεί μόνο εφόσον θα μπορούσε να συναρτηθεί με ό,τι χρειαζόταν οπωσδήποτε για την απόφαση και όχι με ενδεχόμενα στα οποία, όπως εδώ, δεν γίνεται επίκληση.

Καθίσταται κατ΄ αρχήν αναγκαία η διευκρίνιση ότι υπό εξέταση είναι μόνο η νομιμότητα της απόφασης για επαύξηση και όχι η επαύξηση από την άποψη αυστηρότητας της ποινής αφού, καθώς είναι νομολογημένο, το ύψος ή το είδος της ποινής, ως κατάληξη της εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών και στάθμισης της βαρύτητας τους, δεν ελέγχεται: βλ. την Κρητιώτη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2328, ημερ. 30 Νοεμβρίου 1999, όπου γίνεται εκτενής αναφορά στη νομολογία.

Είναι νομίζω προφανές πως η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας. Η αναφορά, στο κείμενο της απόφασης, σε αιτιολογικό το ίδιο με εκείνο της προηγούμενης απόφασης με την οποία ο αιτητής είχε βρεθεί ένοχος παραπτώματος και τιμωρήθηκε με τετραήμερη κράτηση δεν παρέπεμπε παρά μόνο στην έκθεση του παραπτώματος. Βέβαια, όπως και στην περίπτωση της αρχικά επιβληθείσας ποινής, έτσι και στην προσβαλλόμενη απόφαση έγινε αναφορά στην ανάκριση και στη διοικητική απολογία του αιτητή όπου θα μπορούσαν να αναζητηθούν οι περιστάσεις προς εξήγηση της κατάληξης. Αυτό όμως δεν ήταν, κατά τη γνώμη μου, αρκετό τουλάχιστο για την περίπτωση επαύξησης· χρειαζόταν ρητή αναφορά στο λόγο για την άσκηση της εξουσίας. Η εξειδίκευση των λόγων στον Καν. 11Α (7) για τους οποίους επιτρέπεται η επαύξηση - αντί μιας γενικής αναφοράς σε ανεπάρκεια ποινής - πρέπει να σημαίνει και αντίστοιχο δικαίωμα στον τιμωρηθέντα να γνωρίζει το λόγο. Καταλήγω λοιπόν πως η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας."

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

 

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο