ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ.1207/98
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.Aναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
Μεταξύ -
Παναγιώτη Τήλλυρου από τη Λάρνακα
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
FONT>Καθής η αίτηση
-------------------------
Ημερομηνία:
31 Ιανουαρίου, 2001Για τον αιτητή: Α.Σ. Αγγελίδης
Για την καθής η αίτηση: Δ. Κούσιου-Χρυσανδρέα (κα), Δικηγόρος της
Δημοκρατίας
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
H προσφυγή αυτή καταχωρήθηκε στις 22/12/98 με αίτημα θεραπείας:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας η οποία ελήφθη κατά ή περί την 10.10.97 και της οποίας είχε πλήρη γνώση ο αιτητής στις 2.12.98 ότι ο αιτητής ή και οποιοσδήποτε άλλος δεν κρίθηκε προσοντούχος και/ή με την οποίαν αποφάσισε η ΕΔΥ όπως μη προάξει τον Αιτητή εις τη θέση Οικονομικού Λειτουργού Α΄Υπουργείο Οικονομικών, ως δήθεν μη προσοντούχος είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."
Η θέση, που είναι για προαγωγή μόνο, έμεινε κενή από 15/2/97. Η αρμόδια αρχή δεν κινήθηκε για την πλήρωση της μέσα στο χρονικό όριο των 4 μηνών που ορίζει το άρθρ. 29(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90. Στις 30/6/97 ο αιτητής καταχώρισε την προσφυγή με αρ. 528/97 με την οποία πρόσβαλε την παράλειψη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) να προχωρήσει σε πλήρωση της θέσης με βάση τις εξουσίες που έχει από το άρθρ. 29(3) του νόμου.
Η Ε.Δ.Υ. στις 11/7/97, αφού διαπίστωσε ότι η θέση ήταν κενή από 15/2/97 και ότι δεν προέβη σε οποιοδήποτε διάβημα η αρμόδια αρχή, αποφάσισε να ασκήσει τις εξουσίες που της παρέχει το άρθρ. 29(3) χωρίς προγενέστερη πρόταση από την αρμόδια αρχή. Στις 10/10/97 εξέτασε τις υποψηφιότητες με βάση κατάλογο αρχαιότητας και τα λοιπά υπηρεσιακά στοιχεία κάθε υποψηφίου. Ο κατάλογος περιλάμβανε και τον αιτητή. Η Ε.Δ.Υ έκρινε ότι ουδείς των υποψηφίων ικανοποιούσε ένα από τα προαπαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, δηλαδή, πενταετή τουλάχιστο υπηρεσία στη θέση Οικονομικού Λειτουργού. Κρίσιμος χρόνος για την κατοχή του εν λόγω προσόντος ορίστηκε από την Ε.Δ.Υ. η 14/6/97, ημερομηνία εκπνοής της 4μηνης προθεσμίας του άρθρ. 29(2). 'Ετσι η Ε.Δ.Υ. τερμάτισε τη διαδικασία, ελλείψει προσοντούχου υποψηφίου.
Η ένσταση της Δημοκρατίας στην προσφυγή αρ. 528/97 (παράρτημα Β στην ένσταση της κρινόμενης προσφυγής) καταχωρήθηκε στις 27/11/97. Αντανακλά πιστά ό,τι διαδραματίστηκε και αποφασίστηκε στη συνεδρίαση της Ε.Δ.Υ. στις 10/10/97. Γιαυτό και η Δημοκρατία έχει προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή αυτή είναι εκπρόθεσμη. Υπέβαλε ότι, υπό τις περιστάσεις, ο αιτητής είχε πλήρη γνώση της απόφασης για ματαίωση της προαγωγικής διαδικασίας από 27/11/97, που κατατέθηκε το δικόγραφο της Δημοκρατίας στην προηγούμενη προσφυγή. Επομένως, εκπρόθεσμα ασκήθηκε η προσφυγή μετά πάροδο ενός και πλέον έτους αφότου ο αιτητής έλαβε γνώση του περιεχομένου της προσβαλλόμενης πράξης.
Ο δικηγόρος του αιτητή υπέβαλε ότι δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι έλαβε γνώση της απόφασης μέσω του δικογράφου της ένστασης στην προγενέστερη προσφυγή σύμφωνα με την απόφαση της πλειοψηφίας στην Α.Ε. 1989 Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας, ημερ. 27/2/98. Γιατί δεν έγινε κοινοποίηση της δυσμενούς αυτής απόφασης, την οποία η Ε.Δ.Υ. του "απέκρυψε" (είναι η λέξη του συνηγόρου). Κατά τους ισχυρισμούς του, ο αιτητής είχε πλήρη γνώση στις 2/12/98, που η Δημοκρατία κατέθεσε την αγόρευση της στην πρώτη προσφυγή μαζί με τα πρακτικά της Ε.Δ.Υ., που περιέχουν την απόφαση.
Η δικηγόρος της Δημοκρατίας δε σχολίασε απευθείας την παραπάνω απόφαση. Λέγει όμως, προφανώς σε απάντηση, ότι υπάρχουν περαιτέρω στοιχεία από τα οποία θα μπορούσε να συναχθεί πλήρης γνώση από μεταγενέστερη ημερομηνία, την 9/7/98, που επίσης καθιστά την προσφυγή εκπρόθεσμη. Στις 28/11/97 ο δικηγόρος του αιτητή έγραψε στο δικηγόρο της Δημοκρατίας, που χειριζόταν την υπόθεση, ζητώντας τα πρακτικά της Ε.Δ.Υ., που απεικονίζουν την απόφαση ματαίωσης πλήρωσης της θέσης και των περιστάσεων που την περιστοιχίζουν. Η Δημοκρατία επέτρεψε επιθεώρηση των φακέλων με τα πρακτικά αυτά από το συνήγορο. Σχετική είναι επιστολή της Νομικής Υπηρεσίας προς τον Πρόεδρο της Ε.Δ.Υ., που κοινοποιήθηκε στο δικηγόρο του αιτητή. Το ότι έγινε η επιθεώρηση προκύπτει από την αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή στην προσφυγή με αρ. 528/97, ημερ. 9/7/98 (παράρτημα Ε στην ένσταση).
Τέλος, η δικηγόρος της Δημοκρατίας στο θέμα αυτό παραπέμπει στην απόφαση στην προσφ. 586/92 Γεωργία Σοφοκλέους ν. Ιατρικών Υπηρεσιών κ.α. ημερ. 18/10/94, που υιοθέτησε το παρακάτω απόσπασμα από το σύγγραμμα του Θ. Τσάτσου "Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας", 3η έκδοση, σελ. 80-81. Τούτο αναφέρεται σε ένα από τα τεκμήρια πλήρους γνώσης:
"Εφ΄όσον η πράξις είναι προσιτή ευκόλως εις τον ενδιαφερόμενον, η μη εντός ευλόγου χρόνου ενέργεια των απαιτουμένων προς λήψιν πλήρους γνώσεως αυτής, αποτελεί παράλειψιν και πταίσμα, ούτινος αι συνέπειαι δέον να εξομοιωθώσι προς την μη εμπρόθεσμον άσκησιν της αιτήσεως ακυρώσεως, της οποίας η προθεσμία δεν είναι δυνατόν, εν τοιαύτη περιπτώσει, ν' αδρανήση επ' άπειρον, εκτός εάν προκύπτη ότι, παρά την πάροδον μακρού χρόνου από της εκτελέσεως, η πλήρης γνώσις ήτο αδύνατος ή συγγνωστή η σχετική έλλειψις ενδιαφέροντος του διοικουμένου, όσον αφορά εις την έκδοσιν ή το περιεχόμενον της πράξεως."
Οι κύριες σκέψεις της απόφασης Αλίκης Γεωργίου, ανωτέρω, που ρητά επικαλέστηκε ο κ. Αγγελίδης για να αντικρούσει τον ισχυρισμό ότι η προσφυγή ασκήθηκε εκπρόθεσμα, αναπτύσσονται ως εξής:
"Η γνώση τεκμαίρεται ότι υπάρχει όταν ο διοικούμενος έχει γνώση όλων των στοιχείων που επηρεάζουν τη θέση του (Papaioannou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 103, 108 και Κωνσταντίνου και άλλοι ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Υπόθ. αρ. 767/86, ημερ. 6.3.1989). Σε περίπτωση αμφιβολίας κατά πόσο ο αιτητής έλαβε γνώση ή ως προς την επάρκεια της ειδοποίησης, η αμφιβολία ενεργεί υπέρ του διοικούμενου (βλέπε μεταξύ άλλων Costas Neophytou ν. Republic (1964) C.L.R. 280).................."
Είμαστε της γνώμης ότι η γνωστοποίηση μιας πράξης μέσω δικογράφου, δεν μπορεί να θεωρηθεί κανονική κοινοποίηση της πράξης. Η αναφορά που γίνεται στην ένσταση αποτελεί ισχυρισμό ότι εξεδόθη η πράξη και όχι γνωστοποίηση της. Έτσι, ανεξάρτητα από την πληρότητα ή μη της γνώσης, δεν θεωρείται ότι υπήρξε με τον τρόπο αυτό δέουσα κοινοποίηση της πράξης. Η γνώση δεν προκύπτει από το τι η πράξη δυνατόν να περιέχει, αλλά από το τι στην πραγματικότητα περιλαμβάνει (βλέπε σχετικά και
John Morran and the Republic 1 R.S.C.C. 1)............................
Kατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, οι δημόσιες υπηρεσίες οφείλουν να χορηγούν στους διοικουμένους τα στοιχεία που τους αφορούν και προκύπτουν από τα αρχεία της υπηρεσίας, εκτός αν κάτι τέτοιο αποκλείεται από αντίθετη ρητή διάταξη ή εκ λόγων δημοσίου συμφέροντος (Μάρθα Σάββα Μάρκου ν. Υπουργού Εσωτερικών και άλλου, Υποθ. Αρ. 1059/94, ημερ. 19.9.1996 και ΣτΕ 2196/1969). Ακόμα και αν η παράλειψη οφείλεται σε απλή αβλεψία, η αβλεψία αυτή δεν θα πρέπει να αφεθεί καθ' οιονδήποτε τρόπο να επηρεάσει δυσμενώς το διοικούμενο."
Δεν αντιλαμβάνομαι την απόφαση να σημαίνει ότι εξάπαντος πρέπει να υπάρχει κοινοποίηση της απόφασης. Άλλωστε αν αυτή ήταν η μόνη έννοια της θα ερχόταν πιθανώς σε ευθεία σύγκρουση με τις διατάξεις του άρθρ. 146.3 του Συντάγματος. Οι διατάξεις αυτές προβλέπουν ότι σε περίπτωση μη δημοσίευσης της πράξης, η προθεσμία των 75 ημερών αρχίζει να τρέχει "από της ημέρας καθήν η πράξη ............περιήλθεν εις γνώσιν του προσφεύγοντος."
Άλλωστε, όπως διαπιστώνει η ίδια η παραπάνω απόφαση:
"Η επάρκεια της γνώσης που κτάται κρίνεται κατά περίπτωση στο πλαίσιο των περιστατικών της κάθε υπόθεσης (Ευθυμία Σωφρονίου ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Κακοπετριάς, Υπόθ. αρ. 1179/91, ημερ. 13/9/1993 και Τροοδία Ιωνά Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 184/92, ημερ. 15.7.1992)."
Παρατηρώ πως εδώ ό,τι αποκαλύφθηκε στην ένσταση της πρώτης προσφυγής στις 27/11/97 ουσιαστικά συμπίπτει με το πρακτικό της Ε.Δ.Υ., του οποίου ο αιτητής έλαβε γνώση στις 2/12/98. Λογικά αυτό θα ήταν αρκετό για να έχει γνώση όλων των δεδομένων από τις 27/11/97 και να δράσει. Για να το θέσω κάπως διαφορετικά. Το πρακτικό δεν πρόσθεσε τίποτε ουσιαστικό. Και αυστηρά, στην πιο στενή της έννοια να εφαρμόσουμε την εφετειακή απόφαση, ο αιτητής, έχοντας υπόψη τις κατοπινές εξελίξεις, τις οποίες προεκθέσαμε απέκτησε πλήρη γνώση.
Το εκλαμβάνω ως γεγονός ότι ο δικηγόρος του αιτητή επιθεώρησε τους φακέλους και τα σχετικά πρακτικά, που καταγράφουν και την προσβαλλόμενη απόφαση. Τίποτε δεν είχε μείνει πιά, το οποίο δε γνώριζε. Αυτό βγαίνει με σαφήνεια από το Παράρτημα Ε στο οποίο αναφέρθηκα, που στο σημείο αυτό έχει ως εξής:
"Επειδή επιθεώρησα το σχετικό φάκελο της Επιτροπής μετά από άδεια της Συναδέλφου μου, διαπίστωσα ότι η ΕΔΥ καμιά απολύτως αναφορά δεν κάμνει στον Καν. 15(2) στο λακωνικό σχετικά πρακτικό της 10.10.97 με το οποίο αποφάσισε να τερματίσει την διαδικασία πλήρωσης της κενής θέσης. Άρα υπό πλάνη απέκλεισε τον αιτητή ως δήθεν μη προσοντούχο.
Παράλληλα από το λακωνικό τούτο πρακτικό επιβεβαιώνεται ότι η ΕΔΥ δεν διαπίστωσε προφανώς λόγω του καταλόγου (παράρτ. 1) όπου δεν καταγράφτηκε ότι ο αιτητής είχε διοριστεί στη θέση του Οικονομικού Λειτουργού και ενήργησε υπό πλάνη και με έλλειψη δέουσας έρευνας και κατ' επέκταση χωρίς αιτιολογία. Κατάσταση που οδηγεί σε ακύρωση."
Ας σημειωθεί ότι η γνώση από το δικηγόρο αρκεί: βλ. Papasavva v. Republic (1979) 3 C.L.R. 563.
Το δικαστήριο δεν μπορεί να κλείσει τα μάτια μπροστά στην αδήριτη αυτή πραγματικότητα. Βρίσκω ότι ό αιτητής είχε ακριβή γνώση τουλάχιστο από 9/7/98, δηλαδή σε χρόνο τέτοιο που να είναι εκπρόθεσμη η προσφυγή, η οποία και απορρίπτεται. Με έξοδα σε βάρος του αιτητή.
Σ. Νικήτας, Δ.
Κασ