ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 4 ΑΑΔ 915
25 Σεπτεμβρίου, 2000
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚA ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤAΓΜΑΤΟΣ
XΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΡΟΔΡOΜΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ,
ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 752/1998)
Ακυρωτική Απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Επανεξέταση από τη διοίκηση ― Οφείλει να συμβαδίζει με τα ευρήματα και τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου στην ακυρωτική απόφαση ― Η απαίτηση αυτή δεν εκπληρώθηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Δικαίωμα στο μισθό και στα άλλα εκ του νόμου αναγνωριζόμενα ωφελήματά τους ― Δημόσιος χαρακτήρας ― Υπαγωγή των σχετικών απαιτήσεων στην αναθεωρητική δικαιοδοσία.
Ο αιτητής είχε επιτύχει με προηγηθείσα προσφυγή του την ακύρωση της απόρριψης του αιτήματός του για πληρωμή δεδουλευμένων υπερωριών, διανυκτερεύσεων και γευμάτων, το οποίο υπέβαλε μετά την αφυπηρέτησή του. Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσέβαλε την εκ νέου απόρριψη του αιτήματος, με νέα αιτιολογία, στα πλαίσια της επανεξέτασης που ακολούθησε την ακυρωτική δικαστική απόφαση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η νέα έρευνα, που οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση, όφειλε να συμβαδίσει με τα ευρήματα και διαπιστώσεις του Δικαστηρίου στην ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 811/96.
2. Είναι γνωστή η αρχή της νομολογίας μας, που ακολουθεί αυτή του Συμβουλίου της Επικρατείας της Ελλάδας, ότι το δικαίωμα των δημοσίων υπαλλήλων στο μισθό τους, και τα άλλα εκ του νόμου αναγνωριζόμενα ωφελήματα, είναι δημόσιο, και ως εκ τούτου για την απαίτησή τους χωρεί μόνο προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος μας.
3. Επιβάλλεται και πάλιν η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, για ελλειπή διαδικασία επανεξέτασης και εσφαλμένη αιτιολογία της απόφασης. Η διοίκηση οφείλει να δει με άλλο πνεύμα το αίτημα του προσφεύγοντος, όπως το πνεύμα τούτο κυριαρχεί στην απόφαση στην προσφυγή 811/96, και στην παρούσα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Παπαγιώργης v. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 563.
Προσφυγή.
Προσφυγή από τον αιτητή κατά της απόρριψης, κατόπιν επανεξέτασης, του αιτήματός του για πληρωμή δεδουλευμένων υπερωριών, διανυκτερεύσεων και γευμάτων κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο τμήμα κτηνιατρικών υπηρεσιών.
Δ. Παπαδόπουλος, για τον Αιτητή.
Γ. Γιωργαλλής, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Τo ιστορικό των γεγονότων της προσφυγής αυτής αρχίζει από το 1966. Εκτίθεται δε με περισσή λεπτομέρεια στην απόφαση του αδελφού δικαστή Καλλή, σε προηγούμενη προσφυγή του αιτητή, αρ.811/96, η απόφαση στην οποία εκδόθηκε στις 17.7.97. Το υιοθετώ για οικονομία λόγου. Σημειώνω μόνο πως η δική μου απόφαση θα πρέπει να διαβάζεται με επισυνημμένη αυτή του αδελφού δικαστή. Να προσθέσω επίσης πως είχε προηγηθεί της προσφυγής 811/96 και άλλη, η 233/94, πάνω στο ίδιο ακριβώς θέμα, καθώς αναφέρεται βέβαια και στην 811/96.
Ο αιτητής υπηρετούσε στο τμήμα κτηνιατρικών υπηρεσιών από το 1966. Είχε αρχικά διοριστεί κτηνιατρικός επιστάτης 2ης τάξης, προάχθηκε την 1.3.73 σε κτηνιατρικό επιστάτη 1ης τάξης και στις 15.11.83 σε επιθεωρητή 3ης τάξης. Από το 1970 μέχρι το 1985 ο αιτητής πήρε μέρος στην εκστρατεία για την καταπολέμηση του εχινόκοκκου, που άρχισε και έληξε την πιο πάνω περίοδο. Ο αιτητής λέει, και αυτό δεν αμφισβητείται, πως μαζί με έναν άλλο συνάδελφο του ήταν οι μόνοι λειτουργοί που ανέλαβαν την εκστρατεία, που σκοπούσε στην εξολόθρευση των αδέσποτων σκύλων. Γι' αυτά τα καθήκοντα εργαζόταν υπερωρίες, πηγαίνοντας σε όλα τα μέρη της Κύπρου με ένα υπηρεσιακό αυτοκίνητο. Ο αιτητής ήταν διορισμένος στη Λάρνακα ενώ ο συνάδελφος του στη Λευκωσία. Έπρεπε, επομένως, να συναντιούνται εναλλάξ στις δυο πιο πάνω πόλεις, για να πάρουν το μοναδικό υπηρεσιακό αυτοκίνητο που είχαν στη διάθεση τους, και να μεταβούν στις διάφορες περιοχές της Κύπρου για τη δουλειά τους. Χρησιμοποιούσαν, ως εκ τούτου, το ιδιωτικό τους αυτοκίνητο μέρα παρά μέρα για να πάνε στον τόπο συνάντησης. Ο αιτητής από τη Λάρνακα στη Λευκωσία, όταν το υπηρεσιακό αυτοκίνητο βρισκόταν στην κατοχή του συναδέλφου του, που ήταν διορισμένος εκεί.
Μετά την αφυπηρέτηση του ο αιτητής ζήτησε να του καταβληθούν διάφορα ποσά για την πληρωμή δεδουλευμένων υπερωριών, διανυκτερεύσεων και γευμάτων, βάσει προφορικής διευθέτησης που είχε με τον τότε διευθυντή των κτηνιατρικών υπηρεσιών, αξίωση για την οποίαν υπέβαλε λεπτομερή κατάσταση για τις υπερωρίες, διανυκτερεύσεις και γεύματα. Η διοίκηση δεν ικανοποιούσε την αξίωση του αιτητή, ο οποίος επέμενε έντονα σ' αυτή με συνεχείς επιστολές και επαφές με τους διάφορους υπηρεσιακούς παράγοντες. Χρησιμοποίησε δε και τον ημερήσιο τύπο για να καταγγείλει την αδικία, όπως ο ίδιος τη χαρακτηρίζει, που γινόταν εις βάρος του. Οι απαιτήσεις του αιτητή και η θέση της διοίκησης, μετά την έρευνα που η τελευταία έκανε για να εξετάσει το αίτημά του, καταγράφονται στην απόφαση του αδελφού δικαστή Καλλή, ο οποίος έκρινε παραδεκτή την προσφυγή του, για έλλειψη της δέουσας αιτιολογίας κατά την επανεξέταση για το λόγο πως αυτή δεν περιείχε τα απαραίτητα στοιχεία, τα οποία και καταγράφονται στην απόφαση σε δυο παραγράφους. Τις αντιγράφω:
«(α) Ενώ με την επιστολή του ημερ. 17.6.96 ο Διευθυντής Κτηνιατρικών Υπηρεσιών δέχεται ότι λαμβάνει χώραν εξ υπαρχής εξέταση των νέων στοιχείων που υπέβαλε ο αιτητής, με την επιστολή του ημερ. 23.7.96 αναφέρει ότι δεν «έχουν προκύψει νέα στοιχεία».
(β) Με την επιστολή του ημερ. 15.2.90 ο Διευθυντής Κτηνιατρικών Υπηρεσιών φαίνεται ότι αναγνωρίζει το αίτημα του αιτητή. Ωστόσο επικαλείται σαν λόγο απόρριψης του αιτήματος την απουσία έγκρισης και διαθέσιμων κονδυλίων. Ο Διευθυντής αναγνωρίζει το αίτημα του αιτητή και με την επιστολή του ημερ. 3.7.96. Στην περίπτωση αυτή επικαλείται και την έλλειψη επίσημων στοιχείων η απουσία των οποίων καθιστούσε «αδύνατο να εκτιμηθεί το ύψος της αποζημίωσης που ίσως δικαιούται το κάθε μέλος του Προσωπικού».
Έγινε η επανεξέταση, ως αποτέλεσμα της πιο πάνω ακυρωτικής ετυμηγορίας, εκδόθηκε δε η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση, με την οποία απορρίπτονται και πάλιν οι χρηματικές απαιτήσεις του αιτητή. Και ποία η αιτιολογία; ότι η απαίτηση του αιτητή για οδοιπορικά, υπερωρίες, διανυκτερεύσεις και γεύματα είχε ικανοποιηθεί με την πληρωμή σ' αυτόν £5 μηνιαίως κατ' αποκοπή, εφόσο εργαζόταν για τουλάχιστο 12 ώρες μηνιαίως υπηρερωρίες, ενώ για τις υπερωρίες του είχε παραχωρηθεί άδεια ελεύθερου χρόνου, ο οποίος μάλιστα για κάποια περίοδο ήταν μεγαλύτερος από αυτό που εδικαιούτο.
Στις διευκρινίσεις ρώτησα το δικηγόρο της Δημοκρατίας κατά πόσο συμβιβάζονται τα στοιχεία της νέας έρευνας, που ανέφερα πιο πάνω, με τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου στην προσφυγή 811/96, που καταγράφω προηγουμένως στις παραγράφους α και β. Και επίσης ρωτιέμαι πώς το στοιχείο τούτο διαπιστώθηκε σήμερα, μετά από 30 χρόνια, στοιχείο που πρέπει να ήταν γνωστό από την αρχή.
Πρέπει να πω πως δεν με ικανοποιεί η εξέλιξη της υπόθεσης. Ανιχνεύω άρνηση της διοίκησης, για λόγους που δεν μπορώ να διακριβώσω ούτε και με αφορούν, να αντιμετωπίσει τις απαιτήσεις του αιτητή σύμφωνα με τα πραγματικά γεγονότα, τη λογική, και μέσα στο πνεύμα της χρηστής διοίκησης.
Ο ίδιος ο αιτητής ισχυρίζεται, και το επιχείρημα του είναι εύλογο, πως είναι αδιανόητο να είναι ορθή η θέση που προβάλλει σήμερα η διοίκηση, ότι δηλαδή όλες οι απαιτήσεις του για οδοιπορικά, υπερωρίες και γεύματα εξοφλήθηκαν με £5 κατ' αποκοπή μηναίως, καθώς και με την άδεια ελεύθερου χρόνου που του παραχωρήθηκε. Οι £5 κατ' αποκοπή, όπως ο ίδιος λέει, συμφωνήθηκαν με το διευθυντή για να καλύπτονται μόνο τα έξοδα χρησιμοποίησης του δικού του αυτοκινήτου για να πηγαίνει στον τόπο συνάντησης με το συνάδελφο του, και απ' εκεί να χρησιμοποιούν το υπηρεσιακό αυτοκίνητο. Δεν είχε να κάνει τίποτε το ποσό αυτό με τα οδοιπορικά, υπερωρίες και γεύματα.
Το ύψος των υπερωριών, οδοιπορικών και ο αριθμός των γευμάτων, όπως τα παρουσίασε στη διοίκηση ο αιτητής δεν αμφισβητούνται. Για κάποια περίοδο δε, που δεν είχε υποβάλει έντυπο των απαιτήσεων του, ο ίδιος λέει πως τούτο έγινε με βάση προφορική συμφωνία που είχε με το διευθυντή του. Τα στοιχεία όμως στα οποία βασίζονται είναι καταγραμμένα στο βιβλίο καταχώρισης του υπηρεσιακού αυτοκινήτου.
Η νέα έρευνα, που οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση, όφειλε να συμβαδίσει με τα ευρήματα και διαπιστώσεις του Δικαστηρίου στην ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 811/96, όπως παρατίθενται στις παραγράφους α και β πιο πάνω. Δεν μπορούσε, κατά τη γνώμη μου, να μεταβληθεί η βάση των πιο πάνω στοιχείων, που συνιστούν μεν την αιτιολογία της απόφασής του, αλλά δεν παύουν να θεωρούνται πραγματικά γεγονότα.
Είναι γνωστή η αρχή της νομολογίας μας, που ακολουθεί αυτή του Συμβουλίου της Επικρατείας της Ελλάδας, ότι το δικαίωμα των δημοσίων υπαλλήλων στο μισθό τους, και τα άλλα εκ του νόμου αναγνωριζόμενα ωφελήματα, είναι δημόσιο, και ως εκ τούτου για την απαίτηση τους χωρεί μόνο προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματός μας. (Δες Δ.Α. Παπαγιώργης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 563). Δεν θα επεκταθώ να συζητήσω τη σταθερή αυτή νομολογιακή αρχή. Θα παρατηρήσω όμως πως στην Ελλάδα ισχύουν ειδικές νομοθετικές πρόνοιες για τις προσφυγές των δημοσίων υπαλλήλων, σύμφωνα με τον Υπαλληλικό Κώδικα. Στο σύγγραμμα του Στασινόπουλου Δίκαιον των Διοικητικών Πράξεων στη σελ. 265, παραγρ. 43 διαβάζουμε τα πιο κάτω:
«Αι πράξεις, κατά των οποίων θεσπίζονται αι προσφυγαί αύται θα υπέκειντο, και άνευ ειδικής προβλέψεως του νόμου, εις την αίτησιν ακυρώσεως ενώπιον της ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, εις την οποίαν υπόκεινται εν γένει αι εκτελεσταί πράξεις των διοικητικών αρχών. Μετά την διάταξιν όμως ταύτην του άρθρου 1, παρ. 6 του Υπαλ. Κώδικος, η οποία ορίζει ότι επί των προσφυγών τούτων το Συμβούλιο της Επικρατείας δικάζει και κατ' ουσίαν, αι προσφυγαί αύται παύουν να είναι απλώς ακυρωτικαί, και υπάγονται πλέον εις το ουσιαστικώς δικάζον Α Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, πλην των περιπτώσεων δια τας οποίας ειδικώς ορίζει άλλως ο Υπαλληλικός Κώδιξ.»
Η δικαιοδοσία μου επιβάλλει την ακύρωση και πάλιν της προσβαλλόμενης απόφασης, για ελλειπή διαδικασία επανεξέτασης και εσφαλμένη αιτιολογία της απόφασης. Νομίζω πως δεν εκτρέπομαι από τα όρια αρμοδιότητας μου αν εισηγηθώ, να δει η διοίκηση με άλλο πνεύμα το αίτημα του προσφεύγοντος, όπως το πνεύμα τούτο κυριαρχεί στην απόφαση στην προσφυγή 811/96, και τη δική μου. Η προσφυγή γίνεται αποδεκτή. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.