ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2000) 4 ΑΑΔ 891
20 Σεπτεμβρίου, 2000
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 838/1997)
ΙΑΚΩΒΟΣ ΡΟΥΒΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 968/1997)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 987/1997)
ΝΙΚΟΣ ΒΟΥΡΚΟΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 838/1997, 968/1997, 987/1997)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Συστάσεις Προϊσταμένου ―Έννοια των όρων «Προϊστάμενος Τμήματος» και «Τμήμα» ― Τις συστάσεις στην κριθείσα περίπτωση δεν έδωσε ο Προϊστάμενος του Τμήματος στο οποίο υφίστατο η κενή θέση χωρίς νόμιμη δικαιολογία ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Οι αιτητές προσέβαλαν την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών σε Ανώτερους Διοικητικούς Λειτουργούς, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού. Στην επίδικη προαγωγική διαδικασία τις συστάσεις του Προϊσταμένου είχε δώσει ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών λόγω κωλύματος συγγένειας του αρμόδιου Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Σύμφωνα με την ερμηνευτική διάταξη του Άρθρου 2 του Ν.1/90, η αρμοδιότητα του Γενικού Διευθυντή Υπουργείου ως Προϊστάμενου Τμήματος περιορίζεται μόνο σε σύσταση για υπαλλήλους που δεν υπάγονται σε τμήμα.
Στην προκείμενη περίπτωση οι θέσεις είναι εναλλάξιμες και οι κάτοχοι τους αποτελούν σύμφωνα με το Άρθρο 24(1)(2)(3) του νόμου, ξεχωριστό τμήμα με Προϊστάμενο το Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.
Ο καν. 3 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Κανονισμών του 1991 μπορεί εκ πρώτης όψεως να δημιουργεί την εσφαλμένη εντύπωση ότι η αρμοδιότητα παρέχεται στον Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών. Ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει: "Για τους σκοπούς του Νόμου Τμήματα θεωρούνται τα αναφερόμενα στον Πρώτο Πίνακα". Η Υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού είναι ένα από τα Τμήματα που σύμφωνα με τον Πρώτο Πίνακα των Κανονισμών ανήκει στο Υπουργείο Οικονομικών. Ο καθορισμός από τους Κανονισμούς της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού ως Τμήμα του Υπουργείου Οικονομικών, δεν αναιρεί το περιεχόμενο της νομοθετικής διάταξης του Άρθρου 24(1)(2)(3) του νόμου.
Ενόψει των πιο πάνω ο μόνος αρμόδιος για να δώσει τις συστάσεις ενώπιον της ΕΔΥ στα πλαίσια της υπό κρίση προαγωγικής διαδικασίας, ήταν ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού ως εκ του νόμου καθορισμένος Προϊστάμενος του ξεχωριστού τμήματος στο οποίο ανήκουν οι θέσεις.
Κάτω από τις συγκεκριμένες περιστάσεις, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου δεν μπορούσε να ήταν ο συστήνων κατά το Άρθρο 35(4) του Νόμου 1/90.
Η ανάμειξη του Υπουργού χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε ενέργεια της ΕΔΥ για διαπίστωση του κωλύματος και αναζήτηση υποκατάστατης λύσης, επιδρά καταλυτικά επί του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης.
Oι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Χριστοδουλίδης κ.ά. v. Ε.Δ.Υ., Υποθ. Αρ. 969/97 και 986/97, ημερ. 28/7/97.
Προσφυγές.
Συνεκδικαζόμενες προσφυγές από τους αιτητές κατά της προαγωγής εννέα ενδιαφερομένων μερών στη θέση Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού.
Δ. Παπαδόπουλος, για τον Αιτητή στην Yπόθεση Aρ. 838/97.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές στις Yποθέσεις Aρ. 968/97 και 987/97.
Μ. Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Στ. Μουσιούττα, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Α. Μαυρέλλη στην Υπόθεση Αρ. 838/97.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Προσβάλλεται με αυτές τις συνεκδικαζόμενες προσφυγές η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ημερομηνίας 28.7.97 με την οποία προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 1. Κώστας Δ. Γεωργιάδης, 2. Κωνσταντίνος Γεωργίου, 3. Παντελής Παναγή, 4. Μιχαλάκης Κουάλης, 5. Σπυρίδων Ευσταθίου, 6. Αντώνιος Χριστοδούλου, 7. Ανδρέας Στυλιανίδης, 8. Αναστασία Χρ. Μαυρέλλη και 9. Ανδρέας Σταυρινού αντί των αιτητών στις 9 κενές μόνιμες θέσεις (Τακτ. Προϋπ.) Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού (στο εξής "οι θέσεις").
Ωστόσο διευκρινίζεται ότι η προσφυγή 968/97 στρέφεται μόνο εναντίον των ενδιαφερόμενων προσώπων 1, 2, 4, 5, 6, 7 και 9 (ανωτέρω).
Σημειώνεται επίσης ότι στο στάδιο των διευκρινίσεων η προσφυγή αρ. 987/97 διακόπηκε εναντίον των ενδιαφερόμενων προσώπων 8 και 9 Αναστασία Χρ. Μαυρέλλη και Ανδρέα Σταυρινού και παρέμεινε για τα υπόλοιπα 7 ενδιαφερόμενα πρόσωπα.
Στο στάδιο επίσης των διευκρινήσεων η προσφυγή 838/97 αποσύρθηκε εναντίον του ενδιαφερόμενου προσώπου 1 και παρέμεινε για τα υπόλοιπα 9 ενδιαφερόμενα πρόσωπα δηλαδή όλους τους πιο πάνω επιλεγέντες/προαχθέντες στην επίδικη θέση.
Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν τις συνεκδικαζόμενες προσφυγές έχουν ως πιο κάτω:
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών με επιστολή του ημερομηνίας 14.7.97 ζήτησε την πλήρωση των θέσεων. Η ΕΔΥ κάλεσε το Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού να παραστεί στη συνεδρία της που θα επιλαμβανόταν του θέματος των θέσεων. Επειδή ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού κ.Ταλιαδώρος κωλυόταν να παραστεί κατά τις προαγωγικές διαδικασίες των θέσεων ενώπιον της ΕΔΥ λόγω "συγγένειας εξ αγχιστείας με ένα από τους υποψήφιους", ο Υπουργός Οικονομικών με επιστολή του ημερομηνίας 18.7.97 ανέθεσε στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου του κ. Μαλαό να παραστεί στη συνεδρίαση της ΕΔΥ σχετικά με την πλήρωση των θέσεων.
Για το λόγο που προαναφέρθηκε, ο κύριος Ταλιαδώρος δεν προσήλθε στη συνεδρίαση της ΕΔΥ που πραγματοποιήθηκε στις 28.7.97. Αντί αυτού παρευρέθηκε ο κ. Μαλαός στη διάθεση του οποίου τέθηκαν οι προσωπικοί φάκελοι και οι φάκελοι των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων οι οποίοι κρίθηκαν ότι ήταν προάξιμοι. Ο κ. Μαλαός αφού διατύπωσε τη σύστασή του με την οποία σύστησε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, αποχώρησε από τη συνεδρία της ΕΔΥ.
Η Επιτροπή προχώρησε σε αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων και κατέληξε ότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα υπερείχαν. Σε συνεδρία της ημερομηνίας 14.8.97 καθόρισε την 15.8.97 ως την ημερομηνία ισχύος των προαγωγών των ενδιαφερόμενων προσώπων στην επίδικη θέση.
Η βασική εισήγηση των αιτητών είναι ότι ο Γενικός Διευθυντής κ. Μαλαός αναρμοδίως παρέστη ενώπιον της ΕΔΥ και προέβη σε συστάσεις. Η θέση τους είναι ότι η συμμετοχή του κ. Μαλαού στη διαδικασία πλήρωσης των θέσεων κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες συνιστά παρέκκλιση από τις πρόνοιες του άρθρου 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1/90 γεγονός το οποίο, καθιστά τρωτή τη διαδικασία και επηρεάζει δυσμενώς το κύρος της προσβαλλόμενης απόφασης.
Ισχυρίστηκαν επίσης ότι η σύσταση του Διευθυντή κ. Μαλαού είναι τρωτή ως γενική και αναιτιολόγητη και ότι, με βάση τα στοιχεία των φακέλων, δεν παρεχόταν δυνατότητα τέτοιας σύστασης.
Προβλήθηκαν επίσης ισχυρισμοί περί παραγνώρισης των προσόντων αλλά και της αξίας και αρχαιότητας των αιτητών καθώς επίσης ισχυρισμοί για έλλειψη αιτιολογίας στην απόφαση της ΕΔΥ και έλλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας.
Προέχει η εξέταση του κατά πόσο ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών ενήργησε νόμιμα υπό τις περιστάσεις ως "προϊστάμενος" ή ως "αναπληρωτής του καθορισμένου εκ του νόμου προϊσταμένου".
Η θέση Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού είναι θέση προαγωγής. Η διαδικασία πλήρωσης της θέσης διέπεται από το άρθρο 35 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1990 (Ν. 1/90) - (στο εξής "ο νόμος").
Το άρθρο 35(4) του Νόμου προβλέπει:
"Κατά την προαγωγή η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, αιτιολογημένες συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση και την εντύπωση την οποία η Επιτροπή αποκόμισε για τους υποψηφίους κατά την προφορική εξέταση, αν αυτή έγινε."
Η έννοια των όρων "τμήμα" και "Προϊστάμενος Τμήματος" ερμηνεύεται στο άρθρο 2 του νόμου:
"'Τμήμα' σημαίνει Τμήμα, Υπηρεσία ή Γραφείο που υπάγεται σε Υπουργείο, όπως θα καθοριστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο και περιλαμβάνει και το Γενικό Λογιστήριο.
'Προϊστάμενος Τμήματος' σημαίνει αυτόν που κατέχει την ιεραρχικά ανώτατη θέση στο Τμήμα και, προκειμένου περί Ανεξάρτητου Γραφείου ή Υπηρεσίας, τον Προϊστάμενο αυτού ή αυτής και περιλαμβάνει τον Διευθυντή Γραφείου Προέδρου αναφορικά με τους υπαλλήλους της Προεδρίας, το Γενικό Διευθυντή της Βουλής των Αντιπροσώπων, το Γενικό Διευθυντή Υπουργείου αναφορικά με τους υπαλλήλους που δεν υπάγονται σε Τμήμα του Υπουργείου, το Γενικό Διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού αναφορικά με τους υπαλλήλους του Γραφείου τούτου, το Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου αναφορικά με τους υπαλλήλους της Γραμματείας αυτού και τον Αρχιπρωτοκολλητή αναφορικά με τους Πρωτοκολλητές και όλους τους υπαλλήλους του Ανωτάτου Δικαστηρίου και όλων των άλλων δικαστηρίων που υπάγονται στο Ανώτατο Δικαστήριο."
Σύμφωνα με την πιο πάνω ερμηνευτική διάταξη, η αρμοδιότητα του Γενικού Διευθυντή Υπουργείου ως Προϊστάμενου Τμήματος περιορίζεται μόνο σε σύσταση για υπαλλήλους που δεν υπάγονται σε τμήμα.
Στην προκείμενη περίπτωση οι θέσεις είναι εναλλάξιμες και οι κάτοχοι τους αποτελούν σύμφωνα με το άρθρο 24(1)(2)(3) του νόμου, ξεχωριστό τμήμα με Προϊστάμενο το Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.
Ο καν. 3 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Κανονισμών του 1991 μπορεί εκ πρώτης όψεως να δημιουργεί την εσφαλμένη εντύπωση ότι η αρμοδιότητα παρέχεται στον Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών. Ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει: "Για τους σκοπούς του Νόμου Τμήματα θεωρούνται τα αναφερόμενα στον Πρώτο Πίνακα". Η Υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού είναι ένα από τα Τμήματα που σύμφωνα με τον Πρώτο Πίνακα των Κανονισμών ανήκει στο Υπουργείο Οικονομικών. Ο καθορισμός από τους Κανονισμούς της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού ως Τμήμα του Υπουργείου Οικονομικών δεν αναιρεί το περιεχόμενο της νομοθετικής διάταξης του άρθρου 24(1)(2)(3) του νόμου.
Ενόψει των πιο πάνω καταλήγω ότι ο μόνος αρμόδιος για να δώσει τις συστάσεις ενώπιον της ΕΔΥ στα πλαίσια της υπό κρίση προαγωγικής διαδικασίας ήταν ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού ως εκ του νόμου καθορισμένος Προϊστάμενος του ξεχωριστού τμήματος στο οποίο ανήκουν οι θέσεις.
Το ίδιο εγειρόμενο ζήτημα με απασχόλησε στις Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές Αρ. 969/97 και 986/97, Ανδρέας Χριστοδουλίδης κ.ά. ν. ΕΔΥ, ημερ. 28.7.97, με την οποία προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα αντί των αιτητών στις δύο κενές μόνιμες θέσεις Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού. Στη συνεδρία της ΕΔΥ σχετικά με το θέμα πλήρωσης των δύο θέσεων δεν προσήλθε ο κ. Ταλιαδώρος και αντί αυτου παρευρέθηκε ο κ. Μαλαός. Και σ' εκείνη την προαγωγική διαδικασία ως λόγος κωλύματος να παραστεί ο Διευθυντής Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού αναφέρθηκε η "συγγένεια εξ αγχιστείας με ένα από τους υποψηφίους".
Παραθέτω πιο κάτω περικοπή η οποία ανήκει στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές 969/98 και 986/97 (ανωτέρω):
"Η εντολή που έδωσε ο Υπουργός Οικονομικών στον Διευθυντή του Υπουργείου του για να παραστεί ενώπιον της ΕΔΥ και να δώσει συστάσεις στα πλαίσια της υπό κρίση προαγωγικής διαδικασίας εστερείτο νομικού ερείσματος. Η δοθείσα εντολή, συνιστά ανεπίτρεπτη ανάμιξη εξωγενούς παράγοντα στην προαγωγική διαδικασία, αντιβαίνουσα στους κανόνες της χρηστής διοίκησης. Ο Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών ενήργησε εν προκειμένω χωρίς εξουσία ή αρμοδιότητα. Επεται πως οι συστάσεις που έδωσε και που λήφθηκαν υπόψη κατά την λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, ήταν συστάσεις δοσμένες από αναρμόδιο όργανο γεγονός το οποίο επιδρά δυσμενώς επί του κύρους της προσβαλλόμενης απόφασης, διαπίστωση η οποία προδιαγράφει και το αποτέλεσμα.
Η κατάληξη επί του συγκεκριμένος θέματος ενδεχομένως να ήταν διαφορετική αν διαπιστωνόταν πραγματική αδυναμία κλήσης του καθορισμένου εκ του νόμου προϊσταμένου για να δώσει τις συστάσεις οπότε εκ των πραγμάτων, θα προέκυπτε η ανάγκη για υποκατάστατη λύση, μη αποκλειομένης και αυτής του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών. Βλ. Δημοκρατία ν. Φιλάρετου Στυλιανίδη κ.ά. (1996) 3 A.A.Δ. 274."
Ενόψει των ανωτέρω, αποφαίνομαι ότι κάτω από τις συγκεκριμένες περιστάσεις, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου δεν μπορούσε να ήταν ο συστήνων κατά το άρθρο 35(4) του Νόμου 1/90.
Η ανάμειξη του Υπουργού χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε ενέργεια της ΕΔΥ για διαπίστωση του κωλύματος και αναζήτηση υποκατάστατης λύσης επιδρά καταλυτικά επί του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της.
Oι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.