ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2000) 4 ΑΑΔ 411

12 Μαΐου, 2000

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚA ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤAΓΜΑΤΟΣ

ΧΑΡΗΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/ Η

ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 56/1999)

 

Στρατός της Δημοκρατίας ― Αξιωματικοί ― Προαγωγές ― Τακτικές ετήσιες κρίσεις ― Κρίση αξιωματικού ως προακτέου κατ' αρχαιότητα ― Αιτιολογία ― Κρίθηκε πλημμελής εν όψει ιδιαίτερα του Καν. 41(6) των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 90/90).

Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του την απόφαση προαγωγής κατ' αρχαιότητα του ιδίου.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Ο συνήγορος εισηγήθηκε ότι ενώ το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων όφειλε, σύμφωνα με τον Καν. 41(6), να δώσει ιδιαίτερη σημασία στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού, εν προκειμένω ιδιαίτερη σημασία έδωσε στα στοιχεία του προηγούμενου βαθμού. Τα οποία, όπως αναγνώρισε ο συνήγορος, μπορούσαν βέβαια να ληφθούν υπόψη, αλλά όχι να βαρύνουν τόσο.

Δεν διακρίνεται οτιδήποτε στο σχετικό Κανονισμό, που να δικαιολογεί αυτή την άποψη. Με δεδομένο ότι, όπως προβλέπεται, ιδιαίτερη σημασία δίδεται στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού, καθίσταται σαφές ότι λαμβάνονται υπόψη και συνεκτιμώνται σε κάθε περίπτωση όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του αξιωματικού στοιχεία. Το κατά πόσο στην προκείμενη περίπτωση αποδόθηκε υπέρμετρη σημασία στα προηγούμενα, δυσμενή στοιχεία, θα πρέπει να ιδωθεί κατ' αρχήν μέσα από τη δοθείσα αιτιολογία. Δεν θα έπρεπε εκ προοιμίου να αποκλεισθεί η δυνατότητα αιτιολογίας που να δικαιολογούσε την κατάληξη όσο και αν εκ πρώτης όψεως η ίδια η κατάληξη προκαλεί σοβαρό ερωτηματικό ως προς το πώς θα μπορούσε να προκύψει αν, όπως επιβάλλει ο Κανονισμός, δίδεται ιδιαίτερη σημασία στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού. 

Το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων εξέθεσε δύο λόγους για τους οποίους κατέληξε στην υπό αναφορά κρίση για τον αιτητή "παρ΄ όλο που οι βαθμολογίες του στα ουσιαστικά  προσόντα στις Εκθέσεις Ικανότητας του στον κατεχόμενο βαθμό δικαιολογούσαν κρίση ανώτερης διαβάθμισης ....." όπως το ίδιο σημείωσε.

Το τί μπορεί να συνιστά επαρκή αιτιολογία εξαρτάται από τις περιστάσεις. Εδώ, ενόψει του Καν. 41(6) χρειαζόταν κάποια εξήγηση αναφορικά με το πώς και γιατί οι δύο εκτεθέντες λόγοι αποτιμήθηκαν κατά τρόπο ώστε να υπερισχύσουν των στοιχείων του κατεχόμενου βαθμού εάν όντως δόθηκε σ' αυτά, όπως απαιτεί ο Καν. 41(6), ιδιαίτερη σημασία. Ελλείπει οποιαδήποτε ένδειξη αναφορικά με την αντίστοιχη σημασία τους. Ειδικά σε σχέση με το δεύτερο δοθέντα λόγο, δεν είναι προφανές γιατί να έχει σημασία - ή τόση σημασία - για την ετήσια τακτική κρίση του έτους 1998, το ότι η βαθμολογία του αιτητή για τα έτη 1990-1992 ήταν χαμηλότερη από ό,τι τότε. Αν υπάρχει σε αυτό λογική εξήγηση θα έπρεπε να δοθεί. Η  προσβαλλόμενη απόφαση στερείται επαρκούς αιτιολογίας. 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Ζαβρός κ.ά. v. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 349.

Προσφυγή.

Προσφυγή από τον αιτητή, Ταξίαρχο στο Στρατό της Δημοκρατίας, κατά της κρίσης του ως προακτέου κατ' αρχαιότητα και όχι κατ' εκλογή, κατά τις τακτικές ετήσιες κρίσεις για το έτος 1998.

Σ. Οικονομίδης, για τον Αιτητή.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο αιτητής είναι μόνιμος αξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας. Διορίστηκε την 1 Απριλίου 1962 με το βαθμό Ανθυπολοχαγού και από 20 Δεκεμβρίου 1994 κατέχει το βαθμό Ταξίαρχου, Όπλου του Στρατού Ξηράς (Πεζικού). Κατά τις τακτικές ετήσιες κρίσεις αξιωματικών για το έτος 1998 κρίθηκε από το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών ως προακτέος κατ' αρχαιότητα. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα των πρακτικών της συνόδου, ημερ. 2 Σεπτεμβρίου 1998:

"(5) Ταξίαρχος (ΠΖ) Αντωνιάδης Χάρης του Ευριπίδη (ΑΜ: 2169)

Προακτέος κατ' αρχαιότητα, μετά από δεύτερη ή νικώσα ψήφο του Προέδρου. Δύο από τα Μέλη του Συμβουλίου τον έκριναν παραμένοντα στον ίδιο βαθμό.

Ο Πρόεδρος και ένα Μέλος του Συμβουλίου κατέληξαν στην πιο πάνω απόφαση, παρ' όλο που οι βαθμολογίες του στα ουσιαστικά προσόντα στις Εκθέσεις Ικανότητάς του στον κατεχόμενο βαθμό δικαιολογούσαν κρίση ανώτερης διαβάθμισης, αφού έλαβαν σοβαρά υπόψη: 

(α)   τη φύση και τη σοβαρότητα των δυο πειθαρχικών παραπτωμάτων με τα οποία βαρύνεται και για τα οποία επιβλήθηκαν οι πειθαρχικές ποινές της 8ήμερης κράτησης και της 8ήμερης φυλάκισης, αντίστοιχα, τα έτη 1989 και 1990, και

(β)   το ότι σε Εκθέσεις Ικανότητάς του, στον προηγούμενο βαθμό, για τα έτη 1990, 1991 και 1992, έχει αξιολογηθεί σε ουσιαστικά προσόντα ως "καλός".

Τα άλλα δύο Μέλη του Συμβουλίου έκριναν τον Ταξίαρχο Αντωνιάδη παραμένοντα στον ίδιο βαθμό."

Κατ' ακολουθίαν ο αιτητής αναγράφηκε στον Πίνακα των κριθέντων ως προακτέων κατ' αρχαιότητα Ταξιαρχών Όπλων του Στρατού Ξηράς. Ο Πίνακας κυρώθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο με την Απόφαση αρ. 48.562 ημερ. 29 Οκτωβρίου 1998, χωρίς οποιαδήποτε μεταβολή. 

Κατόπιν τούτου, στις 22 Νοεμβρίου 1998, γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με διαταγή του Αρχηγού η κρίση για τη δική του περίπτωση. Ας σημειωθεί ότι επειδή οι κενές θέσεις για το βαθμό Υποστράτηγου ήταν σε αριθμό λιγότερες από τον αριθμό των κριθέντων Ταξιαρχών, αυτές καταλήφθηκαν από ομοιοβάθμους του αιτητή οι οποίοι είχαν κριθεί ως προακτέοι κατ' εκλογή, αφού προηγούνταν.

Προσβάλλεται με αυτή την προσφυγή η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία κυρώθηκε η κρίση· όπως και η απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών με την οποία αυτό κατέληξε στην υπό αναφορά κρίση. Η απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών είναι βέβαια προσβλητέα: βλ. Ζαβρός κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 349 (στις σελ. 356-7). Συγχωνεύτηκε όμως στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η προσβολή της οποίας θέτει εν προκειμένω υπό αμφισβήτηση και τη νομιμότητα της κρίσης του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών. Επομένως θα θεωρήσω στο εξής ως προσβαλλόμενη απόφαση εκείνη του Υπουργικού Συμβουλίου.

Ο αιτητής έθεσε και ανέπτυξε με επιχειρηματολογία δύο σημεία παρόλον που τα ταξινόμησε σε τρία: πρώτο, ότι η εν λόγω κρίση έγινε κατά παράβαση των Καν. 33(1) και 41(6) των Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 90/90 όπως τροποποιήθηκε)· και, δεύτερο, ότι δεν ήταν νομίμως ή επαρκώς αιτιολογημένη. Προβλέπεται στους Κανονισμούς που ο αιτητής επικαλέστηκε σε σχέση με το πρώτο σημείο ότι:

Καν. 33(1):

"Τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού προσδιορίζουν την εν γένει ικανότητα και αξία του και αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η κρίση του. Τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού διακρίνονται, στα σωματικά του προσόντα, στα ψυχικά του προσόντα, στη νοημοσύνη και ευφυΐα του, στο χαρακτήρα του, στην αφοσίωση του στο καθήκον, στην υπεθυνότητά του, στην πειθαρχία του, στα ηγετικά του προσόντα, στα διοικητικά του προσόντα και στα επαγγελματικά του προσόντα."

Καν. 41(6): 

"Κατά την κρίση Αξιωματικού το Συμβούλιο Κρίσεων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων λαμβάνει υπόψη του και εκτιμά όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του στοιχεία, ιδιαίτερη όμως σημασία δίδεται στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού."

Τέθηκε για την επιχειρηματολογία του αιτητή ως βάση, η οποία δεν αμφισβητήθηκε, ότι "από το Δεκέμβριο του 1994 που ο Αιτητής προήχθη σε Ταξίαρχο μέχρι τον Οκτώβριο του 1998 που έγινε η επίδικη κρίση του, αφενός οι βαθμολογίες του σε όλα ανεξαίρετα τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού σε όλες ανεξαίρετα τις Εκθέσεις Ικανότητας που του έγιναν ήταν από "πολύ καλός" μέχρι "άριστα", δηλαδή 9 ή 10 στην κλίμακα του 10, και αφετέρου δεν υπέπεσε σε κανένα απολύτως πειθαρχικό παράπτωμα ή είχε οποιοδήποτε άλλο σε βάρος του δυσμενές στοιχείο."

Ο συνήγορος εισηγήθηκε ότι ενώ το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων όφειλε, σύμφωνα με τον Καν. 41(6), να δώσει ιδιαίτερη σημασία στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού, εν προκειμένω ιδιαίτερη σημασία έδωσε στα στοιχεία του προηγούμενου βαθμού. Τα οποία, όπως αναγνώρισε ο συνήγορος, μπορούσαν βέβαια να ληφθούν υπόψη (βλ. Ζαβρός κ.ά. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω)) αλλά όχι να βαρύνουν τόσο. Πρόσθεσε και την άποψη ότι μόνο όπου υπάρχει κάποιο δυσμενές στοιχείο στον κατεχόμενο βαθμό θα μπορούσε το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων να ανατρέξει στα στοιχεία του προηγούμενου ή προηγούμενων βαθμών "για να κρίνει και να αποφασίσει αν τα παλαιά στοιχεία είναι τέτοια που σε συνδυασμό με το δυσμενές στοιχείο του κατεχόμενου βαθμού δικαιολογούν δυσμενή κρίση".

Δεν διακρίνω οτιδήποτε στο σχετικό Κανονισμό που να δικαιολογεί αυτή την άποψη. Με δεδομένο ότι, όπως προβλέπεται, ιδιαίτερη σημασία δίδεται στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού, καθίσταται σαφές ότι λαμβάνονται  υπόψη και συνεκτιμώνται σε κάθε περίπτωση όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του αξιωματικού στοιχεία. Το κατά πόσο στην προκείμενη περίπτωση αποδόθηκε υπέρμετρη σημασία στα προηγούμενα, δυσμενή στοιχεία, θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να ιδωθεί κατ' αρχήν μέσα από τη δοθείσα αιτιολογία. Δεν νομίζω πως θα έπρεπε εκ προοιμίου να αποκλεισθεί η δυνατότητα αιτιολογίας που να δικαιολογούσε την κατάληξη όσο και αν εκ πρώτης όψεως η ίδια η κατάληξη προκαλεί σοβαρό ερωτηματικό ως προς το πώς θα μπορούσε να προκύψει αν, όπως επιβάλλει ο Κανονισμός, δίδεται ιδιαίτερη σημασία στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού. 

Θα πρέπει λοιπόν να προχωρήσω σε εξέταση του ζητήματος της αιτιολογίας. Σημειώνω ότι στο πλαίσιο ανάπτυξης αυτού του ζητήματος ο συνήγορος του αιτητή έθεσε υπό αμφισβήτηση κάποιαν από τις αξιολογήσεις του αιτητή για το έτος 1992 στην οποία αναφέρθηκε το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων.  Πρόκειται όμως για αυτοτελές ζήτημα που δεν αποτελεί μέρος της συζήτησης για την αιτιολογία. Και, επειδή δεν περιλαμβάνεται στην προσφυγή συγκεκριμένο αντίστοιχο νομικό σημείο, δεν θα με απασχολήσει.

Το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων εξέθεσε δύο λόγους για τους οποίους κατέληξε στην υπό αναφορά κρίση για τον αιτητή "παρ' όλο που οι βαθμολογίες του στα ουσιαστικά  προσόντα στις Εκθέσεις Ικανότητας του στον κατεχόμενο βαθμό δικαιολογούσαν κρίση ανώτερης διαβάθμισης ....." όπως το ίδιο σημείωσε.

Το τί μπορεί να συνιστά επαρκή αιτιολογία εξαρτάται από τις περιστάσεις. Εδώ, ενόψει του Καν. 41(6) χρειαζόταν κάποια εξήγηση αναφορικά με το πώς και γιατί οι δύο εκτεθέντες λόγοι αποτιμήθηκαν κατά τρόπο ώστε να υπερισχύσουν των στοιχείων του κατεχόμενου βαθμού εάν όντως δόθηκε σ' αυτά, όπως απαιτεί ο Καν. 41(6), ιδιαίτερη σημασία. Σημειώνω συναφώς ότι ελλείπει και οποιαδήποτε ένδειξη αναφορικά με την αντίστοιχη σημασία τους. Ειδικά σε σχέση με το δεύτερο δοθέντα λόγο, δεν είναι κατά την αντίληψη μου προφανές γιατί να έχει σημασία - ή τόση σημασία - για την ετήσια τακτική κρίση του έτους 1998, το ότι η βαθμολογία του αιτητή για τα έτη 1990-1992 ήταν χαμηλότερη από ό,τι τότε. Αν υπάρχει σε αυτό λογική εξήγηση θα έπρεπε να δοθεί. Καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται επαρκούς αιτιολογίας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο