ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 4 ΑΑΔ 121
18 Φεβρουαρίου, 2000
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤAΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1156/1998)
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Προσόντα ― Ουσιώδης χρόνος κατοχής τους ― Επιγενόμενη του ουσιώδους χρόνου κατοχής των προσόντων τροποποίηση του οικείου σχεδίου υπηρεσίας ― Δεν λαμβάνεται υπόψη ενόψει της ρητής νομοθετικής διάταξης του Άρθρου 35Β(2) της εκπαιδευτικής νομοθεσίας.
Ο αιτητής προσέβαλε την απόφαση προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους αντί του ιδίου, ο οποίος αποκλείστηκε ως μη προσοντούχος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Ο νόμος, περιλαμβανομένων και των Σχεδίων Υπηρεσίας, τα οποία αποτελούν δευτερογενή νομοθεσία ρυθμιστικού περιεχομένου, τελειούται με τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και έκτοτε απαιτά νομική ύπαρξη, δεν επιτρέπεται δε η αναδρομικότητα χωρίς ειδική εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το δεκτό αξίωμα ότι, "το παρελθόν δεν ρυθμίζεται κανονιστικώς".
Το Σχέδιο Υπηρεσίας 49/98 άρχισε να ισχύει από την ημερομηνία της δημοσίευσής του, εφόσον δεν προσδόθηκε σ' αυτό αναδρομική ισχύς, ούτε από το περιεχόμενό του συνάγεται τέτοια βούληση.
Αντίθετα προς τα όσα κρίθηκαν στην υπόθεση Ελευθέριος Ελευθερίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 A.A.Δ. 1044, στην οποία παρέπεμψε ο δικηγόρος του αιτητή, εν προκειμένω, ο ίδιος ο Νόμος όριζε το εφαρμοστέο δίκαιο κατά τον ουσιώδη χρόνο κτήσης των αναγκαίων προσόντων από τους υποψηφίους, ο οποίος, κατά σαφή νομοθετική ρύθμιση, ήταν το Σχέδιο Υπηρεσίας το οποίο ίσχυε στη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεων σύμφωνα με τη δημοσίευση της θέσης, δηλ. την 3/7/98. (Βλ. και Δημοκρατία ν. Αδάμου Ανδρέου κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 153, 159 και Λουκάς Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 537).
Βάσει του Άρθρου 35(Β)(2) του Νόμου ισχύον δίκαιο κατά τον ουσιώδη χρόνο το οποίο ρύθμιζε την έννομη σχέση ήταν το βασικό Σχέδιο Υπηρεσίας, σύμφωνα με το οποίο ο αιτητής δεν ήταν προσοντούχος ως προς την επίμαχη διάταξη, και η απαίτηση αυτή του νόμου δεν επηρεάστηκε από την τροποποίηση η οποία επήλθε με το Σχέδιο Υπηρεσίας 49/98, έστω και εάν αυτό τέθηκε σε εφαρμογή πριν από τη λήψη της επίδικης απόφασης.
Ο αιτητής δεν κατείχε τα αναγκαία προσόντα διορισμού στη θέση και κατά συνέπεια εστερείτο εννόμου συμφέροντος προσβολής της επίδικης απόφασης.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Χατζηπαύλου v. Α.Η.Κ (1991) 3 Α.Α.Δ. 11,
Δημοκρατία v. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191,
Ζίζιρου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 631,
Kωνσταντινίδης v. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 221,
Ελευθερίου κ.ά.ν. Δημοκρατίας (1997) 4 A.A.Δ. 1044,
Δημοκρατία v. Ανδρέου κ.ά (1993) 3 Α.Α.Δ. 154,
Νικολαΐδης v. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 537,
Αρσαλίδης v. Α.Τ.Η.Κ (1993) 4(Β) Α.Α.Δ. 1441,
Δημοκρατία v. Στεργίδου κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 19,
Ιωαννίδου v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 605/94, ημερ. 18/4/97,
Στυλιανίδου κ.ά. v. Α.Τ.Η.Κ (Αρ.1) (1993) 4(Β) Α.Α.Δ. 1429,
Σκορδής v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1033/96, ημερ. 10/2/98,
Γιάλλουρος v. Α.Η.Κ (1997) 3 Α.Α.Δ. 403.
Προσφυγή.
Προσφυγή από τον αιτητή κατά της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης (για τα Γαλλικά) και κατά της απόφασης αποκλεισμού του από τη διαδικασία πλήρωσης της θέσης.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Ξ. Ευσταθίου, για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο τις πιο κάτω θεραπείες:-
"Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της ΕΕΥ να προάξει στη θέση του Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης (για τα Γαλλικά) την Χριστούλα Θεοφάνους αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη.
Β. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της ΕΕΥ με την οποία κρίθηκε ο αιτητής ότι δεν πληρεί την απαιτούμενη υπηρεσία κατά το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης (για τα Γαλλικά) με συνέπεια να τον αποκλείουν από τη διαδικασία πλήρωσης της σχετικής θέσης, είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα και ό,τι επακολούθησε είναι άκυρο.".
Ο Διευθυντής Μέσης Εκπαίδευσης με έγγραφo ημ. 15/6/98 διαβίβασε στην Επιτροπή την έγκριση του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού για πλήρωση πενήντα τεσσάρων θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης μεταξύ των οποίων μια για καθηγητές Γαλλικών.
Στις 15/5/98 η Επιτροπή αποφάσισε την προκήρυξη των θέσεων στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και καθόρισε σαν τελευταία ημερομηνία αποδοχής αιτήσεων την 3/7/98.
Κατάλογος των αιτητών οι οποίοι υπέβαλαν αίτηση, μεταξύ των οποίων ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος, και όλα τα προβλεπόμενα από το άρθρο 35Β(1) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων στοιχεία και έγγραφα διαβιβάστηκαν στο Γενικό Επιθεωρητή Μέσης Εκπαίδευσης, ως Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Στις 14/7/98 ο Γενικός Επιθεωρητής Μέσης Εκπαίδευσης διαβίβασε στην ΕΕΥ την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής μαζί με τον κατάλογο των συστηνομένων υποψηφίων στον οποίο περιλαμβάνονταν ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Στις 7/9/98 η ΕΕΥ εξέτασε και αποδέχθηκε την ένσταση την οποία υπέβαλε το ενδιαφερόμενο μέρος κατά της περίληψης του αιτητή στον κατάλογο.
Σύμφωνα με το σχετικό πρακτικό, η απόφαση της Επιτροπής να μην περιλάβει τον αιτητή στον τελικό κατάλογο στηρίχθηκε σε γνωμοδότηση της Νομικής Υπηρεσίας η οποία ανέφερε ότι, "η πλήρωση της εν λόγω θέσης θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας που ίσχυε κατά την ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας, το οποίο καθορίζει και τη συνδρομή των προσόντων των υποψηφίων, κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Το νέο Σχέδιο Υπηρεσίας εφαρμόζεται μόνο για θέσεις που θα δημοσιευτούν μετά το χρόνο που αρχίζει η ισχύς του, δηλαδή μετά τη δημοσίευσή του".
Ενόψει των πιο πάνω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο αιτητής δεν κατείχε πενταετή εκπαιδευτική υπηρεσία στη θέση καθηγητή σε δημόσια σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης της Κύπρου στην καθοριζόμενη ειδικότητα.
Σε συνεδρίαση ημ. 14.9.98 η Επιτροπή δέκτηκε τους υποψηφίους οι οποίοι περιλήφθηκαν στον τελικό κατάλογο σε προσωπική συνέντευξη και με βάση την εκτίμηση όλων των ενώπιόν της στοιχείων αποφάσισε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους Χριστούλας Θεοφάνους στη θέση, από 15/9/98.
Είναι η εισήγηση του δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση ότι (α) ο αιτητής εστερείτο έννομου συμφέροντος προσβολής της επίδικης προαγωγής για το λόγο ότι δεν κατείχε το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας, προσόν το οποίο ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, της πενταετούς εκπαιδευτικής υπηρεσίας στη θέση καθηγητή σε δημόσια σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης και (β) η υπ' αρ. Β θεραπεία της αίτησης δεν εστρέφετο κατά εκτελεστής διοικητικής πράξης δεκτικής προσβολής με αίτηση ακυρώσεως.
Στην παρούσα προσφυγή το έννομο συμφέρον του αιτητή συμπίπτει με την ουσία της υπόθεσης η οποία και θα εξεταστεί.
Είναι ο ισχυρισμός του δικηγόρου του αιτητή ότι η Επιτροπή ενήργησε υπό καθεστώς νομικής πλάνης όσον αφορά το ισχύον κατά τον ουσιώδη χρόνο Σχέδιο Υπηρεσίας και παρέβλεψε την τροποποίηση η οποία επήλθε στο υφιστάμενο Σχέδιο Υπηρεσίας, από την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του Σχεδίου Υπηρεσίας, ΣΥ 49/98, το οποίο δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της 17/7/98 και με το οποίο ο αιτητής καθίστατο καθόλα προσοντούχος.
Σύμφωνα με την ίδια εισήγηση το νέο Σχέδιο Υπηρεσίας, 49/98, ήταν δεσμευτικό για την Επιτροπή η οποία ώφειλε να το εφαρμόσει εφόσον αυτό ίσχυε απο τη δημοσίευσή του στις 17/7/98, πριν την έκδοση της επίδικης απόφασης.
Αντικρούοντας τα πιο πάνω ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση υπέβαλε ότι η απόφαση αποκλεισμού του αιτητή ως μη προσοντούχου ήταν ορθή και νόμιμη, εφόσον εν προκειμένω, η θέση ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής και κατά συνέπεια σύμφωνα με το αρ. 35Β(2) του περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 1987 ο οποίος ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, ο αιτητής έπρεπε να κατέχει τα απαιτούμενα απο τα Σχ. Υπηρεσίας προσόντα στη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεων η οποία καθορίστηκε ως η 3/7/98, ημερομηνία η οποία επροηγείτο της θέσης σε ισχύ του Σ.Υ. 49/98.
Σύμφωνα με το αρ. 35Β(2) του Νόμου,
"Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνέρχεται στη συνέχεια το ταχύτερο δυνατόν και καταρτίζει κατάλογο των υποψηφίων που κατείχαν τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντα στη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεων σύμφωνα με τη δημοσίευση της θέσης, αν πρόκειται για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, ή, προκειμένου για θέση προαγωγής, στο χρόνο που λήφθηκε από την Επιτροπή η πρόταση για την πλήρωσή της."
Ο νόμος, περιλαμβανομένων και των Σχεδίων Υπηρεσίας, τα οποία αποτελούν δευτερογενή νομοθεσία ρυθμιστικού περιεχομένου, τελειούται με τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και έκτοτε απαιτά νομική ύπαρξη, δεν επιτρέπεται δε η αναδρομικότητα χωρίς ειδική εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το δεκτό αξίωμα ότι, "το παρελθόν δεν ρυθμίζεται κανονιστικώς". (Βλ. Χατζηπαύλου ν. ΑΗΚ (1991) 3 Α.Α.Δ. 11, Δημοκρατία ν. Φώτη Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191, Λουκία Ζίζιρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 631).
Το Σχέδιο Υπηρεσίας 49/98 άρχισε να ισχύει από την ημερομηνία της δημοσίευσής του, εφόσον δεν προσδόθηκε σ' αυτό αναδρομική ισχύς, ούτε από το περιεχόμενό του συνάγεται τέτοια βούληση (Βλ. και, Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 4 A.A.Δ. 221).
Αντίθετα προς τα όσα κρίθηκαν στην υπόθεση Ελευθέριος Ελευθερίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 A.A.Δ. 1044, στην οποία παρέπεμψε ο δικηγόρος του αιτητή, εν προκειμένω, ο ίδιος ο Νόμος όριζε το εφαρμοστέο δίκαιο κατά τον ουσιώδη χρόνο κτήσης των αναγκαίων προσόντων από τους υποψηφίους, ο οποίος, κατά σαφή νομοθετική ρύθμιση, ήταν το Σχέδιο Υπηρεσίας το οποίο ίσχυε στη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεων σύμφωνα με τη δημοσίευση της θέσης, δηλ. την 3/7/98. (Βλ. και, Δημοκρατία ν. Αδάμου Ανδρέου κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 153, 159 και Λουκάς Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 537).
Βάσει του αρ. 35(Β)(2) του Νόμου ισχύον δίκαιο κατά τον ουσιώδη χρόνο το οποίο ρύθμιζε την έννομη σχέση ήταν το βασικό Σχέδιο Υπηρεσίας, σύμφωνα με το οποίο ο αιτητής δεν ήταν προσοντούχος ως προς την επίμαχη διάταξη, και η απαίτηση αυτή του νόμου δεν επηρεάστηκε, κατά την άποψή μου, από την τροποποίηση η οποία επήλθε με το Σχέδιο Υπηρεσίας 49/98, έστω και εάν αυτό τέθηκε σε εφαρμογή πριν από τη λήψη της επίδικης απόφασης.
Ο χρόνος κτήσης των αναγκαίων προσόντων θα έπρεπε εν προκειμένω να ήταν προσαρμοσμένος στο Σχέδιο Υπηρεσίας το οποίο ευρίσκετο ήδη εν ισχύϊ στη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεων και όχι μεταγενέστερος, βάσει του οποίου ο αιτητής δεν κατείχε την απαιτούμενη πενταετή εκπαιδευτική υπηρεσία σε θέση καθηγητή σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης της Κύπρου στην καθορισμένη ειδικότητα. (Βλ. και, Νικόλαος Αρσαλίδης ν. ΑΤΗΚ (1993) 4(Β) Α.Α.Δ. 1441 και Δημοκρατία ν. Δέσποινας Στεργίδου κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 19).
Περαιτέρω, δεν παρείχετο, κατά την άποψή μου, στάδιο άσκησης διακριτικής ευχέρειας του αρμοδίου οργάνου ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο αλλά η εφαρμογή του βασικού Σχεδίου Υπηρεσίας ήταν υποχρεωτική για την Επιτροπή από σαφή νομοθετική διάταξη. (Βλ. Στέλλα-Μαρία Ιωαννίδου ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 605/94, ημ. 18/4/97).
Ο αιτητής δεν κατείχε τα αναγκαία προσόντα διορισμού στη θέση και κατά συνέπεια εστερείτο εννόμου συμφέροντος προσβολής της επίδικης απόφασης. (Βλ. σχετικά, Νάγια Στυλιανίδου κ.ά. ν. ΑΤΗΚ (Αρ. 1) (1993) 4(Β) Α.Α.Δ. 1429, Ανδρέας Σκορδής ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 1033/96, ημ. 10/2/98 και Σπύρος Γιάλλουρος ν. ΑΗΚ (1997) 3 Α.Α.Δ. 403).
Ενόψει των πιο πάνω, η εξέταση των λοιπών λόγων ακύρωσης οι οποίοι προβλήθηκαν, παρέλκει.
Η προσφυγή αποτυγχάνει με έξοδα και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.