ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 4 ΑΑΔ 72
7 Φεβρουαρίου, 2000
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΔΕΚΡΑΝΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΛΤΔ,
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ ΚΑΙ/ Η
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Kαθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 992/1998)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Αναθεωρητικός έλεγχος ― Δεν μπορεί να ασκηθεί στη βάση στοιχείων που προέκυψαν μετά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Αναδρομική εγγραφή στο μητρώο ― Άρθρα 13(1)(β) και 14(2) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν.246/90) (ως τροποποιήθηκε) ― Η απόφαση του Εφόρου ήταν το προϊόν πλημμελούς έρευνας στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Οι αιτητές προσέβαλαν την απόφαση του καθ'ου η αίτηση Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, να τους εγγράψει αναδρομικά στο Μητρώο Φ.Π.Α.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Ο αναθεωρητικός έλεγχος δεν μπορεί να ασκηθεί στη βάση στοιχείων που προέκυψαν μετά τη λήψη της απόφασης που προσβάλλεται και συνεπώς αιτιολογικά ασύνδετων προς αυτή. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου δεν έπρεπε να είχε καταλήξει ο Έφορος πως δεν ισχύει η τροποποιητική συμφωνία της 20.3.95, χωρίς να είχε αναζητήσει, στο πλαίσιο της υποχρέωσης για δέουσα έρευνα, τις απόψεις του Κ. Κουρτελλή, που ήταν ο αντισυμβαλλόμενος. Στοιχειοθετείται συνεπώς λόγος ακυρότητας και η προσφυγή πρέπει να επιτύχει. Ίσως δεν θα έπρεπε να ήταν αυτή η κατάληξη αν στο τέλος καθοριζόταν το πρακτέο με αναφορά στα στοιχεία που είχαν περισυλλεγεί. Θα είχαμε τότε νέα εκτελεστή απόφαση επί του θέματος στην οποία θα συγχωνευόταν και η προσβαλλόμενη. Όμως η τελευταία επιστολή του Εφόρου ημερομηνίας 20.11.98, απλώς επιβεβαιώνει την προσβαλλόμενη απόφαση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Ζίττης v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394.
Προσφυγή.
Προσφυγή από τους αιτητές κατά της απόφασης του Εφόρου ΦΠΑ ημερ. 21/8/98 με την οποία αποφασίστηκε ότι προέκυπτε αναδρομική υποχρέωση εγγραφής τους στο Μητρώο ΦΠΑ.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές έχουν ως εμπορική δραστηριότητα την παροχή δικαιώματος χρήσης σε τρίτους της επιχείρησης "Τhe Show Boat Southern Fried Chicken" στην Αγ. Νάπα. Στο πλαίσιο διευρεύνησης άλλου θέματος ο Έφορος ΦΠΑ τους ζήτησε και αυτοί του απέστειλαν τα συμβόλαια που συνήψαν από το 1995. Ο Έφορος εξέτασε το περιεχόμενό τους και έκρινε ότι, ενόψει του ανταλλάγματος που καθορίστηκε στη σύμβαση ημερομηνίας 16.3.95, με την οποία χορηγήθηκε δικαίωμα χρήσης της επιχείρησης στον Κ. Κουρτελή, υπήρχαν βάσιμοι λόγοι να πιστεύει ότι ο φορολογητέος κύκλος εργασίας τους σε περίοδο ενός έτους από 1.4.95 θα υπερέβαινε τις £12.000. Θεώρησε πως ενεργοποιήθηκε η εξουσία του δυνάμει των άρθρων 13(1)(β) και 14(2) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν. 246/90 όπως τροποποιήθηκε) και αποφάσισε την αναδρομική εγγραφή τους στο μητρώο από 2.5.1995. Γνωστοποίησε στους αιτητές την εξέλιξη όπως και την επέλευση χρηματικής επιβάρυνσης δυνάμει του άρθρου 21Α με την επιστολή του ημερομηνίας 23.3.98 και αυτοί αντέδρασαν με επιστολή των λογιστών τους.
Ήταν ο ισχυρισμός των αιτητών πως η σύμβαση στην οποία στηρίχτηκε ο έφορος είχε τροποποιηθεί στις 20.3.96 και πως το ποσό που είσπραξαν για τη σχετική περίοδο δεν ανερχόταν στις £13.000 αλλά ήταν κάτω των £10.000. Επισύναψαν στην επιστολή τους αντίγραφο της τροποποιητικής σύμβασης υπογραμμένο από τους ίδιους και τον Κ. Κουρτελή, κατάσταση του τραπεζικού λογαριασμού τους και αποδείξεις καταθέσεων σ΄αυτόν.
Λειτουργός εξέτασε το νέο στοιχείο της εμφανισθείσας ως τροποποιητικής σύμβασης και τη συσχέτισε προς την αρχική αλλά και προς άλλη συμπληρωματική, ημερομηνίας 7.3.96. Για λόγους που καταγράφει, καταλήγει πως "αυτά που λέγει η συμπληρωματική συμφωνία τις 20.3.95 δεν ισχύουν". Ακολούθησαν, σε επιπρόσθετο σημείωμα, διάφοροι συλλογισμοί αναφορικά με την κατάσταση στην περίπτωση που θα κρινόταν ότι ισχύει η σύμβαση της 20.3.95. Κατά την εκτίμηση του Λειτουργού θα προέκυπτε τότε υποχρέωση εγγραφής αλλά από την 1.9.95. Ακολούθησε η προσβαλλόμενη απόφαση που γνωστοποιήθηκε στους αιτητές με την επιστολή ημερομηνίας 21.8.98. Με αναφορά στα στοιχεία που προσκο-μίστηκαν, περιλαμβανομένης και της σύμβασης ημερομηνίας 20.3.95, όπως κρίθηκε, ορθά έγινε η εγγραφή από 1.4.95.
Διατυπώνεται στην προσφυγή σειρά ισχυρισμών και αναπτύχθηκαν διάφορα επιχειρήματα. Εκείνο που εντόνως εξέχει είναι η συζήτηση σε σχέση με το γεγονός ότι, μετά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, εμφανίζεται στο φάκελο περαιτέρω ενασχόληση με το θέμα. Είχε σταλεί νέα επιστολή από τους αιτητές ημερομηνίας 28.9.98 και στις 23.10.98 πραγματοποιήθηκε συνάντηση στην οποία επανασυζητήθηκε η περίπτωση. Ακολούθησε νέα επιστολή των αιτητών ημερομηνίας 27.10.98 στην οποία, μάλιστα, επισυνάφθηκε "υπεύθυνη δήλωση" του Κ. Κουρτελλή η οποία, κατά την άποψή τους, υποστήριζε τη θέση τους αναφορικά με το ποσό που πράγματι είσπραξαν στο πλαίσιο της σύμβασης όπως αυτή είχε τροποποιηθεί. Έγινε τότε, για πρώτη φορά όπως συνάγεται, σκέψη για επικοινωνία με τον ίδιο τον Κ. Κουρτελλή. Καταγράφονται στο σημείωμα ημερομηνίας 9.11.98 όσα αυτός δήλωσε προφορικά στο Λειτουργό και υπάρχει στο φάκελο γραπτή κατάθεση του ημερομηνίας 11.11.98 και σημείωμα για τα συζητηθέντα προφορικά την ίδια μέρα. Εκείνο που χρειάζεται να σημειωθεί είναι πως ανέμενε ακόμα ο Λειτουργός στοιχεία που είχε αναλάβει να προσκομίσει ο Κ. Κουρτελλής αναφορικά με τις πληρωμές που έκαμε προς τους αιτητές. Στις 16.11.98, επειδή η γραπτή κατάθεση του Κ. Κουρτελλή έδειχνε πως τα ποσά που συζητούνταν υπερέβαιναν τις £12.000 προτάθηκε αυτά "να βεβαιωθούν". Ακολούθησε όμως και άλλο σημείωμα του ίδιου Λειτουργού. Αναφέρεται ως "σημείωμα 18.11.98" αλλά στο τέλος του υπάρχει ημερομηνία 16.11.98. Σημειώνεται σ' αυτό παράλειψη του Κ. Κουρτελλή να προσκομίσει στοιχεία για τις πληρωμές που πραγματοποίησε και προτείνεται η έκδοση επίσημης γνωστοποίησης προς αυτόν. Εισηγείται πως δεν υπάρχει άλλη εκλογή από τον έλεγχο των φορολογικών του δηλώσεων "ωστε η υπηρεσία να λύσει το μεγάλο πρόβλημα των διαφορετικών και αλλοπρόσαλλων πληροφοριών που έχουν δώσει τα δυο πρόσωπα Κώστας Κουρτελής και Δεκράνι Τουριστικές Επιχειρήσεις σχετικά με την υπόθεση". Γίνεται συναφώς αναφορά και σε πρόσθετη συμπληρωματική συμφωνία ημερομηνίας 8.3.96, την οποία προσκόμισε ο Κ. Κουρτελλής αυτή τη φορά. Το τελευταίο χειρόγραφο σημείωμα που εντόπισα στο φάκελο φέρει ημερομηνία 19.11.98. Εκφράζεται σ' αυτό συμφωνία προς στην εισήγηση να συζητηθούν γραπτώς τα στοιχεία από τον Κ. Κουρτελή αλλά το επόμενο που ακολουθεί στο φάκελο είναι επιστολή προς τους λογιστές των αιτητών. Φέρει ημερομηνία 20.11.98 και αναφέρεται στην επιστολή τους ημερομηνίας 28.9.98. Τους πληροφορεί πως τα στοιχεία στα οποία αναφέρθηκαν είχαν ληφθεί υπόψη στην επιστολή προς τους αιτητές ημερομηνίας 21.8.98, εκείνη δηλαδή που περιείχε την προσβαλλόμενη απόφαση, και απαντά σε ένα από τα επιχειρήματα που είχαν διατυπώσει. Αναφορά σε ο,τιδήποτε που θα μπορούσε να συνδεθεί με όσα ακολούθησαν την επιστολή των λογιστών ημερομηνίας 28.9.98 και με όσα καταγράφηκαν ως προς αυτά, δεν υπάρχει.
Η εικόνα μπορεί να συμπληρωθεί με τα ακόλουθα: Στις 26.5.99 επιδόθηκε στη διευθύντρια των αιτητών "κλητευση για κατάθεση" σε σχέση με τη διερεύνηση πιθανής διάπραξης αδικήματος από τους αιτητές. Ο δε δικηγόρος των αιτητών, με επιστολή του ημερομηνίας 1.6.99 προς τη δικηγόρο των καθ΄ων η αίτηση, επισημαίνει μεταξύ άλλων πως εξακολουθούν να ερευνούν όσα υποτίθεται διαπιστώθηκαν για να ληφθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Το πρώτο που πρέπει να παρατηρηθεί αφορά στην επίκληση από τον Έφορο των άρθρων 13(1)(β) και 14(2) του Νόμου. Αυτά αναφέρονται σε υποχρέωση και, αντιστοίχως, σε εξουσία εγγραφής όταν σε οποιονδήποτε χρόνο υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή φορολογητέων παροχών υπηρεσιών οι οποίες πρόκειται να πραγματοποιηθούν σε περίοδο ενός έτους από το χρόνο εκείνο, θα υπερβεί το ποσό των £12.000. Αντιλαμβάνομαι αυτές τις διατάξεις να λειτουργούν μόνο με αναφορά σε όσα θα γίνουν μελλοντικά και να μήν προσφέρονται στην περίπτωση κατά την οποία, όπως εδώ, ο Έφορος ερευνά περιόδους ήδη παρελθούσες, με δυνατότητα πλέον διαπίστωσης των πράγματι τελεσθέντων. Δεν έχει συζητηθεί το θέμα από αυτή την άποψη και δεν χρειάζεται για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης να καταλήξω οριστικά. Με την επιστολή ημερομηνίας 8.4.98 οι αιτητές, με αναφορά στις κατά τον ισχυρισμό τους πραγματικές εισπράξεις τους, ζήτησαν αναθεώρηση της απόφασης και διαγραφή τους η δε προσφυγή αφορά ακριβώς στην απόφαση ημερομηνίας 21.8.98 με την οποία αυτά απορρίφθηκαν. Σημειώνω πως σύμφωνα με το άρθρο 17(3) εγγεγραμμένο πρόσωπο διαγράφεται αναδρομικά όταν ο έφορος ικανοποιείται ότι δεν ήταν υπόχρεος να εγγραφεί κατά την ημέρα της εγγραφής του.
Ο Έφορος επίλυσε το θέμα και εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση χωρίς να ερευνήσει προς την κατεύθυνση του Κ. Κουρτελλή. Αυτό το έκαμε μετά και έχουμε τώρα τους αιτητές και τους καθ' ων η αίτηση να αναφέρονται στις διάφορες τοποθετήσεις του αλλά και σε άλλα στοιχεία που εξετάστηκαν στη συνέχεια. Όμως ο αναθεωρητικός έλεγχος δεν μπορεί να ασκηθεί στη βάση στοιχείων που προέκυψαν μετά τη λήψη της απόφασης που προσβάλλεται και συνεπώς αιτιολογικά ασύνδετων προς αυτή. Κατά την κρίση μου δεν έπρεπε να είχε καταλήξει ο Έφορος πως δεν ισχύει η τροποποιητική συμφωνία της 20.3.95 χωρίς να είχε αναζητήσει, στο πλαίσιο της υποχρέωσης για δέουσα έρευνα, τις απόψεις του Κ. Κουρτελλή που ήταν ο αντισυμβαλλόμενος. Στοιχειοθετείται συνεπώς λόγος ακυρότητας και η προσφυγή πρέπει να επιτύχει. Ίσως δεν θα έπρεπε να ήταν αυτή η κατάληξη αν στο τέλος καθοριζόταν το πρακτέο με αναφορά στα στοιχεία που είχαν περισυλλεγεί. Θα είχαμε τότε νέα εκτελεστή απόφαση επί του θέματος στην οποία θα συγχωνευόταν και η προσβαλλόμενη. (Βλ. συναφώς Αρχιμήδης Ζίττης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394). Όμως η τελευταία επιστολή του Εφόρου ημερομηνίας 20.11.98, απλώς επιβεβαιώνει την προσβαλλόμενη απόφαση. Δεν λήφθηκε με αναφορά στα αναφερθέντα αναφορικά με τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της έρευνας που μεσολάβησε ούτε και έχουμε, τελικά, διοικητική απόφανση ως προς αυτούς.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.