ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2000) 4 ΑΑΔ 1226

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 1105/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΜΕΤΑΞΥ:

Σκυροποιΐα Συμεών Λτδ

Αιτητών

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Υπουργικού Συμβουλίου

Καθ΄ων η αίτηση

_____________

20 Δεκεμβρίου, 2000

Για τους αιτητές : κα Μ. Καλλιγέρου.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κα Ευγ. Καρακάννα, Δικηγόρος της

Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα της

Δημοκρατίας.

_____________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Οι αιτητές είναι εταιρεία που έχει ως δραστηριότητα την παραγωγή αδρανών υλικών. Διατηρούν λατομείο στην περιοχή Αστρομερίτη για εξόρυξη φυσικών αμμοχαλίκων, τα οποία χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη στη σκυροθραυστική τους μονάδα.

Παρόλον ότι από τις 26.1.1994, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου υπ΄ αρ. 40.491 απαγορεύτηκε η εγκατάσταση τριβίων για θραύση φυσικών χαλίκων, στους αιτητές παραχωρήθηκε κατ΄ εξαίρεση, προνόμιο λατομείου για συνέχιση της δραστηριότητάς τους, λόγω του ότι μέσα στα πλαίσια δανειοδότησης εκτοπισθέντων για σκοπούς επαναδραστηριοποίησης είχαν συνάψει κυβερνητικό δάνειο ύψους £60.000. Η εξαίρεση είχε δοθεί για περίοδο δύο χρόνων με τον όρο ότι μετά τη λήξη της περιόδου, η μονάδα θα μετακινείτο σε νέο χώρο που οι αιτητές θα εξεύρισκαν, με σκοπό την παραγωγή σκύρων από συμπαγές πέτρωμα.

Το προνόμιο λατομείου των αιτητών, με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 10.4.1996 και 1.7.1998, ανανεώθηκε δύο φορές, για περίοδο δύο χρόνων κάθε φορά.

Στις 13.12.1999 οι αιτητές υπέβαλαν εκ νέου αίτημα προς το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος για ανανέωση του προνόμιου λατομείου και στη συνέχεια, με επιστολή ημερ. 29.6.2000, ζήτησαν επέκταση των ορίων του σε γειτονικά τεμάχια.

Το αίτημα επέκτασης δεν τέθηκε από το Υπουργείο Γεωργίας ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου γιατί κρίθηκε ότι έπρεπε να εξεταστεί σε συνεργασία με τα διάφορα τμήματα και υπηρεσίες που ήδη είχαν κληθεί σε ειδική σύσκεψη στις 3.5.2000. ΄Ετσι στο Υπουργικό Συμβούλιο τέθηκε μόνο το θέμα της ανανέωσης ή μη του προνόμιου για περαιτέρω περίοδο έξι μηνών.

Το Υπουργικό Συμβούλιο με την υπ΄ αριθμό απόφασή του 52.182, ημερ. 21.7.2000, ενέκρινε την ανανέωση του προνόμιου λατομείου για τέσσερις ακόμα μήνες, υπό συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις.

Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές αξιώνουν ακύρωση της πιο πάνω απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, με την οποία, κατά τους ισχυρισμούς τους, απορρίφθηκε το αίτημα για ανανέωση και επέκταση του προνομίου λατομείου, ή με την οποία αποφασίστηκε η υπό όρους ανανέωση του προνομίου, για τέσσερις μήνες.

Οι καθ΄ ων η αίτηση ήγειραν δύο προδικαστικές ενστάσεις. Ισχυρίζονται ότι αφού το αίτημα για ανανέωση του προνομίου ικανοποιήθηκε, η προσφυγή είναι άνευ αντικειμένου. Ισχυρίζονται επίσης ότι στρέφεται εναντίον ανύπαρκτης διοικητικής πράξης, επειδή το Υπουργικό Συμβούλιο δεν εξέτασε αίτημα επέκτασης του λατομείου. Τέλος ισχυρίζονται ότι οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρον στην έγερση της προσφυγής η οποία είναι απαράδεκτη, γιατί τυχόν ικανοποίηση του αιτήματός τους δεν θα τους ωφελήσει, αλλά αντίθετα θα τους βλάψει.

Δεν συμφωνώ ότι το αίτημα ικανοποιήθηκε. Η αίτηση που υποβλήθηκε αξίωνε ανανέωση του προνόμιου για περίοδο δύο ετών. Εγκρίθηκε η ανανέωση για περίοδο τεσσάρων μόνο μηνών.

Είναι αλήθεια ότι δεν μπορεί να προσβληθεί πράξη που εκδόθηκε σύμφωνα με αίτηση του προσφεύγοντος ή την οποία ο ίδιος προκάλεσε ή στην οποία συναίνεσε (Αlexandrou and Others v. Republic (1986) 3 C.L.R. 2554, 2558, Sarkis v. The Improvement Board of Paralimni (1986) 3 C.L.R. 2457, 2462. Bλέπε επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929-1959) σελ. 260-261).

Στην παρούσα περίπτωση η αίτηση έγινε, όπως έγινε πλειστάκις στο παρελθόν, για ανανέωση του προνομίου για δύο χρόνια, με επιπρόσθετο μάλιστα αίτημα για επέκτασή του. Η ανανέωση για τέσσερις μόνο μήνες δύσκολα μπορεί, κάτω από τις περιστάσεις, να θεωρηθεί ικανοποίηση του αιτήματος. Μέσα στα ίδια πλαίσια δεν μπορώ να θεωρήσω ότι η τυχόν ακύρωση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου θα βλάψει τους αιτητές. Η προδικαστική ένσταση θα πρέπει να απορριφθεί.

Οι καθ΄ ων η αίτηση προβάλλουν επίσης την ένσταση ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δεν εξέτασε το αίτημα επέκτασης του προνομίου και συνεπώς οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρον να ζητούν ακύρωση της απόφασης για απόρριψη του αιτήματος. Αυτή η ένσταση ευσταθεί. ΄Οπως είδαμε και πιο πάνω, το αίτημα για επέκταση του προνομίου δεν τέθηκε καν από το Υπουργείο Γεωργίας προς το Υπουργικό Συμβούλιο.

Το ΄Αρθρο 29 του Συντάγματος προβλέπει ότι όταν η αρμόδια αρχή παραλείπει μέσα σε τριάντα μέρες να γνωστοποιήσει την απόφασή της επί αιτήσεως που υποβλήθηκε, ο διοικούμενος δικαιούται να προσφύγει στο Δικαστήριο. Η αρμόδια αρχή, το Υπουργικό Συμβούλιο, δεν απάντησε βέβαια στους αιτητές, μια και το θέμα δεν τέθηκε καν ενώπιόν του. ΄Ομως οι αιτητές με την παρούσα προσφυγή δεν στρέφονται εναντίον της παράλειψης απάντησης με βάση το ΄Αρθρο 29. Εκείνο που αξιώνουν είναι ακύρωση της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα για ανανέωση και επέκταση του προνομίου τους. Προχώρησαν δηλαδή στην ουσία του θέματος, θεωρώντας προφανώς, άνκαι τίποτε δεν αναφέρουν σχετικά, την παράλειψη απάντησης ως άρνηση ικανοποίησης του αιτήματός τους.

Πρόσωπο που δεν έτυχε απάντησης κατά παράβαση του ΄Αρθρου 29, αλλά προσβάλλει την ουσία του θέματος με βάση το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος, κρίνεται ότι δεν έχει έννομο συμφέρον να το πράξει, εκτός αν, ως αποτέλεσμα της ίδιας της παράλειψης έχει υποστεί κάποια ουσιώδη βλάβη, η οποία του παρέχει το δικαίωμα να αξιώσει ύστερα από την εξασφάλιση απόφασης του ακυρωτικού δικαστηρίου, θεραπεία σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.6 του Συντάγματος (βλέπε μεταξύ άλλων Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66,77, Christodoulides and Others v. Republic (1985) 3 C.L.R. 357).

Στην παρούσα υπόθεση οι αιτητές δεν έχουν δείξει, ούτε καν εισηγηθεί, ότι λόγω της παράλειψης του Υπουργικού Συμβουλίου να τους απαντήσει υπέστηκαν βλάβη και μάλιστα ουσιώδη και συνεπώς δεν έχουν έννομο συμφέρον να στραφούν εναντίον της παράλειψης απάντησης στην αίτησή τους για επέκταση. Διατηρούν όμως το έννομό τους συμφέρον να προσβάλουν την απόφαση ανανέωσης του προνομίου τους.

Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί γιατί εμφιλοχώρησε παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και φυσικής δικαιοσύνης, λόγω απόκρυψης ή παράλειψης παρουσίασης στο Υπουργικό Συμβούλιο ουσιωδών εγγράφων και δεδομένων που τους αφορούσαν. Ισχυρίζονται περαιτέρω ότι οι αντιφάσεις, ανακρίβειες και ατεκμηρίωτοι ισχυρισμοί και τα λανθασμένα στοιχεία που υποβλήθηκαν καθιστούν την απόφαση αναιτιολόγητη και πεπλανημένη. Τέλος, προβάλλεται ισχυρισμός για παράνομη αιτιολογία της απόφασης, ενώ παραπονούνται ότι δεν δόθηκε η δέουσα σημασία στις απόψεις της κοινότητας Αστρομερίτη.

Σύμφωνα με τους αιτητές, από την πρόταση που παρουσιάστηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο προς λήψη απόφασης, ελλείπουν σημαντικά έγγραφα που είχαν τεθεί υπ΄ όψιν του Υπουργείου Γεωργίας. Αυτή η παράλειψη συνιστά παραβίαση της χρηστής διοίκησης και των κανόνων καλής πίστης, καθώς και της αρχής του δικαιώματος ακρόασης. Οι αιτητές αναφέρονται κυρίως στην επιστολή τους ημερ. 29.6.2000, στην οποία γίνεται αναφορά στην ιεραρχική προσφυγή που υπέβαλαν στις 14.5.1998 εναντίον της απόρριψης της αίτησής τους για έκδοση πολεοδομικής άδειας.

Σύμφωνα πάντα με τους αιτητές, ούτε η η επιστολή των δικηγόρων τους ημερ. 4.7.2000, στην οποία επισυνάπτονταν αριθμός εγγράφων, μεταξύ των οποίων και βεβαίωση της Χωρητικής Αρχής Αστρομερίτη ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε ένσταση εκ μέρους τους για ανανέωση του προνομίου, τέθηκε ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου. Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι στο σημείωμα του Υπουργείου Γεωργίας προς τις διάφορες υπηρεσίες που στάληκε πριν τη σύσκεψη ημερ. 3.5.2000 για συζήτηση του θέματος της αίτησης για ανανέωση του προνομίου, αναφέρεται ότι για τις δραστηριότητες των αιτητών υπάρχουν αντιδράσεις από περιοίκους και οικολόγους.

Στην υπόθεση Μελέτης ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 347, 356, τονίζεται ότι με τη μεγάλη επέκταση των δραστηριοτήτων της Διοίκησης και τον επηρεασμό των οικονομικών συμφερόντων των πολιτών από τις πράξεις και αποφάσεις της, είναι ανάγκη η Διοίκηση να έχει ενώπιόν της όλα τα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης και της εκδοχής οποιουδήποτε επηρεαζόμενου από τη διοικητική απόφαση προσώπου.

Στην ίδια απόφαση γίνεται αναφορά και στην υπόθεση Transocean Marine Paint Association v. E.C. Commission (1974) 2 C.Μ.L.R. 459, 477, στην οποία το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που εδρεύει στο Λουξεμβούργο, αναγνώρισε την αρχή ότι πρόσωπο του οποίου τα οικονομικά συμφέροντα επηρεάζονται από απόφαση που λαμβάνεται από δημόσια αρχή, πρέπει να έχει την ευκαιρία να καταστήσει στην αρχή αυτή γνωστή την άποψή του. Η απόφαση Μελέτης, ανωτέρω, καταλήγει ότι σε πρόσωπο του οποίου επηρεάζονται οικονομικά συμφέροντα πρέπει να παρέχεται το δικαίωμα ακρόασης. Το δικαίωμα ακρόασης δεν είναι ανάγκη να είναι προφορικό, ικανοποιείται και με γραπτή παράσταση.

Στην Ελλάδα το δικαίωμα ακρόασης αναγνωρίζεται από το ΄Αρθρο 20 του Συντάγματος, με αποτέλεσμα η προηγούμενη ακρόαση του ενδιαφερόμενου σε βάρος του οποίου η διοίκηση πρόκειται να λάβει ορισμένο μέτρο, να επιβάλλεται ως ουσιώδης τύπος της διαδικασίας, η δε μη τήρηση του τύπου αυτού συνεπάγεται την ακυρότητα της σχετικής διοικητικής πράξης, ακόμα και στην περίπτωση που ο νόμος που προβλέπει τη λήψη του μέτρου δεν επιβάλλει την τήρηση του τύπου αυτού (βλέπε μεταξύ άλλων ΣτΕ 5397/96. Βλέπε επίσης Ε. Π. Σπηλιωτόπουλου, Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου, ΄Εκτη ΄Εκδοση, παραγρ. 501).

Η υποχρέωση της Διοίκησης για παροχή στο θιγόμενο πολίτη του δικαιώματος ακρόασης συναρτάται με την υποχρέωση για διεξαγωγή επαρκούς έρευνας κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας. Η παράλειψη ακρόασης του ενδιαφερόμενου καθιστά την απόφαση πλημμελή, λόγω έλλειψης επαρκούς έρευνας που καταλήγει σε λανθασμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του αποφασίζοντος οργάνου. Τα πιο πάνω δεν σημαίνουν βέβαια ότι το δικαίωμα ακρόασης υπάρχει πάντα και ότι η παραβίασή του δίχως άλλο καταλήγει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης (βλέπε για παράδειγμα Χατζηρούσου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 240/99, ημερ. 10.11.1999).

Στην παρούσα υπόθεση πιστεύω ότι ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου θα έπρεπε να τεθούν όλα τα δεδομένα, κυρίως δε η πληροφορία ότι ασκήθηκε ιεραρχική προσφυγή εναντίον της απόρριψης της αίτησης για έκδοση πολεοδομικής άδειας. Η παράλειψη αυτή καταλήγει σε πλημμελή έρευνα και συνεπώς η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί.

΄Οταν οι όροι που τίθενται σε μια διοικητική απόφαση είναι απόλυτα συνυφασμένοι με την άδεια που παρέχεται και η άδεια δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτούς, η προσφυγή πρέπει να στρέφεται εναντίον της συνολικής διοικητικής πράξης και όχι μόνο εναντίον των όρων (Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας, Α.Ε. 2422 και 2423, ημερ. 17.5.2000). ΄Ετσι θα πρέπει να γίνει και στην παρούσα περίπτωση. Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου υπ΄ αρ. 52.182 ακυρώνεται, με έξοδα εναντίον των καθ΄ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο