ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 1084/99
Ενώπιον
: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Κυριάκου Δρουσιώτη από Λευκωσία
Αιτητή
- και -
Συμβουλίου Εμπορίας Κυπριακών Πατατών
Κα θ΄ ου η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 23.11.2000Για τον αιτητή: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για το καθ΄ου η αίτηση: κα Σ. Νικολάου.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής ζητά τις πιο κάτω θεραπείες:
«1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του καθ΄ου η ημερομ. 11.8.99, με την οποίαν μετάθεσε μόνιμα τον αιτητή από τα Κεντρικά Γραφεία της Λευκωσίας στο Φρέναρος με ισχύ από 6.9.99, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
2. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση ημερομ. 28.7.99 του καθ΄ου η αίτηση με την οποία του αφαιρέθηκαν τα πλείστα των καθηκόντων του μέχρι νεωτέρας ειδοποιήσεως είναι παράνομη και άνευ νομικού αποτελέσματος.»
Από το πιο πάνω Αιτητικό προκύπτει ότι, με το δικόγραφο της προσφυγής, προσβάλλονται δύο διοικητικές πράξεις. Η διοικητική πράξη για μετάθεση του αιτητή από τη Λευκωσία στο Φρέναρος και η διοικητική πράξη με την οποία αφαιρέθηκαν από τον αιτητή τα πλείστα των καθηκόντων του.
Οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν είναι συναφείς για τους ακόλουθους λόγους:
(α) Λήφθηκαν σε ξεχωριστές διαδικασίες,
(β) Η μια πράξη δεν αποτελεί προϋπόθεση της άλλης, και
(γ) Οι δύο πράξεις δεν φέρουν ταυτόσημη αιτιολογία.
Εφόσον οι δύο πράξεις δεν είναι συναφείς, η προσφυγή κατά της δεύτερης πράξης (Θεραπεία 2) απορρίπτεται ως απαράδεκτη.
Θα εξετάσω την εγκυρότητα της πρώτης πράξης μόνο. (Θεραπεία 1).
(Για τη σχετική νομολογία βλέπε, μεταξύ άλλων, Πορίσματα Νομολογίας του ΣτΕ 1929-1959, σελίδα 274, Συμεωνίδου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 258, Μισιρλής ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1995) 3 ΑΑΔ 379 και Καραγιώργη και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφυγές Αρ. 325/95 και 479/95, απόφαση ημερ. 5.3.1998).
Ο αιτητής είναι Γεωπόνος. Εργάζεται στο Συμβούλιο Εμπορίας Κυπριακών Πατατών (το Συμβούλιο) από την 1.3.1972. Από την ημέρα του διορισμού του υπηρετούσε στα Γραφεία του Συμβουλίου στη Λευκωσία. Από την 1.4.1991 προάχθηκε στη θέση Τεχνικού Λειτουργού - Γεωπόνου Α.
Στις 30.3.1999 το Συμβούλιο, ύστερα από σχετική εισήγηση του Γενικού Διευθυντή, αποφάσισε την προσωρινή μετάθεση του αιτητή από τη Λευκωσία στα Κοκκινοχώρια, με έδρα τα Γραφεία του Συμβουλίου στο Φρέναρος, για την περίοδο από 14.4.1999 μέχρι 20.6.1999. (Βλ. Τεκμ. 1 και 2 στην Ένσταση).
Η απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή από το Γενικό Διευθυντή προφορικά, στις 5.4.1999, και γραπτώς, στις 7.4.1999. Ταυτόχρονα, ο αιτητής ενημερώθηκε για τα καθήκοντά του στη νέα του έδρα. (Βλ. Τεκμ. 3 και 4 στην Ένσταση).
Με επιστολή του προς το Γενικό Διευθυντή του Συμβουλίου, ημερομηνίας 12.4.1999, ο αιτητής υπέβαλε ένσταση για τη μετάθεσή του, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, σοβαρούς λόγους υγείας. Ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Είναι γνωστό ότι έχω σοβαρότατο πρόβλημα υγείας (σπόνδυλος και γόνατο) που δεν επιτρέπει ούτε το να οδηγώ, αλλά ούτε και το να μετακινούμαι εκτός πόλεως, αλλά ούτε και να κάμνω συχνές επισκέψεις που θα πρέπει με τα «νέα» καθήκοντα μου να γίνονται σχεδόν πάνω σε καθημερινή βάση τόσο στα χωριά, στους γεωργούς και στις πατατοφυτείες τους.» (Βλ. Παράρτημα 7 στο Τεκμ. 3 ενώπιόν μου).
Στις 13.4.1999 ο αιτητής παρουσίασε πιστοποιητικό ασθενείας μιας ημέρας και στη συνέχεια πιστοποιητικά ασθενείας για τις περιόδους 14.4.1999 έως 23.4.1999, 24.4.1999 έως 10.5.1999, 11.5.1999 έως 31.5.1999, 1.6.1999 έως 15.6.1999 και 16.6.1999 έως 30.6.1999, με σύνολο 79 ημερών άδειας ασθενείας μέχρι τις 30.
6.1999.Στις 14.4.1999 ο Γενικός Διευθυντής και Μέλη του Συμβουλίου παρέστησαν σε συνάντηση στο Μεσολαβητή του Υπουργείου Εργασίας, στην οποία όμως δεν παρέστη ο αιτητής, με αποτέλεσμα αυτή να αναβληθεί.
Στις 22.4.1999 ο Γενικός Διευθυντής, με επιστολή του προς το Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, ζήτησε σύγκληση του Ιατροσυμβουλίου για εξέταση και βεβαίωση των αδειών ασθενείας του αιτητή.
Στις 17.4.1999 ο αιτητής κλήθηκε για εξέταση από το Ιατροσυμβούλιο, αλλά δεν προσήλθε.
Στις 27.4.1999 το Συμβούλιο αποφάσισε όπως, αν χρειαστεί, ο αιτητής εξετασθεί από ιατρούς που θα ορίσει το Συμβούλιο.
Στις 22.6.1999, ύστερα από ενημερωτικό σημείωμα/σύσταση του Γραμματειακού Λειτουργού, το Συμβούλιο αποφάσισε όπως ο αιτητής εξετασθεί από το Ιατροσυμβούλιο. (Βλ. Τεκμ. 5 και 6 στην Ένσταση).
Στις 6.7.1999 ο Γενικός Διευθυντής, με επιστολή του προς το Ιατροσυμβούλιο, ζήτησε, μεταξύ άλλων, όπως το Ιατροσυμβούλιο βεβαιώσει, επειδή ο αιτητής παρουσίασε μακρές περιόδους ασθενείας, «κατά πόσο κρίνεται ικανός να συνεχίσει να εκτελεί τα καθήκοντα του απρόσκοπτα». (Βλ. Τεκμ. 9 στην Ένσταση).
Στις 27.7.1999, ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή, το Συμβούλιο αποφάσισε τη μόνιμη μετάθεση του αιτητή στα Κοκκινοχώρια, με έδρα το Φρέναρος. (Βλ. Τεκμ. 8 και 7 στην Ένσταση).
Το Τεκμ. 7 στην Ένσταση έχει ως εξής:
«
Μετάθεση κ. Κ. Δρουσιώτη στο Φρέναρος:Ο Γενικός Διευθυντής ανάφερε ότι, ύστερα από συνάντηση με τον Νομικό Σύμβουλο σήμερα 27/7/99, μας συμβούλευσε ότι θα πρέπει να επανεξετασθεί το θέμα του κ. Δρουσιώτη σχετικά με μετάθεση του στα Κοκκινοχώρια. Οι υπηρεσιακές ανάγκες που προκύπτουν, καθώς επίσης και λόγοι που υπαγορεύουν τη μετάθεση του συγκεκριμένου υπαλλήλου θα πρέπει να τεκμηριωθούν αναλυτικότερα.
Σημείωμα για τις υπηρεσιακές ανάγκες και για τους λόγους μετάθεσης του κ. Δρουσιώτη, καθώς και η επιστολή του κ. Δρουσιώτη με τις ενστάσεις του ημερομηνίας 12/4/99 δόθηκαν στα Μέλη του Συμβουλίου και επισυνάπτονται σαν Παραρτήματα 6 & 7 των πρακτικών.
Το Συμβούλιο, αφού συζήτησε λεπτομερώς τόσο τις υπηρεσιακές ανάγκες του στην περιοχή Κοκκινοχωριών, μετά την προαγωγή και μετάθεση του κ. Αυξ. Χ»Αυξέντη στη Λάρνακα ως Υπεύθυνου Συσκευαστηρίων, όσο και τις ενστάσεις που πρόβαλε ο κ. Δρουσιώτης στη μετάθεση του όπως αυτές αναφέρονται στην επιστολή
του προς το Συμβούλιο ημερομηνίας 12/4/99 και αφού έλαβε σοβαρά υπ΄ όψη του (α) τα χρόνια υπηρεσίας του κ. Δρουσιώτη, (β) τις εμπειρίες του κ. Δρουσιώτη, γ) το γεγονός ότι όπως εξελίχθησαν οι υπηρεσιακές ανάγκες του Συμβουλίου στα κεντρικά γραφεία στη Λευκωσία ο κ. Δρουσιώτης υποαπασχολείται ή δεν απασχολείται καθόλου, (δ) ότι γενικά υπό τις περιστάσεις θεωρείται ως ο πλέον κατάλληλος για τον συντονισμό ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων (ως αναφέρονται στο Σημείωμα) αποφασίζει ομόφωνα την μετάθεση του κ. Δρουσιώτη στο Φρέναρος από την 1/9/99 και κάλεσε τον Γενικό Διευθυντή να προχωρήσει αμέσως στην υλοποίηση της απόφασης του Συμβουλίου.»*Την 1.9.1999, με επιστολή του προς το Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, το Ιατροσυμβούλιο κοινοποίησε τη γνωμάτευσή του αναφορικά με την κατάσταση της υγείας του αιτητή. (Βλ. Τεκμ. 10 στην Ένσταση).
Το Τεκμ. 10 είναι λακωνικό και έχει ως εξής:
«Το Ιατροσυμβούλιο συνήλθε σήμερα και εξέτασε το θέμα του πιο πάνω.
Ο ανωτέρω παρουσιάζει συχνές προσβολές οσφυαλγίας λόγω οσφυϊκής δισκοπάθειας.
Κατά τη σημερινή εξέταση ουδέν το παθολογικό παρουσιάζει.
Το Ιατροσυμβούλιο φρονεί ότι ο ανωτέρω είναι ικανός προς εκτέλεση των καθηκόντων του.»
Οι δικηγόροι του Συμβουλίου, στην παρ. 2.11 της γραπτής τους αγόρευσης, αναφέρουν τα εξής:
«2.11 Οι καθ΄ων η Αίτηση κατά την άσκηση της διακριτικής τους εξουσίας έλαβαν υπόψη και στάθμισαν όλα τα άμεσα αναμιγμένα στην υπόθεση συμφέροντα συμπεριλαμβανομένων της κατάστασης της υγείας του Αιτητή καθώς και της υγείας της γυναίκας τους και ενός από τα παιδιά του και τις επιπτώσεις που θα είχε η μεγάλη απόσταση από τον τόπο διαμονής του έναντι των αναγκών της υπηρεσίας.»
Η πιο πάνω αναφορά των δικηγόρων του Συμβουλίου είναι εσφαλμένη κατά τα εξής:
(α) Είναι άγνωστα «τα άμεσα αναμιγμένα στην υπόθεση συμφέροντα».
(β) Στην ένσταση για τη μετάθεσή του ο αιτητής έθεσε θέμα μόνο δικής του υγείας. Δεν έθεσε θέμα υγείας της γυναίκας του και ενός από τα παιδιά του.
(γ) Στις 27.7.1999, όταν το Συμβούλιο αποφάσισε τη μόνιμη μετάθεση του αιτητή, δεν ασχολήθηκε καθόλου με την κατάσταση της υγείας του, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό που παρέθεσα επί λέξει πιο πάνω. Ούτε, βέβαια, μπορούσε να ασχοληθεί με τέτοιο ζήτημα αφού η γνωμάτευση του Ιατροσυμβουλίου, την οποία το ίδιο ζήτησε, ετοιμάστηκε την 1.9.1999, 36 δηλαδή μέρες μετά την απόφαση για μόνιμη μετάθεση του αιτητή.
Με βάση τα πιο πάνω, το ελάχιστο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι η απόφαση για μόνιμη μετάθεση του αιτητή από τη Λευκωσία στο Φρέναρος, που είναι και το αντικείμενο της προσφυγής, είναι προϊόν μη δέουσας έρευνας και, ταυτόχρονα, κακής άσκησης διακριτικής εξουσίας, εφόσον οι λόγοι υγείας που πρόβαλε ο αιτητής με την ένστασή του της 12.4.1999 δεν διερευνήθηκαν ούτε, βέβαια, λήφθηκαν υπόψη όταν το Συμβούλιο, στις 27.
7.1999, αποφάσιζε τη μόνιμη μετάθεσή του.
Ως εκ περισσού θεωρώ χρήσιμο να σημειώσω ότι, και αν ακόμη η γνωμάτευση του Ιατροσυμβουλίου της 1.9.1999 βρισκόταν ενώπιον του Συμβουλίου στις 27.7.1999, όταν λήφθηκε η επίδικη απόφαση, και πάλι η τελευταία θα έπασχε ως προϊόν μη δέουσας έρευνας, εφόσον το Ιατροσυμβούλιο γνωμάτευσε ότι ο αιτητής ήταν «ικανός προς εκτέλεση των καθηκόντων του» χωρίς να έχει ενημερωθεί, είτε από το Συμβούλιο είτε εξ ιδίας πρωτοβουλίας, κατά τρόπο συγκεκριμένο, ποια ήταν τα καθήκοντα
που θα αναλάμβανε ο αιτητής στα Κοκκινοχώρια ώστε να γνωματεύσει αν γι΄ αυτά, ειδικά, τα καθήκοντα ήταν ικανός.Η προσφυγή κατά της μετάθεσης του αιτητή επιτυγχάνει με έξοδα εις βάρος του Συμβουλίου.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
FONT>Ρ. Γαβριηλίδης
9;Δ.
/ΧΤΘ