ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 952/99
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Ανδρέα Ηλία, από τη Γεροσκήπου,
Αιτητή,
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - -
18 Οκτωβρίου, 2000
.Για τον αιτητή: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Α. Παπασάββας.
Για το ενδ. μέρος Κ. Ξενοφώντος: κ. Στ. Χαραλάμπους.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με την οποία προάχθηκε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κωστάκης Ξενοφώντος στη θέση Ανώτερου Λειτουργού για τις Εισπράξεις Φόρων (Τακτικός Προϋπολογισμός) Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων από την 1.6.1999.
Η επίδικη θέση είναι θέση προαγωγής. Τηρήθηκε η δέουσα διαδικασία και η ΕΔΥ επιλήφθηκε του θέματος πλήρωσης της θέσης σε συνεδρία της που πραγματοποιήθηκε στις 20.4.99. Στη συνεδρία κλήθηκε ο Διευθυντής του τμήματος Εσωτερικών Προσόδων ("ο Διευθυντής") ο οποίος σύστησε μεταξύ άλλων, για προαγωγή και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κωστάκη Ξενοφώντος. Μετά την αποχώρηση του
Διευθυντή, η Επιτροπή ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Αφού έλαβε υπόψη τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένης και της σύστασης του Διευθυντή, επέλεξε τέσσερις ως τους πιο κατάλληλους για την πλήρωση ισάριθμων θέσεων, ανάμεσα στους οποίους και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κωστάκης Ξενοφώντος. Το σκεπτικό και η κατάληξη της Επιτροπής καθώς και ό,τι αναφέρεται στην επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου καταγράφονται στα πρακτικά, απόσπασμα των οποίων παρατίθεται."Η Επιτροπή, έχοντας υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους -αξία, προσόντα, αρχαιότητα- και αφού συνεκτίμησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένης της σύστασης του Διευθυντή και των όσων ανέφερε σχετικά, έκρινε ότι οι παρακάτω υπερέχουν των άλλων υποψηφίων, τους
1. .................................................. ....
2. .................................................. ...
3. .................................................. ...
4. ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ Κωστάκης.
Η Επιτροπή, .................................................. .......................
.................................. ............................................. στην αξία τους.
Επιλέγοντας τον Ξενοφώντος Κωστάκη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός βρίσκεται περίπου στο ίδιο επίπεδο με τους υποψηφίους που δεν επιλέγηκαν σ΄ ότι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα. Επίσης, έχει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή, η οποία αποτελεί ένα ανεξάρτητο στοιχείο προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων και υπερέχει έναντι των μη επιλεγέντων υποψηφίων σε αρχαιότητα, πλην του Ηλία Ανδρέα, έναντι του οποίου υστερεί οριακά, διαφορά η οποία ανάγεται στην ημερομηνία πρώτου διορισμού τους, την δεκαετία του 70, υπερέχει όμως αυτού, έστω και οριακά, σε αξία κατά τα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα και, επιπλέον, διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι ο Ξενοφώντος γενικά υπερέχει.
Τέλος η Επιτροπή, λαμβάνοντας την πιο πάνω απόφαση, σημείωσε ότι ορισμένοι υποψήφιοι που δεν επιλέγηκαν και οι οποίοι υστερούν σε αρχαιότητα έναντι των επιλεγέντων κατέχουν ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία δεν απαιτούνται ούτε αποτελούν πλεονέκτημα/πρόσθετο προσόν σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης και τα οποία όμως, αφού αποδόθηκε σ΄ αυτά η ανάλογη βαρύτητα, λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν κατά την επιλογή των καταλληλότερων υποψηφίων."
Ο αιτητής αμφισβητεί την ορθότητα της επίδκης απόφασης επικαλούμενος πλάνη της Επιτροπής αναφορικά με τον αριθμό των κενών θέσεων και παραπέμπει προς τούτο στα παραρτήματα 1, 2 και 3 της ένστασης. Ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί. Διεξήλθα το περιεχόμενο των εγγράφων στα οποία παραπέμπει ο αιτητής και δεν διαπίστωσα ο,τιδήποτε το οποίο να δημιουργεί έστω εύλογη υπόνοια ότι η Επιτροπή ενήργησε υπό καθεστώς πλάνης αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα. Η συνεδρία της Επιτροπής κατά την οποία λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, είχε ως αντικείμενο την πλήρωση τεσσάρων κενών θέσεων Ανώτερου Λειτουργού για τις εισπράξεις Φόρων κατόπιν σχετικής πρότασης του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών που λήφθηκε στις 5.2.99. Ολες οι ενέργειες της Επιτροπής που ακολούθησαν, περιλαμβανομένης και της λήψης της επίδικης είχαν ως κύριο αντικείμενο την πραγμάτωση αυτού του σκοπού.
Βασική εισήγηση του αιτητή αφορά τη σύσταση του Διευθυντή. Συμφυρμός ισχυρισμών και ερωτημάτων διατυπωμένων υπό μορφή επιχειρημάτων είναι το μωσαϊκό που συνθέτει την ογκώδη επιχειρηματολογία του αιτητή στις γραπτές αγορεύσεις προς υποστήριξη της εισήγησης. Θα προσπαθήσω να προσδιορίσω τα κύρια σημεία που πρέπει να απαντηθούν, αλλά πριν προχωρήσω, θεωρώ ότι το ζήτημα θα γίνει καλύτερα κατανοητό με την παράθεση της σύστασης του Διευθυντή κατά το μέρος που ενδιαφέρει.
"Ως εκ του γεγονότος ότι η προσωπική μου γνώση για τους υποψηφίους δεν ήταν δυνατόν να είναι πλήρης, οι συστάσεις μου για προαγωγή βασίζοναι και σε πληροφορίες που πήρα από το διοικητικά προϊστάμενο και άλλους ανώτερους λειτουργούς του Τμήματος. Επιπρόσθετα, μελέτησα τους Προσωπικούς Φακέλους των υποψηφίων και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων και έλαβα υπόψη μου και τα ακαδημαϊκά ή και άλλα προσόντα των υποψηφίων τα οποία όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας και ως εκ τούτου τους απέδωσα την ανάλογη βαρύτητα.
Με βάση τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη και τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα -, συστήνω ως τους καταλληλότερους για προαγωγή τους Αγαθοκλέους Δομνίκη, Δημοσθένους Ανδρέα, Χρίστου Θεόδωρο και Ξενοφώντος Κωστάκη.
Η Αγαθοκλέους Δομνίκη είναι .............
Ο Δημοσθένους Ανδρέας είναι ............................................
Ο Χρίστου Θεόδωρος είναι .................................................< /P>
Ο Ξενοφώντος Κωστάκης έχει ευρεία εμπειρία και από το 1996 έχει μετατεθεί στο Γραφείο Είσπραξης Φόρων Λάρνακας όπου προϊσταται του δικαστικού τμήματος και ασχολείται με όλες τις πτυχές της καταναγκαστικής είσπραξης. Ανταποκρίνεται με επιτυχία στα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί και διακρίνεται για την υπευθυνότητα του, την προθυμία ανάληψης ευθυνών, την αφοσίωση στην εκτέλεση των καθηκόντων του και την ικανότητα εποπτείας και ελέγχου εργασίας προσωπικού. Ο Ξενοφώντος υστερεί οριακά σε αρχαιότητα έναντι του υποψηφίου Ηλία Ανδρέα, που δεν συστήνεται, λόγω ημερομηνίας πρώτου διορισμού, αλλά υπερτερεί σε αξία καθώς και στις ιδιότητες που έχω αναφέρει, χωρίς να υστερεί σε άλλες."
Γίνεται εισήγηση ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι τρωτή επειδή ο τελευταίος, ζήτησε πληροφορίες από τον διοικητικά προϊστάμενο των υποψηφίων και άλλους ανώτερους λειτουργούς του Τμήματος που δεν κατονομάζονται. Είναι η θέση του αιτητή ότι δεν παρεχόταν ευχέρεια από το νόμο στο Διευθυντή, να ζητήσει πληροφορίες από ανώτερους λειτουργούς εφόσον ζήτησε και πήρε πληροφορίες από τον διοικητικά προϊστάμενο του τμήματος. Συναφής είναι και ο ισχυρισμός ότι οι διαβουλεύσεις που είχε ο Διευθυντής με τα εν λόγω πρόσωπα έπρεπε να είχαν καταγραφεί. Οι ισχυρισμοί δεν ευσταθούν. Ο Διευθυντής διατηρούσε ευχέρεια να ζητήσει πληροφορίες από ανώτερους λειτουργούς και τον διοικητικά προϊστάμενο του τμήματος προκειμένου να διαμορφώσει τη σύσταση που θα έδιδε στα πλαίσια της προαγωγικής διαδικασίας. Βλ. Λύωνας κα ν. Δημοκρατίας, προσφ. αρ. 683/88, ημερ. 14.6.90 (απόφαση Ολομέλειας). Σύμφωνα με τη νομολογία μας η καταγραφή των διαβουλεύσεων του προϊσταμένου με ανώτερους λειτουργούς κλπ δεν είναι απαραίτητη και ούτε ελέγχεται δικαστικά ο τρόπος που ο προϊστάμενος τμήματος αξιολογεί τις απόψεις λειτουργών που συμβουλεύεται.
Ο αιτητής εμμέσως, πλην σαφώς, αμφισβητεί την αλήθεια της δήλωσης του Διευθυντή ότι ζήτησε και πήρε πληροφορίες από τον διοικητικά προϊστάμενο και άλλους ανώτερους λειτουργούς του τμήματος και μάλιστα προτού να γνωρίζει ποίοι ήταν οι υποψήφιοι.
Ισχυρίζεται επίσης ότι ο Διευθυντής διαμόρφωσε τη σύστασή του χωρίς να είχε δυνατότητα πραγματικής μελέτης των φακέλων εφόσον ο χρόνος που είχε στη διάθεσή του για μελέτη των φακέλων ήταν ελάχιστος. Πρόκειται για παράπονα που μάλλον στηρίζονται σε εικασίες και απλή πιθανολόγηση παρά σε τεκμηριωμένα στοιχεία. Ο χρόνος για παράδειγμα που μεσολάβησε από τη στιγμή που ο Διευθυντής πήρε στα χέρια του τους φακέλους μέχρι την ώρα που έδωσε τις συστάσεις δεν καταγράφεται και συνεπώς δεν είναι δυνατό να ευσταθήσουν παράπονα χωρίς την απαραίτητη τεκμηρίωση.
Το καίριο ζήτημα που θίγει ο αιτητής αναφορικά με τον ισχυρισμό του περί πάσχουσας σύστασης του Διευθυντή είναι ότι η σύσταση δεν συνάδει με το περιεχόμενο των φακέλων. Είναι η θέση του ότι ο Διευθυντής, στην προσπάθειά του να εξηγήσει γιατί θεωρεί το ενδιαφερόμενο πρόσωπο καταλληλότερο για τη θέση, αναφέρθηκε σε ιδιότητες που το διακρίνουν και οι οποίες, κατά τη γνώμη του (του Διευθυντή) το καθιστούσαν καταλληλότερο για προαγωγή υποκαθιστώντας με αυτό τον τρόπο τις νομίμως συνταχθείσες υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων και προβαίνοντας έτσι σε δική του επαναξιολόγηση των υποψηφίων και ανάπλαση της αξίας τους με βάση τις πληροφορίες που πήρε για το σκοπό αυτό από το διοικητικά προϊστάμενο και άλλους ανώτερους λειτουργούς του τμήματος.
Από τα στοιχεία των αντίστοιχων εμπιστευτικών εκθέσεων του αιτητή και του ενδιαφερόμενου προσώπου, προκύπτει ότι πρόκειται για δύο ισάξιους υπαλλήλους. Ο αιτητής συγκεντρώνει για τα έτη από 1991 μέχρι 1998 44 "Εξαίρετα" και 20 "Πολύ ικανοποιητικά" ενώ για την ίδια περίοδο, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο συγκεντρώνει 46 "Εξαίρετα" και 18 "Πολύ Ικανοποιητικά". Είναι φανερό ότι η μεταξύ τους διαφορά στο κριτήριο της αξίας είναι εντελώς οριακή. Ο αιτητής προηγείται του ενδιαφερόμενου προσώπου σε αρχαιότητα κατά δύο χρόνια. Προσόν το οποίο κατέχει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας και συνεπώς δεν προσμετρά.
Εχω τη γνώμη ότι τα στοιχεία της υπευθυνότητας, της προθυμίας ανάληψης ευθυνών, της αφοσίωσης στην εκτέλεση καθηκόντων και της ικανότητας εποπτείας και ελέγχου εργασίας προσωπικού που ο διευθυντής υπερτονίζει στη σύστασή του υπέρ του ενδιαφερόμενου προσώπου είναι στοιχεία των εμπιστευτικών εκθέσεων που έχουν βαθμολογηθεί και όπως έχει αναφερθεί δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι μπορεί να προσδώσουν εκ των υστέρων περισσότερη αξία στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Με άλλα λόγια, οι συστάσεις του Διευθυντή συνιστούν επανάληψη των στοιχείων των φακέλων όπως προκύπτουν από τις αξιολογήσεις στις υπηρεσιακές εκθέσεις με υπερτονισμό ιδιοτήτων του ενδιαφερόμενου προσώπου οι οποίες ανάγονται στα βαθμολογημένα στοιχεία των υπηρεσιακών εκθέσεων τα οποία, εν πάση περιπτώσει, δεν προσδίδουν οποιαδήποτε υπεροχή στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο εφόσον και ο αιτητής είχε την ίδια σχεδόν βαθμολογία με εκείνη του ενδιαφερόμενου προσώπου. Η σύσταση του Διευθυντή δεν έχει προσθέσει τίποτε και δεν εξυπηρετεί τον σκοπό για τον οποίο κλήθηκε από την Επιτροπή.
Για το θέμα των συστάσεων ο Νικολάου, Δ., στην Δημοκρατία ν. Χριστοδούλου κα, ΑΕ 2207 και 2208, ημερ. 15.5.1998 συνόψισε τα όσα σημαντικά περί των συστάσεων υποδεικνύονται στη νομολογία. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:
"Η αιτιολογημένη σύσταση του Προϊσταμένου του Τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση, προορίζεται, ενόψει του νόμου, ως ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης. Το οποίο συχνά περιγράφεται και ως ουσιώδες: βλ. π.χ. την πρόφατη απόφαση στη Δημοκρατία ν. Ψωμά, Α.Ε. 1979 ημερ. 17 Οκτωβρίου 1997. Δυνητικά είναι βέβαια. Αυτό όμως συμβαίνει μόνο όπου η σύσταση εισάγει δικά της δεδομένα τα οποία ως αποτέλεσμα της γνώμης του Προϊσταμένου προσθέτουν στην αξία του συστηνομένου. Οπως υποδείχθηκε από την Ολομέλεια στη Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 387 (στη σελ. 399):
"Ο προϊστάμενος του οικείου τμήματος έχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει τις ανάγκες της θέσης και η σημασία της σύστασής του έγκειται στο γεγονός ότι εμπεριέχει τη γνώμη του ως προς το ποιός από τους υποψηφίους είναι ο αξιότερος από την άποψη της συγκέντρωσης των ικανοτήτων και των ιδιοτήτων που απαιτούν τα καθήκοντα της θέσης."
Τα όσα προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας ως απαιτούμενα προσόντα σε συνάρτηση με τα καθήκοντα της θέσης, αποτελούν βέβαια την αμετάβλητη βάση. Ο Προϊστάμενος δύναται όμως, υπό το φως της πείρας να προβεί σε εξειδικεύσεις. Προσθέτοντας έτσι στα ήδη γνωστά. Με αυτή την έννοια είναι που ο Προϊστάμενος αναφέρεται σε
"Είναι βέβαια θεμελιωμένο πως όταν οι συστάσεις συγκρούονται με την καθόλου εικόνα που εμφανίζουν οι υπηρεσιακές εκθέσεις θα πρέπει να παραγνωρίζονται ή να τους δίνεται περιορισμένη σημασία ανάλογα με την έκταση της σύγκρουσης. (Βλ. Republ
Οπου η σύσταση δεν περιέχει οποιαδήποτε νέα πληροφόρηση μπορεί και πάλι να είναι αιτιολογημένη εφόσον γίνεται αναφορά στην ουσία των στοιχείων που βρίσκονται στους φακέλους, συνάμα και στάθμιση των στοιχείων ώστε να εξηγείται η κατάληξη. Ομως σε τέτοια περίπτωση η αξία της σύστασης δεν μπορεί να είναι παρά μηδενική. Το ακόλουθο απόσπασμα είναι και πάλι από τη Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (ανωτέρω) στις σελ. 398-9:
"Από την άλλη η σύσταση του Γενικού Διευθυντή δεν αποτελεί παράλληλη προς εκείνη της ΕΔΥ κρίση ως προς το ποιος υπερέχει κατά αξία με βάση το περιεχόμενο των φακέλλων και με αυτή την έννοια δεν αποσκοπεί στην αποτίμηση της σταδιοδρομίας τους. Σύσταση που απλώς αναπαράγει τα μετρήσιμα στοιχεία του φακέλου δεν μπορεί να λειτουργεί ως ανεξάρτητος δείκτης αξίας."
Στην προκείμενη περίπτωση είναι φανερό ότι η σύσταση του Διευθυντή εσφαλμένα ήταν που εμφάνιζε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο να υπερτερούσε έναντι του αιτητή σε αξία αφού, καθώς έχει λεχθεί η σύσταση δεν αναφερόταν σε ιδιότητες ή ικανότητες άλλες από τις βαθμολογημένες και στις οποίες ο αιτητής είναι ισοδύναμος με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Οταν οι υποψήφιοι ανήκουν στην ίδια κατηγορία άριστων υπαλλήλων η απουσία εξήγησης για τη διάκριση που γίνεται μεταξύ τους αφήνει την εντύπωση είτε ότι ο Διευθυντής λειτούργησε κάτω από πλάνη ως προς τα στοιχεία του αιτητή, είτε ότι τα παραγνώρισε (Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2037, ημερ. 20.11.1998). Σε μια τέτοια περίπτωση η σύσταση του Διευθυντή πάσχει και παραμένει ατεκμηρίωτη ως προς τη διάκριση που γίνεται μεταξύ του συστηθέντα και του αιτητή.
Η τρωτή σύσταση του Διευθυντή συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την απόφαση της ΕΔΥ η οποία βασίστηκε σ΄ αυτήν. Βλ. Κουάλης κα ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 2402, ημερ. 11.11.99.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Εξοδα υπέρ του αιτητή.
Α. Κραμβής,
Δ.
ΣΦ.