ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 582/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ρένας Παπαέτη ΧατζηΚώστα από τη Λευκωσία
Αι τήτρια
και
Κυπριακή Δημοκρατία μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
κα θ΄ων η αίτηση
---------------
17 Οκτωβρίου 2000
Η αιτήτρια παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Α. Λαδάς.
Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Μ. Κλεόπας.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η προσφυγή αφορά στο κύρος του αναδρομικού διορισμού, από 16.7.90, της ΄Ελενας Κακομανώλη - Κλεόπα στη μόνιμη θέση Δικηγόρου της Δημοκρατίας (Τακτικός Προϋπολογισμός), Νομική Υπηρεσία. Η αιτήτρια, όπως κρίθηκε, δεν θα μπορούσε να ήταν υποψήφια γιατί είχε αποσύρει την υποψηφιότητά της και, όπως διευκρινίστηκε μετά την εγκατάλειψη άλλων ισχυρισμών, αποτελεί το μόνο σημείο αντιγνωμίας η επίπτωση από την προς τούτο επιστολή της αιτήτριας προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας.
Το ιστορικό της πλήρωσης της θέσης μας παίρνει πίσω στο 1990. Είχε διοριστεί τότε, μαζί με άλλους, η αιτήτρια και η απόφαση ακυρώθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Χατζηγιάννη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 317. Επαναδιορίστηκαν οι ίδιοι, ακυρώθηκε και εκείνη η απόφαση πάλιν από την Ολομέλεια στη Συμεωνίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1993) 3 ΑΑΔ 258 και ακολούθησε δεύτερη επανεξέταση. Αυτή τη φορά δεν διορίστηκε η αιτήτρια αλλά χρειάστηκε και τρίτη επανεξέταση που θα αφορούσε βέβαια όλους τους υποψηφίους, μετά από τρίτη ακυρωτική απόφαση και αυτή της Ολομέλειας, στην Συμεωνίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας Προσφυγή 911/93 και 951/93 ημερομηνίας 18.4.97. ΄Ηταν τότε, ενόψει της τρίτης επανεξέτασης, που η αιτήτρια, η οποία το 1996 στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας είχε ήδη διοριστεί ως δικηγόρος της Δημοκρατίας, απέσυρε την υποψηφιότητά της. Το έκαμε με επιστολή της ημερομηνίας 25.5.97 που είχε ως ακολούθως:
"Θέμα: Επανεξέταση ακυρωθέντων διορισμών για θέση Δικηγόρου της Δημοκρατίας μετά από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις προσφυγές 911 και 951/93
---------------
Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι αποσύρω ανεπιφύλακτα την υποψηφιότητά μου στη διαδικασία που επανεξετάζεται."
Δεν είχε διοριστεί κατά την τρίτη επανεξέταση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και άσκησε την προσφυγή 721/97 η οποία όμως δεν χρειάστηκε να εκδικαστεί. Ο Γενικός Εισαγγελέας συμβούλευσε την ΕΔΥ να ανακαλέσει το διορισμό της εκ των διορισθέντων Λ. Καουτζάνη επειδή, για λόγους που εξήγησε στην επιστολή του ημερομηνίας 19.12.97, προέκυπτε πως δεν κατείχε απαιτούμενο προσόν. Η ΕΔΥ πράγματι ανακάλεσε το διορισμό της Λ. Καουτζάνη και η προσφυγή 721/97 αποσύρθηκε. Το θέμα της πλήρωσης της κενωθείσας
θέσης ακολούθησε την πορεία του. Στις 5.3.98 στάληκε προς την ΕΔΥ η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, που δεν περιλάμβανε την αιτήτρια ως υποψήφια και η τελευταία, με δυο επιστολές της αναφέρθηκε στις διεκδικήσεις της. Με την πρώτη, ημερομηνίας 3.4.98, κυρίως εξήγησε γιατί, όπως το έθετε, δικαιωματικά της ανήκε η θέση. Με τη δεύτερη, ημερομηνίας 7.4.98, εξήγησε τη δήλωσή της πως ήταν υποψήφια. Η απόσυρση της υποψηφιότητάς της αφορούσε μόνο στη συγκεκριμένη διαδικασία επανεξέτασης που βρισκόταν σε εξέλιξη τότε και δεν ίσχυε για την τρέχουσα διαδικασία που ήταν νέα και θα απέληγε σε νέα διοικητική πράξη.Δεν ευδοκίμησε αυτή η άπόψη. Η ΕΔΥ ζήτησε τη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα και αυτός τη συμβούλευσε ως εξής:
"Η παρούσα διαδικασία επανεξέτασης αφορά θέση της οποίας η πλήρωση ήταν αντικείμενο επανεξέτασης στις 26.5.97, όταν δηλαδή η Παπαέτη ανεπιφύλακτα απέσυρε την υποψηφιότητά της και ως εκ τούτου δεν δικαιούται να είναι υποψήφια στην παρούσα διαδικασία επανεξέτασης".
Η ΕΔΥ δέκτηκε τη συμβουλή, αποφάσισε πως η αιτήτρια δεν μπορούσε να είναι υποψήφια "διότι έχει ανεπιφύλακτα αποσύρει την υποψηφιότητά της", προχώρησε στη διαδικασία επιλογής και διόρισε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο από 16.7.90 που ήταν η αρχική ημερομηνία διορισμού πριν τις ακυρωτικές αποφάσεις
.΄Οσα υποστήριξε η αιτήτρια με την επιστολή της προς την ΕΔΥ αποτέλεσαν και τον πυρήνα της επιχειρηματολογίας της ενώπιόν μου. Είναι η θέση της πως η απόσυρση της υποψηφιότητάς της αφορούσε μόνο στη συγκεκριμένη διαδικασία επανεξέτασης μετά την ακυρωτική απόφαση στις προσφυγές 911/93 και 951/93. Αυτό ήταν ό,τι καθορίστηκε από την ίδια ως το θέμα της επιστολής της ημερομηνίας 26.5.97 και το ίδιο το κείμενο που ακολουθεί το καθιστά ξεκάθαρο. Η διαδικασία επανεξέτασης, όπως το θέτει, "των προσφυγών 911/93 και
951/93 ολοκληρώθηκε και έληξε" με την απόφαση που τότε λήφθηκε. ΄Οσα ακολούθησαν συνιστούσαν νέα διαδικασία "για επανεξέταση θέσης ενόψει αναδρομικής ανάκλησης διορισμού στο πλαίσιο της προσφυγής 721/97", για την οποία "δεν έχει εφαρμογή και δεν ισχύει" η απόσυρση που έγινε. Ούτως ή άλλως, όμως, αυτή εξαφανίστηκε αφού την ανακάλεσε με τις επιστολές της. Ισχυρή ήταν πλέον, μόνο η επιθυμία της να είναι υποψήφια.Οι καθ΄ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αντιλαμβάνονται διαφορετικά το νόημα της επιστολής της αιτήτριας ημερομηνίας 26.5.97. Η φυσική του ερμηνεία, ιδιαίτερα ενόψει της σαφούς δήλωσης πως η απόσυρση ήταν ανεπιφύλακτη, δείχνει πως δεν περιοριζόταν σε όσα τώρα, μετά από δεύτερη σκέψη, υποστηρίζει η αιτήτρια. Συνιστούσε, με πλήρη γνώση των συνεπειών, οριστική και αμετάκλητη παραίτηση "απο κάθε ενδιαφέρον για τις επίδικες θέσεις" οπότε και η μεταγενέστερη "ανάκληση" της απόσυρσης ήταν ανενεργός. Εν πάση περιπτώσει, δεν θα ήταν και δυνατό τέτοια απόσυρση να τελεί υπό τον όρο που εξειδίκευσε η αιτήτρια αφού "σε περίπτωση ακύρωσης ή ανάκληση της διαδικασίας εκείνης, η επανεξέταση γίνεται με αναφορά στο πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά την ημερομηνία της λήψης της ακυρωθείσας ή ανακληθείσας απόφασης".
Με την αναδρομική ανάκληση του διορισμού της Λ. Καουτζάνη ως παράνομης, που δεν αποτελεί επίδικο θέμα στην παρούσα διαδικασία, προέκυψε ανάγκη για επανεξέταση στη βάση του νομικού και πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε κατά το χρόνο της λήψης της απόφασης για το διορισμό της, όπως θα προέκυπτε αν εκδικαζόταν η προσφυγή 721/97 και ακυρωνόταν ο διορισμός. Κατά την επανεξέταση, που οδήγησε στους διορισμούς που προσβλήθηκαν με την προσφυγή 721/97, η αιτήτρια έπαυσε, μετά από τη δική της ανεπιφύλακτη δήλωση, να είναι υποψήφια. Η υποψηφιότητα συναρτάται προς τις κενές θέσεις και όχι προς τη διαδικασία για την πλήρωσή τους. ΄Ενας μπορεί να είναι ή να μήν είναι υποψήφιος για διορισμό σε ορισμένες θέσεις. Δήλωσή του πως αποσύρει την υποψηφιότητά του σημαίνει πως δεν διεκδικεί διορισμό στις συγκεκριμένες κενές θέσεις και απολήγει σε αποκοπή οριστική και αμετάκλητη από όσα αφορούν στην πλήρωσή τους. ΄Οσα, συμπτωματικά ως προς την αιτήτρια, ακολούθησαν μετά την απόσυρση της υποψηφιότητάς της, δεν μεταβάλουν τις επιπτώσεις. Δεν μπορούσε να προσβάλει η ίδια το διορισμό της Λ. Καουτζάνη αφού ως μή υποψήφια δεν είχε έννομο συμφέρον και αυτή η αδυναμία εκτείνεται και σε οποιονδήποτε διορίστηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης. Δεν μπορώ, επομένως, να συμμεριστώ την άποψη της αιτήτριας, η οποία απολήγει
σε είδος στεγανοποίησης των διαδικασιών επανεξέτασης, ως εάν ένας να είναι δυνατό, στη βάση των ίδιων δεδομένων, άλλοτε να είναι και άλλοτε να μήν είναι υποψήφιος. Η επιστολή της 27.5.97 στάληκε, βέβαια, με αφορμή και ενόψει της διαδικασίας επανεξέτασης που βρισκόταν τότε σε εξέλιξη αλλά δεν μπορεί να θεωρηθεί, για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, πως είχε την περιορισμένη σημασία που εισηγείται η αιτήτρια ή ότι άφηνε περιθώριο για ανάκλησή της, ώστε να αλλοιωθούν όσα έκτοτε απέληξαν να είναι το πραγματικό καθεστώς.Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
/ΜΣι.