ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 321/99

Ενώπιον: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Δαίδαλου Σάββα Πολυκάρπου, από την Πάφο

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

(α) Αρχηγού Αστυνομίας

(β) Υπουργού Δικαιοσύνης & Δημόσιας Τάξης

Κα θ΄ ων η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 25.9.2000

Για τον αιτητή: κ. Α. Ευτυχίου.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Γ. Γιωργαλλής, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση, που δημοσιεύτηκε στις Εβδομαδιαίες Διαταγές της Αστυνομίας την 1.2.1999, και με την οποία προάχθηκαν στη μόνιμη θέση του Ανώτερου Υπαστυνόμου, από 1.1.1999, οι Α. Σοφοκλέους, Α. Λαμπριανίδης, Α. Σπάταλος, Ε. Ευθυμίου, Α. Χ»Ιωάννου, Α. Ιατρόπουλος, Μ. Φραντζή, Σ. Αντωνίου, Ν. Λαμπράκης, Φ. Ακάμας, Κ. Κτενάς, Γ. Αριστείδου, Σ. Νεοφύτου, Ο. Ιωάννου, Σ. Τρύφωνος, Α. Παφίτης, Χρ. Διονυσίου, Θ. Αχιλλέως, Ν. Παναγιώτου, Α. Δημητρίου, Κ. Ιωάννου, Α. Σωκράτους, Σ. Τσιόλης και Γ. Ιωάννου, αντί αυτού, είναι άκυρη.

Οι προαγωγές στην Αστυνομική Δύναμη, που περιλαμβάνει και την Πυροσβεστική Υπηρεσία, ρυθμίζονται από τους περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμούς του 1989 (ΚΔΠ 52/89).

Η διαδικασία αρχίζει με την καθίδρυση Επιτροπής Αξιολόγησης, όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 5, η οποία, καθώς ο τίτλος της υποδεικνύει, αξιολογεί τους προσοντούχους υποψηφίους για προαγωγή, μετά από μελέτη των προσωπικών τους φακέλων και των ατομικών τους δελτίων, με βάση τα διοικητικά τους προσόντα, τη νοημοσύνη, την κρίση, την ευθυκρισία, το αίσθημα πειθαρχίας, την απόδοση, την ενεργητικότητα, το προσωπικό κύρος και την προσωπικότητά τους. Αφού συμβουλευθεί και τον υπεύθυνο Αξιωματικό, ανάλογα με το πού υπηρετούσε ο αξιολογούμενος υποψήφιος, η Επιτροπή Αξιολόγησης συντάσσει, στη συνέχεια, έκθεση αξιολόγησης για τον κάθε υποψήφιο, πάνω σε ειδικό έντυπο που καθορίζεται από τον Αρχηγό της Αστυνομίας και εγκρίνεται από τον Υπουργό και, ακολούθως, παραδίδει το έντυπο στον Αστυνομικό Διευθυντή της Επαρχίας ή το Διοικητή της Μονάδας που υπηρετεί ο αξιολογούμενος υποψήφιος. Ακολούθως, ο Αστυνομικός Διευθυντής ή ανάλογα με την περίπτωση, ο Διοικητής της Μονάδας καταρτίζει κατάλογο όλων των προσοντούχων, με αλφαβητική σειρά, τον οποίο και υποβάλλει, μαζί με τις εκθέσεις αξιολόγησης, στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Κρίσεως.

Το Συμβούλιο Κρίσεως καλεί ενώπιόν του τους υποψηφίους για προαγωγή σε προσωπική συνέντευξη με ερωτήσεις πάνω σε θέματα αστυνομικής πρακτικής εφαρμογής και γενικών γνώσεων για επίκαιρα διεθνή γεγονότα που αφορούν την Κύπρο, ενώ, ταυτόχρονα, εξετάζει την ικανότητα έκφρασής τους, την αυτοπεποίθηση, τον αυτοέλεγχο και την εμφάνισή τους. Η γενική εντύπωση του Συμβουλίου Κρίσεως, αναφορικά με την απόδοση του κάθε υποψηφίου κατά την προσωπική συνέντευξη, καταγράφεται στα πρακτικά. Στη συνέχεια, το Συμβούλιο Κρίσεως, αφού μελετήσει το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων, το ατομικό δελτίο, τις εκθέσεις της Επιτροπής Αξιολόγησης, καθώς και τα αποτελέσματα των προσωπικών συνεντεύξεων, αξιολογεί και βαθμολογεί τον κάθε υποψήφιο πάνω σε ειδικό έντυπο που καθορίζεται πάλι από τον Αρχηγό της Αστυνομίας και εγκρίνεται από τον Υπουργό.

Ακολούθως, το Συμβούλιο Κρίσεως καταρτίζει κατάλογο των συστηνομένων για προαγωγή, τον οποίο και υποβάλλει στον Αρχηγό της Αστυνομίας ο οποίος, αφού λάβει υπόψη όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στα σχετικά έντυπα, στον προσωπικό φάκελο και το ατομικό δελτίο του κάθε υποψηφίου, και αφού τα συνεκτιμήσει και αξιολογήσει στο σύνολό τους, έχοντας ως κριτήριο την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα του κάθε υποψηφίου, και αφού αποφασίσει ποιον ή ποιους θα προάξει, απευθύνει επιστολή προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, μαζί με όλα τα στοιχεία για τον κάθε υποψήφιο, ζητώντας την έγκρισή του για την προτεινόμενη προαγωγή ή προαγωγές. Μετά την έγκριση του Υπουργού ο προαγόμενος ή οι προαγόμενοι ενημερώνονται σχετικά, με επιστολή του Αρχηγού της Αστυνομίας, η δε προαγωγή ή προαγωγές δημοσιεύονται στις Εβδομαδιαίες Διαταγές της Αστυνομίας.

Η πιο πάνω διαδικασία ακολουθήθηκε και στην προκείμενη περίπτωση. Αφού προηγήθηκε η διαδικασία της Επιτροπής Αξιολόγησης και υποβλήθηκε η σχετική έκθεση, μαζί με τον κατάλογο όλων των προσοντούχων, το Συμβούλιο Κρίσεως σύστησε για προαγωγή αριθμό υποψηφιών, μεταξύ των οποίων δεν περιλαμβανόταν ο αιτητής. Περιλαμβάνονταν τα ενδιαφερόμενα μέρη, που τελικά προάχθηκαν από τον Αρχηγό της Αστυνομίας με την έγκριση του Υπουργού.

Προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ως λόγος ακυρώσεως ότι η σύσταση του Συμβουλίου Κρίσεως, ως πράξη προπαρασκευαστική της προσβαλλόμενης απόφασης, πάσχει ως αναιτιολόγητη, αφού για τις επιπρόσθετες μέχρι 10 βαθμούς μονάδες, τις οποίες το Συμβούλιο Κρίσεως δύναται να αποδώσει στους υποψηφίους με αναφορά στα «στοιχεία του προσωπικού φακέλου και ατομικού δελτίου», και τις οποίες απέδωσε στους υποψηφίους, και ιδιαίτερα στον Αιτητή και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη, δεν παρέχεται οποιαδήποτε ή/και επαρκής αιτιολογία.

Κρίνω ότι ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί. Το Συμβούλιο Κρίσεως απέδωσε τις επιπρόσθετες μονάδες που απέδωσε, με αναφορά στα στοιχεία των προσωπικών φακέλων και ατομικών δελτίων των υποψηφίων, χωρίς να προσδιορίσει ποια ήταν αυτά τα στοιχεία ώστε να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος της αιτιολογίας της ανάλογης αξιολόγησης. Το γεγονός τούτο, και μόνο, καθιστά την τελική απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας, για προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών, τρωτή. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Κωνσταντινίδη, Δ. στην υπόθεση Ευθυμίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Προσφυγές Αρ. 165/97 κ.α, απόφαση ημερομηνίας 14.12.1998, το σκεπτικό της οποίας με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο:

«Το Συμβούλιο Κρίσης απέδωσε αυτές τις επιπρόσθετες μονάδες με αναφορά, σύμφωνα με το έντυπο, στα «στοιχεία του προσωπικού φακέλλου και ατομικού δελτίου». Ποια ήταν αυτά τα στοιχεία δεν προσδιορίστηκε. Αυτή η κρίσιμης σημασία αξιολόγηση παρέμεινε εντελώς αναιτιολόγητη. Οι καθ΄ων η αίτηση λέγουν πως η αιτιολογία προκύπτει ακριβώς από τους προσωπικούς φακέλλους και τα ατομικά δελτία. Αυτό ισοδυναμεί με πρόσκληση να ενδιατρίψουμε τώρα σ΄ αυτά για να κρίνουμε εμείς τι απ΄ όλα δικαιολογεί τη μια ή την άλλη βαθμολογία. Είναι σταθερά νομολογημένο πως οι φάκελλοι προσφέρονται ως αιτιολογικό έρεισμα μόνο αν προκύπτει από το περιεχόμενό τους, κατά τρόπο σαφή και αναντίλεκτο, τι ακριβώς οδήγησε στην ορισμένη κρίση. (βλ. Vassiliou v. Republic (1982) 3 CLR 220 και Πιπερίδης ν. Δημοκρατία (1995) 3 ΑΑΔ 134).

Δεν παρέχεται τέτοια δυνατότητα εδώ. Η κάθε πλευρά επικαλείται τα δικά της και η όποια κρίση τώρα θα ήταν πρωτογενής, έξω από το δικαιοδοτικό πλαίσιο. .......................... Όπως υπέδειξα απουσιάζει εντελώς και δεν παρέχεται καμιά απολύτως δυνατότητα άσκησης δικαστικού ελέγχου. Επιπρόσθετο, ενδεικτικό της σημασίας του κενού που εντοπίζεται είναι και το γεγονός ότι, όπως υποδεικνύει ο αιτητής Ευθυμίου, κατά τις κρίσεις των ετών που προηγήθηκαν, το Συμβούλιο Κρίσης του απένειμε διαφορετικό αριθμό μονάδων.

Στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας σε σχέση με την κρίση του Συμβουλίου Κρίσης και επηρεάζεται η νομιμότητα της σύστασής του. Οι προαγωγές, αφού πραγματοποιήθησαν κατ΄ αποκλεισμό των αιτητών που δεν συστήθηκαν, είναι άκυρες.»

(Βλ. επίσης, μεταξύ άλλων, Μουστάκας κ.α. ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 172/98, 25.2.2000, Λιμνατίτης ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 195/99, 17.5.2000, Χήρας ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 216/99, 17.5.2000 και Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 511/99, 4.9.2000).

Ενόψει της κατάληξής μου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ακυρωτέα, λόγω έλλειψης αιτιολογίας της βαθμολογίας του Συμβουλίου Κρίσεως, στη βάση των στοιχείων του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου του αιτητή και των ενδιαφερόμενων μερών, δεν κρίνω σκόπιμο να υπεισέλθω στους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που προβάλλονται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

Ρ. Γαβριηλίδης

Δ.

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο