ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2000) 4 ΑΑΔ 937

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 1475/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

INTERSOX LTD,

Αιτητών

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. του Υπουργείου Οικονομικών,

2. Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας,

Καθ΄ ων η αίτηση

---------------------------

27 Σεπτεμβρίου 2000

Για τους αιτητές: Π. Κακογιάννη για Κ. Καλλή και Δ. Καλλή.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ε. Γεωργίου-Αντωνίου,

Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Τα βασικά δεδομένα της υπόθεσης συνοψίζονται στο ακόλουθο απόσπασμα έκθεσης, ετοιμασθείσας στις αρχές Σεπτεμβρίου 1999 από λειτουργό της υπηρεσίας του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, το οποίο οι αιτητές, με την αγόρευση των συνηγόρων τους, δέχθηκαν ότι ορθά τα απεικόνιζε:

"Το υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο άρχισε τις δραστηριότητες του τον Νοέμβριο 1997. Η επιχείρηση αποκτήθηκε ως λειτουργούσα από την εταιρεία Leopard Textiles Limited (αρ. μητρώου Φ.Π.Α. 10041756F). Διευθυντής και μέτοχος είναι ο Λάμπρος Αχιλλέως ο οποίος μέχρι και τον Οκτώβριο 1997 ήταν διευθυντής και μέτοχος στην εταιρεία Leopard Textiles Limited. Τον Οκτώβριο 1997 πώλησε τις μετοχές που είχε στην Leopard Textiles Limited και ίδρυσε την εταιρεία Intersox Limited.

Μέχρι και τον Ιούνιο 1998 η εταιρεία είχε παραγωγή καλτσών. Όμως από τον Ιούλιο 1998 ο Λάμπρος Αχιλλέως άρχισε συνεργασία με Συριακό εργοστάσιο καλτσών στο οποίο έχει και μετοχές 49% και εισάγει σχεδόν αποκλειστικά από την Συρία έτοιμες κάλτσες ή σχεδόν έτοιμες.

Την περίοδο μέχρι και τον Ιούνιο 1998 υπήρχαν 13 άτομα στην παραγωγή, 3 πλασιέ, μια υπάλληλος γραφείου και ο διευθυντής Λάμπρος Αχιλλέως. Μετά έμειναν 4 άτομα στην παραγωγή, 1 υπάλληλος γραφείου και δύο πλασιέ.

Δραστηριότητες

Η επιχείρηση ασχολήθηκε με την κατασκευή και το χονδρικό εμπόριο παιδικών (μηδενικού φορολογικού συντελεστή) και ανδρικών (θετικού φορολογικού συντελεστή) καλτσών μέχρι και τον Ιούνιο 1998. Εισήγαγε πρώτες ύλες, όπως νήματα και κλωστές από χώρες της Άπω Ανατολής και από Ευρωπαϊκές χώρες. Αγοράστηκαν από την Leopard Textiles Limited είκοσι πέντε μηχανές.

Από τον Ιούλιο 1998 μέχρι και σήμερα η παραγωγή καλτσών στο εργοστάσιο μειώνεται συνεχώς και τώρα είναι στο 10% περίπου. Ο λόγος για την μείωση αυτή είναι γιατί ο Λάμπρος Αχιλλέως άρχισε συνεργασία με Συριακό εργοστάσιο στο οποίο έχει 49% των μετοχών το οποίο παράγει κάλτσες. Έτσι τώρα εισάγει σχεδόν 90% των πωληθέντων καλτσών από την Συρία. Όπως μου έχει αναφέρει αρχικά οι πωλήσεις ανδρικών καλτσών (θετικού συντελεστή) ήταν στο 25% περίπου των εκροών ενώ τώρα έχει μειωθεί στο 10%.

Την περίοδο αυτή το υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο δραστηριοποιείται για έναρξη εξαγωγών σε διάφορες Αραβικές χώρες."

 

Αποτέλεσε λοιπόν κοινή αφετηρία το ότι η αιτήτρια απέκτησε την επιχείρηση της Leopard Textiles Ltd ως λειτουργούσα επιχείρηση. Κι αυτό παρόλο που εν συνεχεία διατυπώθηκε αμφισβήτηση εκ μέρους της αιτήτριας στο πλαίσιο προώθησης άποψης η οποία είχε ως άξονα τη μεταβολή που σημειώθηκε τον Ιούνιο του 1998. Πάντως, καθώς διαπίστωσα, τα όσα αναφέρονται στην εν λόγω έκθεση σχετικά με το ζήτημα δικαιολογούνται πλήρως από τις περιστάσεις της μεταβίβασης των περιουσιακών στοιχείων της μιας εταιρείας στην άλλη κατά το Νοέμβριο του 1997, μεταβίβασης για την οποία, ας σημειωθεί, δεν υπήρξε από άποψης εγγράφων ο,τιδήποτε άλλο από ένα τιμολόγιο της Leopard Textiles Limited.

Η σημασία της μεταβίβασης επιχείρησης ως λειτουργούσας έγκειται στο ότι το άλλως υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, στην οποία ανήκε, δεν υπέχει υποχρέωση να καταβάλει φόρο εκροών. Προβλέπεται με το εδάφιο (11)(α) του άρθρου 6 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν. 246/90 όπως τροποποιήθηκε) ότι:

"(11) Εάν η ιδιότητα οποιουδήποτε προσώπου ως υποκείμενου στο φόρο τερματιστεί, τότε οποιαδήποτε αγαθά τα οποία κατά το χρόνο του τερματισμού αποτελούσαν το όλο ή μέρος των περιουσιακών στοιχείων επιχείρησης την οποία το πρόσωπο αυτό ασκούσε θεωρούνται ότι παραδίδονται από το ίδιο, αμέσως πριν από τον τερματισμό της ιδιότητάς του αυτής, μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησής του, εκτός εάν -

(α) Η επιχείρηση μεταβιβαστεί σε άλλο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ως λειτουργούσα επιχείρηση (going concern), ........"

Έπειτα, στον Καν. 7(α) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Προσδιορισμός Ορισμένων Συναλλαγών) Κανονισμών που εκδόθηκαν βάσει του άρθρου 6(14) - βλ. Κ.Δ.Π. 202/91 - εξειδικεύονται τα ακόλουθα αναφορικά με το ζήτημα:

"7. Δεν θεωρείται ούτε ως παράδοση αγαθών ούτε ως παροχή υπηρεσιών οποιαδήποτε από τις ακόλουθες μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων επιχείρησης, δηλαδή -

(α) η μεταβίβαση από οποιοδήποτε πρόσωπο περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησής του σε άλλο πρόσωπο στο οποίο μεταβιβάζεται η επιχείρηση ως λειτουργούσα επιχείρηση, νοουμένου ότι -

(i) τα περιουσιακά στοιχεία θα χρησιμοποιηθούν από το πρόσωπο προς το οποίο μεταβιβάζονται για την άσκηση επιχείρησης του ίδιου είδους με την επιχείρηση που ασκούσε το πρόσωπο το οποίο μεταβιβάζει, ανεξάρτητα εάν θα αποτελεί μέρος οποιασδήποτε υπάρχουσας επιχείρησης του, και·

(ii) το πρόσωπο το οποίο μεταβιβάζει είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, και το πρόσωπο προς το οποίο μεταβιβάζονται τα περιουσιακά στοιχεία είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ή καθίσταται υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, αμέσως, ως αποτέλεσμα της μεταβίβασης."

 

Κατόπιν που ο Έφορος προέβη σε έλεγχο της επιχείρησης των αιτητών για την περίοδο από 1 Οκτωβρίου 1997 μέχρι 30 Απριλίου 1999, ακολούθησε βεβαίωση φόρου που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 10 Σεπτεμβρίου 1999. Η απόφαση για τη βεβαίωση φόρου κάλυψε διάφορες πτυχές μεταξύ των οποίων και την υπό συζήτηση σε σχέση με την οποία οι αιτητές είχαν διεκδικήσει φόρο εισροών ύψους £5.814,97. Ο Έφορος κατέληξε ότι δεν είχαν εν προκειμένω τέτοιο δικαίωμα. Παραθέτω το μέρος της επιστολής όπου εξηγείται αυτή η κατάληξη:

"Διεκδικήσατε πίστωση φόρου £5814,97 τον οποίο υπολογίσατε με εσωτερική υφαίρεση στο ποσό που πληρώσατε, δηλαδή £78500,00, επί του τιμολογίου ημερομηνίας 16/11/97, χωρίς αριθμό, που εξέδωσε η εταιρεία Leopard Textiles Limited, για ποσό £88500,00 και αφορούσε μεταβίβαση λειτουργούσας επιχείρησης. Η εν λόγω συναλλαγή δεν θεωρείται φορολογητέα πράξη με βάση τον κανονισμό 7 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Προσδιορισμός Ορισμένων Συναλλαγών) Κανονισμών του 1991 (ΚΔΠ 202/91), αφού διαπιστώθηκε μεταξύ άλλων ότι:

α) τα περιουσιακά στοιχεία μεταβιβάστηκαν για χρήση από (τον) εσάς στην άσκηση επιχείρησης παρομοίου είδους (παραγωγή καλτσών),

β) η επιχείρηση ή το μέρος της που μεταβιβάστηκε λειτουργούσε κατά το χρόνο της μεταβίβασης,

γ) κατά τον χρόνο της μεταβίβασης ήσασταν υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο και,

δ) δεν υπήρξε σημαντική διακοπή στην συνήθη άσκηση της επιχείρησης στο διάστημα που ακολούθησε την μεταβίβαση.

Εξάλλου στο τιμολόγιο που κατέχετε δεν χρεώθηκε Φ.Π.Α., συνεπώς το ποσό που διεκδικήσατε δεν έχει καταστεί αντίστοιχα οφειλόμενος φόρος εκροών όπως απαιτεί ο κανονισμός 3(1)(α) και (β) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φόρος Εισροών) Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 208/91)."

Με την προσφυγή προσβάλλεται το μέρος της απόφασης για τη βεβαίωση φόρου, το οποίο αφορά στο ποσό των £5.814,97. Προωθήθηκε η θέση, όπως τη συνόψισαν με τη γραπτή αγόρευση τους οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της αιτήτριας, "ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι το αποτέλεσμα ανεπαρκούς έρευνας και πάρθηκε χωρίς να ληφθούν υπόψη όλοι οι σχετικοί και ουσιώδεις παράγοντες. Σαν τέτοια η προσβαλλόμενη απόφαση είναι το αποτέλεσμα πλημμελούς άσκησης διακριτικής ευχέρειας και συνιστά απόφαση αντίθετη προς το Νόμο εντός της έννοιας του αρ. 146 του Συντάγματος (Frangides & another v. Republic (1968) 3 C.L.R. 90 Xapolytos & another v. Republic (1967) 3 C.L.R. 703, Carayiannis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 341, Tryfon v. Republic (1968) 3 C.L.R. 28)."

Αναλύοντας αυτή τη θέση στα επιμέρους, οι συνήγοροι υπέβαλαν ότι τα μεταβιβασθέντα περιουσιακά στοιχεία δεν αποκτήθηκαν για να χρησιμοποιηθούν για την άσκηση επιχείρησης του ίδιου είδους και επομένως ο Καν. 7(α)(i), τον οποίο εφάρμοσε ο Έφορος, δεν κάλυπτε την περίπτωση. Οι συνήγοροι έδωσαν έμφαση στη φράση "θα χρησιμοποιηθούν". Εισηγήθηκαν σχετικά πως αυτή σήμαινε χρησιμοποίηση "για κάποια ουσιαστική περίοδο στο μέλλον". Δηλαδή, εν προκειμένω, περίοδο μεγαλύτερη από την περίοδο μεταξύ Νοεμβρίου 1997 και τέλος Ιουνίου 1998 που άρχισε η μείωση στην παραγωγή καλτσών. Προσθέτω για πληρότητα πως αυτή η μεταβολή κατά το τέλος Ιουνίου 1998 αποτέλεσε και τον άξονα της αμφισβήτησης, στην οποία ήδη αναφέρθηκα, ότι η επιχείρηση μεταβιβάστηκε ως λειτουργούσα. Στην αγόρευση των συνηγόρων αναφέρονται σχετικά τα εξής: "Με βάση τα γεγονότα, αυτό που μεταβιβάστηκε είναι "αδρανής σύναξη μηχανημάτων" (inert aggregation of plant) εφόσον από τον Ιούνιο του 1998 η επιχείρηση έπαυσε να χρησιμοποιεί τα μηχανήματα. Δεν έχει επομένως λάβει χώραν μεταβίβαση επιχείρησης ως `λειτουργούσα επιχείρηση΄ και για τον λόγο αυτό δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Κανονισμού 7(α)(i)". Επίσης έδωσαν έμφαση στη φράση "επιχειρήσεις του ιδίου είδους". Επικαλέστηκαν, σε σχέση και με αυτήν, τη μεταβολή τον Ιούνιο του 1998 λέγοντας ότι έκτοτε οι αιτητές "έπαυσαν να κατασκευάζουν κάλτσες" και ότι "η επιχείρηση έπαυσε να χρησιμοποιεί τα μηχανήματα". Όμως, όπως έγινε παραδεκτό, η παραγωγή από το τέλος Ιουνίου 1998 δεν σταμάτησε, απλώς άρχισε έκτοτε να μειώνεται με αποτέλεσμα κατά το Σεπτέμβριο του 1999, δηλαδή κάπου δεκατέσσερις μήνες αργότερα, η παραγωγή να βρισκόταν "στο 10% περίπου". Αναφορικά με την ίδια πτυχή υποβλήθηκε και ότι "η μετατροπή της επιχείρησης από επιχείρηση κατασκευής σε επιχείρηση εισαγωγής και πώλησης καλτσών σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μετά την επίδικη μεταβίβαση αποτελούσε ένα πολύ σχετικό και ουσιώδη παράγοντα" ο οποίος δεν διερευνήθηκε και δεν λήφθηκε υπόψη. Τέλος υποβλήθηκε πως δεν διερευνήθηκε ακόμα ένας ουσιώδης παράγοντας που ήταν το "κατά πόσο η επιχείρηση άρχισε να λειτουργεί αμέσως μετά τη μεταβίβαση ή αδράνησε για οποιοδήποτε διάστημα".

Κατά την άποψη μου, η θέση της αιτήτριας είναι, σε όσα τη συνθέτουν, αβάσιμη. Έχω ήδη αναφερθεί στη διαπίστωση πως επρόκειτο για περίπτωση μεταβίβασης λειτουργούσας επιχείρησης στην αιτήτρια. Είναι δε προφανές πως η αιτήτρια συνέχισε την ίδια επιχείρηση· ούτε και το αμφισβήτησε αυτό πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Αν δεν εξειδικεύθηκε, αυτό ήταν μόνο διότι καθίστατο αυτονόητο. Τα περιουσιακά στοιχεία της Leopard Textiles Ltd τα οποία μεταβιβάστηκαν στην αιτήτρια στο πλαίσιο της μεταβίβασης λειτουργούσας επιχείρησης προορίζονταν να χρησιμοποιηθούν για την άσκηση της ίδιας επιχείρησης ή επιχείρησης του ίδιου είδους. Και, καθώς προκύπτει, στην πραγματικότητα χρησιμοποιήθηκαν για αυτό το σκοπό, σε πλήρη βάση για περίπου επτά μήνες και έπειτα με μειωμένη παραγωγή. Αλλά η χρονική και ποσοτική έκταση της χρησιμοποίησης δεν ενδιαφέρει εν προκειμένω. Εκείνο που είχε σημασία ήταν το ότι έγινε χρησιμοποίηση που δικαιολογούσε ό,τι στο σχετικό Κανονισμό εκφράζεται ως ο προορισμός των περιουσιακών στοιχείων. Δεν διακρίνω λοιπόν οποιοδήποτε σφάλμα στον τρόπο με τον οποίο ο Έφορος προσέγγισε το ζήτημα.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο