ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 1225/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Μάρως Βαρέλια
Αιτήτρ ιας
και
Κυπριακή Δημοκρατία μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
-----------
6 Σεπτεμβρίου 2000
Για την αιτήτρια: Ε. Ελευθερίου.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Ξ. Ευσταθίου.
Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Α. Ευσταθίου.
------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια διεκδίκησε, μαζί με άλλους Τεχνικούς Χημείου 1ης Τάξης, προαγωγή στη θέση Ανώτερου Τεχνικού Χημείου (Τακτικός Προϋπολογισμός), Γενικό Χημείο. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, με την απόφασή της ημερομηνίας 15.9.98, επέλεξε τη Μυροφόρα Αλεξάνδρου και την προήγαγε αναδρομικά, θα δούμε γιατί, από 15.9.92. Η αιτήτρια προσβάλλει την προαγωγή.
Η Αλεξάνδρου δεν υστερεί έναντι της αιτήτριας με βάση τη βαθμολογία τους στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Αντίθετα εμφανίζει, στο σύνολο, δια μέσου των ετών, σε κάποιο βαθμό, καλύτερη εικόνα. Περαιτέρω, είναι αρχαιότερη της αιτήτριας και διαθέτει προσόντα πέραν του απολυτηρίου σχολής μέσης εκπαίδευσης που είναι το μόνο της
αιτήτριας. Εν τούτοις, η αιτήτρια υποστηρίζει όχι μόνο πως παρείσφρυσαν πλημμέλειες στις διεργασίες επιλογής αλλά και πως υπερείχε εκδήλως. Είναι ασυνήθιστη η περίπτωση και πρέπει να ανατρέξουμε στο ιστορικό της.Στο πλαίσιο της αρχικής διαδικασίας που συμπληρώθηκε το 1992, τέθηκε ζήτημα αναφορικά με την καθόλου δυνατότητα της Αλεξάνδρου να διεκδικήσει προαγωγή. Προέκυψε πως δεν εκτελούσε τα καθήκοντα της θέσης που κατείχε αλλά γραμματειακά και λογιστικά καθήκοντα και το ερώτημα ήταν αν θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε όλες τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας της ανώτερης θέσης. Η Διευθύντρια του Γενικού Χημείου υποστήριξε ένθερμα την Αλεξάνδρου. Εξήγησε πως κάθε άλλο παρά ήταν από δική της ευθύνη που δεν ασκούσε τα καθήκοντα της θέσης. Οι διευθυντές, επί σειρά ετών, τη χρησιμοποίησαν για να αντιμετωπιστούν οι υπηρεσιακές ανάγκες, μάλιστα παρά τις κατά καιρούς ενστάσεις της. Ο ενδεχόμενος αποκλεισμός της θα έστελλε το μήνυμα "ότι θυματοποιείται μια υπάλληλος την οποία έχω χρησιμοποιήσει, αξιοποιώντας τα προτερήματά της για κάποια άλλα καθήκοντα". Εν πάση περιπτώσει, έστω μετά από κάποια εκπαίδευση, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί προς εκτέλεση και καθηκόντων της ανώτερης θέσης.
Δεν επικράτησε αυτή η άποψη. Σύμφωνα με γνωμάτευση από τη Νομική Υπηρεσία αφού δεν θα ήταν σε θέση να εκτελεί ορισμένα από τα καθήκοντα της θέσης "δεν μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη για προαγωγή." Σ΄αυτά στηριζόμενη η ΕΔΥ, όπως σημείωσε, "αποφάσισε ότι αυτή δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως δικαιούμενη σε προαγωγή και για το λόγο αυτό απέκλεισε την υποψηφιότητά της από την οποιαδήποτε περαιτέρω εξέταση στο πλαίσιο της κρινόμενης διαδικασίας". Σύγκριση δε μεταξύ των υπόλοιπων υποψηφίων ανέδειξε, ως τις καλύτερες, την αιτήτρια και τη Στέλλα Γεωργιάδου τις οποίες και προήγαγε. Ασκήθηκε προσφυγή κατά της προαγωγής της αιτήτριας και η πιο πάνω προσέγγιση αποδοκιμάστηκε. Το ίδιο και κατά την έφεση που ακολούθησε. (Βλ. Μυροφόρα Αλεξάνδρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 819/92 ημερομηνίας 7.2.95 και Δημοκρατία ν. Μυροφόρα Αλεξάνδρου ΑΕ 2058 ημερομηνίας 28
.11.97). Είναι χρήσιμο να έχουμε υπόψη ολόκληρο το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας (πλειοψηφία) που εξέδωσε ο Πικής Π."Αδιαμφισβήτητο είναι ότι η εφεσίβλητη κατείχε τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα και υπηρεσία για προαγωγή στην υπό πλήρωση θέση. Επίσης είχε τη σύσταση της Προϊσταμένης του Τμήματος. Προέκυψε θέμα αποκλεισμού της μετά τη διαπίστωση ότι λόγω του περιορισμένου κύκλου των καθηκόντων που της είχαν ανατεθεί στη θέση που κατείχε δεν απέκτησε την αναγκαία πείρα και γνώσεις για την εκτέλεση μέρους των καθηκόντων της θέσης στην οποία διεκδικούσε προαγωγή. Το κενό στις λειτουργικές δυνατότητες της εφεσίβλητης θα μπορούσε να πληρωθεί μετά από σύντομη εκπαίδευση της, όπως εξήγησε η Προϊσταμένη. Υπάρχουν, όπως το έθεσε,
Χωρίς αυτό να είναι ουσιώδες, μπορεί να σημειωθεί ότι η εφεσίβλητη υπέβαλλε, κατά καιρούς, ενστάσεις στον περι-ρισμό των καθηκόντων σ΄εκείνα τα οποία της ανατίθεντο. Στα διαβήματά της δεν υπήρξε ανταπόκριση. Προκύπτει ότι η αδυναμία της να εκτελέσει μέρος των καθηκόντων της θέσης του Ανώτερου Τεχνικού Χημείου οφειλόταν αποκλειστικά στον περιορισμό, από την προϊσταμένη αρχή, των καθηκόντων τα οποία εκτελούσε στη θέση όπου υπηρετουσε.
Το πρώτο και βασικό ερώτημα αφορά την ορθότητα της διαπίστωσης της ΕΔΥ ότι η εφεσίβλητη εστερείτο του δικαιώματος να προαχθεί. Το δικαίωμα προαγωγής συναρτάται αποκλειστικά με την κατοχή των προσόντων τα οποία προβλέπει το σχέδιο υπηρεσίας. Η απόφαση της ΕΔΥ και η συμβουλή του γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα επί του ιδίου θέματος, ότι η αδυναμία της εφεσίβλητης να εκτελέσει ορισμένα από τα καθήκοντα της θέσης την αποστερούσε του δικαιώματος να προαχθεί ή ακριβέστερα των προσόντων να τύχει προαγωγής, είναι νομικά εσφαλμένη. Η νομολογία επί του θέματος είναι σαφής. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Α. Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Αρ. Υπ. 524/88 - 31.8.1990, Α. Γεωργίου και ΄Αλλοι ν. ΕΔΥ Αρ. Υπ. 1040/87, 46/88 - 12.12.1990, και Γ. Φιλιαστίδη ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου Αρ. Υπ. 633/94 - 27.4.1995.) Η κατοχή των προσόντων που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας στοιχειοθετεί το δικαίωμα για προαγωγή. (Βλ. Republic v. Pericleous and Others (1984) 3 CLR 577, Δημοκρατία ν. Ανδρέου & άλλων (1993) 3 ΑΑΔ 153, Χριστοδουλίδης ν. ΕΔΥ (1995) 3 ΑΑΔ 158). Η δυνατότητα και επάρκεια των υποψηφίων να εκπληρώσουν τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης ανάγεται στην καταλληλότητα των υποψηφίων και τη συγκριτική τους αξία.
Το σφάλμα το οποίο έχουμε διαπιστώσει καθιστά άκυρη τόσο την απόφαση για τον αποκλεισμό της εφεσίβλητης όσο και το διορισμό του ενδιαφερομένου προσώπου. Μπορεί να προσθέσουμε ότι και ως προς την ουσία του ζητήματος η απόφαση της ΕΔΥ είναι εσφαλμένη. Κενό στην πείρα ή τις γνώσεις υποψηφίου για προαγωγή που ανάγεται
στον περιορισμό των καθηκόντων που του ανατέθηκαν στη θέση που κατέχει, δεν μπορεί να προσμετρήσει αρνητικά στις διεκδικήσεις του για προαγωγή. Η Ελληνική νομολογία σταθερά ορίζει ότι οι διεκδικήσεις υπαλλήλου για προαγωγή δεν μπορεί να επηρεαστούν δυσμενώς από το γεγονός ότι ο κύκλος των καθηκόντων που του ανατίθεντο μέσα στα πλαίσια της υπηρεσίας του ήταν περιορισμένος. Αντίθετη θέση θα απέληγε σε θυματοποίησή του για λόγους ανεξάρτητους από την ετοιμότητα να εκτελέσει κάθε πτυχή των καθηκόντων της θέσης που κατέχει. (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1959, σελίδα 267). Επίσης, θα άφηνε στη διακριτική ευχέρεια του Προϊσταμένου την παροχή της πρέπουσας ευκαιρίας στους υπαλλήλους του Τμήματος να αποκτήσουν τα δέοντα για προαγωγή, γεγονός που θα είχε δυσμενείς προεκτάσεις στη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας. Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακολουθεί κατά γράμμα την Ελληνική νομολογία στο επίμαχο ζήτημα. (Βλ., Ανδρούλλα Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Υπ. αρ. 524/88 - 31.8.1990, Ανδρόνικου Γεωργίου και ΄Αλλοι ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπ. αρ. 1040/87 και 46/88 - 12.12.1990, Γρηγόρη Φιλιαστίδη ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου Υπ. αρ. 633/94 - 27.4.1995).Κρίνουμε, ότι οι διαπιστώσεις και κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ορθά. Παράνομα αποκλείστηκε η εφεσίβλητη ως υποψήφια για προαγωγή."
Κατά την επανεξέταση που ακολούθησε η Διευθύντρια σύστησε εκ νέου την Αλεξάνδρου και η ΕΔΥ την επέλεξε. Παρέπεμψε συναφώς στα στοιχεία των φακέλων σε σχέση με τα καθιερωμένα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας και διαπίστωσε υπεροχή της. ΄Οπως διευκρίνησε σε σχέση με την αξία, η Αλεξάνδρου δεν υστερούσε κανενός με βάση τις αξιολογήσεις στις ετήσιες εμπιστευτικές /υπηρεσιακές εκθέσεις. ΄Οπως το έθεσε, "βρίσκεται στο
Η αιτήτρια υποστηρίζει πως η απόφαση της ΕΔΥ ήταν αναιτιολόγητη και πως, εν πάση περιπτώσει, δεν ήταν το αποτέλεσμα, όπως και η σύσταση, οφειλόμενης σύγκρισης της με την Αλεξάνδρου. Δεν μπορώ να συμμεριστώ αυτή την άποψη. Δεν βρίσκει έρεισμα στα δεδομένα τα οποία, αντίθετα, σαφώς δείχνουν επιλογή που ακριβώς αιτιολογήθηκε με συγκριτική αναφορά στους υποψηφίους. Χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία κρίσης που αναντιλέκτως προκύπτουν από τους φακέλους και, βέβαια, το κατά πόσο άλλα πιο σημαντικά όπως είναι η κεντρική εισήγηση της αιτήτριας, παραγνωρίστηκαν ή δεν προσεγγίστηκαν στην ορθή τους διάσταση, είναι διαφορετικό θέμα. Εγείρεται και αυτό αλλά θα αναφερθώ προηγουμένως σε όσα αφορούν στη σύσταση.
Η Διευθύντρια αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της σύστασής της σε επεξηγήσεις σε σχέση με την ανάθεση στην Αλεξάνδρου άλλων καθηκόντων και είναι διάχυτο πως με την αναφορά της στις ιδιότητες και στις ικανότητες της στόχευε κυρίως στην επισήμανση των δυνατοτήτων που επέδειξε να διεκπεραιώνει την εργασία που της ανατίθεται, επομένως, και της επάρκειας της για την ανώτερη θέση. Η περίπτωση είναι εντελώς ιδιότυπη και δεν μπορεί να παραλληλιστεί προς εκείνη της υπόθεσης Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ΑΕ 2037 ημερομηνίας 20.11.98 που επικαλέστηκε η αιτήτρια. Εκεί η δήλωση πως οι συστηνόμενοι ήταν άριστοι υπάλληλοι κατά διάκριση προς τον εφεσείοντα που επίσης ήταν άριστος με βάση τα στοιχεία των φακέλων, δημιουργούσε το ενδεχόμενο πλάνης. Δεν ήταν αυτό το νόημα της σύστασης εν προκειμένω ούτε οδήγησε, έστω κατά πιθανότητα, σε τέτοιας μορφής πλάνη. Η ΕΔΥ, αναφερόμενη στη σύσταση, εξήγησε την εμβέλειά της. ΄Οπως σημείωσε, από αυτή "διαφαίνεται ότι είναι μια υπάλληλος με πολλές δυνατότητες και ψηλή απόδοση". Αυτά, στο πλαίσιο των δεδομένων, δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθούν και η ΕΔΥ, κρίνοντας ότι η σύσταση "ενισχύει ακόμα περισσότερο την αξία της", όπως προκύπτει, είχε κατά νούν τις προοπτικές που αυτά διάνοιγαν. Είναι προφανές ότι τόσο κατά τη Διευθύντρια όσο και κατά την ΕΔΥ δεν υπήρχε λόγος για παραγκωνισμό, σε τελική ανάλυση θυματοποίησης της αρχαιότερης υπαλλήλου που τουλάχιστον δεν υστερούσε σε προσόντα, όταν δεν υστερούσε έναντι ουδενός σε αξία και ο,τιδήποτε αφορούσε στην ποιότητα της ως τότε προσφοράς της, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τις ανατίθενταν, μόνο εγκωμιαστικά σχόλια θα ήταν δυνατό να προκαλέσει.
Η αιτήτρια έθιξε και ορισμένα επί μέρους θέματα, η απάντηση σ΄αυτά μπορεί να είναι σύντομη και θα τα εξετάσω πριν προχωρήσω στον τελικό ισχυρισμό της πως υπερέχει εκδήλως. Η Διευθύντρια αναφέρει πως ενώ τα καθήκοντα που ανατίθενταν στην Αλεξάνδρου ήταν λογιστικά, κατά καιρούς της ανατίθενταν και εργαστηριακά. Επίσης ότι είχε, κατά καιρούς, ζητήσει να τις ανατεθούν αντί των λογιστικών, εργαστηριακά καθήκοντα. Η αιτήτρια
λέγει πως αυτά δεν υποστηρίζονται από το περιεχόμενο των φακέλων. Ως προς το πρώτο σκέλος είναι φανερό πως η Διευθύντρια δεν αναφερόταν σε επίσημη ανάθεση εργαστηριακών καθηκόντων ώστε η μή αναφορά σ΄αυτό στους φακέλους να προσλαμβάνει τη σημασία που του αποδίδει η αιτήτρια. Ως προς το δεύτερο, ήταν ρητή η δήλωση της Διευθύντριας πως η Αλεξάνδρου ζήτησε και από την ίδια να την τοποθετήσει στο εργαστήριο και τις παραστάσεις της Αλεξάνδρου προς αυτή την κατεύθυνση τις έχουμε ως γεγονός και από τις δικαστικές αποφάσεις που προηγήθηκαν. Με την προσθήκη, μάλιστα, η οποία ισχύει και εδώ, πως αυτό δεν είναι ουσιώδες. ΄Οτι ήταν και είναι ουσιώδες είναι το γεγονός ότι η Αλεξάνδρου εκτελούσε τα καθήκοντα που τις ανατίθενταν και, περαιτέρω, το γεγονός ότι εξ αυτών, έστω και εάν άσκησε περιστασιακά κάποια εργαστηριακά καθήκοντα, δεν μπορούσε, χωρίς άλλα, να εκτελέσει όλα τα καθήκοντα της ψηλότερης θέσης. Είδαμε ότι η Ολομέλεια τόνισε πως " η αδυναμία της Αλεξάνδρου να εκτελέσει μέρος των καθηκόντων της θέσης του Ανώτερου Τεχνικού Χημείου οφειλόταν αποκλειστικά στον περιορισμό, από την Προϊσταμένη Αρχή, των καθηκόντων τα οποία εκτελούσε στη θέση που υπηρετούσε". Δεν δικαιολογείται δε ο φόβος μήπως, κατά την επανεξέταση, υπήρξε παρανόηση ως προς την εν τέλει αδυναμία που επισημάνθηκε.Η αιτήτρια, για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό της για έκδηλη υπεροχή, επικαλείται τη δυνατότητά της να διεξάγει χημικές εξετάσεις και αναλύσεις. Συναφώς, την πείρα που απέκτησε σ΄αυτό τον τομέα. Επισήμανε πως η απόφαση της Ολομέλειας, που αφορούσε στην δυνατότητα της Αλεξάνδρου να διεκδικήσει προαγωγή, δεν επεκτείνεται σε θέματα αφορώντα στη συγκριτική αξία τους και εισηγείται πως αυτό το ζήτημα είχε παραμείνει ανοικτό για κρίση κατά την επανεξέταση. ΄Ομως η απόφαση της Ολομέλειας υπενθύμισε πως
η αρχή κατά της θυματοποίησης υπαλλήλου, την οποία εξήγησε, είναι ευρύτερης σημασίας και αποκλείει το δυσμενή επηρεασμό των διεκδικήσεων υπαλλήλων για προαγωγή "από το γεγονός ότι ο κύκλος των καθηκόντων που του ανατίθετο μέσα στα πλαίσια της υπηρεσίας του ήταν περιορισμένος". Με αυτά υπόψη, μάλιστα, η αιτήτρια υποστηρίζει πως θυματοποιήθηκε η ίδια επειδή, κατά τη γνώμη της, με την αναφορά της Διευθύντριας στον επιτυχημένο τρόπο με τον οποίο η Αλεξάνδρου διεκπεραίωνε τα καθήκοντα που τις ανατίθενταν, αδικήθηκε γιατί δεν άσκησε και εκείνη τα ίδια καθήκοντα. Κάθε άλλο παρά ενείχε τέτοιο νόημα ή επέφερε τέτοιο αποτέλεσμα η σύσταση η οποία εμφανώς στόχευε προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς την αφαίρεση δηλαδή από την εικόνα των επιπτώσεων από τις επιλογές που έκαμναν οι προϊστάμενοι κατά την ανάθεση καθηκόντων στους υπαλλήλους. Ο δε συνυπολογισμός της πείρας που είχε, κατ΄αντίθεση προς την Αλεξάνδρου, αποκτήσει η αιτήτρια ακριβώς εξ αιτίας αυτών των επιλογών, θα σήμαινε εισαγωγή από την πίσω πόρτα ως στοιχείου κρίσης, εκείνου που η Ολομέλεια, κατά την πάγια νομολογία μας, αποδοκίμασε.Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας και η προσφυγή απορρίπτε-ται, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
/ΜΣι.