ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 4 ΑΑΔ 788
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 1221/99
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
STELEL CATERING LTD., από τη Λάρνακα
Αι τητών
και
Κυπριακή Δημοκρατία δια του
Υπουργείου Εμπορίου & Βιομηχανίας (Γραφείο Εφόρου Εταιρειών)
-----------------
6 Σεπτεμβρίου 2000
Για τους αιτητές: Α. Κεφάλας.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Λ. Χριστοδουλίδου-Ζανέττου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
Για την ενδιαφερόμενη εταιρεία: Ε. Χρυσοστομίδου.
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η Γαλλική εταιρεία Grands Moulins de Paris είναι ιδιοκτήρια στην Κύπρο του εμπορικού σήματος Delifrance (αρ. εγγραφής Β29715). Οι αιτητές, όπως παραδέχονται, "συνάντησαν" το σήμα στο Παρίσι και διεκδίκησαν εγγραφή της λέξης ως της εμπορικής επωνυμίας τους, σε σχέση με ομοειδείς εμπορικές δραστηριότητες. Η πραγματικότητα είναι χειρότερη, λέγει η ενδιαφερόμενη εταιρεία. Σύμφωνα με επιστολές που επισύναψαν στην αγόρευσή τους, διευθυντής των αιτητών επιχείρησε να εξασφαλίσει αντιπροσώπευση τους στην Κύπρο και, όταν χωρίς εξουσιοδότηση, άνοιξαν καφετερία με τέτοιο όνομα, του υπενθύμισαν πως αυτό τους ανήκε και τους κάλεσαν να σταματήσουν να το χρησιμοποιούν. Δεν θα χρειαστεί, όμως, να μας απασχολήσουν αυτές οι λεπτομέρειες.
Ο ΄Εφορος ενέκρινε την αίτηση, ενεγράφη η λέξη ως εμπορική επωνυμία των αιτητών (πιστοποιητικό ημερομηνίας 8.3.99 - αρ. εγγραφής18702α) και η ενδιαφερόμενη εταιρεία, με επιστολή των δικηγόρων της ημερομηνίας 25.6.99, κατ΄επίκληση του εμπορικού της σήματος, ζήτησε επανεξέταση. Η αντίδραση ήταν γρήγορη. Χειρόγραφο σημείωμα ημερομηνίας 12.7.99 καταγράφει την απόφαση:
"Να προχωρήσουμε με ανάκληση δ. πράξης καθότι εγκρίθηκε τ΄όνομα και ενεγράφη από παραδρομή (δηλ. δεν έγινε η δέουσα έρευνα)".
Ακολούθησε επιστολή του Εφόρου προς τους αιτητές ημερομηνίας 14.7.99 με πρόσκληση για τροποποίηση του ονόματος εντός ενός μηνός και, όταν εκείνοι αρνήθηκαν με την επιστολή του δικηγόρου τους ημερομηνίας 10.8.99, στις 14.9.99 τους πληροφόρησε για την ανάκληση της εγγραφής που έγινε.
Οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση και είναι ο βασικός τους ισχυρισμός πως ούτε ο περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμος Κεφ. 116, ούτε άλλος Νόμος παρέχει εξουσία για διαγραφή επωνυμίας για το λόγο που δόθηκε. Επειδή δε στην επιστολή του Εφόρου ημερομηνίας 14.7.99 γίνεται αναφορά και στις πρόνοιες της Σύμβασης του Παρισιού για την Προστασία της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας που κυρώθηκε με το Ν. 66/83, επικαλούνται την απαίτηση της για ίση μεταχείρηση αλλοδαπών και ημεδαπών επωνυμιών και την πρόνοιά της (όπως και του άρθρου 28 του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου Κεφ. 268) για διαγραφή σήματος ή επωνυμίας λογω μή χρήσης τους. Ισχυρίζονται συναφώς πως δεν είχε ερευνηθεί από τον ΄Εφορο αν η ενδιαφερόμενη εταιρεία χρησιμοποίησε οποτεδήποτε στην Κύπρο το σήμα που ενέγραψε.
Οι καθ΄ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ανέπτυξαν διαφορετικές απόψεις αναφορικά με τις δυνατότητες που παρέχουν το Κεφ. 116 και η Σύμβαση, σε άρθρα των οποίων παρέπεμψαν ιδίως σε σχέση με "παγκοίνως γνωστά εμπορικά σήματα" αλλά, στο τέλος, προσεγγίζουν το θέμα στην ορθή του διάσταση. Ο ΄Εφορος
άσκησε στην πραγματικότητα ενδιάθετη εξουσία για ανάκληση πράξης που ενέπιπτε στην αρμοδιότητά του, ως παράνομης. ΄Οπως ακριβώς στις υποθέσεις Cyprotoys & Crafts Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 944/88 ημερομηνίας 5.7.90, Δημοκρατίας ν. Θαλασσινού (1991) 3 ΑΑΔ 423 και Α & Ζ Laboratory Testing Centre Ltd v. Κυπριακή Δημοκρατία Προσφυγή 272/94 ημερομηνίας 5.6.98, στις οποίες παρέπεμψαν. Μπορεί δε να γίνει αναφορά και στις πιο πρόσφατες αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Δημοκρατία ν. Κασσέρα (1996) 3 ΑΑΔ 27 και Θέκλα Ιωαννίδου ν. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω ΑΕ 2350 ημερομηνίας 29.2.00, στις οποίες θεωρήθηκε ότι εγκύρως ανακλήθηκαν ως παράνομες αποφάσεις που, όπως διαπιστώθηκε εκ των υστέρων, λήφθηκαν κατά πλάνη περί τα πράγματα. ΄Οπως και εν προκειμένω. Ευθύς εξ αρχής η αναφορά σε εγγραφή της εμπορικής επωνυμίας από "παραδρομή" και σε ελλιπή έρευνα ευθέως φέρνει στην επιφάνεια την πλάνη πως δεν υπήρχε εγγεγραμμένο τέτοιο εμπορικό σήμα. ΄Ο,τι στην ουσία απομένει για εξέταση είναι η σημασία της πλάνης, το κατά πόσο δηλαδή ήταν ουσιώδης. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται επί του προκειμένου να ασχοληθούμε με τις πρόνοιες της Σύμβασης η οποιεσδή-ποτε άλλες. Κατά το άρθρο 55 του Κεφ. 116 δεν εγγράφεται επωνυμία οίκου ή εμπορική επωνυμία με όνομα το οποίο κατά τη γνώμη του Εφόρου είναι ανεπιθύμητο και νομίζω ότι το γεγονός της ύπαρξης εγγεγραμμένου εμπορικού σήματος ήταν στοιχείο ουσιώδες για την απόφαση σε σχέση με αίτηση εγγραφής ακριβώς όμοιας εμπορικής επωνυμίας. Για την προστασία εμπορικού σήματος έναντι εμπορικής επωνυμίας είναι σχετική η αναφορά στον Κerly's Law of Trade 10η έκδοση σελ. 409 §14 - 54 σε έκδοση διατάγματος απαγορευτικού της εμπορίας υπό ορισμένη επωνυμία όταν αυτή προσομοιάζει ή περιλαμβάνει το εμπορικό σήμα άλλου. Επαναλαμβάνω συναφώς ότι οι τομείς που κάλυπταν το εμπορικό σήμα και η εμπορική επωνυμία ταυτίζονται. Περαιτέρω, ότι ο ΄Εφορος κινήθηκε με ταχύτητα και προέβη στην ανάκληση σαφώς μέσα σε εύλογο χρόνο.Υπάρχουν δυο ακόμα επιμέρους ζητήματα. Οι αιτητές ισχυρίζονται πως θα έπρεπε να προσμετρήσει η, κατά τον ισχυρισμό τους, μή χρήση του εμπορικού σήματος στην Κύπρο. Επίσης πως, σε κάθε περίπτωση, θα έπρεπε να τους είχε δοθεί, πριν την ανάκληση, η ευκαιρία να ακουστούν. Δεν νομίζω ότι έχουν δίκαιο. Το εμπορικό σήμα ήταν εγγεγραμμένο και το άρθρο 28 του Κεφ. 268 αναφέρεται ακριβώς στη δυνατότητα υποβολής αίτησης, από πρόσωπο που έχει παράπονο, για διαγραφή εμπορικού σήματος "ένεκα αχρησίας". Αυτά, λοιπόν, είναι ζητήματα άλλης διαδικασίας και, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση εκ μέρους της ενδιαφερόμενης εταιρείας που κατατέθηκε για τους σκοπούς ενδιάμεσης αίτησής της, ήδη οι αιτητές καταχώρησαν αίτηση (με αρ. 143) για διαγραφή. Ως προς το δεύτερο θέμα, δεν δικαιολογείται να επεκταθώ στις αρχές σε σχέση με το πότε, στον τομέα του διοικητικού δικαίου, αναγνωρίζεται δικαίωμα ακρόασης. Εδώ οι αιτητές πληροφορήθηκαν για τις προθέσεις και με την επιστολή του δικηγόρου τους διατύπωσαν τις απόψεις τους πριν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας και η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
/ΜΣι.