ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 949/99.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Χρίστου Τσιάκκα,

Αιτητή

και

Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού,

Καθ΄ ου η αίτηση.

_________________

31 Αυγούστου, 2000.

Για τον αιτητή: Γ. Κολοκασίδης.

Για τον καθ΄ ου η αίτηση: Α. Δικηγορόπουλος.

_________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής κατέχει τη θέση του Τουριστικού Λειτουργού στον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού (ο Οργανισμός). Το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού ενέκρινε κριτήρια για την παραχώρηση προσαύξησης σε υπαλλήλους που αποκτούν επιπρόσθετα προσόντα πέραν εκείνων που προβλέπονται στα οικεία σχέδια υπηρεσίας σχετιζόμενα με τα καθήκοντα της θέσης τους.

Με αίτηση του ημερ. 4.9.98 (βλ. Ερ. 318 στο φακ. τεκ. 1) ο αιτητής ζήτησε την παραχώρηση προσαύξησης για το "επιπρόσθετο προσόν" της γνώσης της γαλλικής γλώσσας. Το αίτημα του απορρίφθηκε με απόφαση του Αν. Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού ημερ. 7.6.1999 (η επίδικη απόφαση). Την παραθέτω:

"Μελέτησα την αίτηση διεξοδικά και σε βάθος και κατέληξα ότι, επειδή όταν προσλήφθηκε ο κ. Τσιάκκας στην αίτηση του είχε δηλώσει πολύ καλή γνώση της Αγγλικής και Γαλλικής και βάσει αυτών κρίθηκε ότι ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας, όσον αφορά γνώση δύο γλωσσών, ως τρίτη γλώσσα θα μπορούσε να θεωρηθεί η Ιταλική εφ΄ όσον υποβληθούν τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία."

Η πιο πάνω απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του Οργανισμού ημερ. 10.6.99 με την οποία πληροφορήθηκε ότι το αίτημα του δεν μπορεί να εγκριθεί. Στις 23.7.1999 ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή με την οποία ζητά τις πιο κάτω θεραπείες:

"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ΄ ων η

αίτηση η οποία περιέχεται σε επιστολή τους ημερομη-

νίας 10-6-1999 με την οποία δηλώνεται στον Αιτητή

ότι το αίτημα του για παραχώρηση σε αυτόν προσαύ-

ξησης για το προσόν της ξένης γλώσσας δηλαδή της

Γαλλικής το οποίο κατέχει δεν μπορεί να ικανοποιηθεί

είναι άκυρη και στερείται κάθε εννόμου αποτελέσματος

ή και

2. Δήλωση ή και διάταγμα του δικαστηρίου ότι η παρά-

λειψη των καθ΄ ων η αίτηση να δώσουν προσαύξηση

στον Αιτητή είναι άκυρη και ότι ό,τι παρελήφθη πρέπει

να γίνει ή και η καταβολή της προσαύξησης θα έπρεπε

να γίνει."

Της επίδικης απόφασης είχε προηγηθεί σημείωμα της Λειτουργού του Οργανισμού κας Κ. Οικονομίδου ημερ. 24.8.98 προς το Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού (βλ. Ερ. 314-315 στο φακ. τεκ. 1), στο οποίο αναφέρεται ότι ο αιτητής "δικαιούται προσαύξηση για τα γαλλικά ως 3η ξένη γλώσσα από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης 8.5.98". Στο βαθμό που είναι σχετικό το σημείωμα έχει ως εξής:

"2. Ο κ. Τσιάκκας γνωρίζει τις εξής γλώσσες:

1) Αγγλικά: παρακάθησε σε γραπτές εξετάσεις για

να διοριστεί στον ΚΟΤ.

2) Ιταλικά: πήρε ιδιαίτερα μαθήματα και εδώ και

2 χρόνια ομιλεί την Ιταλική στην Ιταλία.

3) Γαλλικά: είναι η γλώσσα σπουδών του στην οποία

απέκτησε το Δίπλωμα του το οποίο

θεωρήθηκε ως ισότιμο με πανεπιστημια-

κό γι΄ αυτό και διορίστηκε στη θέση

Τουριστικού Λειτουργού.

3. Με βάση τα πιο πάνω ο κ. Τσιάκκας δικαιούται προσαύ-

ξηση για τα Γαλλικά ως 3η ξένη γλώσσα από την ημερ.

υποβολής της αίτησης 8.5.98."

Είχε, επίσης, προηγηθεί αξιολόγηση της αίτησης του αιτητή. Η τελευταία έγινε από δύο Λειτουργούς του Οργανισμού. Ο ένας είναι ο αρμόδιος Λειτουργός Τμήματος Διοίκησης και ο άλλος ο Προϊστάμενος Τμήματος Διοίκησης. Στη σχετική αξιολόγηση (βλ. Ερ. 316-317 στο φακ. τεκ. 1) αναφέρεται ότι ο αιτητής "ικανοποιεί όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις γι΄ αυτό και γίνεται εισήγηση όπως παραχωρηθεί σ΄ αυτόν μια προσαύξηση".

΄Αλλος Λειτουργός του Οργανισμού με σημείωμα (το σημείωμα 1) προς την πιο πάνω Λειτουργό του Οργανισμού - κα. Οικονομίδου - ημερ. 4.11.98 αναφέρει τα εξής:

"Βάσει του Ερ. 314-315 όπου αναφέρεται ότι η γαλλική γλώσσα είναι η επιπρόσθετη γλώσσα βάσει της οποίας διορίστηκε στη θέση Τουριστικού Λειτουργού ο κ. Τσιάκκας δεν δικαιούται επιπρόσθετη προσαύξηση."

Στο πιο πάνω σημείωμα 1 υπάρχει η πιο κάτω απάντηση ημερ. 25.11.98 (βλ. Ερ. 318 στο φακ. τεκ. 1) - προφανώς από τη Λειτουργό Οικονομίδου:

"Το Ερ. 314-315 δεν αναφέρει τα όσα αναφέρετε στο σημ. (1). Παρακαλώ βλ. τα σχετικά Ερυθρά. Ο κ. Τσιάκκας δικαιούται της παραχώρησης προσαύξησης."

Η Λειτουργός Οικονομίδου υπέβαλε και νέο σημείωμα προς το Γενικό Διευθυντή ημερ. 9.3.99 (βλ. Ερ. 75-76 στο φακ. τεκ. 1Α). Το μεταφέρω:

"Θέμα: Αίτηση παραχώρησης προσαύξησης για πρόσθετα

προσόντα.

__________________________________ ____________

Ο κ. Τσιάκκας υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση προσαύξησης για πρόσθετα προσόντα για τη γνώση τρίτης ξένης γλώσσας εκτός της Αγγλικής.

(α) Ο κ. Τσιάκκας έχει παρακαθήσει σε γραπτή εξέταση στην Αγγλική γλώσσα για πρόσληψη στον ΚΟΤ συνεπώς γνωρίζει την Αγγλική.

(β) ΄Εχει υποβάλει πριστοποιητικό επιτυχίας στις εξετάσεις GCE-O-Level στην Ιταλική γλώσσα και ομιλεί τη γλώσσα στην Ιταλία.

(γ) Η τρίτη γλώσσα - η Γαλλική - για την οποία υπέβαλε το αίτημα του είναι η γλώσσα των σπουδών του την οποία και γνωρίζει πολύ καλά.

Με βάση τα πιο πάνω, παρακαλείστε όπως εγκρίνετε την παραχώρηση προσαύξησης στον κο Τσιάκκα για την γνώση 3ης ξένης γλώσσας - Γαλλικής - όπως προνοείται στο Σχέδιο Παραχώρησης προσαύξησης για επιπρόσθετα προσόντα."

 

Η προδικαστική ένσταση.

Με την ένσταση του ο καθ΄ ου η αίτηση Οργανισμός ισχυρίσθηκε ότι η "πράξη και/ή απόφαση που προσβάλλεται δεν είναι πράξη εκτελεστή στην έννοια του αρ. 146 του Συντάγματος".

Τί είναι εκτελεστή διοικητική πράξη.

΄Εχω ασχοληθεί με το ίδιο ζήτημα στην Eldorado Supermarket v. Δήμου Στροβόλου, Υποθ. αρ. 384/97/15.4.98. Μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση εκείνη:

"Το ζήτημα που προβάλλει για επίλυση είναι κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.

Η νομολογία μας είναι πλούσια επί του θέματος. Καθοδηγούμενη από τις σχετικές αρχές της ελληνικής νομολογίας έχει διαμορφώσει με σαφήνεια τις σχετικές αρχές. Συνοψίζονται ως πιο κάτω στην Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, 27 (απόφαση Πική, Δ., όπως ήταν τότε):

'Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους.'

Σύμφωνα με το 'Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο' του Α. Ι. Τάχου, 4η έκδοση, 1993, σελ. 356, εκτελεστή διοικητική πράξη είναι εκείνη που συνεπάγεται ευθέως και αμέσως με την εκτέλεση της έννομες συνέπειες για τους διοικούμενους δηλαδή συνιστά, μεταβάλλει ή καταργεί δικαιώματα ή (και) υποχρεώσεις. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της εκτελεστής διοικητικής πράξης είναι ότι με την δήλωση βουλήσεως που περιέχει καθορίζει δίκαιον δηλαδή δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις είτε κατά τρόπο γενικό με το να θέτει κανόνες δικαίου (κανονιστική πράξη) είτε κατά τρόπο ειδικό στην ατομική περίπτωση (ατομική πράξη) (Βλ. Στασινόπουλου, Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων, ΄Εκδοση 1982, σελ. 170 - Βλ. επίσης και Λοϊζου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 413/96/25.2.97 και Ιδιωτικά Φροντιστήρια Κυπριανού Λτδ κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 26/97/31.10.97).

Το Ελληνικό Συμβούλιο της Επικρατείας ορίζει τις εκτελεστές πράξεις ως εκείνες 'δια των οποίων δηλούται βούλησις διοικητικού οργάνου σκοπούσα την παραγωγήν εννόμου αποτελέσματος έναντι των διοικούμενων'.

Πράξεις οι οποίες είναι απλώς πληροφοριακού χαρακτήρα δεν είναι εκτελεστές (Republic v. Demetriou and Others (1972) 3 C. L.R. 219. Βλ. και Απόφαση 2446/1968 του Συμβουλίου της Επικρατείας στην οποία κρίθηκε ότι η επίδικη πράξη απαραδέκτως προσβάλλεται 'ως στερουμένη εκτελεστού χαρακτήρος, καθ΄ όσον αύτη πληροφορίας απλώς παρέχει προς την αιτούσαν, μη δυναμένη να δημιουργήση ίδιον έννομον αποτέλεσμα').

Μια απλή έκφραση της πρόθεσης ή της γνώμης της Διοίκησης προς τους διοικούμενους δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 237 και 239, Republic v. Demetriou and Others (1972) 3 Α.Α.Δ. 219, 223, Institute of Cert. Pub. Accountants of Cyprus κ.α. v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 276, Μιχ. Δ. Στασινόπουλου, Δίκαιον των Διοικητικών Πράξεων, σελ. 123, Α.Ι. Τάχου, Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο, 4η έκδοση, σελ. 356)."

Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής υπέβαλε αίτημα για παραχώρηση προσαύξησης. Ο Οργανισμός απέρριψε το αίτημα του. ΄Εχει διαδηλώσει τη βούληση του με την οποία έχει παραχθεί έννομο αποτέλεσμα σε σχέση με το αίτημα του αιτητή για παραχώρηση προσαύξησης λόγω γνώσης της γαλλικής γλώσσας. ΄Επεται πως η απόφαση στο βαθμό που αναφέρεται στη γαλλική γλώσσα είναι εκτελεστή. Εφόσον η προσφυγή, όπως έχει τροποποιηθεί, στρέφεται κατά της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή για παραχώρηση προσαύξησης για το προσόν της γαλλικής γλώσσας, αυτή στρέφεται κατά εκτελεστής απόφασης. Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί.

Καθίσταται απαραίτητο να γίνει αναφορά στο νομικό βάθρο της προσβαλλόμενης απόφασης. Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του Οργανισμού αυτό αποτελείται από τα κριτήρια - Παράρτημα Ι ημερ. 4.4.1994.

Σχετική σύμφωνα με τον κ. Δικηγορόπουλο είναι η παραγ. 2(δ) των κριτηρίων.

Από την άλλη, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή ισχύουν άλλα κριτήρια. Αυτά είναι εκείνα της 16.3.1998 - βρίσκονται καταχωρημένα στο φακ. τεκ. 1 και παρουσιάστηκαν από τον κ. Κολοκασίδη στο στάδιο της απαντητικής του αγόρευσης. Κοινοποιήθηκαν σε όλους τους υπαλλήλους του Οργανισμού με εγκύκλιο ημερ. 10.4.1998. Σχετική, σύμφωνα με τον κ. Κολοκασίδη, είναι η παραγ. (γ) των κριτηρίων ημερ. 16.3.1998.

Στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν αναφέρεται ρητά ποιά κριτήρια εφαρμόστηκαν στην παρούσα υπόθεση. Ωστόσο νομίζω ότι μπορώ βάσιμα να υποθέσω ότι ο Οργανισμός εφάρμοσε τα κριτήρια ημερ. 4.4.1994. Αυτά έχουν επισυναφθεί στην ένσταση του Οργανισμού και απετέλεσαν τη βάση της επιχειρηματολογίας του ευπαίδευτου συνήγορου του Οργανισμού.

Λαμβάνω υπόψη ότι τα κριτήρια ημερ. 16.3.98 βρίσκονται στο φάκελο της διοίκησης και ότι κοινοποιήθηκαν στο προσωπικό του Οργανισμού από τη Λειτουργό του Οργανισμού Χρυσομηλά η οποία ενεργούσε εκ μέρους του Διευθυντή (Βλ. επιστολή της ημερ. 10.4.1998). Κρίνω ότι τα εφαρμοστέα κριτήρια, κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης αποφασης, ήταν εκείνα της 16.3.98.

Ο αιτητής υπέβαλε ότι η διοίκηση "βρισκόταν εν πλάνη περί τα ισχύοντα δεδομένα ή/και εφάρμοσε λανθασμένο κανόνα και γι΄ αυτό και μόνο το λόγο η επίδικη απόφαση πάσχει ανεπανόρθωτα". Είναι σαφές - κατέληξε η εισήγηση - ότι το αίτημα "απερρίφθη γιατί υπήρχε η λανθασμένη αντίληψη ότι εφαρμοζόταν η παράγραφος που αναφέρεται στη γραπτή αγόρευση των καθ΄ ων η αίτηση".

Τα κριτήρια αποτελούν τη νομική βάση λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης. Εφόσον, όπως έχω ήδη αποφανθεί, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης εφαρμόστηκαν τα κριτήρια ημερ. 4.4.1994, έπεται πως το αποφασίζον όργανο τελούσε κάτω από πλάνη ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο. Οι πρόνοιες των δύο κριτηρίων είναι διαφορετικές. Είναι, επομένως, άγνωστο ποιά θα ήταν η απόφαση του Οργανισμού στην περίπτωση που εφάρμοζε τα κριτήρια ημερ. 16.3.1998. Η πλάνη ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλ. Demades v. Republic (1964) C.L.R. 167).

Ο αιτητής υπέβαλε, επίσης, ότι έχει σημειωθεί παράβαση της αρχής του ενιαίου μέτρου κρίσης. Ισχυρίσθηκε ότι η "ένσταση διπλής μέτρησης δεν έχει ξαναεφαρμοστεί σε άλλους υπαλλήλους με αποτέλεσμα η επίκληση της τώρα από τους καθ΄ ων η αίτηση να συνιστά αλλαγή όλης της προηγούμενης πρακτικής της". ΄Επρεπε - κατέληξε η εισήγηση - ο Οργανισμός να αιτιολογήσει τη μεταβολή της τακτικής του.

Ο Οργανισμός δεν αρνήθηκε τη μεταβολή της τακτικής του. Υπέβαλε, όμως, "ότι το γεγονός ότι είχε λάβει στο παρελθόν και με βάση τα στοιχεία που είχε τότε ενώπιον του διαφορετική απόφαση ως προς την παραχώρηση προσαύξησης με βάση τη γνώση 3ης γλώσσας και λανθασμένη ερμηνεία των κριτηρίων που ορίστηκαν από τον Οργανισμό δεν εμποδίζει νέα διερεύνηση του θέματος και υιοθέτηση της ορθής ερμηνείας των δοθέντων κριτηρίων". ΄Ερεισμα για την πιο πάνω θέση ήταν η απόφαση της Ολομέλειας στην Frangoullides and Another v. Public Service Commission (1985) 3 C.L.R. 1680, 1685. Στην υπόθεση εκείνη η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας είχε αποφανθεί ότι οι αιτητές κατείχαν τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντα. Σε μεταγενέστερο στάδιο η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, με διαφορετική

 

 

 

σύνθεση, έκρινε ότι οι αιτητές δεν κατείχαν τα προσόντα. Κρίθηκε ότι η προηγούμενη απόφαση δεν εμπόδιζε την Επιτροπή από του να καταλήξει σε διαφορετικό συμπέρασμα μετά από μια πιο ενδελεχή έρευνα του θέματος.

Στην παρούσα περίπτωση είναι δεκτό ότι ο Οργανισμός έχει ματαβάλει την προηγούμενη τακτική του κατ΄ εφαρμογή της οποίας παραχωρούσε προσαύξηση σε περιπτώσεις παρόμοιες με εκείνη του αιτητή. Είναι αλήθεια ότι το αποφασίζον όργανο μπορεί να μεταβάλει τακτική αλλά οφείλει να αιτιολογεί τη μεταβολή της τακτικής. Στην Κουρσάρου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Α.Ε. 2299/21.6.99 το θέμα τέθηκε ως εξής:

"Στην παρούσα υπόθεση το Συμβούλιο της Αρχής έχει εκδώσει δύο αποφάσεις σε σχέση με τη γενική εντύπωση από την προφορική εξέταση. Με την πρώτη απόφαση, η οποία λήφθηκε από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Αρχής, η απόδοση των δύο υποψηφίων κρίθηκε 'ως πολύ καλή'. Με τη δεύτερη απόφαση, η οποία λήφθηκε από την πλειοψηφία του Συμβουλίου, το Ε.Μ. κρίθηκε ότι υπερέχει του εφεσείοντα. Επομένως η δεύτερη απόφαση αποτελεί απόφαση αντίθετη προς παλαιότερη του ιδίου οργάνου. Σε τέτοια περίπτωση το Συμβούλιο της Αρχής έπρεπε να αιτιολογήσει την απόκλιση του από την προηγούμενη απόφαση (Βλ. Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Τρίτη έκδοση, παραγ. 642: 'Πράξεις αντίθετες προς προηγούμενες πράξεις του ιδίου οργάνου είναι αιτιολογητέες εκ φύσεως. Η διοίκηση μπορεί κατ΄ αρχήν να μεταβάλλει τις απόψεις και την τακτική της, αλλά οφείλει να αιτιολογήσει την αλλαγή της πορείας της (Στ.Ε. 2387/66 υπό την προϋπόθεση ότι η προηγούμενη πράξη είναι πρόσφατη)').

Στην παρούσα υπόθεση η προηγούμενη απόφαση ήταν πρόσφατη. Η αλλαγή πορείας δεν έχει αιτιολογηθεί. Ακολουθεί πως η πρωτόδικη κρίση είναι εσφαλμένη. Ο σχετικός λόγος της έφεσης κρίνεται έγκυρος. Η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί και λόγω έλλειψης αιτιολογίας (Βλ. και Πορίσματα Νομολογίας, πιο πάνω, σελ. 187: 'Ειδικώτερον: Απόφασις διοικητικού οργάνου αντίθετος προς παλαιοτέραν του αυτού οργάνου, τυγχάνει αναιτιολόγητος, εφ΄ όσον δεν ελήφθησαν υπ΄ όψιν νέα στοιχεία, αλλ΄ εκείνα, εφ΄ ων εστηρίχθη η αρχικήν απόφασις: 461 (41)')."

Στην παρούσα υπόθεση πρόκειται σαφώς για μεταβολή της τακτικής της διοίκησης. Αυτή έπρεπε να είχε αιτιολογηθεί δεόντως. Η απουσία αιτιολογίας οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

Τα νομολογηθέντα στην Frangoullides (πιο πάνω) δεν αφορούν μεταβολή τακτικής αλλά ερμηνεία συγκεκριμένου σχεδίου υπηρεσίας μετά από πιο ενδελεχή έρευνα. Δεν τυγχάνουν εφαρμογής στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.

Περαιτέρω ο αιτητής ισχυρίσθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας. ΄Εχει ήδη γίνει αναφορά στις εισηγήσεις των δύο Λειτουργών του Οργανισμού - Οικονομίδου και Δημητριάδου - για ικανοποίηση του αιτήματος του αιτητή. Οι εισηγήσεις των δύο λειτουργών αποτελούσαν εισηγήσεις γνωμοδοτικού οργάνου. Σύμφωνα με τη νομολογία η απόκλιση από τη γνωμοδότηση έπρεπε να είχε αιτιολογηθεί (Βλ. Ιωάννου Δ. Σαρμά "Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας", Β΄ έκδοση, σελ. 132: "΄Αλλο είδος πλημμελείας της αιτιολογίας των διοικητικών πράξεων είναι η μη, δι΄ ειδικής αιτιολογίας, παράκαμψη αντιφατικών στοιχείων ευρισκομένων στον φάκελλο, ιδία αρνητικής γνωμοδοτήσεως αρμοδίας επιτροπής. Κατά την πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 482/1966, 369/1978, 1704/1981) 'επί απλής γνωμοδοτήσεως το αποφασίζον όργανον δεν οφείλει μεν να συμμορφωθεί προς την γνωμοδότησιν ή επί πλειόνων γνωμοδοτήσεων προς ωρισμένην εκ τούτων, πλην υποχρεούται να αιτιολογήση την απόκλισιν του από της ληφθείσης γνώμης και δη εφ΄ όσον η γνώμη αυτή προέρχεται εξ οργάνου συντεθειμένου εκ προσώπων, κεκτημένων ειδικάς γνώσεις και εμπειρίαν'.").

Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί και λόγω έλλειψης αιτιολογίας.

Τέλος ο αιτητής υπέβαλε ότι η γνώση της γαλλικής γλώσσας δεν λήφθηκε υπόψη κατά την πρόσληψη του. ΄Ερεισμα της εισήγησης αυτής απετέλεσε σημείωμα της Λειτουργού Οικονομίδου ημερ. 22.6.99 (βλ. Ερ. 86 στο φακ. τεκ. 1Α) σύμφωνα με το οποίο: "Κατά την προκήρυξη και πρόσληψη του κου Τσιάκκα στον Οργανισμό δεν απαιτήθηκε γνώση 2ης ξένης γλώσσας, η οποία ούτε εξετάστηκε και ούτε λήφθηκε υπόψη κατά τη διαδικασία αξιολογήσεως των υποψηφίων (interviews). Σενεπώς κατά τη γνώμη μου ο κ. Τσιάκκας δικαιούται την παραχώρηση προσαυξήσεως για γνώση της 3ης ξένης γλώσσας όπως προνοεί το σχετικό Σχέδιο".

Το περιεχόμενο του πιο πάνω σημειώματος εκθεμελιώνει το πραγματικό βάθρο επί του οποίου θεμελιώθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Πραγματικό βάθρο της τελευταίας ήταν η λήψη υπόψη της γνώσης της γαλλικής γλώσσας κατά την πρόσληψη του αιτητή. Το πιο πάνω σημείωμα καθιστά το βάθρο αυτό ανύπαρκτο. Επομένως η διοίκηση έχει ενεργήσει κάτω από την ουσιώδη πλάνη ότι η γνώση της γαλλικής γλώσσας λήφθηκε υπόψη κατά την πρόσληψη του αιτητή. Απόφαση που λαμβάνεται κάτω από ουσιώδη πλάνη είναι άκυρη γιατί είναι αντίθετη προς το νόμο (δηλαδή αντίθετη προς τις βασικές αρχές του διοικητικού δικαίου) και καθ΄ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας (Βλ. Piperi and Another v. Republic (1968) 3 C.L.R. 366, Andronikou & Co. v. C.Y.T.A. (1969) 3 C.L.R. 1 και Kyriakou v. Republic (1966) 3 C.L.R. 876).

Το γεγονός ότι το σχετικό σημείωμα έχει συνταχθεί μετά από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης δεν έχει σημασία. Το περιεχόμενο του σημειώματος βασίζεται πάνω σε στοιχεία που βρίσκονται στο φάκελο και τα οποία ασφαλώς προϋπήρχαν. Σε τέτοια περίπτωση όχι μόνο μπορεί να ληφθεί υπόψη αλλά μπορεί να αποτελεί και έγκυρη αιτιολογία μιας απόφασης (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 190).

Για τους πιο πάνω λόγους η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της με έξοδα £350. Εναπόκειται στον καθ΄ ου η αίτηση να επανεξετάσει το αίτημα του αιτητή υπό το φως της παρούσης απόφασης, των σχετικών κριτηρίων και των πραγματικών περιστατικών.

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο