ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2000) 4 ΑΑΔ 944

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 786/98

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Χαρίλαου Χατζηγέρου

Αιτητή

και

Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου

Καθ΄ων η Αίτηση

--------------

6 Ιουλίου 2000

Αίτηση ημερ. 27.3.2000

Για τον Αιτητή: κ. Κ. Χατζηϊωάννου.

Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κα Κ. Στιβαρού.

Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος: κ. Α. Κωνσταντίνου.

------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με αίτηση του υποβληθείσα μετά από τη συμπλήρωση των γραπτών αγορεύσεων, ο Αιτητής ζητά να του επιτραπεί να προσκομίσει μαρτυρία προς απόδειξη του ισχυρισμού του για προκατάληψη εναντίον του, που αποτελεί και ουσιαστικό λόγο ακύρωσης σύμφωνα με την προσφυγή. Ο ισχυρισμός για προκατάληψη αναφέρεται τόσο στη βαθμολόγηση του Αιτητή όσο και στην τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας, η δε μαρτυρία που επιδιώκεται να προσκομισθεί αφορά τη θέση ότι ο Αιτητής, υπό την ιδιότητα του ως Εσωτερικός Ελεγκτής, είχε καλόπιστα προβεί σε προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις και εκθέσεις οι οποίες ήσαν ασύμφωνες με απόψεις και ενέργειες των προϊσταμένων του οι οποίοι, ως εκ τούτου, επηρεάσθησαν επιδεικνύοντας μεροληψία σε βάρος του.

Τόσο η ΑΗΚ όσο και το Ενδιαφερόμενο Μέρος ενίστανται στην αίτηση, οδηγώντας το θέμα σε ακρόαση. Οι ενστάσεις βασίζονται, μεταξύ άλλων, στη θέση ότι ο Αιτητής δεν έχει εν πάση περιπτώσει έννομο συμφέρον στην προσφυγή. Εφ΄όσον το θέμα αυτό κρίθηκε θεμελιακό όσον αφορά την όλη προσφυγή και κατ΄επέκταση την αίτηση, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι κλήθησαν και αγόρευσαν επ΄αυτού κατά προτεραιότητα. Εκρίθη, στο τέλος της ημέρας, ότι είναι πρόωρο να αποφασισθεί το θέμα του εννόμου συμφέροντος του Αιτητή στο στάδιο της αίτησης για προσαγωγή μαρτυρίας, καθ΄όσον συμπλέκεται με το ουσιαστικό θέμα της ισχυριζόμενης προκατάληψης. Η κατάληξη εκείνη περιορίζει ανάλογα τις ενστάσεις.

Η βασική θέση της ΑΗΚ και του Ενδιαφερόμενου Μέρους στις ενστάσεις τους είναι ότι όλα τα παράπονα του Αιτητή για μεροληψία έχουν ήδη διερευνηθεί και απορριφθεί από την ΑΗΚ (αντιπαρέρχομαι την άλλη εισήγηση ότι η αίτηση είναι γενική και αόριστη, εφ΄όσον δεν θα την έβλεπα αναγκαστικά έτσι). Παραπέμπουν μάλιστα ιδιαίτερα και σε προηγούμενη προσφυγή του Αιτητή, με αριθμό 218/94, η οποία αφορούσε την ανακληθείσα απόφαση για την αρχική πλήρωση της επίδικης θέσης και στην οποία ο Αιτητής είχε εγείρει πανομοιότυπους ισχυρισμούς για μεροληψία. Ως αποτέλεσμα, η ΑΗΚ ανακάλεσε την αρχική απόφαση της για προαγωγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους και προέβη σε εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή για μεροληψία, μετά δε από την απόρριψη τους έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση. Περαιτέρω αναφορά γίνεται σε διερεύνηση και απόρριψη των παραπόνων του Αιτητή για μεροληψία κατά τη διαδικασία επανεξέτασης της κατώτερης θέσης.

Το κριτήριο της δυνατότητας προσαγωγής μαρτυρίας είναι βέβαια η σχετικότητα της προς τα επίδικα θέματα στην προσφυγή. Ο ισχυρισμός του Αιτητή για προκατάληψη, προς τον οποίο συναρτάται η επιδιωκόμενη να προσαχθεί μαρτυρία, είναι βέβαια επίδικο θέμα. Ο ισχυρισμός αυτός όμως δεν είναι νέος. Είχε όντως εγερθεί πανομοιότυπα στην προσφυγή 218/94, όπως προκύπτει τόσο από την ίδια εκείνη προσφυγή όσο και ιδιαίτερα από την ένορκη δήλωση που καταχωρήθηκε στα πλαίσια της. Η ανάκληση της αρχικής απόφασης, που ήταν το αντικείμενο της προσφυγής 218/94, οδήγησε, όπως, μεταξύ άλλων, αποσκοπούσε, στην εξέταση από την ΑΗΚ των ισχυρισμών του Αιτητή για προκατάληψη. Το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά (19.3.1996), υιοθετώντας ουσιαστικά τη θέση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής για Θέματα Προσωπικού, έχει ως ακολούθως:

"Στη συνέχεια η Αρχή ασχολήθηκε με τους ισχυρισμούς που ο υποψήφιος Χαρίλαος Χατζηγέρου πρόβαλε κατά την εκδίκαση της προσφυγής του Αρ. 218/94 ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου, που εγέρθηκαν στις Γραπτές Αγορεύσεις του Δικηγόρου του και στην Ένορκη Δήλωση, ημ. 11.7.95, που ο ίδιος έκαμε και καταχωρήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου στην πιο πάνω προσφυγή. Οι εν λόγω ισχυρισμοί αφορούσαν σε:

(α) ισχυρισμούς για μεροληψία σε βάρος του, που άρχισε από το 1985 και αντικατοπτρίζετο στις ετήσιες εκθέσεις του

(β) ισχυρισμούς για μεροληψία σε βάρος του και υπέρ του υποψήφιου Μωϋσή Σταύρου, που σχετίζονταν με την τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας της υπό κρίση θέσης

(γ) ισχυρισμούς για προώθηση από την Αρχή του Μωϋσή Σταύρου στη θέση Ανώτερου Βοηθού Διευθυντή που ήταν μεροληπτική σε βάρος του και υπέρ του Μωϋσή Σταύρου.

Η Αρχή μελέτησε προσεκτικά και με λεπτομέρεια όλους τους πιο πάνω ισχυρισμούς και επιχειρήματα του Χαρίλαου Χατζηγέρου. Μελέτησε, επίσης, διεξοδικά το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλλων και των Εμπιστευτικών Εκθέσεων/Φύλλων αξιολόγησης τόσο του Χαρίλαου Χατζηγέρου όσο και του Μωϋσή Σταύρου καθώς και του Ιωάννη Κουμέρα. Η Αρχή αποφάσισε ότι οι ισχυρισμοί του Χαρίλαου Χατζηγέρου δεν υποστηρίζονται από τα πιο πάνω στοιχεία των φακέλλων και Εκθέσεων/Αξιολόγησης. Αντίθετα, τα εν λόγω στοιχεία δείχνουν ότι δεν υπήρξε μεροληπτική στάση ή έλλειψη αντικειμενικότητας σε βάρος του Χαρίλαου Χατζηγέρου ή/και υπέρ του Μωϋσή Σταύρου. Ειδικώτερα:

Ο Χαρίλαος Χατζηγέρου δεν μπορεί να παραπονείται για την Έκθεση/Αξιολόγηση του για την περίοδο 1.10.86-30.9.87, όπου ρητά αναγράφεται σ΄αυτή ότι "συμφωνεί με τη βαθμολογία". Σ΄αυτή βαθμολογήθηκε από τον Πρώτο Κριτή (κ Χρ. Στυλιανού) με Β+ σ΄όλα τα σημεία αξιολόγησης. Η εν λόγω Έκθεση ήταν η πιο ευνοϊκή που είχε ο εν λόγω υποψήφιος μέχρι τότε.

Στην αμέσως επόμενη ΄Εκθεση/Αξιολόγηση του, για το 1992, που ήταν και η τελευταία και πλέον πρόσφατη στον ουσιώδη χρόνο, ο ίδιος Αξιολογών Λειτουργός, ο κ Χρ. Στυλιανού, του βελτίωσε τη βαθμολογία και κατέγραφε και ευνοϊκά γι΄αυτόν σχόλια (εκτός από τα Β+ είχε και βαθμολογία Α σε τρία σημεία, που δεν είχε στην προηγούμενη του 1986/1987).

Επίσης, στην Έκθεση/Αξιολόγηση του για την περίοδο 1.10.85-30.9.86 και πάλι ο ίδιος αξιολογών λειτουργός (κ Χρ. Στυλιανού) τον βαθμολόγησε περίπου το ίδιο όπως και για την επόμενη χρονιά 1986/87, για την οποία συμφώνησε. Μόνο σε δυο σημεία βαθμολογήθηκε με Β ενώ στα υπόλοιπα Β+, όπως και στην επόμενη αυτή χρονιά που συμφώνησε. Εξ΄άλλου, ο ίδιος Αξιολογών Λειτουργός, κ Χρ. Στυλιανού, κατέγραψε ευνοϊκά σχόλια στην εν λόγω Έκθεση 1985/86 ("Πρόκειται περί ικανού υπαλλήλου καλά καταρτισμένου ακαδημαϊκά"). Όπως φαίνεται στην πιο πάνω Αξιολόγηση, ο αιτητής έλαβε γνώση της βαθμολογίας και δεν καταγράφηκε οποιαδήποτε αντίδραση του".

Επιπρόσθετα, ούτε για το Δεύτερο Κριτή, τον κ Δ Παπαγιώργη, αποδείχθηκε ότι διάκειτο εχθρικά προς τον Αιτητή, ή μεροληπτούσε σε βάρος του. Ο κ Δ Παπαγιώργης βελτίωσε τη βαθμολογία του Αιτητή για την περίοδο 1.10.86-30.9.87 σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη.

Επίσης, η Αρχή διαπίστωσε ότι η τροποποίηση των Σχεδίων Υπηρεσίας της επίδικης θέσης στις 16.2.93, δηλαδή 9 μήνες πριν από την προκήρυξη της, δεν αποδεικνύει ούτε στοιχειοθετεί μεροληψία σε βάρος του υποψήφιου Χαρίλαου Χατζηγέρου.

Η Αρχή διαπίστωσε επίσης ότι για την εν λόγω τροποποίηση του Σχεδίου Υπηρεσίας τηρήθηκαν όλες οι νόμιμες διαδικασίες σύμφωνα με τον Καν. 9 της ΚΔΠ 291/86. Το Σχέδιο Υπηρεσίας καταρτίστηκε από την Αρχή κατόπιν κοινών συνεννοήσεων με τις συντεχνίες και σύμφωνα και με το άρθρο 4 του Νόμου 157/90.

Ούτε η προαγωγή του Μωϋσή Σταύρου στην προηγούμενη θέση καταδεικνύει μεροληψία σε βάρος του υποψήφιου Χαρίλαου Χατζηγέρου."

 

Διερεύνηση ίδιων παραπόνων του Αιτητή έγινε από την ΑΗΚ και στις 16.6.1998 στα πλαίσια της διαδικασίας επανεξέτασης της κατώτερης θέσης του Ανώτερου Βοηθού Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών και πάλιν δε αυτά απορρίφθησαν ως αβάσιμα, με το ίδιο σκεπτικό και με περαιτέρω αναφορά στα αφορώντα στην αλλαγή των σχεδίων υπηρεσίας, αλλά και στα πλαίσια της διαδικασίας που απέληξε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης στις 30.6.1998 με έτι περαιτέρω αναφορά στα αφορώντα στην αλλαγή των σχεδίων υπηρεσίας.

Με αυτά τα δεδομένα, και εφ΄όσον τα πανομοιότυπα παράπονα του Αιτητή για μεροληψία διερευνήθησαν ως ανωτέρω από την ΑΗΚ, δεν βλέπω πώς η αίτηση θα μπορούσε να επιτύχει. Τονίζω ότι, καθ΄όσον η μαρτυρία η οποία επιδιώκεται να προσκομισθεί είναι η ίδια με εκείνη που ετέθη ενώπιον της ΑΗΚ, ήδη η ΑΗΚ ετοποθετήθη επ΄αυτής, καθ΄όσον δε θα επιδιώκετο να προσκομισθεί μαρτυρία πέραν εκείνης δεν θα ήταν δεκτή εφ΄όσον δεν θα αναφέρετο σε στοιχεία που ήσαν ενώπιον της ΑΗΚ κατά το σχετικό χρόνο. Ο ρόλος του δικαστηρίου δεν είναι να κρίνει πρωτογενώς το θέμα αλλά να ελέγξει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, περιλαμβανομένης της τοποθέτησης της ΑΗΚ επί του θέματος της ισχυριζόμενης μεροληψίας και συγκεκριμένα κατά πόσο το θέμα διερευνήθηκε δεόντως και κατά πόσο η κατάληξη της ΑΗΚ ήταν εύλογα επιτρεπτή και αιτιολογημένη.

Όπως ανάφερε ο Καλλής, Δ., δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Ρούσος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2064, 21.7.1999, στη σ. 8:

"Καθώς έχει νομολογηθεί ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που διέπει την αποδοχή μαρτυρίας είναι κατά πόσο τέτοια μαρτυρία είναι εύλογα σχετική προς οποιοδήποτε θέμα και αποδεικτική οποιουδήποτε επίδικου θέματος (Βλ. Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66, 69, Ζαβρού ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 779/87/26.1.89 (απόφαση της Ολομέλειας), Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 145). Έχει, επίσης, νομολογηθεί ότι δε μπορεί να γίνει αποδεκτή μαρτυρία η οποία να διαφοροποιεί, να αλλοιώνει ή να μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης. Το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς των πραγμάτων που λήφθηκε υπόψη. Αν τα στοιχεία ενώπιον του διοικητικού οργάνου είναι ασαφή, η αποσαφήνισή τους δεν εναπόκειται στο δικαστήριο αλλά στο ίδιο το διοικητικό όργανο που έχει την ευθύνη για την αξιολόγηση τους (Βλ. Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υποθ. 999/91/24.9.92 και Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317, 325). Βλ. επίσης και Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 911/93 και 951/93/18.4.97 - απόφαση της Ολομέλειας, στην οποία κρίθηκε ότι δεν ήταν δυνατή η πρωτογενής κρίση στοιχείων τα οποία δεν είχαν τεθεί ενώπιον της Ε.Δ.Υ. (Βλ. και Κολοκοτρώνη ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 590/96/13.6.97 και Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 716/96/27.3.98).

Το ανεπιθύμητο της διαφοροποίησης, αλλοίωσης ή μεταβολής των στοιχείων που είχαν τεθεί ενώπιον της διοίκησης πηγάζει από τη φύση της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου και από τις αρχές που διέπουν τον δικαστικό έλεγχο διοικητικών πράξεων. Ως προς το πρώτο ζήτημα - τη φύση της δικαιοδοσίας - ο έλεγχος που συντελείται με την άσκηση προσφυγής, δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος, είναι ακυρωτικός, δηλαδή έλεγχος της νομιμότητας της διοικητικής πράξης και όχι έλεγχος ουσίας. Ως προς το δεύτερο ζήτημα - του δικαστικού ελέγχου - σύμφωνα με πάγια και καλώς θεμελιωμένη αρχή της νομολογίας το διοικητικό δικαστήριο επεμβαίνει μόνο οσάκις διαπιστώνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση τα στοιχεία τα οποία είχε ενώπιον της η διοίκηση."

Η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

 

 

Δ. Χατζηχαμπής

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο