ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 779/98
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:Μάριου Χ" Πέτρου
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
_____________
26 Ιανουαρίου, 2000
Για τον αιτητή : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση : κα Τ. Πολυχρονίδου Ανώτερος Δικηγόρος της
Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα
της Δημοκρατίας.
_____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής διορίστηκε στη μόνιμη (Τακτικός Προϋπολογισμός) θέση Τεχνικού (Ηλεκτρονικής-Τηλεπικοινωνιών), Υπουργείο ΄Αμυνας, από 16.8.1993. Το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε δίπλωμα του Ανώτερου Tεχνολογικού Ινστιτούτου ή ισότιμο προσόν (παράγραφος 1(α)), είτε απολυτήριο αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης του συνδυασμού 2, μαζί με τριετή τουλάχιστον πείρα στην οικεία ειδικότητα (παράγραφος 1(β)).
Στην προσφορά διορισμού ημερ. 8.6.1993 αναφέρεται ότι η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή"), αποφάσισε να του προσφέρει διορισμό επί δοκιμασία στη θέση, σύμφωνα με τους όρους υπηρεσίας.
Ο όρος 3 των όρων υπηρεσίας που επισυνάφθηκαν στην προσφορά διορισμού αναφέρει:
"3.
Μισθός : Ο μισθός της θέσης είναι Α2 : £1072Χ54-1720 και Α5 : £1415Χ90-2495 (Συνδυασμένες Κλίμακες). Ο υπάλληλος θα παίρνει ακόμα τις οποιεσδήποτε γενικές αυξήσεις που έχουν εγκριθεί με νομοθεσία. Η θέση είναι συνδυασμένη με τη θέση Τεχνικού Α΄, ο μισθός της οποίας είναι Α7 : £2100Χ105-3150.Σημ. : Ο διοριζόμενος με βάση στην παράγραφο 1(β) προσόντα θα προχωρεί από την κλίμακα Α2 στην κλίμακα Α5 αφού προηγουμένως εξαντλήσει την κλίμακα Α2 και αφού θα έχουν πετύχει στις εξετάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 10.
Ο υπάλληλος που αποκτά τα προσόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας μετά το διορισμό του τοποθετείται στη δεύτερη βαθμίδα της Κλίμακας Α5. Η τοποθέτηση όπως γίνεται από την ημερομηνία απόκτησης του εν λόγω προσόντος."
Ο αιτητής που αποδέκτηκε την προσφορά και στις 22.5.1996 υπέβαλε αίτημα για αναπροσαρμογή της μισθοδοτικής του κλίμακας με βάση τις πρόνοιες της Σημείωσης 2 του σχεδίου υπηρεσίας, ζητώντας να τοποθετηθεί στη δεύτερη βαθμίδα της κλίμακας Α5, ισχυριζόμενος ότι το προσόν που κατείχε ήταν ισότιμο προσόν του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου.
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου ΄Αμυνας στον οποίο διαβιβάστηκε η επιστολή στις 27.11.1996 πληροφόρησε την Επιτροπή ότι το θέμα αξιολόγησης των προσόντων του αιτητή είχε τεθεί παλαιότερα στην Υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, η οποία τον είχε πληροφορήσει με επιστολή της ημερ. 5.11.1990 ότι το προσόν του ήταν επαγγελματικό και όχι ακαδημαϊκό και συνεπώς μη ισότιμο του διπλώματος του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου.
Στις 29.5.1997 το Γραφείο της Επιτροπής με βάση την πιο πάνω έρευνα και χωρίς το θέμα να τεθεί ενώπιον της Επιτροπής για λήψη απόφασης, πληροφόρησε το δικηγόρο του αιτητή ότι τα προσόντα του δεν θεωρούνταν ισότιμα του διπλώματος του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου.
Ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή που σε κάποιο στάδιο αποσύρθηκε, όταν η δικηγόρος που εκπροσωπούσε τη Δημοκρατία δήλωσε ότι το θέμα θα ετίθετο ενώπιον της Επιτροπής για λήψη απόφασης.
Πράγματι η Επιτροπή μελέτησε το θέμα αλλά έκρινε ότι το προσόν του αιτητή δεν αναγνωρίζεται ως ισότιμο προς το δίπλωμα του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου, γιατί δεν υπάρχει κρατική αναγνώριση της σχολής από την οποία αποφοίτησε ο αιτητής. Η Επιτροπή σημείωσε ότι οποιαδήποτε αναγνώριση από επαγγελματικό σώμα του Ηνωμένου Βασιλείου ή εκπαιδευτικό ίδρυμα του εξωτερικού, για σκοπούς εξαίρεσης του αιτητή από συγκεκριμένες εξετάσεις, δεν ήταν αρκετή για να καταστεί το δίπλωμα που κατείχε ισοδύναμο με το δίπλωμα του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου. ΄Ετσι η Επιτροπή αποφάσισε να απορρίψει το αίτημά του για τοποθέτησή του στη δεύτερη βαθμίδα της κλίμακας Α5. Η Επιτροπή πληροφόρησε σχετικά το δικηγόρο του αιτητή με επιστολή ημερ. 6.7.1998. Εναντίον της απόφασης ασκήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Η δικηγόρος των καθ΄ ων η αίτηση ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει την επίδικη απόφαση γιατί (α) κατά το διορισμό του στη θέση αποδέκτηκε ανεπιφύλακτα τους όρους του διορισμού του, μεταξύ των οποίων και τις μισθοδοτικές κλίμακες στις οποίες είχε τοποθετηθεί, (β) αποδέκτηκε ανεπιφύλακτα την τοποθέτησή του στην κλίμακα Α5 από 29.9.1994 επειδή είχε πετύχει στις απαιτούμενες από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης εξετάσεις, και (γ) γνώριζε από το 1990 ότι τα προσόντα του αξιολογήθηκαν από την Τεχνική Επιτροπή ως επαγγελματικά και μη ισότιμα του διπλώματος ΑΤΙ και ότι, ως εκ τούτου, το αίτημά του για παραχώρηση τριών πρόσθετων προσαυξήσεων στην κλίμακα Α5, δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί.
Ο ισχυρισμός ότι ο αιτητής αποδέκτηκε ανεπιφύλακτα τους όρους του διορισμού του δεν ευσταθεί, γιατί δεν έχει αποδειχθεί ότι ο αιτητής είχε πλήρη γνώση του περιεχόμενου της πράξης κατά το χρόνο αποδοχής της (βλέπε Θ. Τσάτσος, Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Τρίτη ΄Εκδοση, σελ. 41).
Ούτε στην επιστολή προσφοράς διορισμού, αλλά ούτε και στους όρους υπηρεσίας που είχαν επισυναφθεί σ΄ αυτή, καθορίζεται αν ο αιτητής επιλέγηκε ως κατέχων ισότιμο δίπλωμα του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου ή αν διορίστηκε με βάση το απολυτήριο Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης και τριετή πείρα. Κατά συνέπεια δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η γνώση που ο αιτητής απέκτησε από την προσφορά διορισμού για τους όρους εργοδότησής του ήταν πλήρης. ΄Ομως ο αιτητής είχε, όπως θα δούμε στη συνέχεια, γνώση από άλλη πηγή
.Σύμφωνα με την παράγραφο 5 του σχεδίου υπηρεσίας οι διοριζόμενοι με βάση τα προσόντα της παραγράφου 1(β), δηλαδή με προσόν το απολυτήριο Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης, μετά την εξάντληση της κλίμακας Α2 για να προχωρήσουν στην κλίμακα Α5 πρέπει πετύχουν σε εξετάσεις, τόσο πάνω στο Νόμο και τους Κανονισμούς για τη Δημόσια Υπηρεσία, όσο και σε εξετάσεις που καθορίζονται για τον τεχνικό κλάδο στον οποίο τοποθετούνται. Η επιτυχία στις εξετάσεις θα πρέπει να επιτευχθεί μέσα σε τέσσερα χρόνια ή οκτώ εξεταστικές περιόδους από το διορισμό.
Ο αιτητής τοποθετήθηκε στις 29.9.1994 στην κλίμακα Α5, ύστερα από επιτυχία στις πιο πάνω εξετάσεις. Η συμμετοχή του όμως στις εξετάσεις συνιστά αποδοχή του διορισμού του με βάση τα προσόντα της παραγράφου 1(β) και όχι τα της παραγράφου 1(α). ΄Ετσι είναι φανερό ότι ο λόγος (β) της προδικαστικής ένστασης θα πρέπει να επιτύχει.
Αυτό μας φέρνει στο λόγο (γ) της ένστασης, ότι δηλαδή ο αιτητής γνώριζε ήδη από το 1990 ότι τα προσόντα του είχαν αξιολογηθεί από την Τεχνική Επιτροπή ως επαγγελματικά και όχι ακαδημαϊκά και μη ισότιμα του διπλώματος του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου. Αυτό φαίνεται να είναι και ο λόγος που ο αιτητής παρακάθησε στις εξετάσεις της παραγράφου Γ του σχεδίου υπηρεσίας. Φωτοαντίγραφο της επιστολής ημερ. 5.11.199
0 διαβιβάστηκε στο Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς για ενημέρωση των ενδιαφερομένων, ενώ στον αιτητή επιδόθηκε η πρωτότυπη επιστολή. Ο αιτητής φαίνεται ότι υπέγραψε ότι την παρέλαβε, ενώ στον ατομικό του φάκελο έχει καταχωρηθεί φωτοαντίγραφο. Παρ΄ όλον ότι η φωτοτυπία του εγγράφου δεν είναι ευκρινής, εν τούτοις φαίνεται ότι ο αιτητής πράγματι ενημερώθηκε σχετικά.Η παρούσα υπόθεση διαφοροποιείται από την υπόθεση Μπατίστα ν. Κ.Ο.Τ., Υποθ. Αρ. 61/95, ημερ. 29.11.1995, στην οποία κρίθηκε ότι η αιτήτρια κέκτηται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει την απόφαση που αμφισβητούσε τα προσόντα της. Η παρούσα υπόθεση διαφοροποιείται επίσης και από την υπόθεση Παπαγιώργης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1996) 3 Α.Α.Δ. 563, γιατί στην παρούσα υπόθεση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουμε παραίτηση από αναπαλλοτρίωτα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
Θα μπορούσε να απασχολήσει το ερώτημα κατά πόσο η επέμβαση της Νομικής Υπηρεσίας που είχε ως αποτέλεσμα την απόσυρση της πρώτης προσφυγής του αιτητή δημιούργησε σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ της διοίκησης και του αιτητή, μια και δεν ηγέρθη τότε από τους καθ΄ ων η αίτηση θέμα γνώσης του και συνεπώς έλλειψης εννόμου συμφέροντος, όμως σε θέματα δημόσιας τάξης, όπως είναι η νομιμοποίηση του προσφεύγοντος, δεν χωρεί μια τέτοια εξέταση. Εν πάση περιπτώσει δεν θεωρώ ότι η στάση της συνηγόρου των καθ΄ ων η αίτηση δημιουργούσε μια τέτοια σχέση που ενεργοποιεί τις αρχές της καλής πίστης.
Εν όψει των πιο πάνω η ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος θα πρέπει να επιτύχει και συνεπώς η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί με έξοδα εναντίον του αιτητή, τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £350.
Φρ. Νικολαΐδης
Δ.
/ΜΔ