ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 4 ΑΑΔ 89
29 Ιανουαρίου, 1999
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΟΥΛΛΑΣ ΤΣΑΔΙΩΤΗΣ ΛΤΔ.,
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 318/97)
Διοικητικό δικονομικό δίκαιο ― Κατάργηση δίκης ― Ανάκληση προσβαλλόμενης απόφασης ― Δε συνιστά ανάκληση η έκδοση κατά παρέκκλιση πολεοδομικής άδειας, που δε ζητήθηκε, με πρωτοβουλία της πολεοδομικής αρχής εφόσον οι αιτητές αιτούντο άλλης πολεοδομικής άδειας.
Πολεοδομία ― Ιεραρχική προσφυγή κατά απόρριψης αίτησης για πολεοδομική άδεια για λατομείο ― Αρμόδιο όργανο εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής, η Υπουργική Επιτροπή ― Παράλειψη των αιτητών να συμμορφωθούν με τις νομοθετικές διατάξεις αναφορικά με την πλήρωση των προϋποθέσεων της αίτησης, καθιστά την απόρριψη νόμιμη ― Χωρίς σημασία τυχόν ακολουθούμενη πρακτική - Δεν απαιτείται αιτιολογία σε σχέση με την ερμηνεία και εφαρμογή νομοθετικής διάταξης.
Οι αιτητές προσέβαλαν με την προσφυγή τους την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής τους, κατά της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής να απορρίψει αίτημά τους για χορήγηση Πολεοδομικής άδειας για λατομείο.
Προβλήθηκε προδικαστική ένσταση, ότι εφόσον εκ των υστέρων παραχωρήθηκε κατά παρέκκλιση, άδεια χρήσης δημόσιου μονοπατιού, ότι η δίκη καταργήθηκε.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Διαπιστώνεται πως ήταν λανθασμένη η αντίληψη πως οι αιτητές μετά την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής τους ή οποτεδήποτε, ζήτησαν πολεοδομική άδεια κατά παρέκκλιση. Μετά την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής και πριν την καταχώριση της παρούσας προσφυγής, οι αιτητές με επιστολή τους αναφέρθηκαν σε μεγάλες ζημιές και ταλαιπωρίες που υφίσταντο και ζήτησαν παρέμβαση του Επαρχιακού Λειτουργού του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Πάφου "στην εξέταση της υπόθεσης και την έκδοση της αιτούμενης πολεοδομικής άδειας". Η πρωτοβουλία για την εισήγηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση, ανήκε στην Πολεοδομική Αρχή.
Ενδεχόμενη τελική διαπίστωση πως εδικαιολογείτο έκτοτε έκδοση της πολεοδομικής άδειας που ζητήθηκε, θα έφερνε στην επιφάνεια τις επιπτώσεις από την παρέλευση του χρόνου, που δε θα ήταν δυνατό να καλυφθούν με οποιαδήποτε μορφής αναδρομικότητα.
2. Εφόσον οι Κανονισμοί παρέχουν αυτοτελές στήριγμα στην απόφαση, απολήγει να είναι χωρίς σημασία η πρακτική. Περισσότερα δε χρειάζονταν. Όπως τονίστηκε πολύ πρόσφατα από την Ολομέλεια στην Αντρέας Μαυρομμάτης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 910, δε χρειάζεται αιτιολόγηση σε σχέση με την ερμηνεία και την εφαρμογή νομοθετικής διάταξης.
Ο Κανονισμός 2 είναι σαφής. Με την παράγραφο (1) απαιτείται όπως κάθε αίτηση για τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας "υπογράφεται από τον ιδιοκτήτη της ακίνητης ιδιοκτησίας ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του". Και με την παράγραφο (2)(α) απαιτείται να υποβάλλεται "πιστοποιητικό εγγραφής της προς ανάπτυξη ακίνητης ιδιοκτησίας".
Η Πολεοδομική Αρχή αξίωσε συμμόρφωση και η παράλειψη των αιτητών να ανταποκριθούν κάτω από το πρίσμα των Κανονισμών, σφράγισε την τύχη της αίτησής τους. Η όποια πρακτική δε θα ήταν δυνατό να καταργήσει τους Κανονισμούς.
Οι αιτητές δε νομιμοποιούνταν να αναμένουν εξέταση της ουσίας της αίτησής τους, αφού δεν την είχαν υποβάλει κανονικά. Σημειώνεται πως στην υπόθεση Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου (1998) 3 Α.Α.Δ. 707, η Ολομέλεια έκρινε πως οι αιτητές δε νομιμοποιούνταν αφού η αίτησή τους για άδεια οικοδομής δε συνοδευόταν από πιστοποιητικό εγγραφής του συγκεκριμένου οικοπέδου και τοπογραφικού σχεδίου όπως προνοούσαν οι Κανονισμοί που εφαρμόζονταν στην περίπτωση.
Τα συζητηθέντα σχετικά με την "έρευνα" που διεξάχθηκε, την "ανάθεσή" της και τη μή άσκηση από την Υπουργική Επιτροπή της εξουσίας της, απολήγουν να είναι ακαδημαϊκής σημασίας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ευθέως συνδέεται προς τους Κανονισμούς, όπως σημειώνεται δεν προβλήθηκε ισχυρισμός για παρερμηνεία ή λανθασμένη εφαρμογή τους στην περίπτωση και της παρέχουν αυτοτελές έρεισμα.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 A.A.Δ. 490,
Δήμος Αγίας Νάπας ν. Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 187,
Μαυρομμάτης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 910,
Φωτίου ν. Δήμου Λάρνακος (1997) 4 Α.Α.Δ. 2815,
Βεληγκέκα ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4387,
Μακρίδου ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 110,
Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου (1998) 3 Α.Α.Δ. 707.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία απέρριψαν την ιεραρχική προσφυγή που άσκησαν οι αιτητές κατά της άρνησης της Πολεοδομικής Αρχής να χορηγήσει σ' αυτούς πολεοδομική άδεια για εξόρυξη αδρανών υλικών (ασβεστολίθου).
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Ρ. Παπαέτη-Χατζηκώστα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές άσκησαν, δυνάμει του άρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν. 90/72 όπως τροποποιήθηκε), ιεραρχική προσφυγή κατά της άρνησης της Πολεοδομικής Αρχής να τους χορηγήσει πολεοδομική άδεια για εξόρυξη αδρανών υλικών (ασβεστολίθου) σε τεμάχια που περιγράφονται. Η προσφυγή αφορά στην απόφαση, ημερομηνίας 20.12.96, της αρμόδιας Υπουργικής Επιτροπής με την οποία την απέρριψε.
Εκκρεμούσας της προσφυγής, η Πολεοδομική Αρχή εισηγήθηκε τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση από τη Δήλωση Πολιτικής, σε ό,τι αφορούσε στη χρησιμοποίηση ως προσπέλασης δημόσιου μονοπατιού αντί δρόμου. Η Υπουργική Επιτροπή επελήφθη του θέματος στις 23.5.97 και, κατ' επίκληση του άρθρου 26 του πιο πάνω Νόμου, ενέκρινε την έκδοση πολεοδομικής άδειας ισχύος δυο ετών, κατά παρέκκλιση όπως ήταν η πρόταση.
Οι καθ' ων η αίτηση προτείνουν πως η προσφυγή έχασε το αντικείμενό της. Δέχονται πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εκτελεστή αλλά εισηγούνται πως πρέπει να ισχύσουν όσα διέπουν τις επιπτώσεις από την ανάκληση διοικητικής πράξης. Είναι η θέση τους πως αφού οι αιτητές ζήτησαν την έκδοση άδειας κατά παρέκκλιση και αφού το αίτημά τους ικανοποιήθηκε, η προσφυγή έχασε το αντικείμενό της. Επικαλούνται την απόφαση της Ολομέλειας στην Χρίστος Ιωσηφίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 490 και εισηγούνται την απόρριψη της προσφυγής αφού δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα εκ πρώτης όψεως ζημιάς ή βλάβης που παρέμεινε.
Προσέχω τώρα πως δεν έχει γίνει αναφορά σε πράγματι έκδοση πολεοδομικής άδειας μετά την απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής. (Βλ. Δήμος Αγίας Νάπας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 187). Δεν θα παραστεί όμως ανάγκη να ερευνήσω περαιτέρω αυτό το ζήτημα. Ζήτησα διευκρινίσεις και διαπιστώθηκε πως ήταν λανθασμένη η αντίληψη πως οι αιτητές, μετά την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής τους ή οποτεδήποτε, ζήτησαν πολεοδομική άδεια κατά παρέκκλιση. Μετά την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής και πριν την καταχώριση της παρούσας προσφυγής, οι αιτητές με επιστολή τους αναφέρθηκαν σε μεγάλες ζημιές και ταλαιπωρίες που υφίσταντο και ζήτησαν παρέμβαση του Επαρχιακού Λειτουργού του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Πάφου "στην εξέταση της υπόθεσης και την έκδοση της αιτούμενης πολεοδομικής άδειας". Η πρωτοβουλία για την εισήγηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση, ανήκε στην Πολεοδομική Αρχή.
Οι αιτητές δεν αρκούνται στην έκδοση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση πολύ λιγότερο αφού, όπως προσθέτουν, η έκδοσή της κατ' αυτό το τρόπο οδήγησε και στον περιορισμό της χρονικής της διάρκειας. Θέλουν να επιμείνουν στην εξέταση της αίτησης που υπέβαλαν και θεωρούν πως αυτή θα έπρεπε να είχε εγκριθεί όπως είχε υποβληθεί. Εν πάση περιπτώσει, ενδεχόμενη διαπίστωση πως παρανόμως απορρίφθηκε η αίτηση και η ιεραρχική προσφυγή τους, θα οδηγούσε στον τότε χρόνο και θα προέκυπτε θέμα ζημιάς από την αδράνεια ως στις 23.5.96.
Θα δούμε ότι η αίτηση για πολεοδομική άδεια και στη συνέχεια η ιεραρχική προσφυγή δεν απορρίφθηκαν για λόγους ουσίας. Επιτυχία της προσφυγής θα δημιουργούσε υποχρέωση εξέτασης με βάση τα τότε δεδομένα. Ενδεχόμενη τελική διαπίστωση πως εδικαιολογείτο έκτοτε έκδοση της πολεοδομικής άδειας που ζητήθηκε, θα έφερνε στην επιφάνεια τις επιπτώσεις από την παρέλευση του χρόνου, που δεν θα ήταν δυνατό να καλυφθούν με οποιασδήποτε μορφής αναδρομικότητα. Στο πλαίσιο της εισήγησης των καθ' ων η αίτηση και ενόψει της νομολογίας που επικαλέστηκαν, οφείλω να εκδικάσω την προσφυγή.
Μετά την υποβολή της ιεραρχική προσφυγής, το Υπουργείο Εσωτερικών ανέλαβε τη συλλογή απόψεων. Στο τέλος υπέβαλε σημείωμα προς την Υπουργική Επιτροπή. Θεωρούσε ότι η Πολεοδομική Αρχή ενήργησε ορθά και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της και εισηγήθηκε απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής. Η Υπουργική Επιτροπή σημείωσε ότι μελέτησε το σημείωμα που τις είχε υποβληθεί και απέρριψε την αίτηση αφού έκρινε πως η Πολεοδομική Αρχή ενήργησε νομότυπα, ορθά και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της.
Οι αιτητές θέτουν θέμα αναρμόδιας παρέμβασης του Υπουργείου Εσωτερικών και εισηγούνται πως δεν ήταν επιτρεπτή η χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας που αναλήφθηκε, χωρίς ανάθεση από την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή. Προσθέτουν πως, πέρα από αυτά, η Υπουργική Επιτροπή απλώς σφράγισε συμπεράσματα στα οποία είχαν αχθεί αναρμόδιοι, χωρίς στην πραγματικότητα να ασκήσει την εξουσία της και χωρίς, εν πάση περιπτώσει, να αιτιολογήσει την απόφασή της. Χωρίς όμως να ασχοληθούν και με την ουσία του προβλήματος που είχε εντοπιστεί. Αυτό δεν αφορούσε στην ουσία της αίτησής τους. Ούτε όσα περιγράφονταν ως έρευνα που αναλήφθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών σχετίζονταν με το κατ' ουσίαν δικαιολογημένο ή μή της έκδοσης πολεοδομικής άδειας. Η Πολεοδομική Αρχή ζήτησε να προσκομιστούν πιστοποιητικά ιδιοκτησίας των τεμαχίων που επηρεάζονταν και υπογραφή της αίτησης από τους ιδιοκτήτες τους. Οι αιτητές δεν ανταποκρίθηκαν και ήταν γι' αυτό το λόγο που απορρίφθηκε η αίτηση.
Στην ιεραρχική προσφυγή οι αιτητές επικαλέστηκαν πρακτική σύμφωνα με την οποία αυτά δεν απαιτούνταν στις περιπτώσεις ανανέωσης προνομίων λατομείων και είναι γεγονός πως είχε ακολουθηθεί αυτή η πρακτική. Είναι μάλιστα προφανές πως συναρτάται προς αυτή την κατάσταση το πρώτο σκέλος της αιτιολογίας της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής. Σημειώνεται πως το προνόμιο με βάση το οποίο λειτουργούσε το λατομείο των αιτητών, ακυρώθηκε με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή 1074/91. Δημιουργήθηκαν ερωτηματικά, δικαίως θα έλεγα, αναφορικά με την αντίληψη ότι η απόφαση εκείνη είχε το πιο πάνω αποτέλεσμα. (Βλ. Γεώργιος Μακρή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 1074/91 ημερομηνίας 31.5.94). Κυρίως όμως απασχόλησε το νομικό έρεισμα αυτής της πρακτικής. Η Πολεοδομική Αρχή, στο δεύτερο σκέλος της αιτιολογίας της απόφασής της, αναφέρεται σε απόρριψη της αίτησης λόγω μή προσκόμισης των πιστοποιητικών και μή υπογραφής της από τους ιδιοκτήτες "όπως προνοείται από τον Καν. 2 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990 Κ.Δ.Π. 55/90". Στο σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών προς την Υπουργική Επιτροπή γίνεται αναφορά στις απόψεις που εκφράστηκαν σε σχέση με την ακύρωση ή τη λήξη του προνομίου λατομείου, όπως συνάγεται για να καλυφθεί το θέμα και από την άποψη της πρακτικής που είχε προηγουμένως υιοθετηθεί, αλλά, επίσης, και γενικά σε σχέση με την ανάγκη προσκόμισης των πιστοποιητικών και υπογραφής της αίτησης αφού η άδεια θα αφορούσε σε ιδιωτικη γή.
Είναι γεγονός ότι η Υπουργική Επιτροπή περιορίστηκε στη γενική διατύπωση που ήδη κατέγραψα. Σαφώς όμως αυτά παραπέμπουν και στους Κανονισμούς τους οποίους άλλωστε επικαλέστηκε ρητά η Πολεοδομική Αρχή. Εφόσο δε οι Κανονισμοί παρέχουν αυτοτελές στήριγμα στην απόφαση, απολήγει να είναι χωρίς σημασία η πρακτική. Περισσότερα δεν χρειάζονταν. Όπως τονίστηκε πολύ πρόσφατα από την Ολομέλεια στην Αντρέας Μαυρομμάτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 910, δεν χρειάζεται αιτιολόγηση σε σχέση με την ερμηνεία και την εφαρμογή νομοθετικής διάταξης.
Ο Κανονισμός 2 είναι σαφής. Με την παράγραφο (1) απαιτείται όπως κάθε αίτηση για την χορήγηση πολεοδομικής άδειας "υπογράφεται από τον ιδιοκτήτη της ακίνητης ιδιοκτησίας ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του". Και με την παράγραφο (2)(α) απαιτείται να υποβάλλεται "πιστοποιητικό εγγραφής της προς ανάπτυξη ακίνητης ιδιοκτησίας". (Βλ. συναφώς Κυριάκος Δ. Φωτίου ν. Δήμου Λάρνακος (1997) 4 Α.Α.Δ. 2815). Η Πολεοδομική Αρχή αξίωσε συμμόρφωση και η παράλειψη των αιτητών να ανταποκριθούν κάτω από το πρίσμα των Κανονισμών, σφράγισε την τύχη της αίτησής τους. Η όποια πρακτική δεν θα ήταν δυνατό να καταργήσει τους Κανονισμούς. (Βλ. Άννα Βεληγκέκα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4387 και Έλλη Μακρίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 110).
Οι αιτητές δεν νομιμοποιούνταν να αναμένουν εξέταση της ουσίας της αίτησής τους αφού δεν την είχαν υποβάλει κανονικά. Σημειώνω πως στην υπόθεση Βάσος Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου (1998) 3 Α.Α.Δ. 707 η Ολομέλεια έκρινε πως οι αιτητές δεν νομιμοποιούνταν αφού η αίτησή τους για άδεια οικοδομής δεν συνοδευόταν από πιστοποιητικό εγγραφής του συγκεκριμένου οικοπέδου και τοπογραφικού σχεδίου όπως προνοούσαν οι Κανονισμοί που εφαρμόζονταν στην περίπτωση.
Τα συζητηθέντα σχετικά με την "έρευνα" που διεξάχθηκε, την "ανάθεσή" της και τη μή άσκηση από την Υπουργική Επιτροπή της εξουσίας της, απολήγουν να είναι ακαδημαϊκής σημασίας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ευθέως συνδέεται προς τους Κανονισμούς, όπως σημείωσα δεν προβλήθηκε ισχυρισμός για παρερμηνεία ή λανθασμένη εφαρμογή τους στην περίπτωση και, όπως κρίνω, της παρέχουν αυτοτελές έρεισμα. Δημιουργείται βέβαια απορία αναφορικά με το πώς στη συνέχεια εγκρίθηκε η έκδοση της πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση, χωρίς να είχε αρθεί το εμπόδιο που επισημάνθηκε. Αυτά όμως και συναφώς το ζήτημα της καθόλου εμπλοκής του άρθρου 26 στην περίπτωση, δεν νομίζω ότι επιδρούν εδώ.
Η προσφυγή αποτυγχάνει, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.