ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 4 ΑΑΔ 26
22 Ιανουαρίου, 1999
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 396/97)
ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 445/97)
ΡΟΜΠΕΡΤΟΣ ΒΡΑΧΙΜΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 396/97, 445/97)
Δημόσιοι υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Σχέδιο Υπηρεσίας ― Σε θέσεις πρώτου διορισμού, επιδιώκεται η προσέλκυση ικανών υποψηφίων ― Ανεπίτρεπτη παραβίαση του σχεδίου υπηρεσίας από την Ε.Δ.Υ., που έδωσε προβάδισμα στους μόνιμους δημόσιους υπαλλήλους, εφόσον σύμφωνα με τις πρόνοιές του, πλεονέκτημα κατείχαν είτε οι μόνιμοι είτε οι έκτακτοι δημόσιοι υπάλληλοι.
Διοικητική πράξη ― Αιτιολογία ― Απαιτείται στο κείμενο της απόφασης, εφόσον προβλέπεται από τις νομοθετικές διατάξεις ― Αν δεν προβλέπεται και δοθεί αιτιολογία, τότε αυτή ελέγχεται δικαστικά.
Οι δύο προσφυγές συνεκδικάσθηκαν επειδή προσέβαλαν την ίδια διοικητική πράξη, που ήταν ο διορισμός του ενδιαφερομένου προσώπου στη μόνιμη θέση Εργαστηριακού Λειτουργού Θαλασσαιμίας.
Αντίθετα με την αιτήτρια στην προσφυγή 396/97, ο αιτητής στην προσφυγή 445/97 δεν περιλήφθηκε στον τελικό κατάλογο της Ε.Δ.Υ., παρόλο που αυτό ζητήθηκε από τη δικηγόρο του και παρόλο που συμπεριλήφθηκαν άλλοι τρεις υποψήφιοι. Η αιτιολογία που δόθηκε για τούτο ήταν ότι με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια που έθεσε η ίδια η Ε.Δ.Υ. απαιτείτο η ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλοι, ενώ ο αιτητής κατείχε μόνο θέση εκτάκτου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί ότι, θέσεις πρώτου διορισμού και θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής, σκοπό έχουν να προσελκύσουν ικανούς υποψηφίους στη δημόσια υπηρεσία και ταυτόχρονα να δώσουν ευκαιρία επαγγελματικής ανέλιξης σε ικανούς και άξιους δημοσίους υπαλλήλους.
Η δημιουργία τέτοιων θέσεων σκοπό έχει τη διεύρυνση της βάσης επιλογής ενώ η αρχή της ισότητας δεσμεύει τη διοίκηση να ενεργεί χωρίς διάκριση μεταξύ υποψηφίων εντός και εκτός υπηρεσίας. Αντίθετα, οι εκτός υπηρεσίας δικαιούνται σε ίδιο μέτρο κρίσεως, η δε υπηρεσία ενός υποψηφίου ως δημοσίου υπαλλήλου, εκτός εάν άλλως προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, δεν αποτελεί πλεονέκτημα ούτε δίδει προβάδισμα έναντι των λοιπών διεκδικούντων τη θέση.
Όπως ορθά επεσήμανε ο δικηγόρος του αιτητή, η παρ. 3(4) του Σχεδίου Υπηρεσίας προέβλεψε ότι με το πλεονέκτημα της σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης πείρας, ηδύναντο να πιστωθούν υποψήφιοι οι οποίοι είτε υπηρετούσαν σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία και σύμφωνα με το σαφές και αδιαμφισβήτητο νόημα της διάταξης, πρόθεση του Σχεδίου Υπηρεσίας ήταν η ίση και χωρίς οποιαδήποτε διάκριση μεταχείριση μεταξύ των υπηρετούντων ως μονίμων και ως εκτάκτων υπαλλήλων.
Ο αιτητής υπηρετούσε ως έκτακτος Τεχνολογίας Νοσοκομειακού Εργαστηρίου στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας από το Νοέμβριο του 1994. Η Επιτροπή απέρριψε το αίτημα για συμπερίληψή του στον τελικό κατάλογο με σαφή αιτιολογία ότι αυτός δεν υπηρετούσε ως μόνιμος αλλά ως έκτακτος υπάλληλος.
Σύμφωνα με τη νομολογία και αντίθετα προς την εισήγηση των καθ' ων η αίτηση, ότι το εδάφιο 8 του Άρθρου 33 του Νόμου δεν απαιτεί αιτιολογημένη απόφαση για τη μη περίληψη υποψηφίου στον τελικό κατάλογο, τέτοια αιτιολογία, εφόσον δίδεται, όπως εν προκειμένω, ελέγχεται δικαστικά.
Όπως προκύπτει από την αιτιολογία η οποία δόθηκε, αποφασιστικός παράγοντας για τη μη περίληψη του αιτητή στον τελικό κατάλογο υποψηφίων αποτέλεσε η ιδιότητά του ως εκτάκτου και όχι ως μονίμου δημοσίου υπαλλήλου και, όπως επίσης προκύπτει, μέρος της αιτιολογίας για την περίληψη στον τελικό κατάλογο των τριών μη συστηθέντων από τη Συμβουλευτική υποψηφίων, απετέλεσε η δημοσιοϋπαλληλική τους ιδιότητα.
Η επιτροπή εν προκειμένω, μετέβαλε κατά το δοκούν τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας και εισήγαγε νομικό κανόνα ο οποίος δεν προέκυπτε από το νόμο. Εφόσον υπήρχε σαφής ρύθμιση του θέματος από δευτερογενή νομοθεσία, η εφαρμογή της ήταν υποχρεωτική για τη διοίκηση και δεν παρείχετο προς αυτήν στάδιο άσκησης διακριτικής ευχέρειας προς ερμηνεία θεσμοθετημένων από το Σχέδιο Υπηρεσίας διατάξεων.
Ο νόμος δεν είχε σκοπό την παροχή πρόσθετου ευεργετήματος στους μονίμως υπηρετούντες και η υπηρεσία ενός υποψηφίου ως μονίμου δημοσίου υπαλλήλου αποτελούσε εξωγενή παράγοντα και μη προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας στοιχείο κρίσεως της καταλληλότητας των υποψηφίων, αλλά στοιχείο αντίθετο προς το γράμμα και το πνεύμα του νόμου.
Η επίδραση την οποία άσκησε το εξωγενές αυτό κριτήριο στην απόφαση για τη μη συμπερίληψη του αιτητή στον τελικό κατάλογο ήταν, όπως προκύπτει από την αιτιολογία η οποία δόθηκε, ουσιώδης, η δε επίδραση την οποία δυνατόν να άσκησε το κριτήριο τούτο στη λήψη της επίδικης απόφασης είναι αδύνατον να εκτιμηθεί από το Δικαστήριο.
OÈ ÚÔÛÊ˘Á€˜ ÂÈÙ˘Á¯¿ÓÔ˘Ó Ì €ÍÔ‰·.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318,
Χριστοφή ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2245,
Kyriakou v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1130,
Republic v. Potoudes a.o. (1987) 3 C.L.R. 1591,
Moυρτζής ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 605,
Παρέλλη ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 428,
Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 833,
Republic v. Christoudias (1986) 3 C.L.R. 858,
Bασιλείου ν. Δήμου Λεμεσού (1991) 4 Α.Α.Δ. 2911,
Σαββίδου ν. Δήμου Κάτω Πολεμιδιών (1990) 3 Α.Α.Δ. 4379,
Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2396,
Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1381,
Σκαπούλης κ.ά. ν. Λοΐζου κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 148.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας να διορίσει το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Εργαστηριακού Λειτουργού Θαλασσαιμίας, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας αντί των αιτητών.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Α. Βασιλειάδης, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α. Ευσταθίου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Με τις παρούσες προσφυγές οι οποίες συνεκδικάστηκαν γιατί στρέφονται κατά της ίδιας διοικητικής πράξης και παρουσιάζουν κοινά σημεία γεγονότων και νόμου, οι αιτητές προσβάλλουν το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους στη μόνιμη θέση Εργαστηριακού Λειτουργού Θαλασσαιμίας, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, από 3/3/97.
Σε ανταπόκριση της δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας μίας κενής μόνιμης θέσης πρώτου διορισμού Εργαστηριακού Λειτουργού Θαλασσαιμίας, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, υποβλήθηκαν συνολικά 98 αιτήσεις.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή κάλεσε σε προφορική εξέταση τους 92 υποψηφίους τους οποίους έκρινε ότι κατείχαν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας τυπικά προσόντα διορισμού, μεταξύ των οποίων τους αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση αξιολόγησε τον αιτητή Βραχίμη Ρομπέρτο ως Πάρα πολύ καλό, την αιτήτρια Ελευθερίου Ανδρούλλα ως Εξαίρετη και την ενδιαφερόμενη, Καλογήρου Ελένη, επίσης ως Εξαίρετη.
Περαιτέρω, διαπίστωσε, ότι το προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα, κατείχαν, μεταξύ άλλων υποψηφίων, οι αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης, τα προσόντα των υποψηφίων και το περιεχόμενο των υπηρεσιακών φακέλων όσων από αυτούς ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, σύστησε για διορισμό στη θέση τέσσερις υποψηφίους μεταξύ των οποίων την αιτήτρια στην προσφυγή 396/97, το ενδιαφερόμενο μέρος, όχι όμως τον αιτητή στην προσφυγή 445/97.
Η Επιτροπή, σε συνεδρίασή της ημερομηνίας 15/7/96 μελέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και υιοθέτησε το πόρισμά της όσον αφορά την απαιτούμενη γνώση της Ελληνικής και Αγγλικής γλώσσας.
Όσον αφορά το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας, "πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση, είτε σε έκτακτη απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία", η Επιτροπή αποφάσισε ότι ελάχιστος χρόνος πείρας τον οποίο απαιτείτο να διαθέτει υποψήφιος ώστε να πιστωθεί με το σχετικό πλεονέκτημα ήταν έξι μήνες μέχρι τον πρώτο ουσιώδη χρόνο συνδρομής των προσόντων και βάσει τούτου η Επιτροπή έκρινε ότι το πλεονέκτημα διέθεταν έντεκα υποψήφιοι μεταξύ των οποίων οι αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Περαιτέρω και με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία έκρινε ότι το πλεονέκτημα του μεταπτυχιακού προσόντος του Σχεδίου Υπηρεσίας διέθεταν 14 υποψήφιοι μεταξύ των οποίων και ο αιτητής στην προσφυγή 445/97, Βραχίμης Ρομπέρτος.
Ακολούθως, η Επιτροπή προέβη στον καταρτισμό του τελικού καταλόγου με την προσθήκη στον προκαταρκτικό κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής άλλων τριών υποψηφίων, οι οποίοι, όπως ανέφερε, είχαν μεταπτυχιακά προσόντα, πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης η οποία τους προσέδιδε το πλεονέκτημα, υπηρετούσαν ως δημόσιοι υπάλληλοι και είχαν αξιολογηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στο επίπεδο του "Πάρα πολύ καλός".
Σε συνεδρίαση ημερομηνίας 25/10/96 η Επιτροπή μελέτησε και απέρριψε κατά πλειοψηφία το αίτημα το οποίο υπέβαλε διά της δικηγόρου του ο αιτητής στην προσφυγή 445/97, όπως κληθεί και αυτός στην ενώπιον της προφορική εξέταση.
Λαμβάνοντας την πιο πάνω απόφαση η πλειοψηφία της Επιτροπής σημείωσε ότι,
"στη συνεδρία της ημερομηνίας 25.7.96 (θέμα Β.(7)(2) των πρακτικών) είχε αποφασίσει την προσθήκη ορισμένων υποψηφίων που δε σύστησε η Συμβουλευτική Επιτροπή στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων, με βάση τα ακόλουθα κριτήρια που οι υποψήφιοι θα έπρεπε να πληρούν στην ολότητά τους:
(α) Υπηρεσία ως δημόσιος υπάλληλος.
(β) Κατοχή μεταπτυχιακού προσόντος και πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης πέραν των έξι μηνών, που του προσδίδει το πλεονέκτημα. (Τόσο το μεταπτυχιακό προσόν όσο και η πείρα προβλέπονται ως πλεονέκτημα στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης).
(γ) Αξιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στο επίπεδο του "Πάρα πολύ καλός"."
Η πλειοψηφία της Επιτροπής έκρινε ότι ο αιτητής, ο οποίος υπηρετούσε ως έκτακτος στο Τμήμα δεν ικανοποιούσε το υπ' αριθμό (α) κριτήριο, για το λόγο ότι δεν υπηρετούσε ως δημόσιος υπάλληλος, αλλά ως έκτακτος.
Μέλος της Επιτροπής υποστήριξε την αντικατάσταση του κριτηρίου, "δημόσιος υπάλληλος", με την κριτήριο, "να κατέχουν έκτακτη ή μόνιμη θέση στη δημόσια υπηρεσία" και με βάση το εν λόγω κριτήριο να προστεθούν στον τελικό κατάλογο, ο αιτητής στην προσφυγή 445/95 καθώς και άλλοι δύο υποψήφιοι.
Η πλειοψηφία της Επιτροπής έκρινε ως αντικειμενικά τα εν λόγω κριτήρια και τη διαφοροποίηση του τελικού καταλόγου ως μη επιτρεπτή.
Σε συνεδριάσεις της ημερομηνίας 6/2/97 και 13/12/97 η Επιτροπή δέχθηκε σε προφορική προσωπική εξέταση τους υποψηφίους οι οποίοι περιλαμβάνοντο στον τελικό κατάλογο υποψηφίων, παρισταμένου του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας και Ανώτερου Ειδικού Ιατρού Παιδιατρικής.
Υπό το φως των σχετικών κρίσεων και απόψεων των πιο πάνω λειτουργών η Επιτροπή αξιολόγησε και αιτιολόγησε και η ίδια τα αποτελέσματα των προφορικών εξετάσεων των υποψηφίων.
Η Επιτροπή, με βάση όλα τα ενώπιόν της ουσιώδη στοιχεία και κατόπιν συνεκτίμησης των νομολογημένων κριτηρίων αξιολόγησης έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος, Καλογήρου Ελένη, Τεχνολόγος Θαλασσαιμίας, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας υπερείχε των λοιπών υποψηφίων και αποφάσισε το διορισμό της στη θέση Εργαστηριακού Λειτουργού Θαλασσαιμίας, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, από 3.3.97.
Απετέλεσε βασική εισήγηση του αιτητή στην προσφυγή 445/97 ότι η κατόπιν εξέτασης του αιτήματός του άρνηση της Επιτροπής να τον εντάξει στον τελικό κατάλογο υποψηφίων ήταν το αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα, παράβασης νόμου, υπέρβασης και κατάχρησης εξουσίας.
Σύμφωνα με την ίδια εισήγηση, εφόσον η επίδικη θέση ήταν πρώτου διορισμού και ηδύνατο να πληρωθεί επίσης από πρόσωπα εκτός δημοσίας υπηρεσίας και εφόσον ο αιτητής κρίθηκε ως προσοντούχος υποψήφιος, αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως Πάρα πολύ καλός κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως κατέχων το πλεονέκτημα της πείρας καθώς και το προβλεπόμενο ως πλεονέκτημα μεταπτυχιακό προσόν, η απόφαση αποκλεισμού του από τον τελικό κατάλογο της Επιτροπής επί τη βάσει του ότι αυτός δεν ήταν μόνιμος αλλά έκτακτος δημόσιος υπάλληλος, παραβίαζε την αρχή της ισότητας και ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων και εισήγαγε εξωγενές, αλλότριο και μη θεσμοθετημένο κριτήριο επιλογής.
Αντικρούοντας την πιο πάνω εισήγηση ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση υπέβαλε ότι, το εδάφιο (8) του αρ. 33 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90, απαιτεί αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής για τη συμπερίληψη στον τελικό κατάλογο υποψηφίων οι οποίοι δεν περιλαμβάνοντο στον προκαταρκτικό κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ουδόλως όμως απαιτεί αιτιολογημένη απόφαση για τη μη περίληψη υποψηφίου στον τελικό κατάλογο.
Σύμφωνα με το άρθρο 28(1)(α) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, οι θέσεις Πρώτου Διορισμού μπορούν να απονεμηθούν σε πρόσωπα που δεν είναι στη δημόσια υπηρεσία ή σε υπαλλήλους.
Η επίδικη θέση καθορίστηκε από το Σχέδιο Υπηρεσίας ως θέση Πρώτου Διορισμού.
Έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί ότι, θέσεις πρώτου διορισμού και θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής σκοπό έχουν να προσελκύσουν ικανούς υποψηφίους στη δημόσια υπηρεσία και ταυτόχρονα να δώσουν ευκαιρία επαγγελματικής ανέλιξης σε ικανούς και άξιους δημοσίους υπαλλήλους.
Η δημιουργία τέτοιων θέσεων σκοπό έχει τη διεύρυνση της βάσης επιλογής ενώ η αρχή της ισότητας δεσμεύει τη διοίκηση να ενεργεί χωρίς διάκριση μεταξύ υποψηφίων εντός και εκτός υπηρεσίας. Αντίθετα, οι εκτός υπηρεσίας δικαιούνται σε ίσο μέτρο κρίσεως η δε υπηρεσία ενός υποψηφίου ως δημοσίου υπαλλήλου, εκτός εάν άλλως προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, δεν αποτελεί πλεονέκτημα ούτε δίδει προβάδισμα έναντι των λοιπών διεκδικούντων τη θέση (Βλέπε: Κλέαρχος Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318, Δρ. Χρυσόστομος Χριστοφή ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2245 και Kyriakou v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1130).
Όπως τονίστηκε στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Republic v. Potoudes & Others (1987) 3 C.L.R. 1591, η ισότητα έναντι της διοίκησης απαιτεί ίση μεταχείριση παντός προσώπου το οποίο διεκδικεί θέση πρώτου διορισμού.
Τόσο οι αιτητές όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές περιλαμβάνονταν μεταξύ των υποψηφίων οι οποίοι κρίθηκαν ότι κατείχαν τα αναγκαία προσόντα προς διεκδίκηση της θέσης.
Όπως ορθά επεσήμανε ο δικηγόρος του αιτητή, η παρ. 3(4) του Σχεδίου Υπηρεσίας προέβλεψε ότι με το πλεονέκτημα της σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης πείρας ηδύναντο να πιστωθούν υποψήφιοι οι οποίοι είτε υπηρετούσαν σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία και σύμφωνα με το σαφές και αδιαμφισβήτητο νόημα της διάταξης πρόθεση του Σχεδίου Υπηρεσίας ήταν η ίση και χωρίς οποιαδήποτε διάκριση μεταχείριση μεταξύ των υπηρετούντων ως μονίμων και ως εκτάκτων υπαλλήλων.
Ο αιτητής υπηρετούσε ως έκτακτος Τεχνολόγος Νοσοκομειακού Εργαστηρίου στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας από τον Νοέμβριο του 1994.
Η Επιτροπή απέρριψε το αίτημα για συμπερίληψή του στον τελικό κατάλογο με τη σαφή αιτιολογία ότι αυτός δεν υπηρετούσε ως μόνιμος αλλά ως έκτακτος υπάλληλος.
Σύμφωνα με τη νομολογία και αντίθετα προς την εισήγηση των καθ' ων η αίτηση, ότι το εδάφιο 8 του άρθρου 33 του Νόμου δεν απαιτεί αιτιολογημένη απόφαση για τη μη περίληψη υποψηφίου στον τελικό κατάλογο, τέτοια αιτιολογία, εφ' όσον δίδεται, όπως εν προκειμένω, ελέγχεται δικαστικά (Βλέπε, σχετικά, Μάριος Μουρτζής ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 605, Παρέλλη ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 428 και Κίκης Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 833).
Ο συνυπολογισμός ή μη ως κριτηρίου καταλληλότητας ενός υποψηφίου για διορισμό, της ιδιότητάς του ως μόνιμου δημοσίου υπαλλήλου δεν αφέθηκε στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής αλλά ορίστηκε από το Σχέδιο Υπηρεσίας.
Το ίδιο το Σχέδιο Υπηρεσίας προσδιόρισε την κατηγορία της θέσης ως θέσης πρώτου διορισμού. Περαιτέρω καθόρισε ρητά ότι το πλεονέκτημα της σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης πείρας μπορούσε να αποδοθεί τόσο σε μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους όσο και σε απασχολούμενους έκτακτα στη δημόσια υπηρεσία.
Τα Σχέδια Υπηρεσίας αποτελούν νομοθεσία κατ' εξουσιοδότηση και πρέπει να τυγχάνουν εφαρμογής από την Επιτροπή (Βλέπε, σχετικά, Republic v. Christoudias (1986) 3 C.L.R. 858).
Η πλήρωση τέτοιων θέσεων ενεργείται σύμφωνα με τη διαδικασία η οποία ορίζεται από το νόμο και διέπεται από τη νομολογία η οποία ρυθμίζει το ζήτημα.
Όπως προκύπτει από την αιτιολογία η οποία δόθηκε, αποφασιστικός παράγοντας για τη μη περίληψη του αιτητή στον τελικό κατάλογο υποψηφίων αποτέλεσε η ιδιότητά του ως εκτάκτου και όχι ως μονίμου δημοσίου υπαλλήλου και, όπως επίσης προκύπτει, μέρος της αιτιολογίας για την περίληψη στον τελικό κατάλογο των τριών μη συστηθέντων από τη Συμβουλευτική υποψηφίων, απετέλεσε η δημοσιοϋπαλληλική τους ιδιότητα.
Η Επιτροπή εν προκειμένω μετέβαλε κατά το δοκούν τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας και εισήγαγε νομικό κανόνα ο οποίος δεν προέκυπτε από το νόμο. Εφόσον υπήρχε σαφής ρύθμιση του θέματος από δευτερογενή νομοθεσία η εφαρμογή της ήταν υποχρεωτική για τη διοίκηση και δεν παρείχετο προς αυτήν στάδιο άσκησης διακριτικής ευχέρειας προς ερμηνεία θεσμοθετημένων από το Σχέδιο Υπηρεσίας διατάξεων.
Ο νόμος δεν είχε σκοπό την παροχή πρόσθετου ευεργετήματος στους μονίμως υπηρετούντες και η υπηρεσία ενός υποψηφίου ως μονίμου δημοσίου υπαλλήλου αποτελούσε εξωγενή παράγοντα και μη προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας στοιχείο κρίσεως της καταλληλότητας των υποψηφίων, αλλά στοιχείο αντίθετο προς το γράμμα και το πνεύμα του νόμου (Βλέπε σχετικά, Μαρία Βασιλείου ν. Δήμου Λεμεσού (1991) 4 Α.Α.Δ. 2911, Χριστοθέα Σαββίδου ν. Δήμου Κ. Πολεμιδιών (1990) 3 Α.Α.Δ. 4379, Αλέκος Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2936, Μιλτιάδης Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1381 και Θεοφάνης Σκαπούλης κ.ά. ν. Κωνσταντίνου Λοΐζου κ.ά. (1998) 3�Α.Α.Δ. 148).
Η επίδραση την οποία άσκησε το εξωγενές αυτό κριτήριο στην απόφαση για τη μη συμπερίληψη του αιτητή στον τελικό κατάλογο ήταν, όπως προκύπτει από την αιτιολογία η οποία δόθηκε, ουσιώδης, η δε επίδραση την οποία δυνατόν να άσκησε το κριτήριο τούτο στη λήψη της επίδικης απόφασης είναι αδύνατον να εκτιμηθεί από το Δικαστήριο.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης η εξέταση των λοιπών λόγων ακύρωσης οι οποίοι εγέρθηκαν, καθίσταται αλυσιτελής.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η επίδικη απόφαση, ακυρώνεται.
Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των αιτητών.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.