ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 458/97
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:Ιωάννη Παπαγιάννη, εκ Λευκωσίας
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
_____________
22 Δεκεμβρίου, 1999
Για τον αιτητή : κα Ελ. Νικολαΐδου.
Για τους καθ΄ων η αίτηση : κ. Μ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας Α΄, για Γεν. Εισαγγελέα
της Δημοκρατίας.
_____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
O αιτητής αξιώνει την ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη μόνιμη θέση Επιμελητή (Ορθοπεδικής) (Τακτικός Προϋπολογισμός) Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, που έγινε με απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή") ημερομηνίας 20.1.1997, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 21.3.1997, αναδρομικά από 15.11.1993.
Η πιο πάνω προαγωγή έγινε με επανεξέταση της πλήρωσης της θέσης, ύστερα από ανάκληση προηγούμενης απόφασης της Επιτροπής ημερ. 14.10.1993 με την οποία είχε πάλιν προαχθεί το ενδιαφερόμενο μέρος. Η ανάκληση είχε γίνει στις 17.7.1996, ύστερα από εισήγηση της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας ημερ. 12.7.1996 επειδή η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν αναιτιολόγητη.
Στη συνεδρία της ημερ. 7.1.1997 η Επιτροπή αποφάσισε ότι αφού η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής έπασχε δεν μπορούσε να ληφθεί υπ΄ όψιν κατά την τελική επιλογή. Επειδή δε η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είχε στο μεταξύ μεταβληθεί, κρίθηκε ότι δεν ενδείκνυται η παραπομπή του θέματος σ΄ αυτήν.
Στη συνέχεια, ύστερα από μελέτη των ενώπιόν της στοιχείων έκρινε ότι κατά την επανεξέταση οι προσοντούχοι υποψήφιοι ήταν έξι, ανάμεσα στους οποίους το ενδιαφερόμενο μέρος και ο αιτητής.
Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι δεν θα ελάμβανε υπ΄ όψιν τη σύσταση του Διευθυντή που είχε υποβληθεί κατά τον ουσιώδη χρόνο, γιατί αφ΄ ενός είχε στηρικτεί στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και αφ΄ ετέρου γιατί ο Διευθυντής δεν είχε λάβει υπ΄ όψιν όλους τους αιτητές που θα ήταν κατά την επανεξέταση δικαιούχοι υποψήφιοι Κατά την επανεξέταση κλήθηκε να παραστεί και προβεί σε σύσταση ο κ. Πατζηνάκος, Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας.
Στη συνεδρία ημερ. 20.1.1997 ο κ. Πατζηνάκος σύστησε για επιλογή το ενδιαφερόμενο μέρος. Μετά την αποχώρησή του η Επιτροπή έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε γενικά των άλλων υποψήφιων και αποφάσισε να του προσφέρει προαγωγή αναδρομικά από 15.11.1993.
Την απόφαση αυτή προσβάλλει η παρούσα προσφυγή. Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παραπλανήθηκε και αποφάσισε το ενδιαφερόμενο μέρος είχε έκδηλη υπεροχή έναντι του αιτητή, ενώ στην πραγματικότητα υστερεί έναντί του, γιατί ο αιτητής απέκτησε την ειδικότητα του στην Ορθοπεδική το Φεβράρη του 1981, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος μόλις το 1988.
Ισχυρίζεται επίσης ότι η Επιτροπή παραπλανήθηκε για να καταλήξει στη διαπίστωση ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει σε πείρα γιατί εργάστηκε σε νοσοκομεία του Λονδίνου ως ειδικός, ενώ στην ουσία απλά απασχολήθηκε σε διάφορα νοσοκομεία του Ηνωμένου Βασιλείου από το 1969 έως τον Ιούνιο του 1980, χωρίς να παρέχεται περιγραφή της θέσης και των καθηκόντων του.
Περαιτέρω προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή παρέλειψε να σημειώσει ότι ο αιτητής απέκτησε την ειδικότητά του ως ορθοπεδικός το 1981 και ότι εργάστηκε ως ειδικός ορθοπεδικός μέχρι το 1983 και έκτοτε, μέχρι του διορισμού του στο δημόσιο τομέα, στον ιδιωτικό τομέα.
Ο αιτητής ισχυρίζεται τέλος ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή είναι αναιτιολόγητη και λανθασμένη ως προς τη σύγκριση του ενδιαφερόμενου μέρους προς τον ίδιο. Ισχυρίζεται σχετικά ότι η μη αιτιολόγηση της σύστασης αποτελεί παράβαση του άρθρου 35 (4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90.
Κανένας από τους πιο πάνω λόγους δεν ευσταθεί. Από τα πρακτικά προκύπτει ότι η Επιτροπή σε κανένα σημείο δεν κάμνει αναφορά σε έκδηλη υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους έναντι του αιτητή. Σημειώνεται μόνο ότι κρίθηκε ως ο πλέον κατάλληλος για τη θέση και ότι υπερέχει γενικά των άλλων υποψήφιων.
Εξίσου αβάσιμη είναι και η αντίληψη για τη θεώρηση από την Επιτροπή της πείρας των υποψήφιων στην Ορθοπεδική. Από τον προσωπικό φάκελο του αιτητή διαπιστώνεται με την πρώτη ματιά ότι το ενδιαφερόμενο μέρος εργοδοτήθηκε στην Αγγλία ως χειρούργος ορθοπεδικός από 1.1.1969 μέχρι 26.6.1980, ενώ το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου, με βάση την μέχρι τότε πείρα του, τον αναγνώρισε ως ειδικό στην Ορθοπεδική το 1980. Αντίθετα η πείρα του αιτητή στην Ορθοπεδική είναι πολύ λιγότερη, γιατί αρχίζει από το 1981, οπότε και απέκτησε τον τίτλο στην ειδικότητα αυτή.
Το ενδιαφερόμενο μέρος απέκτησε τίτλο στην ειδικότητα της Ορθοπεδικής στην Ελλάδα το 1988. ΄Οπως είδαμε όμως η πείρα του αρχίζει από πολύ πιο πριν. Δεν πρέπει εξάλλου να ξεχνούμε ότι η ειδικότητά του έτυχε αναγνώρισης και από το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου το 1980.
Αβάσιμος είναι επίσης ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή παραπλανήθηκε αφού δεν ανέφερε ο,τιδήποτε για τον τίτλο του αιτητή στην ειδικότητα της Ορθοπεδικής. Το γεγονός ότι ο αιτητής κατείχε το συγκεκριμένο τίτλο ήταν βέβαια γνωστό στην Επιτροπή, αφού αυτό φαίνεται στον προσωπικό του φάκελο. Σύμφωνα με τη νομολογία η Επιτροπή δεν έχει υποχρέωση να αναφερθεί σε όλους τους υποψήφιους και να καταγράψει στα πρακτικά όλα τα στοιχεία που αφορούν τον καθένα από αυτούς χωριστά. Υποχρεούται μόνο να αναφερθεί στον υποψήφιο που προτιμάται (Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 789, 791 και 796, ημερ. 30.5.1989
).Στο θέμα του αναιτιολόγητου της σύστασης υπάρχει κάποια παρανόηση. Ο αιτητής αναφέρει ότι η σύσταση έγινε με βάση το άρθρο 35(4). Το άρθρο αυτό εφαρμόζεται σε περιπτώσεις πλήρωσης θέσης προαγωγής. Στην προκείμενη περίπτωση η θέση ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής και συνεπώς εφαρμόζεται το άρθρο 34(9) που δεν απαιτεί
αιτιολογημένη σύσταση του Προϊστάμενου (Σάββας Φεττάς κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1117/91, 1118/91, 36/92, ημερ. 14.5.1993, Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 312/92, ημερ. 15.7.1994 και Κολιός ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 279/96, ημερ. 19.11.1997).Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στη σύσταση του Γενικού Διευθυντή. Ούτε και αυτός ο ισχυρισμός ευσταθεί. Το πρακτικό της Επιτροπής ημερ. 20.1.1997 καθορίζει όλα τα στοιχεία που λήφθηκαν υπ΄ όψιν για την επιλογή του καταλληλότερου. Τα στοιχεία αυτά είναι τα αναφερόμενα στο άρθρο 34(9) του Νόμου. Δεν προκύπτει από το πρακτικό ότι η Επιτροπή έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στη σύσταση του προϊστάμενου. Απλά την συνεκτίμησε με τα υπόλοιπα στοιχεία.
Η αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται μέσα από τις εμπιστευτικές εκθέσεις, όπως και τα προσόντα, ήταν τομείς στους οποίους ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος ήσαν περίπου ίσοι. Το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε του αιτητή, κυρίως λόγω της μεγαλύτερης πείρας του στην Ορθοπεδική και της σύστασης του Γενικού Διευθυντή. Ο αιτητής υπερείχε μόνο στην αρχαιότητα, αυτή όμως λόγω του επίπεδου της θέσης, κρίνεται ως περιορισμένης σημασίας (Δημοκρατία ν. Πανταζή (1991) 3 Α.Α.Δ. 47, Πούλλος κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 19/94 κ.α., ημερ. 7.2.1996). Συνεπώς, το ενδιαφερόμενο μέρος γενικά υπερείχε του αιτητή.
Η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στην Επιτροπή. Ισχύουν οι αρχές που έχουν καθιερωθεί από τη νομολογία (Μιλτιάδους ν. Ε.Δ.Υ., Α.Ε. 789 κ.α., ημερ. 30.5.1989). Το Δικαστήριο δεν ακυρώνει απόφαση διορισμού ή προαγωγής αν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με το νόμο και τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και ήταν εύλογα επιτρεπτή. Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά με τη δική του κρίση, αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου για προαγωγή ή διορισμό την κρίση του αρμόδιου οργάνου. Επεμβαίνει μόνο αν ο αιτητής αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του υποψήφιου που επιλέγηκε.
Τέθηκε από τον αιτητή ο ισχυρισμός ότι ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας δεν είναι ειδικός και συνεπώς έπρεπε να κληθεί για σύσταση ο Προϊστάμενος των Ιατρικών Υπηρεσιών. Επί του θέματος ποιός θα έπρεπε να κληθεί για να προβεί σε σύσταση, απαντά το πρακτικό της Επιτροπής ημερ. 20.1.1997. Ο Γενικός Διευθυντής κλήθηκε να παραστεί και υποβάλει σύσταση δυνάμει του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, ως ο ιεραρχικά ανώτερος λειτουργός στην όλη δομή του Υπουργείου Υγείας, στο οποίο υπαγόταν η θέση, επειδή στον περί Προϋπολογισμό Νόμο του 1996 δεν υπήρχε νομοθετημένη θέση Προϊστάμενου του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας (βλέπε Δημοκρατία ν. Στυλιανίδη κ.α. (1996) 3 Α.Α.Δ. 274, 279
).Στην απάντηση που καταχωρήθηκε για λογαριασμό του αιτητή φαίνεται να υπάρχει και ακόμα μια παρανόηση. Για την πλήρωση των διάφορων θέσεων προβλέπονται διαφορετικές διαδικασίες. Για τις θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής προβλέπεται η διαδικασία του άρθρου 34 του Νόμου. Για τις θέσεις πρώτου διορισμού η του άρθρου 33 και για τις θέσεις προαγωγής του άρθρου 35.
Στην παρούσα περίπτωση που η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής, η μόνη νόμιμη διαδικασία που θα μπορούσε να ακολουθηθεί είναι η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 34, όπως και έγινε. Η ερμηνεία που έγινε προσπάθεια να δοθεί για λογαριασμό του αιτητή είναι εσφαλμένη και αν ακολουθείτο ουσιαστικά θα καταλήγαμε σε κατάργηση του άρθρου 34 και της διαδικασίας που προβλέπει.
Η παρανόηση εντείνεται με τα γραφόμενα στην πρώτη παράγραφο της δεύτερης σελίδας της γραπτής αγόρευσης για τον αιτητή, όπου αναφέρεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατείχε την απαιτούμενη στα σχέδια υπηρεσίας δεκαετή πείρα.
Για πρώτο διορισμό τα προσόντα είναι διαφορετικά από τα προσόντα που απαιτούνται για προαγωγή. Για πρώτο διορισμό απαιτείται δεκαετής τουλάχιστον πείρα στην ειδικότητα, ενώ για προαγωγή τριετής μόνο πλήρης απασχόληση στη θέση Ιατρικού Λειτουργού 1ης τάξης, στην ειδικότητα που καθορίζεται. Τόσο ο αιτητής, όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος διεκδίκησαν τη θέση ως θέση προαγωγής. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε τα απαιτούμενα για προαγωγή προσόντα και συνεπώς το επιχείρημα καθίσταται πλήρως αβάσιμο.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή, τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £300.
Φρ. Νικολαΐδης
Δ.
/ΜΔ