ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 21/98

Ενώπιον: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με τα Άρθρα 28, 146 και 29 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

      1. Χριστίνα Καραολή και άλλων

ως ο Πίνακας Α΄

Αιτητών

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Κα θ΄ων η αίτηση.

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 4.11.1999

Για τους αιτητές : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κα Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

Για το ενδιαφερόμενο μέρος: κ. Χρ. Τριανταφυλλίδης.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή οι αιτητές ζητούν από το Δικαστήριο την ακόλουθη θεραπεία:

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση και/ή πράξη του καθ΄ου η αίτηση που περιήλθε τυχαία, πρόσφατα, υπόψη των αιτητών και με την οποίαν προήγαγε και/ή αναβάθμισε και/ή μετονόμασε τον Ιατρικό Λειτουργό 1ης Τάξης (παιδιατρικής) Λοΐζο Γ. Λοΐζου, σε θέση Επιμελητή (Κλίμακα Α14) και μάλιστα αναδρομικά από 25.7.97 είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος γιατί στηρίχθηκε σε νομοθετικές διατάξεις και/ή αποφάσεις και/ή διαδικασία που είναι αντισυνταγματική και αντίθετη στη Νομολογία.»

Το πραγματικό υπόβαθρο της υπόθεσης είναι το ακόλουθο:

Σύμφωνα με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο 12/1997 (Ν. 47(ΙΙ)/97) μια θέση κατεχόμενη από Ιατρικό Λειτουργό 1ης Τάξης (Κλίμακα Α11-Α12) και 2ης Τάξης (Κλίμακα Α9) με προσόντα και πείρα στην παιδογκολογία, παιδική λευχαιμία και μεταμόσχευση μυελού των οστών σε παιδιά, μετονομάστηκε σε θέση Επιμελητή (Κλίμακα Α14) και μεταφέρθηκε από το εδάφιο 60 στο εδάφιο 50. Ακολούθως, και εις εφαρμογή του Νόμου, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η Επιτροπή) ζήτησε από την αρμόδια αρχή να την πληροφορήσει ποιοι από τους υπηρετούντες Ιατρικούς Λειτουργούς 1ης και 2ης Τάξης πληρούσαν τις πρόνοιες της επεξήγησης που περιλαμβανόταν στο Νόμο και, ταυτόχρονα, κατά πόσο ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης του Επιμελητή. Η αρμόδια αρχή πληροφόρησε την Επιτροπή ότι τις εν λόγω πρόνοιες πληρούσε μόνο ο Ιατρικός Λειτουργός 1ης Τάξης (Παιδίατρος) Λοΐζου Λοΐζος (ενδιαφερόμενο μέρος), ο οποίος, επίσης, ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης Επιμελητή. Κατόπιν τούτου, η Επιτροπή, αφού μελέτησε όλα τα εις τη διάθεσή της στοιχεία, όπως προέκυπταν από τους φακέλους του ενδιαφερόμενου μέρους και όλων των άλλων Ιατρικών Λειτουργών που υπηρετούσαν στην ίδια ειδικότητα, διαπίστωσε ότι πράγματι ο μόνος που διέθετε τα απαιτούμενα προσόντα και πείρα στην παιδογκολογία, παιδική λευχαιμία και μεταμόσχευση μυελού των οστών σε παιδιά ήταν το ενδιαφερόμενο μέρος. Ακολούθως, και μετά από αυτή τη διαπίστωση, η Επιτροπή αποφάσισε να ειδοποιηθεί το ενδιαφερόμενο μέρος ότι η θέση που κατείχε μετονομαζόταν από 25.7.1997 σε θέση Επιμελητή (παιδιατρικής) Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας και ότι η θέση μεταφέρεται από το εδάφιο 60 στο εδάφιο 50 ως θέση Επιμελητή (Κλίμακα Α14) Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας.

Η απόφαση αυτή της Επιτροπής είναι το αντικείμενο της προσφυγής.

Η προδικαστική ένσταση.

Η δικηγόρος της Επιτροπής προέβαλε την προδικαστική ένσταση ότι οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλλουν την επίδικη απόφαση, εφόσον οι ίδιοι δεν πληρούν τα απαιτούμενα προσόντα για να διοριστούν ή προαχθούν στην επίδικη θέση. Παρέπεμψε σχετικά στην επεξήγηση του Πίνακα του άρθρου 3 του Νόμου 47(ΙΙ)/97, η οποία έχει ως εξής:

«60. Μια θέση κατεχόμενη από Ιατρικό Λειτουργό 1ης Τάξεως (Κλίμακες Α11 και Α12) και 2ας Τάξεως (Κλίμακα Α9) με προσόντα και πείρα στην παιδογκολογία, παιδική λευχαιμία και μεταμόσχευση μυελού των οστών σε παιδιά μετονομάστηκε σε Επιμελητή (Κλίμακα Α14) και μεταφέρθηκε στο εδάφιο 50.»

Περαιτέρω, η δικηγόρος της Επιτροπής παρέπεμψε στην αρχή ότι, για να μπορεί κάποιος αιτητής να προσβάλλει μια διοικητική απόφαση, πρέπει να έλκει συμφέρον από την ακύρωσή της και ότι μια προσφυγή είναι απαράδεκτη εάν η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης δεν πρόκειται να ωφελήσει ή βλάψει τον προσφεύγοντα. Υποστήριξε σχετικά ότι, στην προκείμενη περίπτωση, αν η επίδικη απόφαση ακυρωθεί, οι αιτητές δεν πρόκειται ούτε να ωφεληθούν ούτε να υποστούν βλάβη, εφόσον η θέση Επιμελητή δεν αποτελεί θέση από τον τακτικό προϋπολογισμό, αλλά κατάργηση υφιστάμενης θέσης Ιατρικού Λειτουργού Α και δημιουργία νέας θέσης Επιμελητή με ειδικά προσόντα τα οποία δεν κατέχουν οι αιτητές, και επιπλέον, σε περίπτωση ακύρωσης της απόφασης οι αιτητές δεν πρόκειται να ωφεληθούν, για το λόγο ότι δεν υπάρχει κανένα εχέγγυο ότι η θέση πρόκειται να προκηρυχθεί ως θέση Επιμελητή στην ειδικότητα της παιδιατρικής, ειδικότητα την οποία κατέχουν οι αιτητές, και ή να αντικατασταθεί με άλλη νέα θέση Επιμελητή.

Διαμετρικά αντίθετη ήταν η θέση του δικηγόρου των αιτητριών. Υποστήριξε ότι αυτές έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλουν την επίδικη απόφαση καθότι, με την τοποθέτηση του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Επιμελητή, επήλθε διαφοροποίηση στην ιεραρχία μεταξύ των αιτητών και του ενδιαφερόμενου μέρους, αφού ο τελευταίος βρέθηκε να προηγείται από απόψεως βαθμού και κλίμακος έναντι των αιτητών με τους οποίους, αμέσως πριν από την επίδικη απόφαση, ήταν ομόβαθμος. Παρέπεμψε επίσης στη νομολογία με την οποία έχει διευρυνθεί η έννοια του έννομου συμφέροντος ώστε να περιλαμβάνει και το ηθικό συμφέρον.

Έχω μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή το ερώτημα του έννομου συμφέροντος. Βρίσκω ότι οι αιτητές έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλλουν την επίδικη απόφαση. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστή Κωνσταντινίδη στην Προσφυγή Κουτσού ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 1085/91, ημερ. 30.11.1992:

«Η ύπαρξη ή μη εννόμου συμφέροντος αποφασίζεται με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε περίπτωσης. Σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει γίνει δεκτό πως, ενόψει ιδιαίτερων περιστατικών, θεμελιώνεται η νομιμοποίηση για την προσβολή της πράξης, παρά το γεγονός ότι ο αιτητής δεν συγκεντρώνει τα προσόντα της θέσης, είτε γιατί έχει ηθικό έννομο συμφέρον είτε γιατί αποκαλύπτεται κάποιας μορφής δυσμενής επηρεασμός του. Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που ο λόγος της προσβολής του διορισμού ή της προαγωγής αναφέρεται στη μη κατοχή από τον διορισθέντα ή τον προαχθέντα των προσόντων της θέσης. (Βλ. Petrakis Panayides v. Republic (1973) 3 CLR 378, X. Christodoulou and Others v. Cyprus Telecommunications Authority (1973) 3 CLR 695, Χρίστος Κυριάκου και Άλλοι ν. Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Προσφυγή 289/90 της 24 Απριλίου 1991). Όπως παρατηρεί ο Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος στο Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 5η έκδοση, 1991, σελ. 433

«Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική κατάσταση που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, από την οποία ο αιτών, βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί ωφέλεια, η οποία θίγεται αμέσως ή εμμέσως από τη προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, δηλαδή μεταβλήθηκε ή δεν ρυθμίστηκε με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ΄ αυτόν.».»

Στην προκείμενη περίπτωση, είναι δεδομένο ότι οι αιτητές κατέχουν τα προσόντα για προαγωγή στη θέση Επιμελητή σύμφωνα με το υφιστάμενο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. (Βλέπε Τεκμήριο 5 στην ένσταση). Δεν κατέχουν όμως εκείνο που απαιτείται από την επεξήγηση του Πίνακα του άρθρου 3 του Νόμου 47(ΙΙ)/97, δηλαδή δεν κατέχουν «προσόντα και πείρα στην παιδογκολογία, παιδική λευχαιμία και μεταμόσχευση μυελού των οστών σε παιδιά». Αυτή η επεξήγηση και, γενικότερα, η εγκυρότητα του πιο πάνω Νόμου, αμφισβητούνται έντονα από τους αιτητές. Πέραν τούτου, είναι εμφανές ότι με την τοποθέτηση του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση, οι αιτητές επηρεάζονται δυσμενώς από πλευράς ιεραρχίας, αφού το ενδιαφερόμενο μέρος, με την τοποθέτηση, αποκτά προβάδισμα σε βαθμό και κλίμακα. Το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Παγιάτας ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, ΑΕ 2183, ημερ. 18.9.98, είναι σχετικό:

«Σχετική με το ίδιο θέμα, είναι και η νομολογία, η οποία αναγνωρίζει ότι αποφάσεις, που έχουν ως αποδέκτη πρόσωπο άλλο από τον αιτητή, μπορεί να προσβληθούν από τον τελευταίο, εφόσο επηρεάζουν την υπόστασή του στην ιεραρχία της θέσης όπου υπηρετεί - (βλ., μεταξύ άλλων, Petrakis Panayides v. Republic (Public Service Commission) (1973) 3 C.L.R. 378, Πετρώνδας ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Λευκωσίας, Υπόθεση Αρ. 359/94, 22/8/95, Βαρναβίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 261/94, 27/10/1995 - Γενικά, ως προς τη φύση του συμφέροντος, που απαιτείται για την προσβολή πράξης ή απόφασης, βλ. Γεωργίου κ.ά. ν. Παναγή κ.ά. Α.Ε. 2166, 28/2/97.).»

Η ουσία της προσφυγής.

Είναι η θέση των αιτητών ότι, στην ουσία, ο Νόμος 47(ΙΙ)/97 συνιστά επέμβαση στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Επιτροπής να διορίζει ή προάγει δημόσιους υπαλλήλους, επέμβαση που συγκρούεται με την αρχή της διακρίσεως των εξουσιών. Η θέση αυτή με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή Δημοκρατία ν. Γιάλλουρου και άλλου (1995) 3 ΑΑΔ, σελ. 363, όπου στις σελ. 371 έως 373 αναφέρονται τα ακόλουθα:

«Ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1990 (Ν 1/90) καθιστά, σε συμφωνία με το Σύνταγμα, την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας τη μόνη αρχή με αρμοδιότητα για τη στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας. Η διαδικασία για την πλήρωση των θέσεων και τα κριτήρια για την επιλογή των καλυτέρων υποψηφίων καθορίζεται στο νόμο. Η προαγωγή υπαλλήλων προϋποθέτει την κίνηση του μηχανισμού για τη διενέργεια προαγωγών και τη συνεκτίμηση των διεκδικήσεων όλων των προσοντούχων υπαλλήλων για ανέλιξη στην ανώτερη βαθμίδα της Υπηρεσίας. Στην προκειμένη περίπτωση, η Ε.Δ.Υ. ουσιαστικά απεμπόλησε, μετά τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, το κυριαρχικό της δικαίωμα για την επιλογή των προαγομένων και περιορίστηκε στην επισφράγιση της επιλογής της Νομοθετικής Εξουσίας. Η προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων μόνο κατ΄ επίφαση αποτελεί απόφαση της Ε.Δ.Υ.. Στην ουσία, η προαγωγή διενεργήθηκε από τη Βουλή, στο πλαίσιο άσκησης της νομοθετικής της εξουσίας.

..........................

Καταλήγουμε ότι ορθά έγινε δεκτή η προσφυγή των εφεσιβλήτων και ορθά ακυρώθηκε η επίδικη διοικητική απόφαση. Η προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων, παρόλο που φέρει το επίχρισμα απόφασης της Ε.Δ.Υ., διενεργήθηκε ουσιαστικά από τη Νομοθετική Εξουσία και για το λόγο αυτό προσκρούει προς την αρχή της διάκρισης των Εξουσιών. Επίσης αντίκειται προς το πλαίσιο άσκησης των εξουσιών της Ε.Δ.Υ., το οποίο προσδιορίζει ο Ν 1/90. Τέλος, η απόφαση παραβιάζει την αρχή της ισότητας που κατοχυρώνει το Άρθρο 28 του Συντάγματος.»

Στην παρούσα υπόθεση, όπως και στην Γιάλλουρου, εκείνο που έγινε στην πραγματικότητα είναι ότι η νομοθετική εξουσία, με τη σύμπραξη της Επιτροπής, ενεργούσης κατά δέσμια αρμοδιότητα, αναβάθμισε και, ουσιαστικά, προήγαγε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο χωρίς να τηρηθεί οποιαδήποτε από τις καθιερωμένες από τους περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμους Διαδικασίες.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146(4)(β) του Συντάγματος.

 

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο