ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 745/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Ελένης Κωνσταντίνου-Χριστοφόρου

Αιτήτρ ιας

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ'ης η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 29 Οκτωβρίου, 1999.

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 2/8/99

Για την αιτήτρια: Μ. Τριανταφυλλίδης με Α. Ευσταθίου (κα) και

Ν. Κλεάνθους (κα).

Για την καθ΄ης η αίτηση: Ε. Αντωνίου (κα).

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή της η αιτήτρια ζητά την ακόλουθη θεραπεία:-

"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η με ημερομηνία 21.5.99 Απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση να προχωρήσει η Πειθαρχική Υπόθεση Αρ. 4/99 εναντίον της Αιτήτριας βάσει Κατηγορητηρίου το οποίο προέκυψε από Πειθαρχική Έρευνα εναντίον της Αιτήτριας η οποία διεξήχθηκε κατά παράβαση του Συντάγματος ή/και της περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νομοθεσίας ή/και των Κανόνων της Φυσικής Δικαιοσύνης είναι άκυρη και εστερημένη οποιουδήποτε αποτελέσματος.".

Δύο σχεδόν μήνες μετά την καταχώρηση της προσφυγής της η αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα αίτηση με την οποία ζητά προσωρινό διάταγμα αναστολής της εφαρμογής της επίδικης απόφασης. Το αίτημα της ενδιάμεσης αυτής αίτησης έχει ως εξής:-

"Προσωρινό Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να αναστέλλει μέχρι την ετυμηγορία του Δικαστηρίου επί της έκβασης της παρούσας Προσφυγής την ισχύ ή/και εφαρμογή της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, με ημερομηνία 21.5.1999, που επιβεβαιώθηκε την 1.7.99, να προχωρήσει η ακρόαση της Πειθαρχικής Υπόθεσης Αρ. 4/99 εναντίον της Αιτήτριας.".

Θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω σε συντομία τα γεγονότα όπως προκύπτουν κυρίως από την ένορκη δήλωση των καθ΄ων η αίτηση και τα οποία δεν έχουν αμφισβητηθεί.

Η αιτήτρια, η οποία είναι ιατρός-αναισθησιολόγος στο Μακάρειο Νοσοκομείο, επισύναψε στην αίτηση της για προαγωγή πιστοποιητικό ότι κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα στην αναισθησιολογία από το Πανεπιστήμιο της Zimbabwe (Master΄s Degree in Anaesthetics).

Κατά την εκδίκαση των προσφυγών με αριθμούς 319/97 και 320/97 στο Ανώτατο Δικαστήριο, με τις οποίες προσβαλλόταν η προαγωγή της στη θέση Επιμελήτριας Αναισθησιολογίας, υπήρξαν ισχυρισμοί ότι το πιστοποιητικό αυτό, το οποίο είχε επισυναφθεί στην αίτηση για προαγωγή, ήταν πλαστό.

Ενόψει των πιο πάνω ισχυρισμών το Υπουργικό Συμβούλιο διόρισε, με απόφασή του αρ. 47.818, ημερ. 20.5.98, Ερευνώντα Λειτουργό για διερεύνηση της υπόθεσης, σύμφωνα με τον Κανονισμό 6 του Δεύτερου Πίνακα (Αρ. 18(2)), Μέρος Ι των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων 1991-1996. Ο Ερευνών Λειτουργός διεξήγαγε έρευνα και πήρε διάφορες καταθέσεις.

Ως αποτέλεσμα του πορίσματος του Ερευνώντος Λειτουργού καταχωρήθηκε πειθαρχική υπόθεση εναντίον της αιτήτριας με τέσσερις κατηγορίες, τις ακόλουθες:-

"< FONT FACE="Arial,Arial">Πρώτη Κατηγορία

Παράβαση καθήκοντος ή υποχρεώσεως δημοσίου υπαλλήλου κατά παράβαση των άρθρων 60(ι)(α) και 73(ι)(β) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου Ν. 1/90.

Λεπτομέρειες Πειθαρχικού Παραπτώματος

Κατηγορείστε ότι μεταξύ της 25.4.96 και 30.4.96 και ενώ είσαστε δημόσιος υπάλληλος και υπηρετούσατε στη θέση Ιατρικού Λειτουργού 1ης τάξης υποβάλατε αίτηση για προαγωγή στη θέση Επιμελητή (Αναισθησιολογίας) επσυνάπτοντας στην αίτησή σας πλαστό πιστοποιητικό κατοχής του Master's Degree in Medicine (Anaesthetics).

Δεύτερη Κατηγορία

Διάπραξη παραπτώματος που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα κατά παράβαση των άρθρων 73(ι) (α) και 60 (ι) (α) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου Ν. 1/90.

Λεπτομέρειες Πειθαρχικού Παραπτώματος

Κατηγορείστε ότι μεταξύ της 25.4.96 και 30.4.96 και σε άγνωστη ημερομηνία και ενώ είσαστε δημόσιος υπάλληλος και υπηρετούσατε στη θέση Ιατρικού Λειτουργού 1ης Τάξης πλαστογραφήσατε το πιστοποιητικό του Master's Degree in Medicine (Anaesthetics) και το επισυνάψατε στην αίτησή σας για προαγωγή στη θέση Επιμελητή, γνωρίζοντας ότι ουδέποτε κατείχατε το προσόν αυτό.

Τρίτη Κατηγορία

Παράβαση καθήκοντος ή υποχρεώσεως δημοσίου υπαλλήλου κατά παράβαση των άρθρων 60(2)(δ) και 73(1)(β) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου Ν. 1/90.

Λεπτομέρειες Πειθαρχικού Παραπτώματος

Κατηγορείστε ότι μεταξύ της 25.4.96 και 30.4.96 και ενώ είσαστε δημόσιος υπάλληλος και υπηρετούσατε στη θέση Ιατρικού Λειτουργού 1ης Τάξης υποβάλατε αίτηση για προαγωγή στη θέση Επιμελητή (Αναισθησιολογίας) επισυνάπτοντας πιστοποιητικό κατοχής του Master's Degree in Medicine (Anaesthetics) δηλώνοντας ότι όλα τα στοιχεία και οι πληροφορίες που περιέχονταν στην αίτησή σας ήταν ορθές ενώ γνωρίζατε ότι το πιστοποιητικό ήταν πλαστό.

Τέταρτη Κατηγορία

Ενέργεια ή συμπεριφορά ή παράλειψη με τρόπο που δυνατό να δυσφημήσει το κύρος της δημόσιας υπηρεσίας γενικά ή τη θέση σας ειδικά ή που δυνατό να τείνει σε κλονισμό της εμπιστοσύνης του κοινού στη Δημόσια Υπηρεσία.

Λεπτομέρειες Πειθαρχικού Παραπτώματος

Κατηγορείστε ότι μεταξύ της 25.4.96 και 30.4.96 και ενώ είσαστε δημόσιος υπάλληλος και υπηρετούσατε στη θέση Ιατρικού Λειτουργού 1ης Τάξης εν γνώσει σας επισυνάψατε στην αίτησή σας για προαγωγή πλαστό πιστοποιητικό του Master's Degree in Medicine (Anaesthetics) με σκοπό να παραπλανήσετε ότι κατέχετε το προσόν αυτό, ενέργεια που δυνατό να δυσφημήσει το κύρος της δημόσιας υπηρεσίας γενικά και που δυνατό να κλονίσει την εμπιστοσύνη του κοινού στη Δημόσια Υπηρεσία.".

Στις 22.3.98 που ήταν ορισμένη η πειθαρχική υπόθεση για απάντηση στις κατηγορίες οι δικηγόροι της επρόβαλαν διάφορες προδικαστικές ενστάσεις που ακούστηκαν τελικά στις 26.4.99. Η ΕΔΥ με απόφαση της ημερ. 21.5.99 απέρριψε τις προδικαστικές ενστάσεις της αιτήτριας και την κάλεσε να απαντήσει στις κατηγορίες. Η αιτήτρια δεν παραδέχθηκε τις κατηγορίες και η ΕΔΥ καθόρισε ημερομηνία ακρόασης της πειθαρχικής υπόθεσης.

Στην ένορκη δήλωση της αιτήτριας που συνοδεύει την ενδιάμεση αίτηση προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η επίδικη απόφαση είναι έκδηλα παράνομη γιατί το συνταχθέν κατηγορητήριο είναι προϊόν παρανομίας. Η παρανομία δε, κατά την αιτήτρια, ανευρίσκεται σε παράβαση των Άρθρων 12.5 και 30.2 και 3 του Συντάγματος, των Κανόνων της Φυσικής Δικαιοσύνης και του Νόμου περί Δημοσίας Υπηρεσίας αρ. 1/90.

Στην ένορκη δήλωση της αιτήτριας δεν εξειδικεύονται οι λόγοι της έκδηλης παρανομίας, παραπέμπει δε προς τούτο στα επισυναφθέντα πρακτικά της ενώπιον της ΕΔΥ διαδικασίας και ιδιαίτερα στην αγόρευση του δικηγόρου της.

Τελικά στην παράγραφο 4 της ένορκης δήλωσης της η αιτήτρια αναφέρει τα εξής:-

"4. Οι δικηγόροι μου με συμβουλεύουν, και πιστεύω ως ορθή τη συμβουλή τους, ότι με την παρούσα Προσφυγή μου εγείρονται σοβαρά θέματα προς εκδίκαση, ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να επιτύχω στην Προσφυγή μου, και ότι αν δεν εκδοθεί το αιτούμενο Προσωρινό Διάταγμα θα είναι αδύνατο αργότερα να μου απονεμηθεί πλήρης Δικαιοσύνη, διότι θα έχω υποστεί την ταλαιπωρία και θα έχω εκτεθεί στους κινδύνους που συνεπάγεται η Πειθαρχική Δίκη μου βάσει ενός κατηγορητηρίου, το οποίο, διά όλους τους λόγους που έχω ήδη αναφέρει στην Ένορκη δήλωση μου αυτή, είναι προϊόν αντισυνταγματικότητος, παρανομίας και παράβασης και του Διεθνούς Δικαίου και των Κανόνων της Φυσικής Δικαιοσύνης.".

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση των καθ΄ων η αίτηση προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη με την προσφυγή απόφαση της ΕΔΥ δεν μπορεί να θεωρηθεί εκτελεστή διοικητική πράξη και κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατό να προσβληθεί με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Εισηγούνται οι καθ΄ων η αίτηση ότι η επίδικη απόφαση είναι προπαρασκευαστική πράξη που προηγείται της έκδοσης τελικής εκτελεστής απόφασης του πειθαρχικού οργάνου, παραπέμποντας στη νομολογία και ιδιαίτερα στις αποφάσεις Papanicolaou (No. 1) v. Republic (1968) 3 CLR 225 και Frangos and Others v. Republic (1982) 3 CLR 53.

Περαιτέρω οι καθ΄ων η αίτηση στην ένορκη δήλωσή τους ισχυρίζονται ότι δεν έχει αποδειχθεί οποιαδήποτε παρανομία και/ή έκδηλη παρανομία ή οποιαδήποτε ανεπανόρθωτη ζημιά όπως ερμηνεύεται από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του θέματος.

Είναι η θέση του κ. Τριανταφυλλίδη, όπως εκφράζεται στην αγόρευσή του ενώπιον της ΕΔΥ, στην οποία με παρέπεμψε, ότι ο Ερευνών Λειτουργός με τον τρόπο που ενήργησε, αρνούμενος να επιτρέψει στην αιτήτρια να έχει πλήρη γνώση της εναντίον της υπόθεσης και των κατηγοριών που ερευνούσε, πριν αυτή δώσει την κατάθεση της, της αποστέρησε τα δικαιώματα που διασφαλίζονται με τα Άρθρα 12.5 και 30.2 και 3 του Συντάγματος. Και σύμφωνα με το Άρθρο 35 του Συντάγματος "Αι νομοθετικαί, εκτελεσταί και δικαστικαί αρχαί της Δημοκρατίας υποχρεούνται να διασφαλίζωσι την αποτελεσματικήν εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος μέρους, εκάστη εντός των ορίων της αρμοδιότητος αυτής.". Η εισήγηση του κ. Τριανταφυλλίδη είναι ότι η ΕΔΥ είχε υποχρέωση να διαφυλάξει τα δικαιώματα της αιτήτριας που πηγάζουν από τα Άρθρα 12.5 και 30.2 και 3 του Συντάγματος.

Η δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση κ. Εύη Αντωνίου στη δική της αγόρευση ενώπιον της ΕΔΥ εισηγήθηκε ότι δεν πάσχει νομικά ούτε παραβιάζει τα αναφερθέντα Άρθρα του Συντάγματος ή το Νόμο 1/90 η διαδικασία που ακολούθησε ο Ερευνών Λειτουργός. Αναφέρθηκε, όπως και πριν ο κ. Τριανταφυλλίδης, στην επιστολή του Ερευνώντος Λειτουργού προς το δικηγόρο της αιτήτριας ημερ. 13.11.98 που περιέχεται στη "Δέσμη Α" που κατατέθηκε ως Τεκμήριο ενώπιον της ΕΔΥ. Σημειώνω ότι τέτοια "Δέσμη" εγγράφων δεν ευρίσκεται ενώπιόν μου. Η κα. Αντωνίου ισχυρίζεται ότι με επιστολή ημερ. 13.11.98, προγενέστερη της κατάθεσης της αιτήτριας προς τον Ερευνώντα Λειτουργό, πληροφορήθηκε πλήρως η αιτήτρια για τις υπό διερεύνηση κατηγορίες περιλαμβανομένης και εκείνης για πλαστογράφηση του πτυχίου αφού αναφέρεται ρητά τούτο και οι πρόνοιες του άρθρου 331 και επόμενα του Ποινικού Κώδικα. Επίσης είχαν τεθεί σε γνώση της αιτήτριας όλες οι καταθέσεις των μαρτύρων, οκτώ τον αριθμό, που είχαν ληφθεί από τον Ερευνώντα Λειτουργό, καθώς και ο φάκελος της υπόθεσης.

Στην ενδιάμεση απόφασή της, την επίδικη απόφαση, η ΕΔΥ απέρριψε τους ισχυρισμούς της αιτήτριας. Αναφέρει τα εξής στη σελίδα 3:-

"Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας εξέτασε με μεγάλη προσοχή όλα όσα ανάφεραν οι δικηγόροι των δύο πλευρών, τα έγγραφα που παρουσιάστηκαν ενώπιόν της για σκοπούς της προδικαστικής ένστασης και ικανοποιήθηκε ότι ο Ερευνών Λειτουργός έθεσε έγκαιρα όλες τις καταθέσεις των μαρτύρων και όλα τα σχετικά έγγραφα ενώπιον της καθ΄ης η δίωξη και ότι αυτή γνώριζε καλώς τί αντιμετώπιζε προτού δώσει την κατάθεσή της στον Ερευνώντα Λειτουργό. Εν πάση περιπτώσει, της δόθηκε ευκαιρία να προσθέσει ο,τιδήποτε ήθελε μέχρι που ετοιμάστηκε η υπόθεση από τη Νομική Υπηρεσία αλλά η καθ΄ης η δίωξη δεν προέβη σε οποιαδήποτε ουσιώδη μετατροπή ή τροποποίηση που θα μπορούσε να αλλάξει τις εντυπώσεις και συμπεράσματα, στα οποία η αρμόδια αρχή και ο δικηγόρος της κατέληξαν.".

 

Κατά την ενώπιον μου ακρόαση ο κ. Τριανταφυλλίδης συνόψισε τελικά το παράπονο της αιτήτριας στο γεγονός ότι προτού η τελευταία δώσει την κατάθεσή της δεν της έκαμαν γνωστό ότι εξετάζετο εναντίον της υπόθεση πλαστογραφίας, όπως κατηγορείται με τη δεύτερη κατηγορία που αναγράφεται στο κατηγορητήριο. Τούτο όμως, όπως ανέφερα προηγούμενα, δεν είναι ορθό αφού ρητά ο Ερευνών Λειτουργός στην επιστολή του ημερ. 13.11.98 αναφέρει ότι εξετάζει αδίκημα με βάση τα άρθρα 331 και επόμενα του Ποινικού Κώδικα.

Οι αρχές που διέπουν την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων εξηγούνται, με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία, στην απόφαση της Ολομέλειας στη Λοϊζίδη ν. Υπουργού Εσωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233 όπως αναφέρεται στις σελίδες 246-247:-

"Σύμφωνα με τις αρχές που ανέπτυξε η νομολογία μας - βλ. ενδεικτικά την απόφαση της Ολομέλειας στη Moyo and Another v. Republic (ανωτέρω) - προσωρινά διατάγματα δυνάμει του Καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου (όπως ο Κανονισμός αυτός έχει τροποποιηθεί), δύνανται να εκδοθούν στις εξής δύο περιπτώσεις:

(α) Όπου προκύπτει έκδηλη παρανομία ή

(β) Όπου καταφαίνεται η έλευση ανεπανόρθωτης ζημίας εφόσον σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση δεν δημιουργούνται ανυπέρβλητα εμπόδια στη Διοίκηση οπότε λόγοι δημόσιου συμφέροντος κωλύουν την προσωρινή θεραπεία.".

Η έκδηλη παρανομία συνοψίστηκε (στη σελ. 240) ως

".... εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης.".

Από τα όσα έχουν προταθεί ενώπιον μου δεν αναδύεται οποιαδήποτε έκδηλη παρανομία ή παραβίαση των αρχών που καθιερώνονται από τα Άρθρα 12.5 και 30.2.3 του Συντάγματος. Αντίθετα η αιτήτρια είχε πλήρη γνώση των εναντίον της κατηγοριών που ευρίσκοντο υπό διερεύνηση από τον Ερευνώντα Λειτουργό, ο οποίος έθεσε στη διάθεση της το φάκελο και τις μέχρι τότε ληφθείσες καταθέσεις από διάφορα πρόσωπα.

Ως προς το ζήτημα πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς, τα όσα προτάθηκαν, δηλαδή η ταλαιπωρία και τα έξοδα που θα υποστεί για την υπεράσπιση της δεν αποτελούν παρά μόνο δυσχέρειες και δεν κατατείνουν σε οτιδήποτε το ανεπανόρθωτο. Κάθε υλική ζημιά είναι δυνατό να εκτιμηθεί και να υπολογισθεί. Στη Λοϊζίδη (πιο πάνω) επισημάνθηκαν τα εξής στη σελίδα 247:-

"Ως προς τις αναφερθείσες δυσχέρειες, αυτές πολύ απέχουν από ό,τι, κατά την αντίληψή μας, καλύπτει η έννοια της ανεπανόρθωτης ζημίας. Δεν υπάρχει μεταξύ των δύο ταυτοσημία.".

Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου δεν θα υπεισέλθω στην εξέταση του εγειρόμενου θέματος της εκτελεστότητας της επίδικης πράξης, θέμα άμεσα συνδεδεμένο με την παρούσα ενδιάμεση αίτηση. Το αφήνω προς πλήρη εξέταση κατά την εκδίκαση της κυρίως προσφυγής μετά και την καταχώρηση της γραπτής ένστασης των καθ΄ων η αίτηση.

Η ενδιάμεση αίτηση απορρίπτεται.

Δεν εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα.

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο