ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 893/98
Ενώπιον
: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 25, 28 και 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:-
Εργοληπτική Εταιρεία Νέμεσις Λτδ
(Αρχ. Μακαρίου Γ΄ 33, Λατσιά)
Αιτήτριας
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών
Καθ΄ ου η Αίτηση
_ _ _ _ _ _ _ _
30 Σεπτεμβρίου, 1999
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για την Αιτήτρια: Κος. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τον Καθ΄ ου η Αίτηση: Κα. Ελ. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας Α΄.
_ _ _ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 13/4/1998 το Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων προκήρυξε προσφορές από κατάλογο προεπιλεγμένων εργολάβων για την περιοδική συντήρηση δρόμων της Επαρχίας Λευκωσίας. Στις 22/5/1998 ανοίχθηκαν πέντε προσφορές από το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών (το Συμβούλιο). Το Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων, αφού μελέτησε τις προσφορές, στις 10/6/1998 απέστειλε την έκθεση αξιολόγησης του στο Συμβούλιο με εισήγηση για κατακύρωση στο χαμηλότερο προσφοροδότη, που ήταν η αιτήτρια, για το ποσό των £1.580.815,40σ πλέον Φ.Π.Α.. Στην έκθεση αναφερόταν ότι η προσφορά ήταν ψηλότερη από την εκτίμηση του αρμόδιου Μηχανικού κατά 21,26%, διαφορά που αφορούσε κυρίως τα ασφαλτικά. Το Συμβούλιο για προσφορές πέραν του ενός εκατομμυρίου λιρών, κατά τη συνεδρία του της 18/6/1998, εξέτασε το ζήτημα που προέκυψε και εξέφρασε την ανησυχία και τον προβληματισμό του για το γεγονός ότι η προσφορά που υποβλήθηκε από την αιτήτρια υπερέβαινε κατά τόσο μεγάλο ποσοστό την εκτίμηση του Μηχανικού. Κατόπιν τούτου εξουσιοδότησε τον Πρόεδρο όπως συγκαλέσει σε σύσκεψη όλους τους προσφοροδότες που υπέβαλαν προσφορές για περιοδική συντήρηση δρόμων για όλες τις επαρχίες, και όχι μόνο τη Λευκωσία, με σκοπό την ανταλλαγή απόψεων αναφορικά με τη διαπίστωση ότι οι προσφορές που υποβλήθηκαν υπερέβαιναν κατά μεγάλο ποσοστό τις εκτιμήσεις του Μηχανικού. Η σύσκεψη πραγματοποιήθηκε στις 25/6/1998. Αφού τέθηκε υπόψη των εκπροσώπων των ενδιαφερομένων εταιρειών η έκθεση αξιολόγησης, διαπιστώθηκε ότι ήταν κοινή θέση των εμπλεκόμενων εταιρειών ότι ο τρόπος εκτίμησης του έργου ήταν λανθασμένος με αποτέλεσμα η εκτίμηση του Μηχανικού να είναι, κατά την άποψη τους, εξωπραγματική.
΄Υστερα από τα πιο πάνω, στις 9/7/1998, το Συμβούλιο, με μια εξαίρεση που αφορούσε την επαρχία Λεμεσού, απεφάσισε όπως οι προσφορές για τις υπόλοιπες επαρχίες (Λευκωσία, Πάφος και Λάρνακα-Αμμόχωστος) ακυρωθούν για το λόγο ότι οι τιμές που υποβλήθηκαν κρίθηκαν πολύ ψηλές.
Στις 22/7/1998 έγινε νέα προκήρυξη προσφορών για κάθε επαρχία. Για την επαρχία Λευκωσίας χαμηλότερος προσφοροδότης ήταν και πάλιν η αιτήτρια με ποσό κατά £341.036,20σ μικρότερο από την προηγούμενη προσφορά.
Στις 8/10/1998 το Συμβούλιο κατακύρωσε την προσφορά στην αιτήτρια.
Η ανακλητική απόφαση του Συμβουλίου της 9/7/1998, η οποία κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 27/7/1998, είναι το αντικείμενο της προσφυγής.
Το ΄Εννομο Συμφέρον
Η δικηγόρος της Δημοκρατίας πρόβαλε προδικαστική ένσταση ότι η αιτήτρια δεν έχει έννομο συμφέρον να προχωρήσει με την προσφυγή για το λόγο ότι, όπως υποστηρίζει, αυτή δεν έχει θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου οτιδήποτε που να στοιχειοθετεί ούτε καν ισχυρίζεται την ύπαρξη οποιασδήποτε βλάβης ή ζημιάς ως αποτέλεσμα της απόφασης που ανακλήθηκε. Η εισήγηση αυτή δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η αιτήτρια έχει τουλάχιστον πιθανολογήσει έννομο συμφέρον να προχωρήσει με την προσφυγή για το λόγο ότι η ανακλητική απόφαση έχει επηρεάσει αρνητικά τα συμφέροντα της. (Βλ., σχετικά Tamassos Suppliers ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, και Χαραλάμπους Σοφούλλα (Αρ.1) ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73). ΄Αλλωστε, η συμμετοχή της στη διαδικασία των προσφορών συνεπήγετο αναμφίβολα κάποια οικονομική επιβάρυνση που, λόγω της ανάκλησης, εξελίχθηκε σε ζημιά.
Η Σύνθεση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών
Επί της ουσίας της προσφυγής ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η επίδικη απόφαση πάσχει λόγω κακής σύνθεσης του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών. Συγκεκριμένα, είναι η θέση του συνήγορου της αιτήτριας ότι η σύνθεση του Συμβουλίου, κατά την κρίσιμη συνεδρία της 9/7/1998, πάσχει για τρεις διαφορετικούς λόγους. Πρώτον, διότι κατά τη συνεδρία αυτή συμμετείχε ως αντιπρόσωπος του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, σύμφωνα με το άρθρο 11(1)(γ) του περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμου του 1997 (Νόμος 102 (ι) του 1997) (ο Νόμος), ο κ. Α. Πετρώνδας ο οποίος δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνεδρία του Συμβουλίου, ημερομηνίας 18/6/1998, και δεν ενημερώθηκε για τα διαμειφθέντα κατά τη συνεδρία εκείνη. Δεύτερον, διότι κατά την ίδια συνεδρία της 9/7/1998 παρευρίσκετο, ως Γραμματέας της Επιτροπής, ο κ. Μ. Μιχαήλ. Και τρίτον, διότι κατά την ίδια πάντοτε συνεδρία της 9/7/1998, εκτός από τον κ. Κ. Λάμπρου, Διευθυντή του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων, συμμετείχε και δεύτερος Λειτουργός του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων, ο κ. Γ. Παρτέλλα.
΄Οσον αφορά τη συμμετοχή του κ. Γ. Πετρώνδα παρατηρώ ότι αυτή δεν προκάλεσε κακή σύνθεση του Συμβουλίου λόγω της μη συμμετοχής του στην προηγούμενη συνεδρία της 18/6/1998 και τούτο διότι, όπως αναφέρεται ρητά στα πρακτικά της συνεδρίας της 9/7/1998, η έκθεση αξιολόγησης του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων ημερομηνίας 10/6/1998, που ήταν το αντικείμενο της συζήτησης κατά τη συνεδρία της 18/6/1998, όχι μόνο μελετήθηκε εξυπαρχής κατά τη συνεδρία της 9/7/1998 αλλά έγινε και διεξοδική συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων. Επομένως, η συμμετοχή του κ. Γ. Πετρώνδα ήταν έγκυρη εφόσον στη συνεδρία αυτή ουσιαστικά επαναλήφθηκε η συζήτηση της 18/6/1998. (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας 1929-1959 σελ. 112 και, μεταξύ άλλων, Mytides v. Public Service Commission Α.Ε. 706, ημερ. 5/4/1988.).
΄Οσον αφορά τη συμμετοχή του Γραμματέα κ. Μ. Μιχαήλ στην ίδια συνεδρία παρατηρώ ότι η συμμετοχή αυτή επιτρέπεται ρητά από το άρθρο 14 του Νόμου το οποίο, χωρίς να προβαίνει σε οποιαδήποτε διάκριση ανάλογα με τη φύση της συνεδρίας, προβλέπει ότι «Κατά τις συνεδρίες του Κεντρικού Συμβουλίου τηρούνται πρακτικά από το γραμματέα ή τον αναπληρωτή γραμματέα.»
΄Οσον αφορά τέλος τη συμμετοχή του κ. Παρτέλλα παρατηρώ ότι αυτή ήταν πράγματι ανεπίτρεπτη και όντως προκάλεσε κακή σύνθεση του Συμβουλίου. Σύμφωνα με το άρθρο 11(1)(στ) του Νόμου, το Συμβούλιο συγκροτείται, μεταξύ άλλων, και από «τον προϊστάμενο ή τον αντιπρόσωπο του κατά περίπτωση ενδιαφερόμενου υπουργείου, ανεξάρτητου γραφείου ή υπηρεσίας». Στην προκείμενη περίπτωση ο κ. Κ. Λάμπρου, Διευθυντής του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων, προφανώς παρίστατο στην αποφασιστική συνεδρία της 9/7/1998 ως προϊστάμενος του ενδιαφερόμενου υπουργείου. Δεν μπορούσε ταυτόχρονα να παρίσταται και άλλος Λειτουργός του ίδιου Υπουργείου, όπως ο κ. Παρτέλλα. Το άρθρο 11(1)(στ) του Νόμου δεν αφήνει περιθώρια παρουσίας πέραν του ενός προσώπου. Η διάζευξη είναι σαφής. Είτε παρίσταται ο προϊστάμενος είτε παρίσταται ο αντιπρόσωπος του. Δεν μπορούν να παρίστανται και οι δύο.
Ενόψει των πιο πάνω είναι πρόδηλο ότι η επίδικη απόφαση πάσχει λόγω κακής σύνθεσης του Συμβουλίου. Και συγκεκριμένα λόγω της παρουσίας του κ. Γ. Παρτέλλα κατά τη συνεδρία της 9/7/1998, οπότε και λήφθηκε η εν λόγω απόφαση. Τούτου δοθέντος δεν κρίνω σκόπιμο να υπεισέλθω στους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που προβάλλονται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του ΄Αρθρου 146(4)(β) του Συντάγματος.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΜΝ