ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 1032/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΜΕΤΑΞΥ:

Κυριακής Ανδρέα Κακουλλή, εξ Αλεθρικού

διά του πληρεξουσίου αντιπροσώπου της

Ρωτή Παναγή Ρωτή

Αιτήτριας

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

του Γενικού Εισαγγελέα

Καθ΄ων η αίτηση _____________

6 Σεπτεμβρίου, 1999

Για την αιτήτρια : κ. Γ. Γεωργιάδης με τον κ. Ιωαννίδη.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κα Λ. Ζαννέττου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας

για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

_____________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια στις 6.10.1993 καταχώρησε στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λάρνακας δήλωση μεταβίβασης διά δωρεάς ενός ακινήτου στον αδελφό της Ρωτή Παναγή Ρωτή.

Η ιδιομορφία της υπόθεσης κείται στο γεγονός ότι η αιτήτρια έχει υιοθετηθεί από θεία της. Επειδή ακριβώς η αιτήτρια ήταν υιοθετημένη από άλλη οικογένεια, ο Διευθυντής του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων έκρινε ότι η δωρεά του συγκεκριμένου κτήματος δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του άρθρου 10(β) του περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμου και απορρίπτοντας σχετική ένσταση, στις 9.10.1997 της επέβαλε φόρο κεφαλαιουχικών κερδών ύψους £1.118.60.

Με την παρούσα προσφυγή αξιώνεται η ακύρωση της πιο πάνω φορολογίας. Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η δωρεά του πιο πάνω ακίνητου εμπίπτει στις πρόνοιες του άρθρου 10(β) του περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμου του 1980, Ν.52/80, σύμφωνα με το οποίο εξαιρείται της φορολογίας η δωρεά που γίνεται από γονιό προς τέκνο και μεταξύ συζύγων ή συγγενών μέχρι τρίτου βαθμού συγγενείας.

Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η ερμηνεία των καθ΄ ων η αίτηση είναι λανθασμένη. Ειδικότερα προβάλλεται η θέση ότι αν πρόθεση του νομοθέτη ήταν να εξαιρέσει τις περιπτώσεις μεταβίβασης δυνάμει δωρεάς από αδελφό ή αδελφή που υιοθετήθηκε από άλλη οικογένεια θα το ανέφερε ειδικά. Προς υποστήριξη του επιχειρήματος αυτού προβλήθηκε νομολογία σύμφωνα με την οποία, σε υποθέσεις που αφορούν φορολογία η νομοθεσία θα πρέπει να ερμηνεύεται αυστηρά, ενώ σε περίπτωση αμφιβολίας η νομοθετική πρόνοια θα πρέπει να ερμηνεύεται προς όφελος του φορολογούμενου.

΄Εχει επανειλημμένα λεχθεί ότι ο δικαστικός έλεγχος περιορίζεται στη διερεύνηση της νομιμότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης και τη διακρίβωση κατά πόσο η διοίκηση ενήργησε κάτω από πλάνη ή έχει υπερβεί τα όρια της διακριτικής της εξουσίας (βλέπε μεταξύ άλλων Hajieraclis and another v. Republic (1984) 3 C.L.R. 604, 611).

Αν η απόφαση του αποφασίζοντος οργάνου είναι εύλογα επιτρεπτή, τότε το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει προς ανατροπή της απόφασης (Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R 659, 668, 669).

Eύλογα επιτρεπτή θεωρείται η απόφαση στην οποία ένα λογικό πρόσωπο θα μπορούσε να καταλήξει με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της η διοίκηση, ανεξάρτητα από το αν ένα άλλο λογικό πρόσωπο μπορούσε να καταλήξει σε διαφορετική απόφαση (Μιχαήλ κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 902/88, ημερ. 13.12.1989 και Καλογήρου ν. Υπουργού Οικονομικών κ.α. (1992) 3 Α.Α.Δ. 534, 536).

Στην παρούσα υπόθεση οι καθ΄ ων η αίτηση ερμηνεύοντας το άρθρο 10 (β) του Νόμου 52/80 και το άρθρο 11 (2) (γ) του περί Υιοθεσίας Νόμου, Κεφ. 274, που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η δωρεά από την αιτήτρια προς το φυσικό της αδελφό δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως μεταβίβαση διά δωρεάς μεταξύ συγγενών μέχρι τρίτου βαθμού.

Θεωρώ την πιο πάνω κατάληξη ως εύλογη. Το άρθρο 11 (2) (γ) του Κεφ. 274 προβλέπει ότι οποιαδήποτε αναφορά σε οποιανδήποτε διάθεση κινητής ή ακίνητης περιουσίας που γίνεται εν ζωή ή διά διαθήκης μετά την ημερομηνία έκδοσης διατάγματος υιοθεσίας, σε πρόσωπο που έχει σχέση με τον υιοθετούμενο σε οποιονδήποτε βαθμό θα, εκτός αν φαίνεται αντίθετη πρόθεση, ερμηνεύεται ως αναφορά στο πρόσωπο που θα είχε σχέση με αυτό σε εκείνο το βαθμό συγγένειας, αν ήταν τέκνο του υιοθετούντος που γεννήθηκε σε νόμιμο γάμο και δεν ήταν το τέκνο οιουδήποτε άλλου προσώπου.

Η διατύπωση του άρθρου 11 (2) (γ) εισάγει πλάσμα δικαίου που αλλοιώνει τις πραγματικές σχέσεις κατά τρόπο που η αναφορά σε συγκεκριμένη συγγένεια να μην βασίζεται στη βιολογική συγγένεια, αλλά στη συγγένεια που δημιουργείται από την υιοθεσία. Η πρόθεση αυτή είναι πολύ πιο φανερή στο άρθρο 23 του περί Υιοθεσίας Νόμου του 1995, Ν.19(1)/95, που βέβαια δεν ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.

Εν όψει όλων των πιο πάνω βρίσκω ότι η απόφαση του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων ήταν εύλογα επιτρεπτή και το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει. Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της αιτήτριας τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £300.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης

Δ.

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο