ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 919/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το ’ρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Ευτυχίας Κυπριανού,

Αιτήτριας

- και -

Της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Του Υπουργικού Συμβουλίου,

2. Του Υπουργού Εσωτερικών,

3. Του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως,

Καθ΄ ων η αίτηση

---------------------------

25 Ιουνίου 1999

Για την αιτήτρια: Ι. Αβρααμίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Γ. Γιωργαλλής.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια προσβάλλει ό,τι θεωρεί ως παράλειψη της απαλλοτριούσας αρχής να της επιστρέψει, όπως προβλέπεται στο ’ρθρο 23.5 του Συντάγματος και άρθρο 13(1) και (2) του περί Απαλλοτριώσεως Γαιών Νόμου, Κεφ. 226 - στο βαθμό που διατηρείται ενόψει του άρθρου 23(2) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962, (Ν. 15/62) - μέρος ακίνητης ιδιοκτησίας της το οποίο είχε παλαιά απαλλοτριωθεί και δεν χρησιμοποιήθηκε για επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης.

Καθίσταται αναγκαία η αναδρομή σε συμβάντα τα οποία ξεκίνησαν σχεδόν μισό αιώνα πιο πριν, επί καιρώ Αγγλοκρατίας. Την 1 Μαρτίου 1956 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα η Γνωστοποίηση Αρ. 154, με την οποία ο τότε Κυβερνήτης κήρυξε την ανέγερση χώρων διαμονής για μέλη της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου ως σκοπό δημόσιας ωφέλειας. Ακολούθησε, στις 10 Ιανουαρίου 1957, η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης μέρους του τεμαχίου 83 όπως και ολοκλήρων των τεμαχίων 76 και 77 του Τμήματος Μ της πόλης Λάρνακας για επίτευξη του ήδη γνωστοποιηθέντος σκοπού δημόσιας ωφέλειας. Έπειτα, στις 20 Ιουνίου 1957 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης Αρ. 613. Με το οποίο απαλλοτριώθηκε η εν λόγω ακίνητη ιδιοκτησία για την επίτευξη του τεθέντος σκοπού στη βάση, καθώς αναφερόταν στο Διάταγμα, σχεδίου και λεπτομερειών που είχε εγκρίνει ο Κυβερνήτης.

Τα τεμάχια 76 και 77, ολικής έκτασης 19.426 τ.μ., ήταν εγγεγραμμένα στο όνομα της αιτήτριας με τις εγγραφές αρ. Μ78 και Μ79 Λάρνακα. Το τεμάχιο 83, έκτασης 8.111 τ.μ., ήταν εγγεγραμμένο επ΄ ονόματι τρίτου προσώπου. Ως αποτέλεσμα της απαλλοτρίωσης, τα δύο τεμάχια της αιτήτριας και το απαλλοτριωθέν μέρος του άλλου τεμαχίου συγχωνεύτηκαν και έγιναν το τεμάχιο 432, το οποίο ενεγράφη στο όνομα της Κυπριακής Κυβέρνησης με την εγγραφή αρ. Μ480 ημερ. 2 Αυγούστου 1957. Κατά το 1963, μέρος του τεμαχίου 432 κηρύχθηκε πλεονάζον και επιστράφηκε στους πρώην ιδιοκτήτες, στην έκταση που τους αντιστοιχούσε, αφού υποδιαιρέθηκε σε τρία νέα τεμάχια. Στην αιτήτρια επιστράφηκε έκταση 12.282 τ.μ. ως τεμάχιο 653, το οποίο ενεγράφη στο όνομα της με εγγραφή αρ. Μ745, ημερ. 5 Δεκεμβρίου 1963. Στο τρίτο πρόσωπο επιστράφηκε ολόκληρη η έκταση της δικής του γης η οποία μετατράπηκε σε τεμάχιο 654 με αρ. εγγραφής Μ746. Στο όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας παρέμεινε η υπόλοιπη έκταση, 7.062 τ.μ., ως το τεμάχιο 652, με την εγγραφή αρ. Μ744 ημερ. 5 Δεκεμβρίου 1963. Ας σημειωθεί ότι πριν από τη διαμόρφωση των εν λόγω τριών τεμαχίων είχε παραχωρηθεί από την ολική έκταση του τεμαχίου από το οποίο προήλθαν, έκταση 82 τ.μ. για τη διεύρυνση δρόμου. Ας σημειωθεί επίσης ότι χρόνια αργότερα παραχωρήθηκε από το τεμάχιο 652 - το εγγεγραμμένο στο όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας - μια έκταση 145 τ.μ. για την κατασκευή πεζόδρομου. Και από το υπόλοιπο, έκτασης 6.917 τ.μ., δημιουργήθηκε το νέο τεμάχιο 2393 το οποίο ενεγράφη στο όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας με την εγγραφή αρ. Μ2813 ημερ. 20 Ιουνίου 1987.

Στον απαλλοτριωθέντα χώρο, δηλαδή, εκείνο που παραμένει ιδιοκτησία της Κυπριακής Κυβέρνησης ως το προαναφερθέν τεμάχιο 2393, ανηγέρθησαν κατοικίες για μέλη της Αστυνομικής Δύναμης - που ήταν ο σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση - αλλά όχι αρκετές για να χρησιμοποιηθεί ολόκληρος ο χώρος. Ανηγέρθη και αστυνομικός σταθμός παρόλον που δεν περιλαμβανόταν στο σκοπό. Αλλά και πάλι παρέμεινε αχρησιμοποίητο ένα μέρος του απαλλοτριωθέντος χώρου.

Η αιτήτρια άρχισε από πολύ νωρίς να ζητά την επιστροφή του μέρους της ιδιοκτησίας της που δεν χρησιμοποιήθηκε. Η Δημοκρατία αρνείτο το αίτημα. Περί το τέλος της δεκαετίας του 1970 η αιτήτρια καταχώρισε την προσφυγή με αρ. 488/78 την οποία όμως απέσυρε το 1981 μετά που δηλώθηκε εκ μέρους της Δημοκρατίας ότι επρόκειτο να επανεξεταστεί το ζήτημα.

Η αιτήτρια επανήλθε με επιστολή του δικηγόρου της, ημερ. 20 Μαΐου 1986, με την οποία εξέφραζε παράπονο ότι δεν λήφθηκε ακόμα απόφαση επί του θέματος. Δόθηκε απάντηση με επιστολή ημερ. 11 Σεπτεμβρίου 1986, ότι ο χώρος που παρέμεινε χρειαζόταν για τις ανάγκες της Αστυνομίας οι οποίες συμπεριλάμβαναν και την ανέγερση νέων κτιρίων. Διαφωτίζει εν προκειμένω η εξής επιστολή, ημερ. 26 Αυγούστου 1986, που στάληκε από τον τότε Αρχηγό της Αστυνομίας στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών αναφορικά με το θέμα. (ερυθρό 89):

"Αναφέρομαι στην επιστολή σας με αρ. Φακ. 1823/59/9/2 ημερομηνίας 26.7.86, σχετικά με την παράκληση της Ευτυχίας Κύπρου Κυπριανού από την Λάρνακα μέσω του δικηγορικού Γραφείου Λουκή Παπαφιλίππου για επιστροφή του κτήματος της που απαλλοτριώθηκε στις 11.6.57 και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:

2. Στο υπό αναφορά κτήμα έχουν αναγερθεί 16 αστυνομικές κατοικίες και ο Αστυνομικός Σταθμός στον οποίο τώρα στεγάζεται η Αστυνομική Διεύθυνση Αμμοχώστου.

3. Το υπόλοιπο του απαλλοτριωθέντος κτήματος που παραμένει αχρησιμοποίητο εφάπτεται των πιο πάνω κτιρίων. Το τεμάχιο αυτό χρειάζεται για την ανέγερση Αστυνομικών Κατοικιών γιατί η Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας αντιμετωπίζει οξύ στεγαστικό πρόβλημα για τη στέγαση των μελών της Δυνάμεως που υπηρετούν στη Λάρνακα.

4. Οι προσπάθειες μας για την ανέγερση των αστυνομικών κατοικιών δεν υλοποιήθηκαν μέχρι σήμερα γιατί οι προτάσεις που υποβάλαμε στους προϋπολογισμούς του 1980 και 1981 για τις απαιτούμενες δαπάνες δεν εγκρίθηκαν.

5. Στο Πέμπτο Έκτακτο Σχέδιο Οικονομικής Δράσεως για την περίοδο 1987 - 1991 το οποίο σας διαβιβάστηκε με αρ. φακ. 73/4/ΙΧ ημερομηνίας 30.11.85, έχουμε υποβάλει και πάλιν τις προτάσεις μας για ανέγερση 5 αστυνομικών κατοικιών στο χώρο του υπό αναφοράν κτήματος.

6. Επειδή μέρος του κτήματος έχει χρησιμοποιηθεί ήδη για την ανέγερση αστυνομικών κατοικιών ενώ στον υπόλοιπο χώρο αναμένεται να ανεγερθούν σύντομα νέα κτίρια για τις ανάγκες της Δύναμης έχω την άποψη πως δεν πρέπει να συνηγορήσουμε στην επιστροφή του κτήματος στην αιτήτρια. Πέραν τούτου, επιβάλλεται, όπως για λόγους ασφαλείας των κτιρίων, κρατηθεί και το υπόλοιπο μέρος του κτήματος."

 

Αφού πέρασαν έκτοτε πολλά χρόνια, η αιτήτρια επανήλθε. Με επιστολή των δικηγόρων της, ημερ. 19 Φεβρουαρίου 1996, που απευθυνόταν προς το Υπουργικό Συμβούλιο, ζήτησε όπως της επιστραφεί "το υπόλοιπο του ακινήτου της στη Λάρνακα υπ΄ αρ. τεμ. 432 του Φ/Σ XL 64.W.I., Σύμπλεγμα "Μ", όσο δεν χρησιμοποιήθηκε για τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης". Πήρε απάντηση από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως με επιστολή ημερ. 26 Ιουνίου 1996, στην οποία αναφερόταν ότι το αίτημα εξεταζόταν και ότι θα ακολουθούσε νέα επικοινωνία μετά τη συμπλήρωση σχετικής έρευνας. Στις 13 Νοεμβρίου 1996 καταχωρίστηκε η παρούσα προσφυγή. Ήδη όμως, πριν από την απάντηση προς την αιτήτρια, άρχισαν διεργασίες με σκοπό την έκδοση διατάγματος επίσχεσης του μη χρησιμοποιηθέντος μέρους της απαλλοτριωθείσας γης. Το εξής απόσπασμα, από επιστολή ημερ. 6 Ιουνίου 1997 του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως προς το Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας αντικατοπτρίζει το περιεχόμενο Σημειώματος ημερ. 24 Σεπτεμβρίου 1996 προς τον Υπουργό:

"Το πιο πάνω μέρος τεμαχίου που διεκδικεί η αιτήτρια απαλλοτριώθηκε μαζί με άλλα το 1957, για σκοπούς κατοικιών για μέλη της Αστυνομίας.

Τα απαλλοτριωθέντα χρησιμοποιήθηκαν τόσο για το σκοπό για τον οποίον έγινε η απαλλοτρίωση δηλ. για ανέγερση κατοικιών για τα μέλη της Αστυνομίας, όσο και για άλλο σκοπό δηλ. την ανέγερση Αστυνομικού Σταθμού που στέγαζε μέχρι πρόσφατα την Αστυνομική Διεύθυνση Αμμοχώστου που μεταστεγάστηκε στο Παραλίμνι και τώρα στεγάζει διάφορες υπηρεσίες της Διεύθυνσης Λάρνακας.

Το απαλλοτριωθέν μη χρησιμοποιηθέν τεμάχιο χρειάζεται για άλλους σκοπούς δημόσιας ωφελείας όπως στεγαστικές ανάγκες υπηρεσιών της Αστυνομίας, περιλαμβανομένων στάθμευσης, καθώς επίσης και για λόγους ασφάλειας, γιατί ο χώρος που ανεγέρθηκαν τα αστυνομικά κτίρια εφάπτεται τριών δρόμων και η γύρω περιοχή έχει πυκνοκατοικηθεί, και όπως και αν χρησιμοποιηθεί από την αιτήτρια, θα δημιουργηθεί πρόβλημα."

 

Την 31 Οκτωβρίου 1997 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας το Διάταγμα Επισχέσεως με αρ. 1297. Αφορά έκταση γης δύο δεκάρια και 388 τ.μ. Εξηγούνται εκεί οι λόγοι ως εξής:

"Επειδή με τη διοικητική πράξη αρ. 613, που δημοσιεύθηκε στις 2 Ιανουαρίου 1957 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκδόθηκε δυνάμει του τότε εν ισχύι περί Απαλλοτριώσεως Γαιών Νόμου, Κεφ. 266, διάταγμα απαλλοτριώσεως για σκοπούς ανέγερσης κατοικιών για τα μέλη της ΑστυνομίαςŸ και

Επειδή μέρος της εν λόγω ακίνητης ιδιοκτησίας δεν είναι πλέον αναγκαία για τους σκοπούς για τους οποίους έγινε η απαλλοτρίωσηŸ και

Επειδή μέρος της εν λόγω ακίνητης ιδιοκτησίας είναι αναγκαία και για άλλους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας, δηλαδή για στεγαστικές ανάγκες Υπηρεσιών της Αστυνομίας περιλαμβανομένων χώρων στάθμευσης, καθώς και για σκοπούς ασφάλειας των εγκαταστάσεων της Αστυνομίας.

Για τους λόγους αυτούς το Υπουργικό Συμβούλιο ασκώντας τις εξουσίες που παρέχει σ΄ αυτό το εδάφιο (3) του άρθρου 15 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου με το παρόν διατάσσει την επίσχεση της ακίνητης ιδιοκτησίας που περιγράφεται στον Πίνακα του παρόντος διατάγματος για τους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας που αναφέρονται πιο πάνω."

 

Η νομιμότητα αυτού του Διατάγματος προσεβλήθη από την αιτήτρια με την προσφυγή αρ. 22/98.

Πρέπει να παρατηρήσω ότι ο τρόπος με τον οποίο η Δημοκρατία γενικά χειρίστηκε την περίπτωση επί σειρά δεκαετιών δεν της περιποιεί τιμή. Δεν μπόρεσε να διακρίνει και να συναρτήσει το νόημα της χρηστής διοίκησης με την τοποθέτηση της στο ζήτημα. Ωστόσο και η αιτήτρια δεν ακολούθησε σταθερή πορεία. ’φησε για πολλά χρόνια τα πράγματα σκεπασμένα με την Κρατική αδράνεια.

Επισημαίνω κατ΄ αρχάς ότι η πρόνοια στο άρθρο 13(2) του Κεφ. 226, η οποία διαφυλάχθηκε από το άρθρο 23(2) του Ν. 15/62 παρά την κατάργηση του πρώτου νομοθετήματος, θα πρέπει να αντικρυστεί υπό το φως του δικαιώματος του ιδιοκτήτη βάσει του ’ρθρου 23.5 του Συντάγματος. Η αναφερθείσα νομοθετική πρόνοια, σύμφωνα με την οποία η μη χρησιμοποιηθείσα ακίνητη ιδιοκτησία δεν προσφέρεται στον πρώην ιδιοκτήτη εάν η εγκατάλειψη του σκοπού επήλθε σε διάστημα πέραν των δέκα ετών από την ημερομηνία απαλλοτρίωσης - βλ. άρθρο 13(2)(α)(ii) του Κεφ. 226 - υποχωρεί μπροστά στη Συνταγματική πρόνοια όπως ερμηνεύτηκε - βλ. την ανασκόπηση στην Καλλικά ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1927, ημερ. 27 Φεβρουαρίου 1998 - ότι:

"’ρθρο 23................................................ ...........................

5. ..... Εάν εντός τριών ετών από της απαλλοτριώσεως δεν καταστή εφικτός ο τοιούτος σκοπός, η απαλλοτριώσασα αρχή, ευθύς μετά την εκπνοήν της ρηθείσης προθεσμίας των τριών ετών υποχρεούται να προσφέρη την ιδιοκτησίαν επί καταβολή της τιμής κτήσεως εις το πρόσωπον παρ΄ ου απηλλοτρίωσεν αυτήν............................................. .............................."

 

Η δυνατότητα διεκδίκησης από τον πρώην ιδιοκτήτη και μετά την περίοδο των τριών χρόνων θεωρείται βέβαια δεδομένη.

Είναι προφανές ότι κατά το χρόνο καταχώρισης της προσφυγής υπήρχε από μέρους της Δημοκρατίας εκτελεστή παράλειψη να εκπληρώσει οφειλόμενη ενέργεια. Στην παράλειψη τέθηκε όμως τέρμα, εκκρεμούσας της προσφυγής, με τη δημοσίευση του διατάγματος επίσχεσης.

Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή στερείται πια αντικειμένου λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος. Που σημαίνει ότι η δίκη καταργείται. Παρά την εξέλιξη αυτή, θα υπήρχε δυνατότητα προώθησης της προσφυγής εάν καταδεικνυόταν ότι παρέμεινε ζημιογόνο κατάλοιπο για το οποίο ενδεχομένως να προσφερόταν αποζημίωση βάσει του ’ρθρου 146.6 του Συντάγματος: βλ. Δημοκρατία ν. Ματθαίου, Α.Ε. 832, ημερ. 12 Ιουλίου 1990, Καλλίμαχου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 135 και Παπακυριακού κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1931, ημερ. 27 Φεβρουαρίου 1996. Δεν έγινε όμως τέτοια εισήγηση από μέρους της αιτήτριας. Και δεν μπορώ να υποθέσω ο,τιδήποτε.

Η προσφυγή δεν μπορεί λοιπόν να προωθηθεί. Και απορρίπτεται. Ενόψει όμως του λόγου για τον οποίο προέκυψε η απόρριψη, επιδικάζονται έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο