ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1999) 4 ΑΑΔ 647

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 384/98

Ενώπιον: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:-

Κώστα Κουκκουρή, Κολοκοτρώνη 2,

Παλλουριώτισσα, Λευκωσία

Αιτητή

και

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Υπουργείου Εσωτερικών και/ή Υπηρεσίας Εγγραφής και/ή

Υπηρεσίας Μερίμνης και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων

Καθ΄ ων η Αίτηση

_ _ _ _ _ _ _ _

3 Ιουνίου, 1999

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ

Για τον Αιτητή: Κα. Α. Ευσταθίου-Νικολετοπούλου.

Για τους Καθ΄ ων η Αίτηση: Κος. Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α.

_ _ _ _ _ _ _ _

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής κατάγεται από τη Βατυλή και η σύζυγός του από την Αθηαίνου. Παντρεύτηκαν στις 29/10/1972. Κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήτοι το 1974, ο αιτητής εργαζόταν στα Ψυχιατρικά Ιδρύματα Αθαλάσσας, ενώ η σύζυγος του είχε δικό της εργοστάσιο, το "BERTHA FASHION", στη Λευκωσία.

Στις 6/9/1974 παραχωρήθηκε στον αιτητή προσφυγική ταυτότητα. Μετά από αρκετά χρόνια, συγκεκριμένα στις 24/8/1990, ενόψει σχετικής κυβερνητικής απόφασης, ο αιτητής υπέβαλε αίτημα προς την καθ΄ ης η αίτηση για αντικατάσταση της προσφυγικής του ταυτότητας με τόπο εκτοπισμού τη Βατυλή και εξαρτώμενα πρόσωπα τη σύζυγο και τα τρία παιδιά του.

Από έρευνα που έγινε προέκυψαν τα ακόλουθα:-

(α) Ο αιτητής ήταν καταχωρημένος ως ψηφοφόρος στους εκλογικούς καταλόγους 1972-1973 στη Βατυλή και η σύζυγος του στους αντίστοιχους της Αθηαίνου.

(β) ΄Οταν ο αιτητής ανανέωνε την άδεια οδηγού από τις 15/12/1970-18/12/1976 δήλωνε διεύθυνση διαμονής του τη Βατυλή.

(γ) ΄Οταν στις 28/5/1974 ενέγραψε τη θυγατέρα του Ανδριάνθη, που γεννήθηκε στις 17/5/1974, στο Γραφείο Επάρχου στη Λευκωσία, ως διεύθυνση διαμονής του δήλωσε την οδό Ομήρου 4, Αθηαίνου.

(δ) Από την Αρχή Αδειών προέκυψε ότι, όταν ο αιτητής αγόρασε στις 26/5/1973 και πώλησε στις 30/12/1975 το αυτοκίνητο FS228, δήλωσε και στις δύο περιπτώσεις διεύθυνση διαμονής του την Αθηαίνου.

(ε) Στον τηλεφωνικό κατάλογο του 1974-1975 υπήρχε τηλέφωνο στην οδό ΄Εκτορος 17, Παλλουριώτισσα, στο "BERTHA FASHION".

(στ) Από έρευνα στον προσωπικό φάκελο της συζύγου του στο Υπουργείο Παιδείας προέκυψε ότι:-

(Ι) Σε αιτήσεις της για διορισμό στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία, ημερομηνίας 5/7/1971, 31/5/1972 και 20/12/1972 (μετά το γάμο της) δήλωσε διεύθυνση διαμονής την Αθηαίνου.

(ΙΙ) Σε επιστολή της η οποία απευθύνετο προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, ημερομηνίας 13/10/1973, δήλωσε ως διεύθυνση διαμονής της πάλι την Αθηαίνου (μετά το γάμο της).

(η) Από έρευνα στο Δήμο Λευκωσίας προέκυψε ότι η σύζυγος του ήταν φορολογημένη κατά τα έτη 1973 και 1974 στην οδό ΄Εκτορος 16, Παλλουριώτισσα, με Επαγγελματικό Φόρο, ΄Αδεια Λειτουργίας και Φόρο Σκυβάλων.

Από πληροφορίες που ζητήθηκαν προέκυψαν τα ακόλουθα:-

(α) Κάτοικοι των οικιών 15 και 19 στην οδό ΄Εκτορος 17, Παλλουριώτισσα, ανέφεραν στον ερευνητή ότι ο αιτητής διέμενε εκεί οικογενειακώς πριν και μέχρι την εισβολή, όπου ειχαν επίσης και το εργοστάσιο τους. Επίσης ανέφεραν στον Ερευνητή ότι εκεί φιλοξένησε μετά την εισβολή και πρόσφυγες συγγενείς του.

(β) Ο Κοινοτάρχης Βατυλής Γ. Ασπρής ανέφερε ότι ο αιτητής πριν και μέχρι την εισβολή δεν διέμενε στη Βατυλή. Κάποια κα. Ελένη Χ. Λούκα γειτόνισσα της μητέρας του, ανέφερε ότι ο αιτητής έμενε και στη Βατυλή και στην Αθηαίνου.

Από επιτόπια έρευνα που έγινε στην Αθηαίνου προέκυψαν τα ακόλουθα:-

(α) Πληροφορίες που λήφθηκαν από κατοίκους Αθηαίνου ανέφεραν ότι ο γάμος του αιτητή έγινε στην Αθηαίνου. Δεν είχε δικό του σπίτι, διέμενε στο σπίτι του πεθερού του και πηγαινοερχόταν καθημερινά στη Λευκωσία. Κάποτε όμως διέμενε και στη Λευκωσία.

(β) Ο Κοινοτάρχης Αθηαίνου ανέφερε στον Ερευνητή ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που υπήρχαν στο αρχείο του ο αιτητής ήταν κάτοικος Αθηαίνου. Στο μητρώο γεννήσεων, που διατηρούσε για τα παιδιά των κατοίκων Αθηαίνου που γεννήθηκαν εκτός Αθηαίνου, ήταν καταχωρημένη και η θυγατέρα του αιτητή Ανδριάνθη, ότι γεννήθηκε στις 17/5/1974 εκτός Αθηαίνου. Ο αιτητής δεν ήταν φορολογημένος με Φόρο Σκυβάλων γιατί συγκατοικούσε με τον πεθερό του.

Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία η αίτηση εξετάστηκε από την Επιτροπή Εξετάσεως Προσφυγικής Ιδιότητας κατά τη συνεδρία της στις 21/2/1991 και απορίφθηκε "γιατί η Επιτροπή, αφού μελέτησε σε βάθος όλα τα εις τη διάθεση της δεδομένα, κατέληξε στο συμπέρασμα πως τόσο ο αιτητής όσο κι η σύζυγος του δεν είχαν τη Βατυλή σαν τόπο διαμονής τους πριν και μέχρι την εισβολή". Ο αιτητής ενημερώθηκε γραπτώς στις 28/2/1991.

Στις 4/3/1991, με επιστολή του προς τον Υπουργό Εσωτερικών, ζήτησε επανεξέταση της αίτησης του, το αίτημα όμως απορρίφθηκε και ενημερώθηκε γραπτώς στις 14/3/1991.

Αφού πέρασαν άπρακτα περισσότερα από έξι χρόνια ο αιτητής επανήλθε. Στις 16/5/1997 απευθύνθηκε και πάλιν προς τον Υπουργό Εσωτερικών, μέσω του δκηγόρου του, προσκομίζοντας τα ακόλουθα "νεότερα στοιχεία":-

(α) Βιογραφικό σημείωμα.

(β) Βεβαίωση από το Δήμαρχο Αθηαίνου, ημερομηνίας 24/6/1996, στην οποία αναφέρεται, αντίθετα από ότι προέκυψε από την επιτόπια επίσκεψη του Ερευνητή στον Κοινοτάρχη Αθηαίνου το 1990, ότι ο αιτητής δεν υπήρξε κάτοικος Αθηαίνου ούτε πριν το 1974 ούτε μετά το 1974.

(γ) Βεβαίωση του Κοινοτάρχη Βατυλής, ημερομηνίας 6/5/1996, στην οποία αναφέρει, αντίθετα με όσα ο ίδιος είπε στον Ερευνητή το 1990, ότι ο αιτητής το 1974 ήταν κάτοικος Βατυλής και είχε ενοικιασμένο το σπίτι κάποιου Χρίστου Σ. Πογιατζή και ότι το ρεύμα ήταν στο όνομα κάποιου Κωστή Πούρου (γαμπρού του αιτητή).

(δ) Βεβαίωση από κάποια Μ. Δημητρίου, που αναφέρει ότι ο αιτητής ενοικίασε το διαμέρισμα στην οδό ΄Εκτορος 17Α, Παλλουριώτισσα, μετά την εισβολή του 1974. Στην ίδια οικοδομή είχε ενοικιάσει και το ένα κατάστημα που το χρησιμοποιούσε σαν εργαστήριο ειδών ένδυσης. ΄Οπως σημείωσα προηγουμένως, από πληροφορίες που δόθηκαν από γείτονες το 1990, προέκυψε ότι ο αιτητής διέμενε στο διαμέρισμα οικογενειακώς πριν και μετά την εισβολή, όπου μάλιστα φιλοξένησε και πρόσφυγες συγγενείς του.

Το αίτημα απορρίφθηκε εκ νέου και ο αιτητής ενημερώθηκε γραπτώς στις 10/6/1997.

Στις 4/9/1997 ο αιτητής συναντήθηκε με το Λειτουργό Εγγραφής, ο οποίος του "εξήγησε γιατί δεν μπορεί να θεωρηθεί εκτοπισμένος" ενώ το ίδιο θέμα συζήτησε και με τον Υπουργό Εσωτερικών στις 6/10/1997 και "απορρίφθηκε και πάλιν το αίτημα του για να θεωρηθεί εκτοπισμένος".

Στις 15/1/1998 ο αιτητής επανήλθε προσκομίζοντας διάφορα νέα έγγραφα στην προσπάθεια του να πείσει ότι μέχρι την εισβολή διέμενε στη Βατυλή. Προσκόμισε:-

(α) Αίτηση για διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία με ημερομηνία έξι χρόνια πριν την εισβολή (13/8/1968) και διεύθυνση διαμονής τη Βατυλή.

(β) Βεβαίωση από κάποιο Μάρκο Δημητρίου, χωρίς ημερομηνία, σύμφωνα με την οποία το Νοέμβριο 1973 ενοικίασε το κατάστημα στην οδό ΄Εκτορος 17Α, Παλλουριώτισσα, το οποίο χρησιμοποιούσε ως εργαστήριο, ενώ μετά την εισβολή ενοικίασε και το διαμέρισμα.

(γ) Βεβαίωση από κάποιο Λεοντή Χ. Σιάφκου, με ημερομηνία 16/1/1998, σύμφωνα με την οποία ο αιτητής, από το 1969 μέχρι την εισβολή, κατοικούσε στη Βατυλή στο σπίτι των Χρίστου και Ελένης Πογιατζή, και βεβαίωση από κάποια Ελένη Χρίστου Πογιατζή, με ημερομηνία 15/1/1998, σύμφωνα με την οποία ο αιτητής ενοικίασε το σπίτι της στη Βατυλή από το 1969 μέχρι την εισβολή του 1974.

(δ) Διάφορα ιατρικά πιστοποιητικά με ημερομηνία 25/10/1974 και εντεύθεν.

(ε) Βεβαίωση από την Επιτροπή Ανακουφίσεως Παθόντων με ημερομηνία 14/11/1997, σύμφωνα με την οποία όλη η αλληλογραφία του αποστέλλετο στη Βατυλή.

(στ) Βεβαίωση του Κοινοτάρχη Βατυλής, με ημερομηνία 6/5/1996, την οποία υπέβαλε και στις 16/5/1997, σύμφωνα με την οποία, αντίθετα με τα όσα ο ίδιος Κοινοτάρχης είπε στον Ερευνητή το 1990, ο αιτητής ήταν κάτοικος Βατυλής το 1974.

(η) Διάφορες αποδείξεις πληρωμής, στις οποίες φαίνεται ότι είναι από τη Βατυλή, τις οποίες εξασφάλισε προτού παντρευτεί το 1972.

Η νέα αυτή αίτηση εξετάστηκε από την αρμόδια Επιτροπή στις 5/3/1998 και απορρίφθηκε. Ο αιτητής ειδοποιήθηκε σχετικά με επιστολή ημερομηνίας 11/3/1998. Στις 17/3/1998 ο αιτητής ζήτησε επανεξέταση της αίτησης του, το αίτημα του όμως απορρίφθηκε και πάλιν και ενημερώθηκε γραπτώς στις 3/4/1998.

Η απορριπτική απόφαση της 5/3/1998 είναι το αντικείμενο της προσφυγής.

Το κείμενο του σχετικού πρακτικού έχει ως εξής:-

"Ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για αντικατάσταση της προσφυγικής του ταυτότητας με τόπο εκτοπισμού τη Βατυλή. Ο αιτητής κατάγεται από τη Βατυλή και η σύζυγος του από την Αθηαίνου. Παντρεύτηκαν στις 29.10.1972. Πριν και μέχρι την εισβολή ο αιτητής εργαζόταν στο Ψυχιατρείο ενώ η σύζυγος του λειτουργούσε δικό της εργοστάσιο, το "BERTHA FASHION" στη Λευκωσία. Σε σειρά Κυβερνητικών εντύπων που συμπλήρωναν κατά καιρούς οι αιτητές, μετά το γάμο τους, δήλωναν σαν διεύθυνση τους την Αθηαίνου όπως κατά την εγγραφή της γέννησης της θυγατέρας του Ανδριάνθης στο γραφείο Επάρχου στις 17.5.74, κατά την αγορά και την πώληση του αυτοκινήτου FS228 στις 26.5.73 και 30.12.75 αντίστοιχα και σ΄ άλλες περιπτώσεις που προκύπτουν στο Φάκελο. Διάφορες πληροφορίες που λήφθηκαν αναφέρουν ότι ο αιτητής και η σύζυγος του διέμεναν πριν και μέχρι την εισβολή στην Αθηαίνου. Η Επιτροπή, αφού μελέτησε σε βάθος όλα τα εις τη διάθεση της δεδομένα, κατέληξε στο συμπέρασμα πως τόσον ο αιτητής όσο και η σύζυγος του δεν είχαν τη Βατυλή σαν τόπο διαμονής τους πριν και μέχρι την εισβολή. Η αίτηση του απορρίφθηκε. Τώρα ο αιτητής υποβάλλει νεότερα στοιχεία και η αίτηση του υποβάλλεται για λήψη απόφασης.

Ο αιτητής παρουσιάστηκε στην Επιτροπή και έδωσε τις διευκρινίσεις που του ζητήθηκαν.

Η Επιτροπή αφού μελέτησε προσεχτικά τα νεότερα στοιχεία που παρουσίασε ο αιτητής και όλα τα στοιχεία του φακέλου έκρινε ότι δεν παρουσιάστηκαν πειστικά αποδεικτικά στοιχεία ότι η μόνιμη διαμονή του αιτητή πριν και μέχρι την εισβολή ήταν η Βατυλή."

(Η υπογράμμιση είναι δική μου.)

Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας πρόβαλε προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, όπως διατυπώνεται πιο πάνω, δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά απλώς πράξη βεβαιωτική εκείνης της 21/2/1991 και, επομένως, δεν μπορεί να προσβληθεί με προσφυγή βάσει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος.

Σύμφωνα με τη νομολογία εκτελεστή είναι η διοικητική πράξη που συνεπάγεται ευθέως και αμέσως με την εκτέλεση της έννομα αποτελέσματα για τον διοικούμενο, με άλλα λόγια δημιουργεί, μεταβάλλει ή καταργεί δικαιώματα και/ή υποχρεώσεις. Οι βεβαιωτικές πράξεις, δηλαδή οι πράξεις που έχουν το ίδιο περιεχόμενο με την εκτελεστή πράξη που εκδόθηκε προηγουμένως και απλώς την επιβεβαιώνουν, δεν μπορούν να προσβληθούν με προσφυγή επειδή στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα. ΄Ετσι είναι βεβαιωτική η πράξη που δηλώνει απλή εμμονή της διοίκησης σε προηγούμενη πράξη όπως είναι π.χ. η εμμονή σε προηγούμενη άρνηση. Οι πράξεις όμως που εκδίδονται ύστερα από "νέα έρευνα" της υπόθεσης είναι εκτελεστές υπό την προϋπόθεση ότι, κατά τη νέα έρευνα, λήφθηκαν υπόψη "νέα ουσιώδη νομικά ή πραγματικά στοιχεία". Η απλή βεβαίωση από τη διοίκηση ότι έγινε νέα έρευνα δεν είναι αρκετή και δεν δεσμεύει το δικαστήριο το οποίο έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να αποφασίσει κατά πόσο η προσφυγή είναι ή όχι παραδεκτή. Το νέο υλικό που χρησιμοποιήθηκε από τη διοίκηση κρίνεται αυστηρά διότι δεν πρέπει ο διοικούμενος που έχασε την προθεσμία για την προσβολή μιας εκτελεστής πράξης να μπορεί να καταστρατηγεί την προθεσμία αυτή με τη δημιουργία νέας πράξης η οποία "εξεδόθη κατ΄ επίφασιν μεν κατόπιν νέας έρευνας κατ΄ ουσίαν όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων". (Βλ. σχετικά τις πιο πρόσφατες αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Δήμος Λευκωσίας ν. Μέλπως Γρηγορίου, Α.Ε. 1431 - ημερομηνίας 26/4/1996, Γιάννης Κωνσταντίνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 1603 - ημερομηνίας 29/10/1996, Γρηγόρης Θαλασσινός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 2119 - ημερομηνίας 29/5/1998, και Αρχιμήδης Ζίττης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 2082 - ημερομηνίας 29/5/1998.) Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από το σύγγραμμα του Θ. Τσάτσου "Η ΑΙΤΗΣΙΣ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ", Τρίτη ΄Εκδοση, (1971), σελίδες 136 έως 138, απόσπασμα που υιοθετήθηκε στην υπόθεση Ζίττη (πιο πάνω):-

"Η εν τη πράξει βεβαίωσις, ότι εγένετο νέα έρευνα δεν αρκεί. Η τοιαύτη κρίσις της διοικήσεως δεν δεσμεύει το Συμβούλιον της Επικρατείας, το οποίον είναι μόνον αρμόδιον ν΄ αποφασίση κατά πόσον η αίτησις ακυρώσεως είναι τύποις παραδεκτή. Το Συμβούλιον της Επικρατείας δηλαδή οφείλει να εξετάση κατά πόσον διεξήχθη νέα έρευνα της υποθέσεως, δικαιολογούσα τον χαρακτηρισμόν της μετά ταύτην εκδοθείσης πράξεως, ως πράξεως νέας και ως εκ τούτου εκτελεστής, παρά την ταυτότητα του περιεχομένου της προς την επιβεβαιουμένην πράξιν.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Δεν αποτελεί όμως νέαν έρευναν ικανήν να καταστήση την βεβαιωτικήν πράξιν προσβλητήν οιαδήποτε μεταγενεστέρα της βεβαιουμένης πράξεως έρευνα, απολήξασα εις συμπλήρωσιν της αρχικής αιτιολογίας, εφ΄ όσον α) δεν ανατρέπεται εκ ταύτης ή προηγουμένη εν όλω και β) παρά πάσαν προσθήκην ή μερικήν μεταβολήν προκύπτει, ότι η διοίκησις εξακολουθεί πράγματι να κρίνη, ότι η αρχική αιτιολογία ήτο επαρκής. Εν τη περιπτώσει όμως ταύτη η κρίσις της διοικήσεως, ότι η αρχική της βεβαιουμένης πράξεως αιτιολογία ήτο επαρκής, απαιτείται να είναι ειλικρινής. Απλή βεβαίωσις, ότι εξακολουθεί να κρίνη την αρχικήν αιτιολογίαν ως επαρκή παρ΄ ότι αποδεικνύεται, ότι αύτη ήτο προφανώς ανεπαρκής, δεν εμποδίζει την προσβολήν της κατά τα λοιπά στοιχεία βεβαιωτικής πράξεως, της οποίας η αιτιολογία κατόπιν νέας ερεύνης συνεπληρώθη."

 

Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας τίθεται το ερώτημα κατά πόσον η προσβαλλόμενη απόφαση της 5/3/1998 είναι αφ΄ εαυτής εκτελεστή ή είναι απλώς βεβαιωτική προγενέστερης απόφασης και δη της απόφασης της 21/2/1991. Κατά την άποψη μου η ορθή απάντηση είναι ότι συμβαίνει το δεύτερο. Η απόφαση της 5/3/1998, που προσβάλλεται με την προσφυγή, αποτελεί, μέχρι του σημείου που υπογράμμισα, επανάληψη "verbatim" της απόφασης της 21/2/1991. (Βλ. Κυανούν 44 στο Τεκμήριο 1). Από τα όσα αναφέρονται από του σημείου που υπογράμμισα και μετά, είναι, κατά την άποψη μου, πρόδηλο ότι η καθ΄ ης η αίτηση δεν διεξήγαγε οποιαδήποτε νέα ουσιαστική έρευνα της υπόθεσης που να δικαιολογεί το χαρακτηρισμό της απόφασης της 5/3/1998 ως νέας πράξης και, επομένως, εκτελεστής παρά την ταυτότητα του περιεχομένου της προς την πράξη που επιβεβαιώνει, δηλαδή εκείνη της 21/2/1991. Με την απόφαση της 5/3/1998 απλώς επιβεβαιώνεται η εμμονή της καθ΄ ης η αίτηση στην απόφαση της 21/2/1991, δηλαδή στην προγενέστερη άρνηση της. Η απόφαση της 5/3/1998 περιέχει όλα τα γνωρίσματα της βεβαιωτικής πράξης. Τα "νεότερα στοιχεία" που εξέτασε η καθ΄ ης η αίτηση δεν ήταν τέτοια που να έχουν ως αποτέλεσμα την παραγωγή νέας εκτελεστής διοικητικής πράξης. Η "νέα έρευνα" απέληξε απλώς στην ενίσχυση και επιβεβαίωση της αρχικής αιτιολογίας της απόφασης της 21/2/1991 την οποία, όπως προκύπτει από το πρακτικό της 5/3/1998 (πιο πάνω), η καθ΄ ης η αίτηση εξακολουθεί να κρίνει με ειλικρίνεια ότι ήταν επαρκής.

Η προσφυγή απορρίπτεται ως μη παραδεκτή, με έξοδα.

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

/ΜΝ

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο