ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές Αρ.

371/96, 404/96 και 633/98

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.

Υπόθεση Αρ. 371/96

Μεταξύ:

Ανδρέα Ανδρέου

Αιτητή

και

Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου

Καθ΄ης η Αίτηση

---------------

Υπόθεση Αρ. 404/96

Μεταξύ:

Γεώργιου Χρυσάνθου από τη Λευκωσία

Αιτητή

και

Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου

Καθ΄ης η Αίτηση

---------------

Υπόθεση Αρ. 633/98

Μεταξύ:

Ανδρούλλας Κλεάνθους

Αιτήτριας

και

Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου

Καθ΄ης η Αίτηση

---------------

28 Ιουνίου 1999

Για τον Αιτητή στην 371/96: κα. Α. Παπακόκκινου.

Για τον Αιτητή στην 404/96: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.

Για την Αιτήτρια στην 633/98: κα. Ε. Βραχίμη.

Για την Καθ΄ης η Αίτηση: κ. Κ. Χατζηιωάννου.

-----------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Οι συνενωμένες αυτές προσφυγές προσβάλλουν την προαγωγή από την Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου στη θέση Προϊσταμένου Υπηρεσίας Β΄ Διοικητικού Προσωπικού των πέντε Ενδιαφερομένων Μερών, η οποία κοινοποιήθηκε στις 28.2.1999. Η προσφυγή 404/96 αφορά την προαγωγή όλων των Ενδιαφερομένων Μερών, ενώ η μεν προσφυγή 371/96 αφορά την προαγωγή μόνο του Ενδιαφερόμενου Μέρους Ευάγγελου Κλεάνθους, η δε προσφυγή 633/98 αφορά την προαγωγή μόνο του Ενδιαφερόμενου Μέρους Νίκης Θεοδώρου.

Οι προαγωγές έγιναν στη συνεδρία της ΑΤΗΚ ημερομηνίας 27.2.1996. Ενώπιον της ΑΤΗΚ υπήρχε η συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού και η εισήγηση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή. Η συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού κάλυπτε όλους τους υπαλλήλους που κατείχαν την αμέσως κατώτερη θέση του Επιθεωρητή για τρία χρόνια σύμφωνα με τους Κανονισμούς, μεταξύ των οποίων οι Αιτητές και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη. Στη συνέχεια το Συμβούλιο εξέτασε κατά πόσο οι υποψήφιοι κατείχαν είτε το προνοούμενο από τον Κανονισμό 8(1)(Β)(γ) - που παραπέμπει και στους Κανονισμούς 8(1)(Α)(γ) και 8(1)(Α)(β) - προσόν είτε τα προνοούμενα στο σχέδιο υπηρεσίας προσόντα δυνάμει του Κανονισμού 56(7)(Β) προκειμένου περί προσωπικού προσληφθέντος προ της 1.1.1972. Η ΑΤΗΚ είχε ήδη αποφασίσει ότι το εφαρμοζόμενο σχέδιο υπηρεσίας ήταν εκείνο του Βοηθού Διοικητικού Λειτουργού. Το Συμβούλιο έκρινε ότι κανένας υποψήφιος δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του Κανονισμού 8(1)(Β)(γ), αλλά ότι 52 υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων οι Αιτητές και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη, πληρούσαν τις προϋποθέσεις του σχεδίου υπηρεσίας. Στη συνέχεια, αναφέρεται στα πρακτικά ότι το Συμβούλιο, αφού μελέτησε τα στοιχεία των υποψηφίων, προέβη στην αξιολόγηση τους λαμβάνοντας υπ΄όψη στο σύνολο τους τα κριτήρια του Κανονισμού 10(7), δηλαδή την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση και την ουσιαστική καταλληλότητα, περιλαμβανομένης της αξίας, των προσόντων, της πείρας και της γενικής υπηρεσιακής εικόνας των υπαλλήλων με βάση όλα τα ενώπιον του στοιχεία. Συνέστησε δε προς την ΑΤΗΚ για προαγωγή τα πέντε Ενδιαφερόμενα Μέρη.

Το ίδιο έκανε και ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής στη σύσταση του. Στα πρακτικά αναφέρεται ότι μελέτησε τα πρακτικά του Συμβουλίου Προσωπικού, τα οποία και συνοψίζει, και προέβη σε διεξοδική μελέτη όλων των δεδομένων των υποψηφίων, διαπιστώνοντας ότι η συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού ήταν σωστή και δικαιολογημένη, εισηγούμενος ως εκ τούτου και ο ίδιος την προαγωγή των πέντε Ενδιαφερομένων Μερών. Εκφράζει δε την άποψη ότι τα Ενδιαφερόμενα Μέρη υπερέχουν των υπολοίπων υποψηφίων σε απόδοση, επίδοση και ικανότητα, διαθέτουν τις δυνατότητες να αντεπεξέλθουν με επιτυχία στα καθήκοντα των νέων θέσεων και είναι οι καταλληλότεροι για προαγωγή.

Για τη συνεδρία της ΑΤΗΚ της 27.2.1996 αναφέρεται στα πρακτικά ότι η ΑΤΗΚ μελέτησε διεξοδικά και συζήτησε τα πρακτικά του Συμβουλίου Προσωπικού, τη σύσταση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, και τους φακέλλους, σε αναφορά με όλους τους υποψηφίους που είχαν συμπληρώσει τριετία στη θέση του Επιθεωρητή. Διαπίστωσε ότι κανένας υποψήφιος δεν είχε τα προσόντα που αναφέρονται στον κανονισμό 8(1)(Β)(γ) αλλά ότι οι προαναφερθέντες 52 υποψήφιοι πληρούσαν τις προϋποθέσεις του σχεδίου υπηρεσίας. Διατυπώνοντας γενικές παρατηρήσεις για τους υποψήφιους, έκρινε, όπως αναφέρεται, μετά από αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων με βάση τα προσόντα, την πείρα, την απόδοση, την επίδοση, τη γενική υπηρεσιακή εικόνα και την ουσιαστική καταλληλότητα για τις προς πλήρωση θέσεις, ότι τα Ενδιαφερόμενα Μέρη υπερείχαν των υπολοίπων υποψηφίων και ήσαν οι καταλληλότεροι για προαγωγή.

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι για τους Αιτητές στις γραπτές αγορεύσεις τους όπως και στις Αιτήσεις συζητούν ευάριθμα θέματα ως λόγους ακύρωσης. Το βασικότερο από αυτά θεωρώ ότι είναι το θέμα της αιτιολογίας σε όλα τα στάδια της προσβαλλόμενης απόφασης, όσον αφορά δηλαδή και τη συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού και τη σύσταση του Διευθυντή και την ίδια την απόφαση της ΑΤΗΚ. Επισημαίνω κατ΄αρχή τα αναφερόμενα στα πρακτικά ως αιτιολογία.

- Όσον αφορά το Συμβούλιο Προσωπικού:

"Το Συμβούλιο Προσωπικού, κατά τη σύγκριση και αξιολόγηση των υποψηφίων μεταξύ τους, στάθμισε τα κριτήρια του Κανονισμού 10(7) δηλαδή την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση καθώς και εκείνο της ουσιαστικής καταλληλότητας, στο οποίο περιλαμβάνονται, η αξία, η πείρα, τα προσόντα και η γενική υπηρεσιακή εικόνα του υπαλλήλου και έκρινε από όλα τα ενώπιόν του στοιχεία ότι ουσιαστικά καταλληλότεροι για προαγωγή είναι οι πιο πάνω πέντε υποψήφιοι."

- Όσον αφορά τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή:

"Κατά την άποψή μου οι πιο πάνω υπάλληλοι υπερέχουν των υπόλοιπων υποψήφιων σε απόδοση, επίδοση και ικανότητες, διαθέτουν τις δυνατότητες να αντεπεξέλθουν με επιτυχία στα καθήκοντα των νέων θέσεων και είναι οι καταλληλότεροι για προαγωγή στο βαθμό του Προϊστάμενου Υπηρεσίας "Β" Οικονομικού και του Προϊστάμενου Υπηρεσίας "Β" Διοικητικού Προσωπικού."

 

- Όσον αφορά την ΑΤΗΚ:

 

"Το Συμβούλιο, αφού προχώρησε σε περαιτέρω αξιολόγηση και σύγκριση όλων των υποψηφίων μεταξύ τους με βάση τα ακαδημαϊκά και τα επαγγελματικά τους προσόντα, την απόδοση και επίδοσή τους, καθώς και την καταλληλότητα τους για τις προς πλήρωση θέσεις, έκρινε ότι οι υποψήφιοι Ευάγγελος Μ. Κυριακίδης (1346), Στέλιος Ιωάννου (831), Νίκη Α. Θεοδώρου (1367), Χριστοθέα Γ. Κέντα (1009) και Ευάγγελος Κλεάνθους (1001) υπερέχουν των υπόλοιπων υποψήφιων και είναι οι καταλληλότεροι για τις θέσεις του Προϊστάμενου Υπηρεσίας "Β" Διοικητικού Προσωπικού, γι΄αυτό και αποφάσισε την προαγωγή τους στο βαθμό του Προϊστάμενου Υπηρεσίας "Β" Διοικητικού Προσωπικού προς πλήρωση των πέντε κενών θέσεων.

Κατά την κρίση του το Συμβούλιο στάθμισε και αξιολόγησε όλα τα ενώπιον του στοιχεία, δηλαδή την απόδοση και επίδοση των υποψηφίων, τα προσόντα, την πείρα, τη γενική υπηρεσιακή εικόνα και την ουσιαστική καταλληλότητα για τις προς πλήρωση θέσεις."

 

Παραθέτω επίσης τα σχόλια της ΑΤΗΚ αναφορικά με τους Αιτητές και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.

"Ο υποψήφιος Ευάγγελος Μ. Κυριακίδης (1346) κρίνεται ως εξαιρετικός, εργατικός και συνεργάσιμος υπάλληλος.

Ο υποψήφιος Στέλιος Ιωάννου (831) κρίνεται ως εξαιρετικός, εργατικός και συνεργάσιμος υπάλληλος.

.............................. .................................................. .........................

Η υποψήφια Νίκη Α. Θεοδώρου (1367) κρίνεται ως εξαιρετική υπάλληλος.

.............................. .................................................. .........................

Η υποψήφια Χριστοθέα Γ. Κέντα (1009) κρίνεται ως εξαιρετική, εργατική και συνεργάσιμη υπάλληλος.

.............................. .................................................. .........................

Η υποψήφια Ανδρούλλα Α. Κλεάνθους (1057) κρίνεται ως πολύ καλή και ευσυνείδητη υπάλληλος.

.............................. .................................................. .........................

Ο υποψήφιος Γεώργιος Χρυσάνθου (2826) κρίνεται ως πολύ καλός και συνεργάσιμος υπάλληλος.

Ο υποψήφιος Ανδρέας Δ. Ανδρέου (95) κρίνεται ως πολύ καλός και ευσυνείδητος υπάλληλος.

.............................. .................................................. .........................

Ο υποψήφιος Ευάγγελος Κλεάνθους (1001) κρίνεται ως εξαιρετικός, τακτικός και συνεργάσιμος υπάλληλος."

 

Ακριβώς τα ίδια δεδομένα που αφορούν αυτό το θέμα αφορούσαν και το ίδιο θέμα σε μία άλλη σειρά ενώπιον μου προσφυγών (327/96 και άλλες) εναντίον απόφασης της ΑΤΗΚ για άλλες προαγωγές στην ίδια θέση που ελήφθη την ίδια μέρα και για την οποία τα λεχθέντα σε όλα τα επίπεδα ήσαν τα ίδια όπως στην προκειμένη περίπτωση. Η απόφαση μου στις προσφυγές εκείνες εδόθη στις 9.6.1999, και θεωρώ ότι έχει απόλυτη εφαρμογή και στην προκειμένη περίπτωση αφού στην ουσία ούτε κατά ένα ιώτα δεν διαφοροποιούνται τα πράγματα. Υιοθετώ το rationale της απόφασης μου το οποίο και παραθέτω αυτούσιο από τις σελίδες 7-10:

"Δεν θα μπορούσα να πεισθώ ότι τα πιο πάνω συνιστούν αιτιολογία σε οποιοδήποτε στάδιο της προσβαλλόμενης απόφασης, τοσούτο μάλλον στη λήψη της που εμπεριέχει και τα προηγούμενα στάδια αφού η ΑΤΗΚ βασίσθηκε τόσο στη συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού όσο και στην εισήγηση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή. Η παρεχόμενη από την ΑΤΗΚ αιτιολογία για την απόφαση της, όπως και αντίστοιχα από το Συμβούλιο Προσωπικού για τη συμβουλή του και από τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή για την εισήγησή του, δεν συνιστά αιτιολογία όπως αυτή γίνεται αντιληπτή ως θεμελιώδης αρχή του διοικητικού δικαίου. Τα του Συμβουλίου Προσωπικού είναι απλώς κοινοτυπίες και παράθεση γενικά κριτηρίων επιλογής. Τα του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή υπόκεινται στην ίδια παρατήρηση. Τα δε της ΑΤΗΚ είναι αφ΄ενός μεν άνευ προσδιοριστικής σημασίας γενικώτατοι φραστικοί χαρακτηρισμοί για κάθε υποψήφιο και αφ΄ετέρου και πάλι απλή παράθεση γενικών κριτηρίων. Σε καμμιά περίπτωση δεν γίνεται η παραμικρή προσπάθεια πραγματικής αξιολόγησης και σύγκρισης που να αποκάλυπτε το συλλογισμό της ΑΤΗΚ και να παρείχε την αναγκαία αιτιολογία για την επιλογή της, όπως και για τη συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού και την εισήγηση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, του δικαστικού ελέγχου μη καθισταμένου έτσι δυνατού. Ούτε μπορεί ασφαλώς μια τέτοια αντικειμενική αδυναμία να συμπληρωθεί. Η νομολογία είναι καθαρή επί του όλου θέματος. Όπως το έθεσε ο Τριανταφυλλίδης, Δ. (ως ήτο τότε) στην υπόθεση Petrondas v. Republic (1969) 3 CLR 214, στη σελ. 223:

"Moreover, the aforesaid statements are, to a large extent, vague generalities based on the contents of the relevant statutory provisions in Law 10/63, and, therefore, according to well established principles of Administrative Law, such statements cannot be regarded as amounting to due reasoning for the individual decision affecting the Applicant (see Conclusions from the Jurisprudence of the Greek Council of State 1929-1959, p. 186)."

 

Και ο Νικολαΐδης, Δ., δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 ΑΑΔ 574, στη σελ. 581:

"Απλή αναφορά που καταλήγει σε κοινοτυπία δεν αποτελεί αιτιολογία ενώ η απλή απαρίθμηση των κριτηρίων που λήφθηκαν υπ΄όψιν δεν παρέχει καμιά πληροφορία για τα δεδομένα που οδήγησαν στη διαμόρφωση της απόφασης και δεν επιτρέπει τον δικαστικό έλεγχο. Για να είναι νοητός ο έλεγχος θα πρέπει η πραγματική βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η απόφαση να είναι γνωστή. Η ανυπαρξία οποιωνδήποτε στοιχείων μέσα στο έγγραφο της απόφασης της αρμόδιας αρχής την καθιστά αναιτιολόγητη και κατά συνέπεια την απόφαση ακυρώσιμη."

 

Παραπέμπω επίσης στην απόφαση της Ολομέλειας, την οποία έδωσε ο Νικολαΐδης, Δ., στην υπόθεση Κυριακίδης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 398, σελίδες 303-304, όπως και στην πρόσφατη απόφαση του Καλλή, Δ., στην υπόθεση Δαμιανού ν. ΑΤΗΚ, Προσφυγή 211/97, ημερομηνίας 29.7.1998, στην οποία ελέχθησαν τα ακόλουθα στις σελίδες 6-7:

"Είναι νομολογημένο ότι η αιτιολογία των διοικητικών πράξεων πρέπει να είναι καθαρή ("clear") (Βλ. Mavromatis v. Educational Service Committee (1974) 3 C.L.R. 226) και δεν πρέπει να είναι δυσνόητη ή ασαφής. Δεν πρέπει να αφήνει οποιεσδήποτε πραγματικές και ουσιαστικές αμφιβολίες σε ένα ενημερωμένο αναγνώστη (Βλ. Constantinides v. Republic (1987) 3 C.L.R. 7 και Φράγκου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2021/27.3.98). Η πιο πάνω διαπίστωση μου ότι η αιτιολογία πάσχει από έλλειψη καθαρότητας την καθιστά πλημμελή με αποτέλεσμα να οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης.................

Περαιτέρω αν η κρίση για ουσιαστική καταλληλότητα του ενδιαφερόμενου μέρους έχει σαν βάθρο το περιεχόμενο των φακέλων τότε πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας γιατί δεν κάμνει αναφορά στα στοιχεία τα οποία οδήγησαν στη σχετική διαπίστωση. Πρόκειται για αιτιολογία η οποία δεν παρέχει στο δικαστήριο τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για τη διακρίβωση της νομιμότητας της και είναι τόσο ασαφής και αόριστη ώστε να καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο. Τέτοια αιτιολογία δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (Βλ. Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1985) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574, Φράγκου (πιο πάνω), Δαγτόγλου, "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", 3η έκδοση, 1992, παραγ. 636, 646 και 647 - Βλ και Ι. Σαρμά, "Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας", σελ. 130: "Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθεί επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό").

Η ελλείπουσα αιτιολογία της κρίσης περί "ουσιαστικής καταλληλότητας" δεν μπορεί να αναπληρωθεί από το διοικητικό φάκελο (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω, σελ. 185-186: "Η εκ του φακέλλου αναπλήρωσις της ελλειπούσης αιτιολογίας δύναται να χωρήση μόνον, εφ΄όσον ευθέως και αμέσως προκύπτει τοιαύτη εκ των στοιχείων του φακέλλου, διότι άλλως, το Σ.Τ.Ε. θα έπρεπε ν΄αναζητήση και σταθμίσει αυτό τα στοιχεία ταύτα, όποτε θα υποκαθίστατο εις την αρμόδιαν διοικητικήν αρχήν εν τη κατ΄ουσίαν εκτιμήσει των αποδεικτικών και λοιπών στοιχείων: 267/45, 1144/64").

 

Έχει επανειλημμένα τονισθεί η ανάγκη για δέουσα αιτιολόγηση των διοικητικών αποφάσεων ως απαραίτητη για τη σύννομη εκπλήρωση του διοικητικού έργου αφ΄ενός και την άσκηση αποτελεσματικού αναθεωρητικού ελέγχου αφ΄ετέρου. Στην προκειμένη περίπτωση είναι εντελώς αδύνατο για το δικαστήριο να διακριβώσει τον οποιοδήποτε συλλογισμό, μέσα από την αξιολόγηση και σύγκριση των ενώπιον της στοιχείων, που οδήγησε την ΑΤΗΚ, όπως και τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή και το Συμβούλιο Προσωπικού, στην επιλογή της και που να προσδίδει νόημα και στήριξη στους εύηχους χαρακτηρισμούς και στη γενικολογία της απλής παράθεσης κριτηρίων και καταληκτικών γνωμών. Ούτε είναι δυνατό για το δικαστήριο να προβεί σε έρευνα και εντοπισμό οποιωνδήποτε στοιχείων που δυνατό να αιτιολογούσαν την επιλογή της ΑΤΗΚ, αν είχαν αξιολογηθεί, αφού κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με υποκατάσταση του στο διοικητικό έργο και με δημιουργία παρά συμπλήρωση αιτιολογίας, ουσιαστικά πλάθοντας αιτιολογία εκεί που δεν παρεσχέθη."

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος για την ΑΤΗΚ στο στάδιο των διευκρινίσεων εισηγήθηκε ότι η εν λόγω απόφαση είναι αντίθετη με την προηγούμενη νομολογία, περιλαμβανομένων αποφάσεων της Ολομέλειας, τις οποίες και παρουσίασε για να στηρίξει τη θέση ότι αυτές, όπως το έθεσε, εγκρίνουν τον ταυτόσημο τύπο της αιτιολογίας που χρησιμοποιήθηκε και στην προκειμένη περίπτωση. Εξέφρασα την έκπληξη μου προς τον κ. Χατζηϊωάννου για την εισήγηση που προέκυπτε, ότι δηλαδή η αιτιολογία είναι θέμα τύπου, ως να υπάρχουν δηλαδή τύποι αιτιολογίας από τους οποίους το διοικητικό όργανο επιλέγει ανάλογα με τις περιπτώσεις και άλλοι από τους οποίους εγκρίνονται από το δικαστήριο και άλλοι όχι. Η αιτιολογία δεν είναι τυπικό θέμα φραστικής διατύπωσης ώστε με την κατάλληλη επιλογή και συνδυασμό λέξεων υπό μορφή τύπου να ικανοποιείται. Η αιτιολογία είναι θέμα ουσίας βασικώτατο στη λήψη της απόφασης αφού συνιστά την έκφραση της λογικής της συγκεκριμένης επιλογής, χωρίς την οποία δεν νοείται ούτε σύννομη εκτέλεση του καθήκοντος του διοικητικού οργάνου ούτε δυνατότητα δικαστικού ελέγχου. Το να αναφέρει το διοικητικό όργανο ότι αξιολόγησε όλα τα ενώπιον του στοιχεία, αναφερόμενο στα γενικά κριτήρια επιλογής, και ότι έκρινε ότι οι προαχθέντες υπερέχουν των υπολοίπων, βασιζόμενο μάλιστα στην εισήγηση του Διευθυντή και στη συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού που δεν παρείχαν πληρέστερη αιτιολογία, δεν συνιστά κατά την άποψη μου συμμόρφωση με την αρχή της αιτιολόγησης των αποφάσεων, που προϋποθέτει και την αναγκαία καθ΄όλα σύγκριση και αξιολόγηση των υποψηφίων. Ούτε μπορεί να περισωθεί η έλλειψη αιτιολογίας με αναφορά στα στοιχεία των φακέλλων, αφού δεν είναι δυνατό να γνωρίζει το δικαστήριο ποία ήσαν τα στοιχεία που εβάρυναν στην διαμόρφωση της άποψης της ΑΤΗΚ ότι οι επιλεγέντες "υπερείχαν" και ήσαν "οι καταλληλότεροι".

Και αν όμως ήταν δυνατό να συμπληρωθεί από τα στοιχεία των φακέλλων η ελλείπουσα αιτιολογία, δεν βλέπω πως αυτό θα βοηθούσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Στην περίπτωση του Αιτητή κ. Χρυσάνθου, ο οποίος προσβάλλει όλες τις προαγωγές, η γενική εικόνα του είναι η ίδια με εκείνη των Ενδιαφερομένων Μερών κ. Κυριακίδη, κ. Ιωάννου, κας. Θεοδώρου και κας. Κέντα, με αποτέλεσμα να μην ανταποκρίνεται στα στοιχεία των φακέλλων η άποψη της ΑΤΗΚ ότι τα εν λόγω Ενδιαφερόμενα Μέρη υπερείχαν του κ. Χρυσάνθου, ενώ η γενική εικόνα του κ. Χρυσάνθου είναι καλύτερη εκείνης του Ενδιαφερόμενου Μέρους κ. Κλεάνθους, στην περίπτωση του οποίου η άποψη της ΑΤΗΚ ότι υπερέχει του κ. Χρυσάνθου είναι ακόμα πιο ανακριβής. Ότι ελέχθη σε σχέση με τον κ. Χρυσάνθου και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη κ. Κυριακίδη, κ. Ιωάννου, κα. Θεοδώρου και κα. Κέντα ισχύει και για την προσφυγή του κ. Ανδρέου σε αναφορά με την προσβαλλόμενη προαγωγή του κ. Κλεάνθους. Πέραν δε των ετησίων αξιολογήσεων, είναι εντελώς αδύνατο να προσδιορισθεί σε ποία στοιχεία η ΑΤΗΚ προσέδωσε σημασία για να καταλήξει στην άποψη της ότι τα Ενδιαφερόμενα Μέρη υπερείχαν των υπολοίπων υποψηφίων και ήσαν οι καταλληλότεροι για προαγωγή, για να μην αναφέρω ότι καμμιά υπεροχή των Ενδιαφερομένων Μερών απέναντι στον κ. Χρυσάνθου ή στον κ. Ανδρέου όσον αφορά τα προσόντα δεν προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλλων.

Δεν κρίνω σκόπιμο να υπεισέλθω στους υπόλοιπους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Η ΑΤΗΚ θα καταβάλει τα έξοδα των Αιτητών.

 

 

 

Δ. Χατζηχαμπής

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ"Π

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο