ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 698/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Χριστόδουλου Μούσκου

Αιτητή

και

Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου

Καθ΄ων η Αίτηση

--------------

5 Μαΐου 1999

Για τον Αιτητή: κ. Ε. Ελευθερίου για Τ. Παπαδόπουλο και Σία.

Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κ. Γ. Τριανταφυλλίδης.

--------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η προσφυγή αυτή επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Σιτηρών ημερομηνίας 25ης Ιουνίου 1997 με την οποία ο κ. Μούσκος μετατέθηκε από το Επαρχιακό Γραφείο της στη Λευκωσία στο Επαρχιακό Γραφείο της στην Πάφο, καθώς και ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Σιτηρών ημερομηνίας 4ης Αυγούστου 1997 με την οποία απερρίφθη η ένσταση του κατά της εν λόγω μετάθεσης του.

Ο κ. Μούσκος υπηρετούσε ως Επαρχιακός Διευθυντής της Επιτροπής Σιτηρών στη Λευκωσία όταν πληροφορήθηκε, με επιστολή του Διευθυντή της Επιτροπής Σιτηρών ημερομηνίας 21ης Φεβρουαρίου 1997, ότι ο Διευθυντής προτίθετο να θέσει το θέμα της μετακίνησης Επαρχιακών Διευθυντών ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής για λήψη απόφασης και ζητούσε να πληροφορηθεί κατά πόσο ο κ. Μούσκος θα αντιμετώπιζε σοβαρό κώλυμα σε περίπτωση μετακίνησης του σε άλλο Επαρχιακό Γραφείο. Ο κ. Μούσκος, με επιστολή του ημερομηνίας 25ης Φεβρουαρίου 1997, πληροφόρησε το Διευθυντή ότι κατοικούσε μόνιμα στην Αραδίππου, όπου και γεννήθηκε, ότι στα 33 χρόνια της υπηρεσίας του εργάστηκε 25 χρόνια μακριά από την Επαρχία του (στη Λευκωσία και στην Πάφο), ότι πολύ σύντομα θα άρχιζε να κτίζει σπίτι για την αρραβωνιασμένη κόρη του και η μετακίνηση του θα επηρέαζε αρνητικά, και ότι είχε σοβαρό πρόβλημα γλαυκώματος στα μάτια για το οποίο είχε υποβληθεί σε οκτώ εγχειρίσεις και το οποίο του είχε προκαλέσει απώλεια της όρασης κατά 80% στο αριστερό μάτι. Για τους λόγους αυτούς, εισηγείτο ότι η μετάθεση του θα ήταν δυσμενής και δύσκολη. Και οι υπόλοιποι τέσσερις Επαρχιακοί Διευθυντές στη Λευκωσία (Κεντρικό και Επαρχιακό Γραφείο), Λεμεσό και Λάρνακα (η θέση στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου εχήρευε από τις 26.2.1996) πληροφόρησαν με επιστολές τους το Διευθυντή ότι δεν επιθυμούσαν τη μετάθεση τους. Ο Διευθυντής, ως αρμόδιος να πραγματοποιεί μεταθέσεις με έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής, με επιστολή του προς το Διοικητικό Συμβούλιο ημερομηνίας 9ης Ιουνίου 1997, παρέθεσε τα στοιχεία αναφορικά με το πού υπηρετούσε κάθε ένας από τους πέντε Επαρχιακούς Διευθυντές και από πότε και εξέθεσε τις απόψεις του, λαμβάνοντας υπ΄όψη τις ανάγκες της υπηρεσίας, τις ικανότητες των εν λόγω διευθυντών και το χρόνο υπηρεσίας τους στα κατά τόπους γραφεία. Παραθέτω αυτούσιες τις επί μέρους προτάσεις του:

"1. Ο κ. Π. Ιωνάς που έχει τοποθετηθεί στη Λεμεσό την 1.1.1995 να παραμείνει στο Επαρχιακό Λεμεσού. Θεωρείται ένας από τους πιο ικανούς υπαλλήλους ο οποίος με την ευθυκρισία, ευσυνειδησία, εργατικότητα και ικανότητα του μπορεί να αντεπεξέλθει με όλες τις δυσκολίες που πιθανό να παρουσιαστούν στο σιλό Λεμεσού που έχει την ευθύνη για εκφόρτωση όλων των εισαγομένων σιτηρών. Για τους λόγους αυτούς ο κ. Π. Ιωνάς θα πρέπει να παραμείνει στο Επαρχιακό Γραφείο Λεμεσού.

2. Ο κ. Κ. Κανιός υπηρετεί στο Επαρχιακό Γραφείο Λάρνακας από 1.2.1987 και ο κ. Χρ. Μούσκος στο Επαρχιακό Λευκωσίας από 1.3.1988 και έχουν αποδεικτεί έμπειροι, εργατικοί και σοβαροί στην εργασία τους. Όμως η αλλαγή του Προϊστάμενου σε ένα Γραφείο μετά από μακρόχρονη υπηρεσία στο ίδιο Γραφείο εξυπηρετεί καλύτερα την αμερόληπτη και αρμονική διοίκηση του προσωπικού του, τη διατήρηση των καλών σχέσεων με τους συνεργάτες της Επιτροπής και τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της υπηρεσίας. Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω όπως και τις απόψεις τους αποφασίστηκε η μετάθεση του κ. Κ. Κανιού στο Επαρχιακό Λευκωσίας και του κ. Χρ. Μούσκου στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου.

3. Ο κ. Κ. Μαγκλής που έχει προαχθεί στη θέση του Επαρχιακού Γραφείου από την 15.1.1997 είναι ένας αρκετά ικανός και εργατικός υπάλληλος και με πολύχρονη πείρα σχετική με τη διακίνηση αποθεμάτων σιτηρών. Η τοποθέτηση του κ. Κ. Μαγκλή στο Επαρχιακό Γραφείο Λάρνακας θα βοηθήσει την Επιτροπή να αντιμετωπίσει, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, τις διάφορες δυσκολίες που κατά καιρούς παρουσιάζονται στο Επαρχιακό Γραφείο.

4. Ο κ. Π. Αναστασίου που έχει προαχθεί στη θέση του Επαρχιακού Διευθυντή από την 1.12.1995 υπηρετεί στα Κεντρικά Γραφεία και ασχολείται αρκετά ικανοποιητικά και με θέματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής, προβλήματα εργατών, κατανομή των φορτίων εισαγομένων σιτηρών, διακίνηση αποθεμάτων, ανακοινώσεις και οδηγίες του Διευθυντή προς τα Επαρχιακά Γραφεία, αλληλογραφία με συνεργάτες της Επιτροπής και άλλες γενικής φύσεως εργασίες. Ο υπάλληλος αυτός αντιμετωπίζει σοβαρό οικογενειακό πρόβλημα υγείας που μου εξέθεσε στην επιστολή του. Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, ο εν λόγω υπάλληλος θα πρέπει να παραμείνει στα Κεντρικά Γραφεία μέχρι να επιλυθεί το πρόβλημα του."

 

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής συνεδρίασε στις 10 Ιουνίου 1997 και επελήφθη του θέματος. Ο Διευθυντής παρουσίασε τις προτάσεις του, ενημέρωσε το Διοικητικό Συμβούλιο για τις απόψεις των ενδιαφερομένων και απάντησε στις ερωτήσεις των μελών. Το Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από συζήτηση του θέματος, ενέκρινε τις προτάσεις του Διευθυντή, ακολούθησε δε η αναφερομένη στην Αίτηση επιστολή του Διευθυντή της 25ης Ιουνίου 1997 με την οποία και επληροφορείτο ο κ. Μούσκος για τη μετάθεση του από 15ης Ιουλίου 1997. Με την ίδια επιστολή επληροφορείτο ο κ. Μούσκος για το δικαίωμα του να υποβάλει ένσταση δυνάμει των κανονισμών, όπως και υπέβαλε με επιστολή του ημερομηνίας 7ης Ιουλίου 1997 την οποία και παραθέτω:

"Αναφέρομαι στην επιστολή του Διευθυντή αρ. φακ. Π123 και ημερομηνίας 25.6.1997, σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι ενίσταμαι στην απόφαση σας για μετάθεση μου για τους πιο κάτω λόγους:

(α) Για παράβαση της καλά καθιερωμένης πρακτικής της Επιτροπής στα θέματα μεταθέσεων.

(β) Για σκοπούς ίσης μεταχείρισης μεταξύ του προσωπικού της υπηρεσίας.

(γ) Η μετάθεση μου συνιστά στην ουσία εκδικητικό ή τιμωρητικό μέτρο χωρίς οποιοδήποτε λόγο ή αιτία.

(δ) Για σοβαρούς προσωπικούς λόγους που άπτονται σοβαρών οικογενειακών λόγων και λόγων υγείας.

Περαιτέρω ή/και ειδικότερα παρατηρώ τα πιο κάτω:

1. Η πάγια τακτική και πρακτική που πάντοτε ακολουθείτο κατά τη διαδικασία πλήρωσης κενών θέσεων προαγωγής ήταν ο υπάλληλος που προάγεται να τοποθετείται στην κενή έδρα. Αυτή η τακτική και πρακτική ουδέποτε παραγνωρίστηκε από την Επιτροπή μέχρι σήμερα και ακολουθείτο ανελλιπώς.

Στην προκειμένη περίπτωση κενή έδρα Επαρχιακού Διευθυντή, από το θάνατο του συν. Κώστα Βάρδα (26.2.1996), υπήρχε στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου οπότε ο τελευταία προαχθείς υπάλληλος σε Επαρχιακό Διευθυντή έπρεπε να τοποθετηθεί στην Πάφο. Εξάλλου ο εν λόγω υπάλληλος προήχθη για την πλήρωση της κενής θέσης Επαρχιακού Διευθυντή Πάφου.

Πιστεύω ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχουν οποιοιδήποτε ή/και εν πάση περιπτώσει τέτοιοι σοβαροί λόγοι έτσι ώστε να μην ακολουθηθεί η ίδια τακτική και πρακτική.

2. Όπως πολύ καλά γνωρίζει η Επιτροπή γεννήθηκα και κατοικώ μόνιμα στην Αραδίππου της Επαρχίας Λάρνακας.

3. Προσλήφθηκα στην Επιτροπή Σιτηρών (Επαρχιακό Γραφείο Λάρνακας) την 1.2.1964. Εργάστηκα στο Γραφείο Λάρνακας περίπου οκτώ (8) χρόνια σαν Αποθηκάριος και Λογιστικός Λειτουργός και τα τελευταία εικοσιπέντε (25) χρόνια εργάζομαι μακριά από την επαρχία μου. Εργάστηκα στο Επαρχιακό Γραφείο Λευκωσίας σαν Αποθηκάριος, στα Κεντρικά Γραφεία σαν Α΄ Γραμματέας της Επιτροπής και στα Επαρχιακά Γραφεία Πάφου και Λευκωσίας όπου ακόμη υπηρετώ, σαν Επαρχιακός Διευθυντής.

4. Προήχθηκα από Α΄ Γραμματέας στη θέση του Επαρχιακού Διευθυντή την 1.11.1987 και από της ίδιας ημερομηνίας τοποθετήθηκα, μετατιθέμενος από τα Κεντρικά Γραφεία στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου που, ήταν η θέση που προήχθηκα και ανέλαβα καθήκοντα Επαρχιακού Διευθυντή Πάφου. Υπηρέτησα στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου για περίοδο 5 μηνών. Αισθάνομαι ότι η μετάθεση μου στην Πάφο είναι άδικη, δυσμενής, αλλά και μειωτική για το άτομο μου και την ευδόκιμη υπηρεσία μου, όταν υπάρχουν δύο νεότεροι Επαρχιακοί Διευθυντές οι οποίοι προήχθησαν στη θέση του Επαρχιακού Διευθυντή μόλις πρόσφατα.

Αν πρόκειται να μετατεθώ, πιστεύω έχω το δικαίωμα να μετατεθώ προς την επαρχία μου μετά από εικοσιπέντε (25) περίπου χρόνια υπηρεσίας εκτός της επαρχίας μου.

5. Η μετάθεση μου συνιστά στην ουσία τιμωρητικό ή/και εκδικητικό μέτρο εναντίον μου, χωρίς οποιοδήποτε λόγο ή αιτία. Ειδικότερα θα ήθελα να αναφέρω ότι τόσο η ποιοτική δουλειά στην επαρχία Πάφου όσο και το υφιστάμενο προσωπικό είναι κατά πολύ μικρότερα σε αριθμό. Η μετάθεση μου με καθήκοντα λιγότερα, συνιστά ουσιαστικά "υποβιβασμό" στα καθήκοντά μου.

6. Θέλω να υπογραμμίσω και πάλιν το σοβαρότατο πρόβλημα υγείας που έχω στα μάτια μου. Έχω κάμει (10) εγχειρήσεις και στα δύο μάτια για θεραπεία γλαυκώματος (έξι στο Δρ. Α. Βορκά και τέσσερις σε Ρώσσους γιατρούς. Επισυνάπτονται σχετικά πιστοποιητικά για ενημέρωσή σας). Δυστυχώς το γλαύκωμα έχει προκαλέσει μεγάλη ζημιά στα οπτικά πεδία με αποτέλεσμα στο αριστερό μάτι να μειωθεί η όραση κατά 80% - 90%. προσπαθώ να αποφεύγω όσο μπορώ τα μακρινά δρομολόγια και επίσης χρειάζομαι συνεχή ιατρική παρακολούθηση. Κάθε εβδομάδα πρέπει να γίνεται εξέταση και μέτρηση της πίεσης των ματιών.

7. Η γυναίκα μου αντιμετωπίζει και αυτή σοβαρό πρόβλημα υγείας. Υποφέρει από τον σπόνδυλο της και έχει υποβληθεί σε εγχείρηση σπονδύλου από τον Δρ. Χρ. Κωνσταντινίδη. Σίγουρα δεν μπορεί να ταξιδεύει με αυτοκίνητο για μεγάλες αποστάσεις. (Επισυνάπτεται πιστοποιητικό).

8. Έχω κόρη αρραβωνιασμένη και ήδη άρχισα να κτίζω σπίτι γι΄αυτή στην Αραδίππου. Η παρουσία μου θεωρείται απαραίτητη για επίλυση των προβλημάτων και δυσκολιών που θα παρουσιάζονται.

9. Έχω γιο στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Ενοικιάζω διαμέρισμα στη Λευκωσία και πληρώνω ΛΚ100.- το μήνα ενοίκιο, πέραν δε του ποσού αυτού χρειάζεται να πληρώνω άλλες ΛΚ200.- περίπου το μήνα για τα βιβλία και τα γενικότερα έξοδα διαβίωσης του.

10. Εάν υποχρεωθώ να μεταβώ στην Πάφο θα πρέπει από τη μια να ενοικιάσω κι΄εγώ άλλο διαμέρισμα εκεί και από την άλλη να επιβαρυνθώ με σοβαρά επί πλέον έξοδα διαμονής και μετακίνησης μου.

11. Πρόσφατα έχω δανειστεί από το συνεργατικό Ταμιευτήριο Υπαλλήλων ΕΣΚ ΛΚ11.00.- και ΛΚ30.000.- από τη ΣΠΕ Αραδίππου για την ανέγερση της κατοικίας της κόρης μου. Για τα δάνεια αυτά πληρώνω δόσεις από το μισθό μου.

12. Αντιλαμβάνεστε ότι σε περίπτωση μετάθεσης μου στην Πάφο θα σημαίνει κι διάλυση της συνοχής της οικογένειας μου, αλλά και ολοκληρωτικό πλήγμα της οικονομικής μου κατάστασης.

 

Το Διοικητικό Συμβούλιο επελήφθη της ένστασης του κ. Μούσκου σε συνεδρία του, αποφασίζοντας ότι δεν συντρέχουν λόγοι, με βάση τους σχετικούς κανονισμούς, για ανάκληση της απόφασης για μετάθεση του, παρέχοντας την ακόλουθη επί μέρους αιτιολογία:

2.1.1. Παράβαση της καλά καθιερωμένης πρακτικής της Επιτροπής στα θέματα μεταθέσεων

Ο Περί Ελέγχου Σιτηρών Νόμος και οι Κανονισμοί για τη Διάρθρωση και Όρους Υπηρεσίας του προσωπικού δεν προδιαγράφουν πρακτική στις μεταθέσεις προσωπικού η οποία να έχει παραβιαστεί με οποιοδήποτε τρόπο στην προκειμένη περίπτωση. Βασικό κριτήριο για τις μεταθέσεις είναι η εξυπηρέτηση των αναγκών της Υπηρεσίας.

2.1.2. Για σκοπούς ίσης μεταχείρισης μεταξύ του προσωπικού της υπηρεσίας

1. Το Δ.Σ. πάντοτε μεταχειρίζεται πάνω σε ίση βάση όλους τους υπαλλήλους της Επιτροπής.

2. Για τους λόγους που αναφέρει ο υπάλληλος στην παρα. 2 και παρα. 3 της επιστολής του το Δ.Σ. επισημαίνει ότι ούτε ο τόπος γέννησης ούτε ο τόπος διαμονής αποτελούν κριτήριο για τις μεταθέσεις που εξ ορισμού συνεπάγονται αλλαγή τόπου διαμονής.

3. Για τους λόγους που αναφέρονται στην παρα. 4 της επιστολής του κ. Μούσκου το Δ.Σ. επισημαίνει ότι η αρχαιότητα δεν αποτελεί λόγο ή το μόνο λόγο για μετάθεση.

2.1.3 Εκδικητικό ή τιμωρητικό μέτρο χωρίς οποιοδήποτε λόγο ή αιτία

1. Το Δ.Σ. συμφωνεί ότι δεν υπήρχε λόγος ή αιτία να εκδικηθεί ή να τιμωρήσει τον κ. Χρ. Μούσκο, Επαρχιακό Διευθυντή. Το Δ.Σ. δεν εκδικείται κανένα. Εάν θα τιμωρήσει κάποιον υπάλληλο πρέπει να υπάρχουν γραπτές καταγγελίες και σε τέτοια περίπτωση, πράγμα που δεν ισχύει για τον πιο πάνω υπάλληλο, θα ακολουθηθούν οι νενομισμένες διαδικασίες.

2. Ο ισχυρισμός στην παρα. 5 της επιστολής ότι η μετάθεση του Χρ. Μούσκου, Επαρχιακού Διευθυντή, συνιστά ουσιαστικά "υποβιβασμό" στα καθήκοντα του δεν είναι αποδεκτός και αποτελεί ατεκμηρίωτο ισχυρισμό για το επίπεδο και την αξία της θέσης η οποία αμείβεται με τον ίδιο μισθό όπως και οι άλλες θέσεις των Επαρχιακών Διευθυντών και ο κάτοχος της ασκεί τα ίδια καθήκοντα και έχει τις ίδιες υποχρεώσεις και αρμοδιότητες όπως οι άλλοι Επαρχιακοί Διευθυντές. Το γεγονός ότι ο αριθμός του προσωπικού που υπηρετεί στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου είναι μικρότερος του αριθμού που υπηρετεί στα άλλα Επαρχιακά Γραφεία δεν αποτελεί, από μόνο του, στοιχείο που να τεκμηριώνει ισχυρισμό ότι το περιεχόμενο των καθηκόντων του Επαρχιακού Διευθυντή Πάφου είναι υποδιέστρο.

2.1.4. Για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους και λόγους υγείας

1. Το πρόβλημα των ματιών (παρα. 6) δεν επηρεάζεται από την μετάθεση και εγκατάσταση του υπαλλήλου στην Πάφο και δεν εμποδίζει κατά ουσιαστικό τρόπο την παρακολούθηση του από τον γιατρό του ή άλλο γιατρό.

2. Το Δ.Σ. έλαβε υπόψη τους άλλους ισχυρισμούς του υπαλλήλου (παρα. 7) και πιστεύει ότι δεν αποτελούν ουσιαστικό λόγο για ανάκληση της μετάθεσης.

3. Οι οικονομικές επιπτώσεις από μία μετάθεση (παρα. 8.12) ισχύουν για όλους τους Επαρχιακούς Διευθυντές. Ως εκ τούτου οποιοσδήποτε υπάλληλος μετατίθετο στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου θα είχε τις επιπτώσεις αυτές εφόσον δεν υπάρχει κανένας από τους υφιστάμενους Επαρχιακούς Διευθυντές που είναι κάτοικος Πάφου.

2.2. Οι Επαρχιακοί Διευθυντές οι οποίοι υπηρετούν στα Επαρχιακά Γραφεία θα μετατίθενται εντός λογικού χρονικού διαστήματος σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας."

 

Κατόπιν τούτου, ο Διευθυντής, με την αναφερόμενη στην Αίτηση επιστολή της 4ης Αυγούστου 1997, πληροφόρησε τον κ. Μούσκο σχετικά, παραθέτοντας και την πιο πάνω επί μέρους αιτιολογία του Διοικητικού Συμβουλίου.

Από τα νομικά σημεία επί των οποίων βασίζεται η Αίτηση, τα υπό αριθμόν 1, 2, 4, 5, 6 και 7 είναι τόσο γενικά διατυπωμένα που να μην θεωρούνται ως επαρκώς εγείροντα λόγους ακύρωσης (ίδε:Μαχλουζαρίδης ν. Δημοκρατίας, προσφ. 936/97, ημερομηνίας 3.5.1999 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Τα υπόλοιπα έχουν ως ακολούθως:

"3. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις εκδόθηκαν κατά παράβαση των παγίως νομολογημένων αρχών περί μετάθεσης υπαλλήλου και ιδίως ων αρχών περί ορθής εκτίμησης και συνυπολογισμού των προσωπικών και οικογενειακών δεδομένω του μετατιθεμένου υπαλλήλου και περί της προστασίας των νόμιμων συμφερόντων του μετατιθεμένου υπαλλήλου.

8. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι αποτελέσματα χρησιμοποίησης άνισων ή/και αυθαίρετων στοιχείων κρίσης ή/και στοιχείων κρίσης τα οποία δεν εξασφάλισαν την αντικειμενική ή/και την ενδεδειγμένη επίλυση του θέματος των μεταθέσεων.

9. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις συνιστούν παράνομες ή/και προκατειλημμένες ή/και μεθοδευμένες ενέργειες του Διευθυντή της Επιτροπής ή/και μέλους ή/και μελών αυτής.

10. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι αντίθετες προς την πάγια πρακτική που ακολουθείτο επί σειρά ετών στην Επιτροπή σχετικά με τις μεταθέσεις προσωπικού."

 

Και είναι όντως στα θέματα που προκύπτουν από τα πιο πάνω που επικεντρώνεται η γραπτή αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του κ. Μούσκου. Ο κ. Παπαδόπουλος τονίζει ιδιαίτερα τη θέση ότι ούτε ο Διευθυντής αλλά ούτε και το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβαν υπ΄όψη τα σοβαρά προβλήματα υγείας του κ. Μούσκου και της συζύγου του όπως και τα οικονομικά προβλήματα του όπως τα είχε εκθέσει και τεκμηριώσει. Αντίθετα, εισηγείται, οι άλλοι Επαρχιακοί διευθυντές δεν είχαν ιδιαίτερα προβλήματα τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν σοβαρότερα εκείνων του κ. Μούσκου και πεπλανημένα το Διοικητικό Συμβούλιο θεώρησε ότι ο κ. Αναστασίου συγκεκριμένα είχε τέτοια προβλήματα που να δικαιολογούσαν τη μη μετάθεση του από τη Λευκωσία. (Τελικά, όπως προκύπτει από την απαντητική αγόρευση του κ. Παπαδόπουλου, η αναφορά στο πεπλανημένο της έρευνας όσον αφορά τον κ. Αναστασίου εγκαταλείπεται). Ο κ. Παπαδόπουλος εισηγείται επίσης ότι ο κ. Μούσκος, έχοντας υπηρετήσει για 25 χρόνια εκτός της επαρχίας του, εδικαιούτο να μετατεθεί στη Λάρνακα, ενώ ο κ. Μαγκλής, ως άρτι προαχθείς, θα έπρεπε να ήταν αυτός που θα τοποθετείτο στην Πάφο σύμφωνα με την πάγια πρακτική της Επιτροπής αλλά και διότι ο κ. Μαγκλής είχε προαχθεί για σκοπούς πλήρωσης της θέσης της Πάφου. ΄Ολα αυτά, εισηγείται ο κ. Παπαδόπουλος, στοιχειοθετούν πλάνη περί τα πράγματα και οδηγούν την απόφαση σε ακύρωση. Η Επιτροπή, λέγει, κακώς περιορίσθηκε στην εξυπηρέτηση των αναγκών της υπηρεσίας ως το βασικό κριτήριο για μεταθέσεις, αφού η νομολογία δείχνει ότι και το κριτήριο της προστασίας των νομίμων συμφερόντων των υπαλλήλων πρέπει να λαμβάνεται εξ ίσου υπ΄όψη και τα δύο να συνσταθμίζονται. Η Επιτροπή, καταλήγει, δεν προέβη στη δέουσα έρευνα των αναγκών της υπηρεσίας ούτε απέδωσε τη δέουσα σημασία στις προσωπικές και οικογενειακές καταστάσεις του κ. Μούσκου, επί πλέον δε δεν παρέσχε επαρκή αιτιολογία για την απόφαση της.

Η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την Επιτροπή Σιτηρών είναι ότι η Επιτροπή τήρησε απόλυτα τις πρόνοιες του Κανονισμού 14 των περί Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (Διάρθρωση και Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1986, ο οποίος διέπει τα της μετάθεσης υπαλλήλων της, καθώς και τις αρχές της νομολογίας, όπως φαίνεται μέσα από την όλη διαδικασία που ακολουθήθηκε και τους λόγους που παρασχέθησαν για τη μετάθεση του κ. Μούσκου. Ούτε, εισηγείται ο κ. Τριανταφυλλίδης, ελήφθησαν υπ΄όψη μόνο οι ανάγκες της υπηρεσίας, αν και αυτό είναι το βασικό κριτήριο, αλλά και όλοι οι άλλοι σχετικοί παράγοντες, περιλαμβανομένων των ικανοτήτων των υπαλλήλων, του χρόνου υπηρεσίας τους στα διάφορα τοπικά γραφεία και των ιδικών τους απόψεων και προσωπικών και οικογενειακών περιστάσεων. Μάλιστα η Επιτροπή μελέτησε αναλυτικά τον κάθε λόγο που είχε προβάλει ο κ. Μούσκος στην ένσταση του και έδωσε ειδική αιτιολογία για αυτό. Τόσο η απόφαση για μετάθεση του, όσο και η απόρριψη της ένστασης του, ήσαν, καταλήγει ο κ. Τριανταφυλλίδης, το αποτέλεσμα εκτενούς και ενδελεχούς δέουσας έρευνας και αιτιολογούνται δεόντως.

Οι αγορεύσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων επισημαίνουν το πλαίσιο σε αναφορά με το οποίο, σύμφωνα με τη νομολογία, ασκείται η διακριτική εξουσία για μετάθεση από διοικητικό όργανο όπως η Επιτροπή Σιτηρών, η οποία είναι Οργανισμός Δημοσίου Δικαίου, ιδρυθείσα και λειτουργούσα δυνάμει του περί Ελέγχου Σιτηρών Νόμου, Κεφάλαιο 68 των Νόμων, ως ετροποποιήθη, και των περί Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (Διάρθρωση και Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1986. Στο επίκεντρο της προσβαλλόμενης ενέργειας της Επιτροπής είναι ο Κανονισμός 14, ο οποίος προνοεί:

"14.-(1) Ο Διευθυντής μετά από έγκριση της Επιτροπής μπορεί να μεταθέτει οποιοδήποτε υπάλληλο προς το συμφέρον της υπηρεσίας σε οποιοδήποτε Τμήμα ή Γραφείο της Επιτροπής άλλο από εκείνο στο οποίο αυτός διορίστηκε ή και υπηρετεί.

(2) Υπάλληλος ο οποίος ενίσταται στη μετάθεση μπορεί μέσα σε 15 ημέρες από την κοινοποίηση σ΄αυτόν της μετάθεσης να υποβάλει στην Επιτροπή μέσω του Διευθυντή γραπτή ένσταση στην οποία να αναφέρονται οι λόγοι της ένστασης. Ο υπάλληλος υποχρεούται να συμμορφωθεί προς τη μετάθεση ανεξάρτητα από την ένστασή του.

(3) Η Επιτροπή εξετάζει την ένσταση και αποφαίνεται γι΄αυτή."

 

Έχοντας υπ΄όψη μου τα πιο πάνω αναφερθέντα δεδομένα που αφορούν την όλη διαδικασία που ακολουθήθηκε από το Διευθυντή και το Διοικητικό Συμβούλιο, συμφωνώ με τον κ. Τριανταφυλλίδη ότι εφαρμόσθησαν πιστά τα όσα ορίζονται στον Κανονισμό. Αυτό όμως ασφαλώς δεν ολοκληρώνει και την εξέταση του πράγματος, αφού το ουσιαστικό ερώτημα είναι κατά πόσο η Επιτροπή, στην εφαρμογή του Κανονισμού, ενήργησε σύμφωνα με τις σχετικές αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής εξουσίας της, όπως επισημαίνονται και στη νομολογία, με ιδιαίτερη αναφορά στην ανάγκη διεξαγωγής δέουσας έρευνας και στάθμιση των ενώπιον της στοιχείων υπό το φως των εφαρμοζομένων κριτηρίων και παροχής επαρκούς αιτιολογίας. Πληθώρα αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως αναφέρει και ο Στυλιανίδης, Δ., (ως ήτο τότε), στην υπόθεση Κογκορόζης ν. Επιτροπής Σιτηρών, Προσφ. 389/92, ημερ. 12.10.1992, στην οποία και επικεντρώθησαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι, αναπτύσσουν τις αρχές οι οποίες διέπουν το δικαστικό έλεγχο σε αναφορά με μεταθέσεις, η ίδια δε η εν λόγω υπόθεση αφορούσε την Επιτροπή Σιτηρών.

Στην υπόθεση Carayiannis v. Republic (1980) 3 CLR 39, ο Τριανταφυλλίδης, Δ., (ως ήτο τότε), συνόψισε τη γενική αρχή ως ακολούθως, στη σελ. 44, αναφερόμενος και στη σχετική νομολογία:

"It is well established that the evaluation, made by a competent organ, in relation to the factors militating for or against, as the case may be, a transfer, is not subject to the control of an administrative Court, except where there exists improper use of the relevant discretionary powers or misconception concerning the factual situation or failure to take into account a material factor."

 

Ο Πικής, Δ. (ως ήτο τότε), ανέλυσε τις παραμέτρους του όλου θέματος στην υπόθεση Isaias v. Republic (1985) 3 CLR 490, στις σελίδες 491-492:

"Appreciation of the needs of the Public Service and departments of it and, choice of the means to satisfy them, including the transfer of personnel, are matters falling within the exclusive competence of the Administration, not in themselves subject to review. A presumption operates that transfers of public officers are effected in the interest of the service. The above principle of administrative Law is firmly established on authority and no need arises to debate its juridical origin. Ιt is advisable, however, to stress there are strong practical considerations too, justifying its adoption. Inevitably, transfers are made in the context of evaluation of the wider needs of a branch of the service. Review of such evaluation would require the Court in every case to examine how each branch of the department is staffed, virtually an impossible task, and one that would, in effect, render the Courts the overseers of administrative action; whereas, their role is confined to the scrutiny of the legality of administrative action. Examination of the needs of the service on such wideranging basis, would deprive the Administration of the flexibility necessary to respond to the ever-changing needs of the service.

But, like every power, the transfer of officers must be exercised bona fide for the purpose it is given, namely, satisfaction of the needs of the service. If the power is invoked for an ulterior purpose or exceeded by making transfer where none is possible, it can be struck down as allegal. Moreover the exercise of the power must be preceded by the necessary inquiry into the facts relevant to its exercise and, that includes, in the case of transfers, examination of the personal (including family) needs of the officer under transfer."

 

Και ο Στυλιανίδης, Δ. (ως ήτο τότε), στην υπόθεση Zachariou v. Republic (1986) 3 CLR 969, αφού ανασκόπησε τη νομολογία, διατύπωσε αναλυτικά τις αρχές ως ακολούθως στις σελίδες 975-976:

"Τhis Court will not interfere with the proper use of the discretionary powers by the administrative organ concerned nor it will substitute its own discretion for that of the administrative body. On the other hand, although the exercise of the discretion by the Administration, in relation to the reasons dictating a transfer of a public officer, is not subject to the control of an administrative Court, such Court, however, will interfere in cases where there exists improper use of the discretionary power, or a misconception of the factual situation or the non-taking into account of material factors -Vafeadis v. The Republic, (supra)).

With the exception of an "adverse transfer" (i.e. transfer made as a disciplinary measure), every other transfer amounts to a simple administrative act which is presumed to have been taken for the benefit and the exigencies of the service and the onus is on the applicant to displace such presumption - (Pierides v. The Republic, (supra)).

The evaluation of the needs of the service and the various departments of it, the means to satisfy such needs, including the transfer of officers are within the exclusive competence of the administrative organs. The exigency of the service is a factual situation within the discretion of the Commission. Transfers of public officers are presumed to be made in the interests of the service. This Court has neither the power not the means of reviewing in every case the needs and the means of satisfying same in every department. In each case, however, the Commission has to exercise its power after due inquiry into all relevant facts, including the personal and family circumstances of an officer. But the family or other circumstances of an officer are not the paramount consideration. They have to be weighed in conjunction with the totality of the exigencies of the service bearing in mind that the paramount consideration is the adequacy and efficiency of the service in the interests of the citizens of the country."

 

Ιδιαίτερη αναφορά στην παράλειψη να ληφθούν υπ΄όψη οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του μετατιθεμένου γίνεται στην υπόθεση Carayiannis v. Republic (1969) 3 CLR 341, και βέβαια στην ίδια την υπόθεση Κογκορόζης ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, όπως και στην πρόσφατη υπόθεση Κωνσταντινίδου ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 691/97, ημερ. 22.1.1999, την οποία έθεσε υπ΄όψη μου ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον κ. Μούσκο.

Και στις τρεις αυτές υποθέσεις, η παράλειψη να ληφθούν υπ΄όψη και να συνσταθμισθούν με τις ανάγκες της υπηρεσίας οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του μετατιθεμένου, και επακόλουθα να δοθεί επαρκής αιτιολογία για τη μετάθεση, είχε ως αποτέλεσμα την ακύρωση της. Η εν λόγω παράλειψη ήταν εμφανής. Στην υπόθεση Carayiannis v. Republic το αίτημα του κ. Καραγιάννη απερρίφθη "for educational reasons", χωρίς αυτοί να εξειδικεύονται, ούτε υπήρχε οποιαδήποτε αναφορά στις οικογενειακές δυσκολίες του τις οποίες είχε προβάλει. Εκρίθη, ως εκ τούτου, ότι οι οικογενειακές συνθήκες του δεν είχαν σταθμισθεί σε σχέση με τις ανάγκες της υπηρεσίας που τόσο γενικά και αόριστα είχαν επικληθεί. Στην υπόθεση Κογκορόζης ν. Δημοκρατίας το πρακτικό της Επιτροπής ανέφερε απλώς ότι έλαβε γνώση της πρότασης για μετάθεση του κ. Κογκορόζη, της επιστολής του και των συνημμένων πιστοποιητικών και ότι το αίτημα του να μη μετατεθεί δεν έγινε δεκτό. Όπως παρατήρησε ο Στυλιανίδης, Δ., (ως ήτο τότε), στη σελ. 12:

"Είναι φανερό, από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, ότι η Επιτροπή δεν προέβη στη δέουσα έρευνα, ούτε απέδωσε σημασία στα στοιχεία αυτά. Εν πάση περιπτώσει, δεν απέδωσε στις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του αιτητή τη σημασία που έπρεπε. Δεν φαίνεται από το πρακτικό της να έχει σταθμίσει το συμφέρον της υπηρεσίας από τη μια πλευρά και την προστασία των νομίμων συμφερόντων του υπαλλήλου από την άλλη και έτσι να καταλήξει σε απόφαση στην ένστασή του."

 

Ομοίως, στην υπόθεση Κωνσταντινίδου ν. Δημοκρατίας, καμμιά αναφορά δεν έγινε στις απόψεις της κας. Κωνσταντινίδου και καμμιά αιτιολόγηση της μετάθεσης της σε αναφορά με το συμφέρον της υπηρεσίας.

Στην προκειμένη προσφυγή προσβάλλεται τόσο η αρχική απόφαση της Επιτροπής για τη μετάθεση του κ. Μούσκου όσο και η μετέπειτα απόρριψη της ενστάσεως του κατά της εν λόγω μεταθέσεως του. Όπως είναι καθαρό και από την ανάλογη θεώρηση στην υπόθεση Κογκορόζης ν. Δημοκρατίας (σελ. 10), η δεύτερη απόφαση με την οποία απερρίφθη η ένσταση δεν είναι απλώς βεβαιωτική αλλά εκτελεστή διοικητική πράξη, αφού υπεβλήθησαν νέα στοιχεία (εξ ου και δεν εγείρεται καν τέτοιο θέμα στην ένσταση), περαιτέρω δε στη δεύτερη αυτή απόφαση ενσωματώθηκε η πρώτη απόφαση η οποία και απώλεσε έτσι την εκτελεστότητα της. Αναφέρω αυτά για να πω ότι, αν και όσον αφορά την πρώτη απόφαση για μετάθεση του της 10 Ιουνίου 1997 δεν φαίνεται να ελήφθησαν υπ΄όψη οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του κ. Μούσκου όπως περιείχοντο στην επιστολή του ημερομηνίας 25ης Φεβρουαρίου 1997, ώστε αυτή να ήταν ενδεχόμενα τρωτή για έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, η απόφαση αυτή, όπως και στην Κογκορόζης ν. Δημοκρατίας, απώλεσε την εκτελεστότητα της αφού ενσωματώθηκε στη δεύτερη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η ένσταση του. Είναι στη δεύτερη αυτή απόφαση λοιπόν που θα επικεντρωθεί η εξέταση του θέματος, ως η μόνη σήμερα εκτελεστή διοικητική πράξη.

Παρά ταύτα, δεν παύω να έχω υπ΄όψη μου, ως μέρος των γεγονότων, ότι στην αρχική απόφαση για μετάθεση δεν συνσταθμίσθησαν τα προσωπικά και οικογενειακά δεδομένα του κ. Μούσκου. Το γεγονός αυτό έχει τη σημασία του. Τα πρακτικά της συνεδρίας του Διοικητικού Συμβουλίου στην οποία απορρίφθηκε η ένσταση του κ. Μούσκου αποκαλύπτουν ότι το Διοικητικό Συμβούλιο ουσιαστικά δεν προέβη σε συνστάθμιση των δεδομένων του κ. Μούσκου και των αναγκών της υπηρεσίας σε συσχετισμό και με τα δεδομένα των άλλων Επαρχιακών Διευθυντών, παρά μόνο αρνήθηκε να ανακαλέσει και βεβαίωσε την προηγούμενη απόφαση του εκ προοιμίου, απορρίπτοντας ένα προς ένα τα σημεία τα οποία είχε εγείρει ο κ. Μούσκος στην ένσταση του. Αυτό δεν συνιστούσε δέουσα έρευνα από διάφορες απόψεις. Κατά πρώτο, η ίδια η εισήγηση του Διευθυντή στην οποία βασίσθηκε η αρχική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου για μετάθεση του κ. Μούσκου και η οποία εξακολουθούσε ασφαλώς να αποτελεί το υπόβαθρο της κρίσης του Διευθυντή και του Διοικητικού Συμβουλίου για τις ανάγκες της υπηρεσίας (αφού τίποτε άλλο σχετικό δεν φαίνεται στα πρακτικά) παρουσιάζει αδυναμίες. Ο μόνος λόγος που φαίνεται να προκύπτει για μετάθεση του κ. Μούσκου είναι η μακρόχρονη υπηρεσία του στο γραφείο της Λευκωσίας (όπως και του κ. Κανιού στο γραφείο της Λάρνακας), αφού κατά τα άλλα τα σχόλια αναφορικά με την απόδοση των πέντε Επαρχιακών Διευθυντών είναι ευνοϊκά και τίποτε δεν διαπιστώνεται που να καλεί για απομάκρυνση τους από την πόλη όπου υπηρετούν. Κανένας λόγος όμως δεν παρέχεται γιατί οι ανάγκες και ποιες ανάγκες της υπηρεσίας να δικαιολογούν τη μετάθεση του κ. Μούσκου στην Πάφο, η οποία απλώς αποφασίζεται. Τοσούτο μάλλον, αφού, όπως ασφαλώς ο Διευθυντής είχε υπ΄όψη του, ο κ. Μούσκος είχε υπηρετήσει για τα 25 τελευταία χρόνια μακριά από την πόλη της κατοικίας του, τη Λάρνακα, και αφού μάλιστα η θέση της Λάρνακας θα εκενούτο με την κριθείσα ως αναγκαία μετακίνηση από αυτή του κ. Κανιού. Κανένας προβληματισμός δεν έγινε εκ μέρους του Διευθυντή ή του Διοικητικού Συμβουλίου για το ενδεχόμενο τοποθέτησης του κ. Μούσκου στη Λάρνακα και ασφαλώς κανένας λόγος δεν παρέχεται γιατί να προτιμηθεί η τοποθέτηση του άρτι προαχθέντος κ. Μαγκλή στη Λάρνακα κατά προτίμηση προς τον κ. Μούσκο. Είναι προφανές ότι, παρά τη γενική αναφορά του Διευθυντή στις ανάγκες της υπηρεσίας και στις ικανότητες των Επαρχιακών Διευθυντών ως το κριτήριο, κανένας πραγματικός συσχετισμός των εν λόγω αναγκών με τις κατά πόλεις τοποθετήσεις δεν γίνεται.

Η προσέγγιση αυτή της Επιτροπής συνεχίζει και στο στάδιο της εξέτασης της ένστασης του κ. Μούσκου. Η τοποθέτηση του Διοικητικού Συμβουλίου ότι ο Νόμος και οι Κανονισμοί δεν προδιαγράφουν πρακτική στις μεταθέσεις που να έχει παραβιασθεί, ότι βασικό κριτήριο είναι οι ανάγκες της υπηρεσίας, ότι η Επιτροπή μεταχειρίζεται σε ίση βάση τους υπαλλήλους της, ότι ο τόπος διαμονής, η αρχαιότητα και οι οικονομικές επιπτώσεις δεν συνιστούν κριτήρια στη μετάθεση και ότι η Επιτροπή δεν ενεργεί τιμωρητικά ή υποβιβαστικά στις μεταθέσεις, ανάγονται είτε σε γενικότητες που ασφαλώς δεν αποκαλύπτουν δέουσα έρευνα και συσχετισμό όλων των παραμέτρων ούτε και αιτιολογία είτε σε πεπλανημένη αντίληψη των πραγμάτων, αφού οι ανάγκες της υπηρεσίας μπορεί να είναι το βασικό κριτήριο όμως οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες των υπαλλήλων και οι οικονομικές και άλλες επιπτώσεις της μετάθεσης πρέπει να συνσταθμίζονται παράλληλα και με την ανάγκη ανάλογα ίσης μεταχείρισης. Αλλά και η τοποθέτηση του επί του σοβαρού προβλήματος υγείας του κ. Μούσκου με μόνη τη συνοπτική παρατήρηση ότι "το πρόβλημα των ματιών δεν επηρεάζεται από τη μετάθεση και εγκατάσταση του υπαλλήλου στην Πάφο και δεν εμποδίζει κατά ουσιαστικό τρόπο την παρακολούθηση του από τον γιατρό του ή άλλο γιατρό", αποκαλύπτει όχι μόνο επιφανειακή και ανακριβή αντίληψη των δεδομένων αλλά και παράλειψη να συσχετισθεί ο παράγοντας αυτός προς τα λοιπά δεδομένα. Το ίδιο ισχύει για το προβληθέν πρόβλημα υγείας της συζύγου του κ. Μούσκου για το οποίο η Επιτροπή απλώς λέγει ότι έλαβε υπόψη και πιστεύει ότι δεν αποτελεί ουσιαστικό λόγο για ανάκληση της μετάθεσης.

Η προσβαλλόμενη απόφαση, για όλους τους πιο πάνω λόγους, πάσχει λοιπόν και ακυρώνεται και η προσφυγή επιτυγχάνει.

Η Επιτροπή Σιτηρών θα καταβάλει τα έξοδα του κ. Μούσκου.

 

 

 

Δ. Χατζηχαμπής

Δ.

 

 

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο