ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδικασθείσες Υποθέσεις Αρ. 921/97, 930/97, 932/97 και 1023/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.
Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος
Υπόθεση Αρ. 921/97
Μεταξύ
:Ελευθέριου Ποντίκη, από το Στρόβολο,
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,
Καθ΄ ων η αίτηση
-------------------------
Υπόθεση Αρ. 930/97
Μεταξύ
:Στέλιου Πέτρου, από τις Αγγλισίδες,
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,
Καθ΄ ων η αίτηση
-------------------------
Υπόθεση Αρ. 932/97
Μεταξύ
:Χαράλαμπου Τοουλιά, από την Πάφο,
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,
Καθ΄ ων η αίτηση
-------------------------
Υπόθεση Αρ. 1023/97
Μεταξύ
:Μαρίας Χ. Παπαμιχαήλ, από τη Λεμεσό,
Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,
Καθ΄ ων η αίτηση
-------------------------
26 Μαρτίου 1999
Για τον αιτητή στην Προσφυγή Αρ. 921/97: Α. Παπαχαραλάμπους και
Π. Αγγελίδης.
Για τους αιτητές στις Προσφυγές Αρ. 930/97, 932/97 και 1023/97:
Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση στην Προσφυγή Αρ. 921/97: Ρ. Παπαέτη.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση στις Προσφυγές Αρ. 930/97, 932/97
και 1023/97: Ε. Λοϊζίδου.
Για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα σε όλες τις προσφυγές: Καμιά εμφάνιση.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 7 Μαρτίου 1997 η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας αποφάσισε να προκηρύξει εξήντα έξι θέσεις Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης - θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής - κατόπιν που ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού διαβίβασε, με επιστολή ημερ. 6 Μαρτίου 1997, την έγκριση της Υπουργού για την έναρξη της διαδικασίας.
Υποβλήθηκαν εντός της ταχθείσας προθεσμίας διακόσιες σαράντα εννέα αιτήσεις. Οι οποίες αποστάληκαν μαζί με όλα τα σχετικά στον πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5(1) του περί Διενέργειας Προαγωγών και Διορισμών στη Δημοτική Εκπαίδευση (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου του 1997 (Ν. 7(1)/97).
Η Συμβουλευτική Επιτροπή προχώρησε και, αφού συμπλήρωσε το έργο της, απέστειλε στην Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας έκθεση ημερ. 2 Μαΐου 1997 με συνημμένο κατάλογο εκατόν ενενήντα οκτώ συστηνομένων κατά σειρά προτεραιότητας, ανάλογα με τις μονάδες που δόθηκαν στον καθένα. Υποβλήθηκαν ενστάσεις. Το αποτέλεσμα σε ορισμένες από τις οποίες οδήγησε σε αναθεώρηση του καταλόγου. Έπειτα η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας κάλεσε σε προσωπική συνέντευξη όσους περιλήφθηκαν στον τελικό κατάλογο, αξιολόγησε την απόδοση τους και πρόσθεσε στον καθένα μονάδες ανάλογα. Τέλος, στη συνεδρίαση ημερ. 1 Αυγούστου 1997, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή στη θέση στους εξήντα έξι με τις περισσότερες μονάδες. Διότι, στη δική τους περίπτωση, για προαγωγή επρόκειτο. Αποδέχθηκαν. Και αφού λήφθηκε σχετική απόφαση, οι προαγωγές δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 3 Οκτωβρίου 1997.
Με τις παρούσες συνεκδικαζόμενες προσφυγές προσβάλλεται η προαγωγή ορισμένων εκ των ενδιαφερομένων προσώπων. Τα οποία δεν είναι στην κάθε μια όλα τα ίδια. Έπειτα από αποσύρσεις κατά την πορεία των υποθέσεων, παρέμειναν ως ενδιαφερόμενα πρόσωπα τα ακόλουθα:
α) Στην προσφυγή αρ. 921/97 του Ελευθέριου Ποντίκη: Μάρθα Ερωτοκρίτου
β) Στην προσφυγή αρ. 930/97 του Στέλιου Πέτρου: Άννα Πρωτοπαπά
. Χριστόφορος Τόφας. και Βρύωνας Παπαμιχαήλ.γ) Στην προσφυγή αρ. 932/97 Χαράλαμπου Τοουλιά: Άννα Πρωτοπαπά
. Αριστείδης Αριστείδου. Μάρθα Ερωτοκρίτου. Φραντζέσκα Εμμανουήλ. Χριστόφορος Τόφας. Παρασκευή Στασουλή. και Μαρία Ρούσου.δ) Στην προσφυγή αρ. 1023/97 της Μαρίας Χ. Παπαμιχαήλ: Βρύωνας Παπαμιχαήλ
. Μαρία Ρούσου. Παρασκευή Στασουλή. Παπα-Μάριος Παντελή. Αλέξανδρος Κουράτος. Βασίλειος Παντζιαράς. και Άννα Πρωτοπαπά.Στις προσφυγές με αρ. 930/97, 932/97 και 1023/97 προβάλλεται ως ένας από τους λόγους για ακύρωση των αντίστοιχων προαγωγών η ελαττωματικότητα στο προπαρασκευαστικό στάδιο το οποίο αφορά το έργο της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Ενδιαφέρει συγκεκριμμένα η παραχώρηση μονάδων αναφορικά με την αξία
, βάσει του εδαφίου (4) του άρθρου 5. Είναι η θέση των αιτητών στις αναφερθείσες τρεις προσφυγές ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν αιτιολόγησε τον αριθμό μονάδων που παραχώρησε στον καθένα από τους υποψηφίους και ότι η εν συνεχεία απόφαση του Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης, στον οποίο παραπέμφθηκαν ενστάσεις των αιτητών βάσει των εδαφίων (7) και (8) του άρθρου 5, δεν κάλυψε το κενό αφού η αιτιολογία την οποία έδωσε, σε σχέση με κάποιες μικροαυξήσεις στις οποίες προέβη, ήταν συναρτημένη μόνο με ό,τι επέδρασε για τη μικρή διαφοροποίηση προς τα άνω χωρίς οποιαδήποτε αναφορά σε λόγους που να υποστήριζαν τον κύριο όγκο μονάδων τις οποίες η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε παραχωρήσει στον καθένα από τους υποψηφίους συγκριτικά με τους άλλους.Η Δημοκρατία αναγνώρισε εν τέλει πως ενόψει της απόφασης του Αρτεμίδη, Δ. στη Λοΐζος Πίπη κ.α. ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
, υποθ. αρ. 1021/95, 1052/95 και 1070/95 ημερ. 10 Απριλίου 1998, χρειαζόταν εν προκειμένω αιτιολόγηση του αριθμού μονάδων που παραχωρήθηκαν για την αξία των υποψηφίων και ότι αιτιολογία δεν υπήρξε είτε επαρκώς είτε καθόλου. Αποδέχθηκε, ως εκ τούτου, όπως για το λόγο αυτό ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας σε σχέση με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται οι τρεις από τις τέσσερις συνεκδικαζόμενες προσφυγές. Για την άλλη, ήτοι, την προσφυγή αρ. 921/97, στην οποία δεν γίνεται επίκληση τέτοιου λόγου ακύρωσης, η συνήγορος της Δημοκρατίας αρχικά υποστήριξε ότι αν το Δικαστήριο δεν θεωρήσει βάσιμο οποιοδήποτε από τους εκεί εκτεθέντες άλλους λόγους ακύρωσης, η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί. Έπειτα όμως που επισημάνθηκε ότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ήταν τα ίδια με εκείνα σε σχέση με τα οποία στις άλλες τρεις προσφυγές θα επερχόταν ενδεχομένως ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης και αφού υπέδειξα ότι η προσφυγή αρ. 921/97 θα καθίστατο επομένως άνευ αντικειμένου, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με τη νομολογία, την κατάργηση της δίκης, η συνήγορος αναγνώρισε ότι αυτή θα πρέπει να είναι και εδώ η εξέλιξη.Ορίζεται στο εδάφιο (9) του άρθρου 5 του Νόμου ότι η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας δεσμεύεται από την απόφαση του Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης "επί του θέματος της αριθμητικής αποτίμησης του κριτηρίου της αξίας" το οποίο παραπέμπεται σ΄ αυτόν βάσει του εδαφίου (8), κατόπιν ένστασης. Η αποτίμηση της αξίας, με προφανή βέβαια τη σημασία της, δεν μπορεί ως ζήτημα αρχής να μην αποκαλύπτει αιτιολογικό έρεισμα και εν συνεχεία να μεταφέρεται αυτή η αδυναμία στην τελική απόφαση. Η οποία ως εκ τούτου θα παρέμενε χωρίς δυνατότητα ελέγχου. Όπως το έθεσε ο Αρτεμίδης, Δ. στη Λοΐζος Πίπη κ.α. ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
, (ανωτέρω):"Είναι πρόδηλο, πως ο καθορισμός των δικαιωμάτων και επηρεασμός των συμφερόντων των υποψηφίων δημιουργούνται ουσιαστικά από τις αποφάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής και του Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης. Γι΄ αυτό και πρέπει να είναι αιτιολογημένες."
Κρίνω και εγώ λοιπόν, ότι η μη αιτιολόγηση ως προς τον αριθμό μονάδων που παραχωρήθηκαν οδηγεί αναπόφευκτα σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Επομένως, στις προσφυγές αρ. 930/97, 932/97 και 1023/97 η προσβαλλόμενη απόφαση, σε ό,τι αφορά τα αντίστοιχα στην κάθε μια από αυτές ενδιαφερόμενα πρόσωπα, ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Στην προσφυγή αρ. 921/97 η δίκη κηρύσσεται καταργημένη: βλ. την απόφαση της Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Χαραλάμπους κ.α. (1992) 3 Α.Α.Δ. 251.
Επιδικάζεται υπέρ των αιτητών στην κάθε προσφυγή το 1/3 των εξόδων.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ