ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 4 ΑΑΔ 1175
16 Δεκεμβρίου, 1998
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
1. C.M.P ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ ΚΑΙ
ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΛΤΔ.,
2. SEYMOUR HARRIS PARTNERSHIP,
Αιτητές,
v.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Yπόθεση Aρ. 623/96)
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Προσαγωγή μαρτυρίας ― Πότε επιτρέπεται ― Δεν ήταν επιτρεπτή στην κριθείσα περίπτωση καθώς αποσκοπούσε στην αμφισβήτηση αμιγώς τεχνικών διαπιστώσεων.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Ακυρωτικός έλεγχος ― Έννοια και όρια του ακυρωτικού ελέγχου ― Το ανέλεγκτο της ουσιαστικής κρίσης της διοίκησης.
Μετά την συμπλήρωση των γραπτών αγορεύσεων, οι αιτητές υπέβαλαν αίτηση χορήγησης άδειας για προσαγωγή μαρτυρίας επί πληθώρας τεχνικών θεμάτων. Η κυρίως υπόθεση αφορούσε την προσβολή του αποτελέσματος δημόσιου αρχιτεκτονικού διαγωνισμού για την εκπόνηση μελέτης για την ανέγερση του κτιρίου των νέων κεντρικών γραφείων της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την αίτηση, αποφάσισε ότι:
1. Το σύνολο των ισχυρισμών των αιτητών αναντίρρητα, έχουν ως υπόβαθρο τεχνικές διαπιστώσεις. Στην ακόλουθη περικοπή από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 257, συμπυκνώνεται η εμπειρία του Συμβουλίου της Επικρατείας:
"Το Συμβούλιον της Επικρατείας, ελέγχον την νομιμότητα πράξεως προσβαλλομένης δι' αιτήσεως ακυρώσεως, απέχει του ελέγχου της ουσιαστικής κρίσεως της Διοικήσεως. Μέγας είναι ο αριθμός των επί του θέματος τούτου σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου, δι' ων χαρακτηρίζεται ως ανέλεγκτος η υπό της διοικήσεως εκτίμησις των πραγματικών περιστατικών ή του αποδεικτικού υλικού ή της κρίσεως περί συνδρομής λόγων σκοπιμότητος ή της κρίσεως επί ζητημάτων τεχνικής φύσεως ή ειδικών γνώσεων. Ταύτα όμως, εφ' όσον δεν συντρέχη πλάνη περί τα πράγματα, κακή χρήσις διακριτικής εξουσίας ή δεν προκύπτη έλλειψις αιτιολογίας. Το Σ.Ε. ελέγχει, ουχ ήττον, εάν τα γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά υπήχθησαν ορθώς εις τον νομικόν κανόνα.»
Στα ίδια θέματα το Ανώτατο Δικαστήριο ακολουθεί μια παράλληλη γραμμή πλεύσεως.
2. Kαι να θεωρηθεί ότι υπάρχει πιθανότητα πλάνης πάνω στη βάση ότι οι τεχνικές, που εισηγήθηκε η μελέτη των αιτητών, είναι δοκιμασμένες στην Ευρώπη, όπως υποστηρίζουν, αυτό πάλιν αφορά την κρίση ειδικών. Ομοίως, όλοι οι άλλοι ισχυρισμοί των αιτητών στρέφονται γύρω από τεχνικές έννοιες και κρίσεις σε αμιγή τεχνικά θέματα. Η παράθεση μαζικά τέτοιας μαρτυρίας και στη συνέχεια η αξιολόγησή της θα εξέτρεπε το δικαστήριο από το ρόλο, που επιφύλαξε γι' αυτό το Άρθρο 146 του Συντάγματος, ως ακυρωτικού δικαστηρίου. Η παραπάνω θέση ισχυροποιείται απ' όσα αναφέρει η Ευαγγελία Κουτούπα-Ρεγκάκου «Αοριστίες και Τεχνικές Έννοιες στο Δημόσιο Δίκαιο» (1997) στις σελ. 115-116:
«Ένα περαιτέρω πρόβλημα της πραγματογνωμοσύνης είναι ότι οι γνωματεύσεις διαφέρουν συχνά μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να καλείται ο δικαστής να εντοπίζει τα σημεία που χρειάζονται αποσαφήνιση και εν γένει να είναι σε θέση τόσο να θέτει τις σωστές ερωτήσεις, όσο και να επεξεργασθεί σωστά τις απαντήσεις, Ο δικαστής όμως, όχι μόνο δεν είναι υποχρεωμένος να λαμβάνει θέση επί των τεχνικών διχογνωμιών, αλλά δεν είναι και σε θέση να προβαίνει σε ίδια κρίση. Λόγω συνεπώς του προβαδίσματος της διοίκησης σε ειδικές τεχνικές γνώσεις, ο δικαστής θεωρεί τις τεχνικές κρίσεις καταρχήν αποδεκτές. Ο στόχος αυτού του δικαστικού αυτοπεριορισμού είναι να μην παρεμποδίζεται η διαδικασία έγκρισης τεχνικών εγκαταστάσεων αφενός και αφετέρου να μην καθίσταται ο διοικητικός δικαστής ιεραρχικός προϊστάμενος της εγκρίνουσας διοικητικής αρχής.»
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Iερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1175,
I. & G. Electrical Services Ltd v. AHK (1996) 4 A.A.Δ. 975,
Θεοδουλίδης κ.ά. ν. ΑΗΚ (1998) 3 Α.Α.Δ. 742,
Δημοκρατία ν. Kassinos Cοnstruction Ltd (1990) 3 A.A.Δ. 3835,
Constantinides v. E.A.D. (1982) 3 C.L.R. 387,
Κολοκοτρώνης ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1426,
Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 716/96, ημερ. 27.3.96.
Προσφυγή.
Aίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας ημερ. 20/5/98.
Ν. Χ"Ιωάννου, για τους Aιτητές.
Α. Δημητρίου, για την Kαθ' ης η αίτηση.
M. Kαλλιγέρου για A. Aγαπίου, για το Eνδιαφερόμενο μέρος Aλέξανδρο Γαβριηλίδη.
Cur. adv. vult.
NIKHTAΣ, Δ.: Με την υπό κρίση ενδιάμεση αίτηση τους, που κατέθεσαν μετά τη συμπλήρωση των γραπτών αγορεύσεων, οι αιτητές εξαιτούνται τη χορήγηση άδειας για προσαγωγή μαρτυρίας σε πληθώρα θεμάτων. Τα προσδιορίζουν στο σώμα της αίτησης. Αποτελούν ακριβή μεταφορά ορισμένων ισχυρισμών από την πρώτη γραπτή αγόρευση τους.
Χρειάζεται να έχουμε υπόψη το φόντο στο οποίο εξελίχθηκε η υπόθεση και οδήγησε στο διάβημα. Η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (η Αρχή) προκήρυξε δημόσιο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την εκπόνηση μελέτης για την ανέγερση του κτιρίου των νέων κεντρικών της γραφείων. Η Κριτική Επιτροπή (Κ.Ε.), που διόρισε η Αρχή, επέλεξε, στην πρώτη φάση του διαγωνισμού, 5 από τις 24 μελέτες, τις οποίες κατέθεσαν οι διαγωνισθένες. Στάληκαν στη συνέχεια σε Συμβουλευτική Τεχνική Επιτροπή (Σ.Τ.Ε.), από αμιγή τεχνοκρατική συγκρότηση, για αξιολόγηση. Ας σημειωθεί ότι και η ίδια η Κ.Ε. αποτελείται από αρχιτέκτονες εκτός 2 μελών της, δηλαδή, του Προέδρου, που ήταν ο Πρόεδρος της Αρχής και του Αρχιμηχανικού/Γενικού Διευθυντή της.
Μετά την υποβολή της έκθεσης της Σ.Τ.Ε., η Κ.Ε. ξεχώρισε 4 μελέτες (συμπεριλαμβανομένης εκείνης των αιτητών) που προκρίθηκαν για το δεύτερο στάδιο του διαγωνισμού. Τα δύο αυτά στάδια είναι, κατά την προκήρυξη, διακεκριμένα. Οι επιλεγέντες υπέβαλαν νέες μελέτες τις οποίες εξέτασε η Σ.Τ.Ε. και ετοίμασε σχετική έκθεση. Η Κριτική Επιτροπή έκρινε (στις 15/5/96) πως δεν ήταν δικαιολογημένη απονομή πρώτου βραβείου. Απένειμε όμως το 2ο βραβείο στο ενδιαφερόμενο μέρος 1 και το 3ο βραβείο στα ενδιαφερόμενα μέρη 2 και 3. Η απόφαση αυτή προσβάλλεται με την προσφυγή (παράγραφος Α του αιτητικού) καθώς και "η απόφαση των καθών στο σύνολο της για την απονομή βραβείων"(παράγραφος Β).
Ένα από τα επιχειρήματα των αιτητών για ακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού αφορά τη δαπάνη για υλοποίηση των σχεδίων του ενδιαφερόμενου μέρους που πήρε το δεύτερο βραβείο. Η δαπάνη ξεπερνά κατά 26% το καθορισμένο ποσό κατά παράβαση του Καν. 32.3 της προκήρυξης. Η διακύμανση που προβλέπει ο κανονισμός επιτρέπει υπέρβαση του καθορισμένου ποσού μόνο κατά 10% ή υποβιβασμό κατά 5%. Επικαλούμενη τον καν. 32.2 η Αρχή ισχυρίστηκε ότι δεν πρόκειται για ουσιώδη απόκλιση. Ο διαγωνισμός, όπως ισχυρίζεται, δεν αποσκοπούσε σε εξασφάλιση τελικού σχεδίου για ανέγερση του κτιρίου, αλλά στη βράβευση των καλύτερων μελετών. Και εν πάση περιπτώσει ότι η υπέρβαση της δαπάνης ήταν ο μόνος λόγος για τον οποίο δεν απονεμήθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος 1 το 1ο βραβείο, αλλά το δεύτερο.
Δεν είναι όμως για το θέμα αυτό που επιζητείται η προσαγωγή μαρτυρίας. Ούτε αφορά τις προδικαστικές ενστάσεις της Αρχής. Δε χρειάζεται να αντικρουσθούν με μαρτυρία. Είναι ισχυρισμοί νομικής φύσεως και περιεχομένου. Οι αιτητές στοχεύουν στα συμπεράσματα της Κριτικής Επιτροπής και της αξιολόγησης της Τεχνικής Επιτροπής. Ισχυρίζονται ότι στην πρώτη περίπτωση "υπάρχουν σαφέστατα λάθη που επηρέασαν αποφασιστικά την κατάταξη των αιτητών". Αναφέρονται 4 τέτοιες περιπτώσεις. Το ίδιο ισχύει και για τα ευρήματα που περιέχει η έκθεση της Σ.Τ.Ε σχετικά με την εξοικονόμηση ενέργειας. Οι αιτητές χαρακτήρισαν επίσης τις διαπιστώσεις της έκθεσης σαν λανθασμένες (απαριθμούνται 8 περιπτώσεις).
Μεταφέρω εδώ το σχόλιο της Κριτικής Επιτροπής για τη μελέτη των αιτητών για να σχηματιστεί σαφέστερη αντίληψη για το ζήτημα:
"The Assessors were of the opinion that the quality of the work environment would suffer, despite the well-lit central atrium, because of the frequent use of a three-zone plan in each office strip, in which occupants of the central zone would be screened from contact with the outside by perimeter offices. There are also innovative but impracticable techniques proposed to reduce energy consumption which would have significant first cost implications that would not be recovered."
Στην πραγματικότητα αμφισβητείται ανεξαίρετα κάθε τεχνική κρίση των δύο οργάνων σχετικά με τη μελέτη των αιτητών. Θα περιορισθώ σε ένα παράδειγμα από την κάθε Επιτροπή, που δείχνει την έκταση και τη φύση των "λανθασμένων" συμπερασμάτων και προδιαγράφει και τη φύση της προτεινόμενης μαρτυρίας. Το πρώτο λάθος που αποδίδεται στην Κριτική Επιτροπή είναι ότι:
"(I)(ι) Τα εισηγηθέντα συστήματα ελάττωσης της κατανάλωσης ενέργειας είναι όλα δοκιμασμένα στην Ευρώπη και όχι "ανεφάρμοστα" ή μη δοκιμασμένα όπως αναφέρει η Κριτική Επιτροπή. Δεδομένου δε ότι βάσει των όρων του διαγωνισμού η εξοικονόμηση ενέργειας ήταν ένας σημαντικός παράγοντας η πιο πάνω πλάνη των καθ' ών η αίτηση είχε αποφασιστική σημασία στη ληφθείσα απόφαση."
Ακολουθεί και ένα παράδειγμα για τη Συμβουλευτική Τεχνική Επιτροπή:
"Ο σχεδιασμός συμπεριλαμβάνει καλά μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας σε συνδυασμό με μη δοκιμασμένη τεχνολογία τεχνολογία που δεν βασίζεται σε θεωρητική βάση."
Δεν κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τις υπόλοιπες 10 περιπτώσεις που αφορούν και τα δύο όργανα. Έχω όμως υπόψη το σύνολο των ισχυρισμών που, αναντίρρητα, έχουν ως υπόβαθρο τεχνικές διαπιστώσεις του τύπου που έχω παραπάνω επισημάνει. Στην ακόλουθη περικοπή από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 257 συμπυκνώνεται η εμπειρία του Συμβουλίου της Επικρατείας:
"Το Συμβούλιον της Επικρατείας, ελέγχον την νομιμότητα πράξεως προσβαλλομένης δι' αιτήσεως ακυρώσεως, απέχει του ελέγχου της ουσιαστικής κρίσεως της Διοικήσεως. Μέγας είναι ο αριθμός των επί του θέματος τούτου σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου, δι' ών χαρακτηρίζεται ως ανέλεγκτος η υπό της διοικήσεως εκτίμησις των πραγματικών περιστατικών ή του αποδεικτικού υλικού ή της κρίσεως περί συνδρομής λόγων σκοπιμότητος ή της κρίσεως επί ζητημάτων τεχνικής φύσεως ή ειδικών γνώσεων. Ταύτα όμως, εφ' όσον δεν συντρέχη πλάνη περί τα πράγματα, κακή χρήσις διακριτικής εξουσίας ή δεν προκύπτη έλλειψις αιτιολογίας. Το Σ.Ε. ελέγχει, ουχ ήττον, εάν τα γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά υπήχθησαν ορθώς εις τον νομικόν κανόνα."
Στα ίδια θέματα το Ανώτατο Δικαστήριο ακολουθεί μια παράλληλη γραμμή πλεύσεως: Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1175, I. & G. Electrical Services Ltd. v. Aρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1996) 4 Α.Α.Δ. 975 και Ανδρέας Θεοδουλίδης κ.ά. ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 742.
Ο δικηγόρος της Αρχής ενέστη στο αίτημα. Κατά την άποψη του η προτεινόμενη μαρτυρία δεν αναφέρεται σε γεγονότα, αλλά στην έκφραση γνώμης (opinion evidence) πάνω σε τεχνικά θέματα με επακόλουθο, αν τέτοια μαρτυρία επιτραπεί, να υποκατασταθεί η κρίση της Κριτικής Επιτροπής με τις αξιολογικές κρίσεις του Δικαστηρίου. Αυτό όμως θα ήταν ανεπίτρεπτο και αντίθετο με τους κανόνες που διαμόρφωσε η νομολογία. Ο κ. Δημητρίου με παρέπεμψε στις αποφάσεις: I. & G. Electrical Services Ltd., ανωτέρω, Δημοκρατία ν. C. Kassinos Construction Ltd. (1990) 3 Α.Α.Δ. 3835, Constantinides ν. E.A.C. (1982) 3 C.L.R. 387, Χαρ. Κολοκοτρώνης ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1426 και Α.Φ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Προσφ. Αρ. 716/96, ημερ. 15/4/98. Τη στάση αυτή υιοθέτησε και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Η απόφαση 1014/71 (Αποφάσεις Συμβουλίου της Επικρατείας (1971) Τόμος Β΄) αφορούσε αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την εκπόνηση σχεδίων του δικαστικού μεγάρου Αθηνών. Η προσφυγή στην ουσία στρεφόταν κατά της απόφασης της Κ.Ε. για την απονομή των προκηρυχθέντων βραβείων. Η βραβευθείσα μελέτη επικρίθηκε για πολλά λάθη. Για παράδειγμα, ότι κατά παράβαση των όρων της προκήρυξης (σελ. 1348):
".... ετοποθέτησε τας αιθούσας των ακροατηρίων εις υπερκειμένας των προβλεπομένων στάθμας, ........"
και ότι (σελ. 1349):
"............ η κατά την μελέτην των παρεμβαινόντων κεντρική είσοδος του κτιρίου δεν είναι μνημειώδους εμφανίσεως, δεν υφίσταται καν τοιαύτη είσοδος, αλλά πλήθος πλαγίων ....."
Ωστόσο κρίθηκε ότι μόνο ισχυρισμοί που σχετίζονται με θέματα διαδικασίας και παραβάσεως γενικών όρων του διαγωνισμού μπορούσαν να προβληθούν. Όχι όμως και ισχυρισμοί που σχετίζονται με το τεχνικό μέρος της προκήρυξης. Έστω και στην περίπτωση που μπορεί να είναι ακριβείς. Ο λόγος γιαυτό είναι, σύμφωνα με την απόφαση, (σελ. 1349) ότι:
"Άπαντες οι λόγοι ούτοι, και ακριβείς, ως προς την πραγματικήν αυτών βάσιν υποτιθέμενοι, δεν συνιστούν λόγους ακυρώσεως των προσβαλλομένων πράξεων, ως εκ του μη δεσμευτικού, κατά τα προεκτεθέντα, χαρακτήρος, των όρων της διακηρύξεως, των οποίων προβάλλεται παράβασις, αλλ' αμφισβητούν, πράγματι, την ανέλεγκτον κατ' ακύρωσιν ορθότητα της ουσιαστικής κρίσεως της Επιτροπής, ......"
Το σκεπτικό συμπληρώνει η παρακάτω περικοπή από τη σελ. 1350:
"Eπειδή διά του δευτέρου προσθέτου δικογράφου προβάλλεται ότι τα σχέδια της τυχούσης του 1ου βραβείου μελέτης διετυπώθησαν κατά παράβασιν των τεχνικών όρων συντάξεως προμελετών, εμφανίζοντα ανακριβείας, παραλείψεις και ασυνεπείας και δημιουργούντα πλάνην του εξετάζοντος αυτά, ως ειδικώτερον εν τω δικογράφω εκτίθενται. Αι αιτιάσεις όμως αύται, δεν είναι ακουσταί κατ' ακύρωσιν, ως μη θεμελιούμεναι επί παραβάσεως κανόνων δικαίου, αλλά των τεχνικών και επιστημονικών κανόνων περί την διατύπωσιν των αρχιτεκτονικών σχεδίων, η εφαρμογή των οποίων ανάγεται εις την τεχνικήν κρίσιν της Επιτροπής. Συνεπώς οι λόγοι ούτοι είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.
Επειδή διά του αυτού δευτέρου προσθέτου δικογράφου προβάλλονται, τέλος, αιτιάσεις περί των οποίων το Κεφ. Β΄αυτού, υπό τον τίτλον: Πλημμελής ή κακή επίλυσις βασικών προγραμματικών επιδιώξεων των κριτηρίων, το Κεφ. Στ΄ αυτού, υπό τον τίτλον: Αντίκρουσις των απόψεων της πλειοψηφίας της Κριτικής Επιτροπής, και το Κεφ. Η΄, υπό τον τίτλον: Συγκριτική θεώρησις της 1ης και της 2ας βραβευθείσης μελέτης. Άπασαι, όμως, αι αιτιάσεις αύται είναι απαράδεκτοι, ως αμφισβητούσαι ευθέως την ορθότητα των επί μέρους και της συγκριτικής, ουσιαστικής και τεχνικής, κρίσεως της Επιτροπής, η οποία δεν υπόκειται εις τον έλεγχον του Συμβουλίου Επικρατείας, δικάζοντος κατ' ακύρωσιν."
Είναι εμφανείς οι ομοιότητες με την κρινόμενη υπόθεση. Διότι και αυτά τα θέματα που θίγουν οι αιτητές είναι κατ' εξοχήν τεχνικής φύσεως. Ας σταθούμε στο παράδειγμα της παραγράφου 1(i) που έχω ήδη καταγράψει. Η Κριτική Επιτροπή συμπέρανε ότι:
"..... There are also innovative but impracticable techniques ........ which would have significant first cost implications that would not be recovered."
Πράγματι η Σ.Τ.Ε. γνωμοδότησε πως ορισμένα συστήματα είναι "untried and untested technologies which, in certain circumstances, lack theoretical basis". Και να θεωρηθεί ακόμη ότι υπάρχει πιθανότητα πλάνης πάνω στη βάση ότι οι τεχνικές, που εισηγήθηκε η μελέτη των αιτητών, είναι δοκιμασμένες στην Ευρώπη, όπως υποστηρίζουν, αυτό πάλιν αφορά την κρίση ειδικών. Ομοίως, όλοι οι άλλοι ισχυρισμοί των αιτητών στρέφονται γύρω από τεχνικές έννοιες και κρίσεις σε αμιγή τεχνικά θέματα. Η παράθεση μαζικά τέτοιας μαρτυρίας και στη συνέχεια η αξιολόγηση της θα εξέτρεπε το δικαστήριο από το ρόλο, που επιφύλαξε γιαυτό το άρθρ. 146 του Συντάγματος, ως ακυρωτικού δικαστηρίου. Η παραπάνω θέση ισχυροποιείται απ' όσα αναφέρει η Ευαγγελία Κουτούπα-Ρεγκάκου "Αοριστίες και Τεχνικές Έννοιες στο Δημόσιο Δίκαιο" (1997) στις σελ. 115-116:
"Ένα περαιτέρω πρόβλημα της πραγματογνωμοσύνης είναι ότι οι γνωματεύσεις διαφέρουν συχνά μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να καλείται ο δικαστής να εντοπίζει τα σημεία που χρειάζονται αποσαφήνιση και εν γένει να είναι σε θέση τόσο να θέτει τις σωστές ερωτήσεις όσο και να επεξεργασθεί σωστά τις απαντήσεις. Ο δικαστής όμως όχι μόνο δεν είναι υποχρεωμένος να λαμβάνει θέση επί των τεχνικών διχογνωμιών, αλλά δεν είναι και σε θέση να προβαίνει σε ίδια κρίση. Λόγω συνεπώς του προβαδίσματος της διοίκησης σε ειδικές τεχνικές γνώσεις, ο δικαστής θεωρεί τις τεχνικές κρίσεις καταρχήν αποδεκτές. Ο στόχος αυτού του δικαστικού αυτοπεριορισμού είναι να μην παρεμποδίζεται η διαδικασία έγκρισης τεχνικών εγκαταστάσεων αφενός και αφετέρου να μην καθίσταται ο διοικητικός δικαστής ιεραρχικός προϊστάμενος της εγκρίνουσας διοικητικής αρχής."
Η αίτηση απορρίπτεται. Με έξοδα.
H�αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.