ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 4 ΑΑΔ 690
8 Σεπτεμβρίου, 1998
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΤΑΚΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Yπόθεση Aρ. 662/95)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ―�Kατάργηση της ακυρωτικής δίκης ―�Kατάργηση λόγω ανάκλησης της επίδικης απόφασης ― Συνέπειες και διακρίσεις ―�Tο θέμα της εφαρμογής της πραγράφου 6 του Άρθρου 146 εντός του πλαισίου της ακυρωτικής δίκης ― H Iωσηφίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 A.A.Δ. 490 και η εφαρμογή των πορισμάτων της στην κριθείσα περίπτωση έκδοσης του φορολογικού πιστοποιητικού του οποίου η μη έκδοση αποτελούσε το αντικείμενο της προσφυγής.
Aναθεωρητική Δικαιοδοσία ―�Kατά πόσο εμπίπτει εντός των πλαισίων της η διευκρίνηση της ύπαρξης οποιασδήποτε ζημίας του αιτητή σε προσφυγή της οποίας η προσβαλλόμενη πράξη ανακλήθηκε.
Διοικητικό Δίκαιο ― Παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας ― H έννοιά της κατά τη νομολογία ―�Δεν στοιχειοθετήθηκε παράλειψη στην κριθείσα περίπτωση παράλειψης εκδόσεως πιστοποιητικού διευθέτησης φορολογικής υποχρέωσης φόρου κεφαλαιουχικών κερδών ―�Διάκριση της παράλειψης από την αρνητική απόφαση.
Φορολογία ―�Φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών ―�Πιστοποιητικό διευθέτησης φορολογικής υποχρέωσης φόρου κεφαλαιουχικών κερδών ―�Δεν υπάρχει νομοθετική διάταξη που να επιβάλει την έκδοσή του.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προθεσμία ―�Περιστάσεις εκπροθέσμου της προσφυγής στην κριθείσα περίπτωση.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Ιωσηφίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 490,
Παπαδοπούλος v. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 125/86, ημερ. 25.4.98.
Vafeadis v. Republic (1964) C.L.R. 454,
Cyprus Tannery Ltd v. Republic (1980) 3 C.L.R. 405,
Argyrou and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 474,
Mavrommatis and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1006.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η άρνηση και/ή παράλειψη του καθ' ου η αίτηση να χορηγήσει στον αιτητή πιστοποιητικό διευθέτησης φορολογικής υποχρέωσης φόρου κεφαλαιουχικών κερδών.
Σπ. Ευαγγέλου, για τον Aιτητή.
Δ. Παπαδοπούλου, Aνώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
KPAMBHΣ, Δ.: Η προσφυγή στρέφεται κατά της άρνησης και/ή παράλειψης του καθ' ου η αίτηση να χορηγήσει στον αιτητή πιστοποιητικό διευθέτησης φορολογικής υποχρέωσης φόρου κεφαλαιουχικών κερδών.
Το Νοέμβριο 94 ο αιτητής θέλησε να μεταβιβάσει στις κόρες του δυνάμει δωρεάς την ακίνητη περιουσία που περιγράφεται στα δικόγραφα. Για την πραγματοποίηση της μεταβίβασης το κτηματολόγιο ζήτησε την παρουσίαση του πιο πάνω πιστοποιητικού. Ο δικηγόρος του αιτητή απηύθυνε προς τον καθ' ου η αίτηση επιστολή ημερομηνίας 14.11.94 με την οποία ζητούσε χορήγηση του πιο πάνω πιστοποιητικού στον αιτητή.
Κατά το χρόνο που ζητήθηκε η χορήγηση του πιστοποιητικού, εκκρεμούσε στο Ανώτατο Δικαστήριο η εκδίκαση προσφυγής του αιτητή υπ' αριθμ. 600/93 κατά της φορολογίας του εισοδήματος του για τα έτη 1978, 1979, 1982, 1983 και 1984. Επρόκειτο για φόρους πέραν των ΛΚ14500.- πλέον τόκους το ύψος των οποίων στις 30.6.95 ανερχόταν στις ΛΚ14704.-.
Στα πλαίσια της εν λόγω προσφυγής και κατόπιν μονομερούς αιτήσεως του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας το Δικαστήριο εξέδωσε προσωρινό διάταγμα με το οποίο εμποδιζόταν ο αιτητής να μεταβιβάσει ή καθ' οιονδήποτε τρόπο αποξενώσει την περιουσία που επρόκειτο να μεταβιβάσει στις θυγατέρες του. Κατόπιν υποβολής ενστάσεως, η αίτηση ορίστηκε προς ακρόαση στις 26.10.95.
Ο καθ' ου η αίτηση επεδίωξε την είσπραξη των πιο πάνω φόρων δι' αιτήσεως που καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας. Στα πλαίσια της εν λόγω αίτησης εκδόθηκε διάταγμα με το οποίο εμποδιζόταν ο αιτητής να μεταβιβάσει ή καθ' οιονδήποτε τρόπο αποξενώσει τα κτήματα που ήθελε να μεταβιβάσει δυνάμει δωρεάς στις θυγατέρες του. Η αίτηση και το διάταγμα αποσύρθηκαν στις 3.5.95.
Κατόπιν των ανωτέρω, ο αιτητής, κατά διάφορες ημερομηνίες από 17.5.95 μέχρι και τις 17.7.95, άλλοτε γραπτώς και άλλοτε προφορικά, επανήλθε επί του θέματος ζητώντας από τον καθ' ου η αίτηση χορήγηση του πιστοποιητικού. Στις επιστολές που απηύθυνε δεν έλαβε οποιαδήποτε απάντηση ενώ κατά τις προσωπικές επαφές συνάντησε άρνηση του καθ' ου η αίτηση να εκδόσει το πιστοποιητικό.
Η απόφαση του Δικαστηρίου στην προσφυγή 600/93 εκδόθηκε στις 11.3.97. Μετά την έκδοση της απόφασης και εκκρεμούσης της παρούσας προσφυγής, ο καθ' ου η αίτηση χορήγησε στον αιτητή το επίδικο πιστοποιητικό.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του καθ' ου η αίτηση εισηγήθηκε ότι η προσφυγή κατέστη άνευ αντικειμένου από της εκδόσεως του επίδικου πιστοποιητικού στον αιτητή.
Ο κ. Ευαγγέλου υποστήριξε το αντίθετο. Η θέση του κ. Ευαγγέλου είναι ότι η άρνηση του καθ' ου η αίτηση να χορηγήσει στον αιτητή το πιστοποιητικό κατά το χρόνο που ζητήθηκε αποτέλεσε εμπόδιο στη μεταβίβαση της συγκεκριμένης ακίνητης περιουσίας όπως ο αιτητής ήθελε κατά το συγκεκριμένο χρόνο γεγονός το οποίο συνιστά παραβίαση του δικαιώματος διάθεσης ακίνητης περιουσίας και που αφήνει κατάλοιπο ζημιάς στον αιτητή.
Καθώς υποστήριξε ο κ. Ευάγγελου, ζημιά ενδέχεται να υποστεί και η περιουσία του αιτητή σε περίπτωση θανάτου του αιτητή μέσα σε διάστημα τριών χρόνων αφότου πραγματοποιήθηκε η μεταβίβαση των κτημάτων στις θυγατέρες του αιτητή εφόσον κατά το εν λόγω διάστημα η μεταβιβασθείσα περιουσία υπόκειται σε φόρο κληρονομίας. Αυτός ο κίνδυνος θα εξέλιπε αν το πιστοποιητικό εκδιδόταν από το 1994 που είχε ζητηθεί. Κατά συνέπεια, το ενδεχόμενο πληρωμής φόρου κληρονομίας συναρτημένο προς την άρνηση χορήγησης του πιστοποιητικού, δυνητικά δημιουργεί κίνδυνο ζημιάς της περιουσίας του αιτητή. Κατάσταση που δικαιολογεί τη συνέχιση της εκδίκασης της προσφυγής.
Στην Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 490 (απόφαση πλειοψηφίας) υιοθετήθηκε το αιτιολογικό (ratio decidendi) της απόφασης Παπαδοπούλου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 125/86, ημερ. 25.4.98.
Το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση Ιωσηφίδης (ανωτέρω) περιέχει τα κριτήρια με βάση τα οποία το Δικαστήριο αποφαίνεται περί του θέματος της διατήρησης του αντικειμένου της δίκης μετά από ανάκληση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης ή απόφασης εκκρεμούσης της δίκης.
"Το αιτιολογικό (ratio decidendi) της απόφασης Παπαδοπούλλου είναι ότι το Ανώτατο Δικαστήριο, σε περίπτωση ανάκλησης της ενώπιόν του επίδικης απόφασης εκκρεμούσης της δίκης, έχει τη δυνατότητα, και τούτο εμπίπτει στη δικαιοδοσία του, να εξετάσει, υπό το φως των ενώπιόν του γεγονότων, πρώτον, κατά πόσο, σε περίπτωση επακόλουθης ακυρωτικής απόφασης, θα προκύπτει θέμα για τη διοίκηση να πράξη οτιδήποτε για να συμμορφωθεί με την ακυρωτική απόφαση (παράγραφος 5 του Άρθρου 146 του Συντάγματος) ή για να ικανοποιήσει νόμιμη αξίωση του αιτητή (παράγραφος 6 του Άρθρου 146 του Συντάγματος) και, σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, δεύτερον, κατά πόσο, δοθέντος ότι η διοίκηση δεν θα έχει τίποτε να πράξει για να συμμορφωθεί με την ακυρωτική απόφαση ή για να ικανοποιήσει νόμιμη αξίωση του αιτητή, υπάρχει ή όχι το ενδεχόμενο, όσο απομακρυσμένο, αυτός να έχει υποστεί ζημιά από την απόφαση που ανακλήθηκε, τέτοια που θα μπορούσε να αποκατασταθεί με εύλογη αποζημίωση ή άλλη θεραπεία από το Επαρχιακό Δικαστήριο βάσει της παραγράφου 6 του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Εάν η απάντηση, και στο δεύτερο ερώτημα, είναι αρνητική, τότε σημαίνει ότι η ανάκληση της απόφασης άφησε την προσφυγή χωρίς αντικείμενο με αναπόφευκτη πλέον συνέπεια την κατάργηση της δίκης αφού δεν υπάρχει πλέον απόφαση είτε για επικύρωση είτε για ακύρωση βάσει της παραγράφου 4 του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Θέτοντας στον εαυτό του τα δύο αυτά ερωτήματα και δίδοντας την ανάλογη απάντηση με σκοπό να εξακριβώσει κατά πόσο, με την ανάκληση της επίδικης απόφασης, η προσφυγή έμεινε χωρίς αντικείμενο, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι εκφεύγει της δικαιοδοσίας του βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ούτε ότι εισχωρεί στη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου βάσει της παραγράφου 6 του ιδίου άρθρου αφού, προσεγγίζοντας το θέμα με τον τρόπο που εξηγήσαμε, και για το σκοπό ή το στόχο που εξηγήσαμε, ούτε ζημιά διαπιστώνει ή εκτιμά ούτε, βέβαια, αποζημίωση επιδικάζει ή άλλη θεραπεία παρέχει. Απλώς διαπιστώνει αν, ύστερα από την ανάκληση της διοικητικής απόφασης, είναι δυνατόν να τεθεί καν θέμα ζημιάς και, συνεπακόλουθα, αποζημίωσης ή άλλης θεραπείας ώστε να είναι απαραίτητη η συνέχιση της ακυρωτικής δίκης."
Στην προκείμενη περίπτωση μετά την έκδοση του επίδικου πιστοποιητικού δεν φαίνεται ότι εξακολουθεί να υπάρχει θέμα άλλης θεραπείας από την πλευρά της διοίκησης. Εκείνο που μπορεί να υπάρχει είναι ίσως κάποιο κατάλοιπο ζημιάς του αιτητή, έστω και απομακρυσμένο, που δυνατό να παρέχει στον αιτητή αγώγιμο δικαίωμα με βάση το άρθρο 146.6 του Συντάγματος γι' αυτό και αποφαίνομαι ότι η προσφυγή εξακολουθεί να διατηρεί το αντικείμενό της.
Ο αιτητής, αναφερόμενος στα γεγονότα της υπόθεσης στο δικόγραφο της προσφυγής άλλοτε ισχυρίζεται άρνηση του καθ' ου η αίτηση να εκδόσει το πιστοποιητικό και άλλοτε αναφέρεται σε παράλειψη.
Το άρθρο 146.1 του Συντάγματος προβλέπει για προσβολή διά προσφυγής και την παράλειψη της διοίκησης. Όμως για να υπάρχει παράλειψη, το συγκεκριμένο διοικητικό όργανο πρέπει να υπέχει υποχρέωση απορρέουσα από σαφή νομοθετική διάταξη να προβεί σε συγκεκριμένη ενέργεια. Πρόκειται για κάθε περίπτωση που η διοίκηση παραλείπει να προβεί σε συγκεκριμένη ενέργεια ή να εκτελέσει συγκεκριμένη πράξη όταν η ενέργεια ή πράξη επιβάλλεται από το νόμο. Βλ. Vafeadis v. Republic (1964) C.L.R. 454, Cyprus Tannery Ltd v. Republic (1980) 3 C.L.R. 405, Argyrou and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 474, Mavrommatis and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1006, Στασινόπουλου, Δίκαιον Διοικητικών Διαφορών, έκδ. 1964, σελ. 195 και Πορίσματα του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929-1959), σελ. 243.
Στην προκείμενη περίπτωση δεν φαίνεται να υπάρχει οποιαδήποτε νομοθετική διάταξη που να δημιουργεί υποχρέωση στον καθ' ου η αίτηση για έκδοση του επίδικου πιστοποιητικού. Συνακόλουθα, η υπό αναφορά παράλειψη του καθ' ου η αίτηση δεν είναι προσβλητή διά προσφυγής με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Αν όμως τα πραγματικά γεγονότα είναι όπως εκτίθενται στις παραγράφους 2 και 3 "ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ "Γ" - ΓΕΓΟΝΟΤΑ" της αίτησης, όπου στην παρ. 3 σε συνάρτηση προς τα γεγονότα της παρ. 2 αναφέρεται:
"3. Ο καθ ου η αίτηση αρνήθηκε να παραχωρήσει το αιτούμενο πιστοποιητικό χωρίς να δώσει οποιαδήποτε δικαιολογία"
τότε πρόκειται για πράξη άρνησης της διοίκησης, η προσβολή της οποίας είναι εκπρόθεσμη εφόσον η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 20.7.95 ενώ η άρνηση του καθ' ου η αίτηση εκδηλώθηκε και έγινε γνωστή στον αιτητή περί τις αρχές Νοεμβρίου, 1994.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.