ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 4 ΑΑΔ 414
28 Mαΐου, 1998
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΡΙΞΟΣ ΚΟΓΚΟΡΟΖΗΣ,
Aιτητής στην Υπόθεση Αρ. 33/96,
ΚΥΠΡΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,
Aιτητής στην Υπόθεση Αρ. 46/96,
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΓΚΛΗΣ,
Aιτητής στην Υπόθεση Αρ. 47/96,
ΘEOΔΩPOΣ XΩPATTAΣ,
Aιτητής στην Υπόθεση Αρ. 60/96,
v.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΙΤΗΡΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 33/96, 46/96, 47/96, 60/96)
Oργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ―�Eπιτροπή Σιτηρών Kύπρου ―�Διάρθρωση και όροι υπηρεσίας υπαλλήλων ― H παραπομπή του Kαν. 51 των Kανονισμών της Eπιτροπής του 1986 στα ισχύοντα περί δημοσίων υπαλλήλων δεν περιλαμβάνει το Άρθρο 29 του N. 1/90 λόγω ελλείψεως αναλογίας ―�Δεν τίθεται θέμα πρότασης πληρώσεως θέσης όταν προτείνον και διορίζον όργανο ταυτίζονται.
Oργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Eπιτροπή Σιτηρών Kύπρου ― Διοικητικό Συμβούλιο ―�Σύνθεση ― Kαθορισμός της δυνάμει του N. 149/88 του οποίου οι διατάξεις επικρατούν, όπου διαφοροποιούνται, εκείνων του Kεφ. 68 ―�Δεν ακολουθήθηκε η Iωσηφίδης v. Eπιτροπής Σιτηρών Kύπρου (1997) 4 Α.Α.Δ. 469.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ―�Λόγοι ακυρώσεως ― Έλλειψη δέουσας έρευνας της κατοχής του προσόντος πολύ καλής γνώσεως της αγγλικής γλώσσας ― Yιοθέτηση της Συμεωνίδου v. Δημοκρατίας (1997) 3 A.A.Δ. 145 ― Aνεπίτρεπτη η συναγωγή πρωτογενών συμπερασμάτων από το ακυρωτικό δικαστήριο ―�Eλλείψει της απαιτούμενης διερεύνησης από τη διοίκηση, το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται το ίδιο στην αξιολόγηση των υπαρχόντων στοιχείων.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
P.I.K. κ.ά. v. Kαραγιώργη κ.ά. (1991) 3 A.A.Δ. 159,
Iωσηφίδης v. Eπιτροπής Σιτηρών Kύπρου (1997) 4 Α.Α.Δ. 469,
Συμεωνίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145,
Xριστοδουλίδου v. E.Δ.Y. (1999) 3 Α.Α.Δ. 1.
Προσφυγές.
Προσφυγές με τις οποίες προσβάλλεται η απόφαση της Eπιτροπής Σιτηρών με την οποία προήχθηκε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στη θέση Eπαρχιακού Διευθυντή.
A. Σ. Aγγελίδης, για τους Aιτητές.
Γ. Tριανταφυλλίδης, για την Kαθ' ης η αίτηση.
A. Mηχανικός, για το Eνδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
NIKOΛAOY, Δ.: Προσβάλλεται με αυτές τις προσφυγές η απόφαση της Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, ημερ. 3 Νοεμβρίου 1995, με την οποία προάχθηκε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Παντελής Αναστασίου στη θέση Επαρχιακού Διευθυντή (θέση προαγωγής) αντί των αιτητών, με ισχύ από 1 Δεκεμβρίου 1995.
Η θέση κενώθηκε την 31 Δεκεμβρίου 1994. Την 31 Μαρτίου 1995 το διοικητικό συμβούλιο της Επιτροπής αποφάσισε όπως αρχίσει η διαδικασία για την πλήρωση τόσο αυτής όσο και άλλων κενών θέσεων. Η διεύθυνση της Επιτροπής υπέβαλε στις 16 Ιουνίου 1995 πρόταση για καθορισμό αυτής της ημερομηνίας ως ημερομηνίας έναρξης της διαδικασίας. Δεν φαίνεται ωστόσο να λήφθηκε από το διοικητικό συμβούλιο απόφαση επί της πρότασης. Πάντως αυτό δεν ενέχει σημασία. Και θα εξηγήσω αμέσως γιατί.
Οι αιτητές προβάλλουν ότι η διαδικασία που απέληξε στην επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου ήταν άκυρη διότι δεν άρχισε ως αποτέλεσμα πρότασης προς το διοικητικό συμβούλιο για πλήρωση της θέσης. Στους περί Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (Διάρθρωση και Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1986, όπως τροποποιήθηκαν, δεν υπάρχει περί τούτου πρόνοια. Σύμφωνα όμως με τον Καν. 51:
"Οποιοδήποτε θέμα για το οποίο δεν γίνεται πρόβλεψη στους παρόντες Κανονισμούς αποφασίζεται από την Επιτροπή, τηρουμένων των αναλογιών, σύμφωνα με τα ισχύοντα για τους δημόσιους υπαλλήλους στη Δημόσια Υπηρεσία."
Ο συνήγορος των αιτητών εισηγήθηκε ότι την περίπτωση ρύθμιζε το άρθρο 29 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90) όπως τροποποιήθηκε, με το οποίο απαιτείται, για πλήρωση κενής θέσης από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, πρόταση από την Αρμόδια Αρχή εκτός εάν η Αρμόδια Αρχή παραλείψει να υποβάλει πρόταση εντός της ορισθείσας προθεσμίας. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει αναλογία. Διότι στην προκείμενη περίπτωση η Επιτροπή - και πιο συγκεκριμένα το διοικητικό συμβούλιο της - συγκέντρωνε από τη φύση των πραγμάτων και τις δύο ιδιότητες. Συνεπώς, δεν υπήρχε χώρος από τον οποίο θα μπορούσε νόμιμα να προέλθει πρόταση έξωθεν. Ούτε και παρίσταται ανάγκη να απασχολήσει η ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας. Διότι οι αιτητές δεν προβάλλουν ότι ανάλογα με το ποια ήταν η ακριβής ημερομηνία έναρξης, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο θα είχε ή δεν θα είχε τα απαιτούμενα προσόντα.
Το επόμενο που πρέπει να εξετάσω είναι το ζήτημα που οι αιτητές θέτουν αναφορικά με τη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής. Προβάλλουν ότι:
"Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε υπό οργάνου που έπασχε η σύνθεση του. Συγκεκριμένα η συγκρότηση της Επιτροπής κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης ήταν παράνομη λόγω παράβασης του άρθρ. 4(2) του Περί Ελέγχου Σιτηρών Κύπρου Νόμου Κεφ. 68."
Στο άρθρο 4(2) του περί Ελέγχου Σιτηρών Νόμου, Κεφ. 68, όπως τροποποιήθηκε, προβλέπεται ότι:
"Η Επιτροπή θα αποτελείται από πέντε μέλη, ή από έναν αντιπρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών, έναν του Υπουργού Γεωργίας και Φυσικών Πόρων και έναν του Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας, που διορίζονται αντίστοιχα από τον οικείο Υπουργό, καθώς και από δύο κυβερνητικούς λειτουργούς που υποδεικνύονται με κοινή απόφαση των Υπουργών που αναφέρονται στο εδάφιο αυτό, και όλοι αυτοί διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, και θα τελεί υπό την προεδρία του αντιπροσώπου του Υπουργού Οικονομικών. Η περίοδος της θητείας των μελών θα είναι τριετής εκτός αν η αρχή που διορίζει ανακαλέσει το διορισμό κατά οποιοδήποτε χρόνο πριν από τη λήξη της θητείας."
Εν προκειμένω, ο πρόεδρος της Επιτροπής δεν ήταν αντιπρόσωπος του Υπουργού Οικονομικών. Κι αυτό διότι η σύνθεση, περιλαμβανομένου και του διορισμού προέδρου, προέκυψε εκ της εφαρμογής νεότερου νόμου, ήτοι, του περί Ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικών Συμβουλίων) Νόμου του 1988 (Ν. 149/88), όπως τροποποιήθηκε, ο οποίος καλύπτει και την Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου ως ένα από τα κατονομαζόμενα "ορισμένα πρόσωπα δημοσίου δικαίου": βλ. την παράγραφο 7 του Παραρτήματος του Νόμου. Διαλαμβάνεται στο άρθρο 3(1) ότι:
"Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το διοικητικό συμβούλιο οποιουδήποτε από τα ορισμένα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αποτελείται, εκτός αν ο οικείος καθορισμένος νόμος προβλέπει για μεγαλύτερο αριθμό μελών, από εννέα μέλη, μεταξύ των οποίων θα υπάρχει Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος και τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τη διαδικασία που προνοείται στο παρόν άρθρο."
Σημειώνω ότι αυτή η διάταξη δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνες που η πλειοψηφία της Ολομέλειας έκρινε αντισυνταγματικές στη Ρ.Ι.Κ. κ.ά. ν. Καραγιώργη κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ. 159.
Σε αυτή τη διάταξη του Νόμου ήταν που ο συνήγορος των καθ' ων στηρίχθηκε για να υποστηρίξει τη νομιμότητα της σύνθεσης και, κατ' επέκταση, να εισηγηθεί ότι η πρωτόδικη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Κωνσταντίνος Ιωσηφίδης ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1997)�4 Α.Α.Δ. 469, την οποία επικαλείτο ο συνήγορος των αιτητών και στην οποία είχε κριθεί ότι τη σύνθεση της Επιτροπής, με εξαίρεση τον αριθμό των μελών της, συνέχιζε να τη διέπει το άρθρο 4(2) του περί Ελέγχου Σιτηρών Νόμου, ήταν εσφαλμένη και δεν πρέπει να την ακολουθήσω.
Σημειώνω επί αυτού του ζητήματος τα εξής. Ο πρόεδρος όπως και ο αντιπρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής - δηλαδή το διοικητικό συμβούλιο - διορίστηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο κατά το 1993. Αργότερα παραιτήθηκαν δύο από τα μέλη και το Υπουργικό Συμβούλιο διόρισε προς αντικατάσταση δύο άλλα, ένα από τα οποία - ο κ. Χρ. Δημητριάδης - περιγράφτηκε ως εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών. Παρέμεινε όμως ως πρόεδρος ο ήδη διορισθείς κ. Α. Τρυφωνίδης. Αυτή ήταν η σύνθεση που είχε απασχολήσει στην Ιωσηφίδης (ανωτέρω). Και με την ίδια σύνθεση ήταν που είχε ενωρίτερα ληφθεί η νυν προσβαλλόμενη απόφαση. Το σκεπτικό στην Ιωσηφίδης (ανωτέρω) περιέχεται στο εξής απόσπασμα:
"Το άρθρο 3 που προβλέπει ότι "ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το διοικητικό συμβούλιο οποιουδήποτε από τα ορισμένα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου" (μέσα στα οποία περιλαμβάνεται και η Επιτροπή Σιτηρών) "αποτελείται, εκτός αν ο οικείος καθορισμένος νόμος προβλέπει για μεγαλύτερο αριθμό μελών, από εννέα μέλη, μεταξύ των οποίων θα υπάρχει Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος και τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τη διαδικασία που προνοείται στο παρόν άρθρο", δεν καταργεί τις πρόνοιες του Κεφ. 68 και πολύ περισσότερο τις πρόνοιες του άρθρου 4. Ο Νόμος 149/88 προβλέπει μεν το διορισμό μεγαλύτερου αριθμού μελών στην Επιτροπή από τον προβλεπόμενο στο Κεφ. 68, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν παρέχει εξουσιοδότηση διορισμού του Προέδρου εκτός των πλαισίων του Κεφ. 68. Εξ άλλου το Κεφ. 68 είναι ειδική νομοθεσία που αναφέρεται ειδικά στην Επιτροπή Σιτηρών, σε αντίθεση με το Νόμο 149/88 που αναφέρεται γενικά στα διοικητικά συμβούλια διαφόρων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Ο Νόμος 149/88 δεν καταργεί το Κεφ. 68, αλλά λειτουργεί παράλληλα με αυτό. Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι πρόθεση του νομοθέτη ήταν να καταργήσει με το Νόμο 149/88 τις ρυθμίσεις του Κεφ. 68, εκτός όπου οι διατάξεις του συγκρούονται με τις διατάξεις του Κεφ. 68, όπως γίνεται για παράδειγμα με την προβλεπόμενη αύξηση των μελών του συμβουλίου από εφτά σε εννιά όπου γίνεται σαφής πρόνοια. Αν πρόθεση του νομοθέτη ήταν η κατάργηση της πρόνοιας για διορισμό στη θέση του Προέδρου του εκπρόσωπου του Υπουργού Οικονομικών θα την έδειχνε, είτε με τροποποίηση του σχετικού άρθρου του Κεφ. 68, είτε ίσως με σχετική πρόνοια στο Νόμο 149/88.
Εν όψει των πιο πάνω καταλήγω ότι ο διορισμός άλλου προσώπου από τον εκπρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών στη θέση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Σιτηρών καθιστά τη σύσταση της Επιτροπής παράνομη .................................................................................................................."
Όσο και αν είναι βέβαια σεβαστή αυτή η άποψη, δεν τη συμμερίζομαι. Η δική μου είναι εκ διαμέτρου αντίθετη. Το άρθρο 3(1) του Νόμου 149/88 προνοεί όχι μόνο για αύξηση στον αριθμό μελών αλλά και προνοεί, ρητά μάλιστα, για τον διορισμό προέδρου - όπως και αντιπροέδρου - σε κάθε περίπτωση. Ο πρόεδρος διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο απ' ευθείας ως πρόεδρος, όχι ως μέλος που εκ συγκεκριμένης ιδιότητας αναλαμβάνει την προεδρία. Κατά τη γνώμη μου είναι σαφής η πρόθεση του νομοθέτη να υπερισχύσει η νέα ρύθμιση έναντι της παλαιάς σε οποιαδήποτε περίπτωση ασυμφωνίας ή σύγκρουσης μεταξύ του Νόμου 149/88 και των αντίστοιχων οικείων "καθορισμένων νόμων" - που εκτίθενται στο Παράρτημα - ενός εκάστου των ορισθέντων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Όπως ορίζεται στο άρθρο 3(1), ο Ν. 149/88 ισχύει "Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου". Γι' αυτό λοιπόν δεν μπορώ να ακολουθήσω την απόφαση στην Ιωσηφίδης (ανωτέρω). Και καταλήγω ότι η σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής ήταν, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης νόμιμη.
Από τα υπόλοιπα ζητήματα που τέθηκαν για εξέταση, προηγείται εκείνο που αφορά το κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε όλα τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα. Ανάμεσα σε αυτά είναι η ".... διοικητική και οργανωτική ικανότητα ....." και η "πολύ καλή γνώση της ..... Αγγλικής γλώσσας". Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι σε σχέση με αυτά τα προσόντα δεν διενεργήθηκε δέουσα έρευνα και δεν διαπιστώθηκε ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο τα κατείχε.
Ως προς τη διοικητική και οργανωτική ικανότητα, η αμφισβήτηση επικεντρώνεται σε συγκριτική θεώρηση μεταξύ ενδιαφερόμενου προσώπου και αιτητών με βάση τα όσα συνεπάγονταν οι αντίστοιχες θέσεις που αυτοί κατείχαν. Είναι όμως, σε ό,τι εδώ ενδιαφέρει, άτοπη η σύγκριση. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η διοικητική και οργανωτική ικανότητα του ενδιαφερόμενου προσώπου προέκυπτε σαφώς από την εκπλήρωση των καθηκόντων του στη θέση που ήδη κατείχε. Στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις φαίνεται μάλιστα και η ψηλή του βαθμολογία στον υπό αναφορά τομέα.
Απομένει το μέρος που αφορά στην πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Στο φάκελο του ενδιαφερόμενου προσώπου υπήρχαν, σχετικά με αυτό, τα εξής τρία πιστοποιητικά:
α) Πιστοποιητικό Βρεττανικού Κολλεγίου αλληλογραφίας, του Trans World Tutorial College, Jersey, Britain, ημερ. 30 Σεπτεμβρίου 1978. Το πιστοποιητικό αναφέρεται στη συμπλήρωση μαθημάτων, μη καθορισθείσας χρονικής διάρκειας, με θέμα την "Εισαγωγή στις Αρχές και Πρακτική της Διοίκησης".
β) Πιστοποιητικό του London Chamber of Commerce, ημερ. 1969, στη λογιστική (book-keeping) ενδιάμεσου επιπέδου.
γ) Πιστοποιητικό του Κυπριακού Palace College, ημερ. 12 Μαρτίου 1991, για την παρακολούθηση μαθημάτων Αγγλικής για επαγγελματικούς σκοπούς (Professional English) από 11 Δεκεμβρίου 1990 έως 7 Μαρτίου 1991.
Ο συνήγορος της Επιτροπής εισηγήθηκε ότι η πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας αναδεικνυόταν από αυτά τα πιστοποιητικά ή τουλάχιστο ότι αυτά αποτελούσαν επαρκή στοιχεία από τα οποία "η Επιτροπή εύλογα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν κάτοχος πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας". Πρόσθεσε δε ότι κατά τη συνεδρία της 3 Νοεμβρίου 1995 η Επιτροπή, πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, ερεύνησε τα προσόντα των υποψηφίων με αποτέλεσμα να αποκλείσει ορισμένους.
Εκείνο που φαίνεται να έγινε κατά τη συνεδρίαση ημερ. 3 Νοεμβρίου 1995 είναι ότι το διοικητικό συμβούλιο πρώτα εξέτασε την ορθότητα της μη συμπερίληψης είκοσι πέντε προσώπων στον κατάλογο υποψηφίων, στη βάση των λόγων που εκτίθεντο έναντι των αντίστοιχων ονομάτων τους σε έγγραφο το οποίο είχε ετοιμάσει η διεύθυνση και έπειτα εξήγησε, με αναφορά στον κατάλογο υποψηφίων, ότι και ένας από εκείνους δεν κατείχε τα προσόντα. Παραθέτω το σχετικό μέρος του πρακτικού:
"Το Διοικητικό Συμβούλιο αφού διεξήλθε το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Επαρχιακού Διευθυντή, μελέτησε τον Πίνακα των υποψηφίων με αρ. 4, αρ. φακ. 4.2.13 της 20.10.1995, που ετοίμασε η Διεύθυνση και ομόφωνα αποφάσισε ότι:
α) Οι δεκαοκτώ υπάλληλοι με αρ. 1-18 δεν μπορούν να θεωρηθούν υποψήφιοι, γιατί δεν πληρούν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης και οι υπόλοιποι επτά με αριθμό 19-25 που αποποιήθηκαν οποιασδήποτε προαγωγής με βάση τη Σύμβαση του 1994, θα ληφθούν υπόψη γιατί οι διατάξεις της συλλογικής σύμβασης δεν ανατρέπουν τα δικαιώματα που έχουν οι υπάλληλοι δυνάμει των Σχεδίων Υπηρεσίας.
β) Ακολούθως το Διοικητικό Συμβούλιο αφού μελέτησε τον κατάλογο των υποψηφίων αρ. φακ. 4.2.13 της 31.10.95, Πίνακας 3, που ετοίμασε η Διεύθυνση διαπίστωσε ότι ο Ανδρέας Βαρνάβα, Αρχιεπιθεωρητής Σιτηρών, δεν μπορεί να θεωρηθεί υποψήφιος γιατί τα τυπικά του προσόντα, πτυχίο, μεταπτυχιακός τίτλος και Διδακτορικός τίτλος δεν είναι στα θέματα που περιλαμβάνονται στα προσόντα 1(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας και δεν καλύπτει τα εναλλακτικά προσόντα 1(β) αφού δεν κατέχει πιστοποιητικό στη Λογιστική. Επίσης ο Α. Βαρνάβα δεν καλύπτεται από τις σημειώσεις 1 και 2 του Σχεδίου, γιατί η ημερομηνία διορισμού του στην ΕΣΚ είναι η 1.9.1984."
Δεν παρίσταται ανάγκη να εκφέρω άποψη αναφορικά με το κατά πόσο η Επιτροπή θα μπορούσε, με βάση τα πιστοποιητικά που περιέγραψα, εύλογα να είχε καταλήξει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Κι αυτό διότι, όπως υπογράμμισε η Ολομέλεια στη Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145:
"..... δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αναζήτηση και ο προσδιορισμός της σημασίας της κατοχής τους. Αυτό έπρεπε να ερευνηθεί διοικητικά και τέτοια έρευνα δεν διεξάχθηκε."
Είναι νομίζω χρήσιμο να παραθέσω και τα εν συνεχεία σχόλια της Ολομέλειας σχετικά με τα πιστοποιητικά στα οποία είχε γίνει εκεί επίκληση:
"Στοιχεία ως προς το τί σημαίνει η περιγραφή του πρώτου πιστοποιητικού της Λ. Καουτζάνη ως "lower", δεν αναζητήθηκαν και δεν υπάρχουν. Ούτε και καταφαίνεται επισήμανση ή έρευνα και πολύ λιγότερο, προβληματισμός από το γεγονός ότι στο πιστοποιητικό T.O.E.F.L. της ίδιας, αναγράφεται πως δεν διεξάχθηκε γραπτή δοκιμασία (writing test not administered). Ισχύουν τα ίδια και ως προς το Intermediate της Ε. Ρωσσίδου-Παπακυριακού αλλά και ως προς το ίδιο το GCE Ordinary Level, (Grade C) που κατείχε. Αλλά και για το First Certificate του Γ. Παπαϊωάννου και το πιστοποιητικό επιτυχίας στις εξετάσεις του British Council "English Language Testing Service Test". Επίσης για το επίπεδο γνώσης που συνεπάγεται η επιτυχία του Μ. Ευαγγέλου στο μάθημα της αγγλικής στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Πολύ περισσότερο ισχύουν αναφορικά με τα ιδιωτικά φροντιστήρια στα οποία φοίτησαν οι Π. Κυριακίδου και Μ. Ευαγγέλου αφού δεν ερευνήθηκε η υπόσταση και το επίπεδό τους ώστε να ήταν δυνατή η εκτίμηση ως προς το αξιόπιστο των αποτελεσμάτων που βεβαιώνουν."
(Βλ. σχετικά και την παράλληλη απόφαση της Ολομέλειας στη Χριστοδουλίδου ν. Ε.Δ.Υ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 1.)
Δεν υπάρχει εν προκειμένω καμιά απολύτως ένδειξη ότι η Επιτροπή κατεύθυνε την προσοχή της στην ανάγκη διερεύνησης και προσδιορισμού της σημασίας των σχετικών πιστοποιητικών. Ούτε άλλωστε καταγράφτηκε οποιαδήποτε άποψη. Από μόνο του το ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο θεωρήθηκε να κατείχε το εν λόγω προσόν δεν είναι δυνατό να υποτεθεί ότι η Επιτροπή έπραξε ό,τι όφειλε να είχε πράξει ως προς αυτό το ζήτημα. Προκύπτει λοιπόν λόγος για ακύρωση. Ενόψει της φύσης του οποίου θα ήταν άτοπο να επεκταθώ σε ο,τιδήποτε περαιτέρω.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Επιδικάζεται υπέρ εκάστου των αιτητών και εναντίον της Επιτροπής, το 1/4 των εξόδων. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.