ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 4 ΑΑΔ 276

27 Απριλίου, 1998

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1. ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΛΟΧΙΑΣ 1050,

2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΛΟΧΙΑΣ 155,

3. ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΦΡΑΙΜ, ΛΟΧΙΑΣ 146,

4. ΦΕΙΔΙΑΣ ΠΕΡΑΤΙΚΟΥ, ΛΟΧΙΑΣ 1442,

5. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΤΕΝΑ, ΛΟΧΙΑΣ 943,

6. ΣΙΜΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΛΟΧΙΑΣ 2494,

7. ΚΩΣΤΑΣ ΖΕΡΒΟΥ, ΛΟΧΙΑΣ 1447,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ

2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Yπόθεση Aρ. 215/90)

 

Διοικητικό Δίκαιο ― Πρακτικά ― Tήρηση ―�Eίναι ανεπιθύμητο να γίνεται με τρόπο που παρέχει τη δυνατότητα αλλοίωσής τους ― Mόνη η χρήση μολυβιού δεν αποδεικνύει όμως άνευ ετέρου την ύπαρξη αλλοίωσης.

Διοικητικό Δίκαιο ― Διοικητική πράξη ―�Aιτιολογία ―�Δυνατότητα συμπλήρωσής της από στοιχεία του διοικητικού φακέλου ―�Όροι.

Διοικητικό Δίκαιο ― Συλλογικά όργανα ―�Eξαίρεση μέλους ― Tο ζήτημα της αναγκαιότητας πλήρους εξαιρέσεως μέλους διορίζοντος ή αξιολογούντος οργάνου σε περίπτωση συγγένειάς του με υποψήφιο.

Aστυνομική Δύναμη Kύπρου ―�Aξιωματικοί ― Προαγωγές ―�Προαιρετική η καταγραφή των απόψεων των υπευθύνων Aξιωματικών.

Aστυνομική Δύναμη Kύπρου ―�Aξιωματικοί ―�Προαγωγές ―�Aναπληρωτικοί διορισμοί και διορισμοί επ' ανδραγαθία κ.τ.ό. ― Όροι και όρια της διακριτικής ευχέρειας του Aρχηγού.

Aστυνομική Δύναμη Kύπρου ― Aξιωματικοί ―�Προαγωγές ― Tο ζήτημα της απαιτούμενης έγκρισης του Yπουργού ― Aιτιολογημένη ή μονολεκτική έγκριση ―�Nομολογιακά πορίσματα και η υπό κρίση υπόθεση.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Έννομο συμφέρον ―�Eιδικά το έννομο συμφέρον Aξιωματικού της Aστυνομικής Δύναμης Kύπρου να προσφύγει κατά προαγωγής ενώ ο ίδιος δεν είχε περιληφθεί στον κατάλογο συστηθέντων προς προαγωγή ― Διαφοροποίηση από τα ισχύοντα περί δημοσίων υπαλλήλων.

Oι αιτητές αμφισβήτησαν νομιμότητα της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών σε Yπαστυνόμους.

Tο Aνώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Είναι ορθό ότι η τήρηση πρακτικών με τρόπο που παρέχεται η δυνατότητα τροποποίησής τους σε αργότερο στάδιο είναι ανεπιθύμητη.

    Το βάρος της απόδειξης ότι μια συγκεκριμένη αναφορά σε ένα έγγραφο έχει αλλοιωθεί το έχει ο αιτητής που πρέπει να παρουσιάσει στοιχεία ή μαρτυρία που θα επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς του.  Στην παρούσα περίπτωση ο προβαλλόμενος ισχυρισμός είναι αόριστος χωρίς να συνοδεύεται από εισήγηση ή μαρτυρία για συγκεκριμένες αλλοιώσεις. Οι απόψεις του υπεύθυνου Αξιωματικού υπό τις διαταγές του οποίου υπηρετεί ο αξιολογούμενος Αξιωματικός έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 6(2) των Κανονισμών.  Σημασία έχει το περιεχόμενο της έκθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης, την αντικειμενικότητα του οποίου δεν προσβάλλουν οι αιτητές.  Εφόσον δε δεν έχουν προβληθεί στοιχεία ή μαρτυρία που να δημιουργούν αμφιβολίες για την ορθή καταγραφή των απόψεων των αρμόδιων Αξιωματικών, η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή αφού η αυθεντικότητα των πρακτικών παραμένει.

2. Η αιτιολογία που έχει δοθεί μπορεί να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο των σχετικών φακέλων και όλων εκείνων των στοιχείων που αφορούν τα ενδιαφερόμενα μέρη.  Η δυνατότητα αναφοράς καθίσταται δυνατή μόνο όταν τα στοιχεία αυτά είναι στενά συνδεδεμένα με την απόφαση που λήφθηκε.

    Τα στοιχεία που υπάρχουν υποδεικνύουν ότι η σχετική απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή. Μια προσεκτική εξέταση τους δείχνει ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι είχαν συγκεντρώσει ψηλότερη βαθμολογία σε σύγκριση με τους αιτητές που προσβάλλουν το κύρος της απόφασης προαγωγής τους. Συνεπακόλουθα η γενικότερη αιτιολογία προκύπτει από το σύνολο των εγγράφων που είχαν τεθεί ενώπιον των αρμόδιων οργάνων.

3. Είναι η θέση των αιτητών ότι η ενέργεια του Προέδρου του Συμβουλίου Κρίσης να αποσυρθεί όταν θα εξεταζόταν προσωπικά η Μ. Φραντζή λόγω συγγένειας και η επιστροφή του μετά τη συμπλήρωση της συνέντευξης, επέφερε αλλοίωση στη σύνθεση του Συμβουλίου Κρίσης, που καθιστά την απόφαση που εκδόθηκε άκυρη.

    Στην υπόθεση Ιωσήφ Αντωνίου v. Δημοκρατίας (1992) 4 A.A.Δ. 4520, ένα από τα μέλη του Συμβουλίου δεν έλαβε μέρος στην αξιολόγηση ενός υποψηφίου γιατί ο τελευταίος ήταν αδελφός του.

    Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης είναι όμοια με τα γεγονότα της υπόθεσης Αντωνίου v. Δημοκρατία (πιο πάνω). Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Κρίσης ορθά απεχώρησε όταν θα εξεταζόταν προσωπικά η κα Φραντζή. Δεν υπάρχει μαρτυρία ότι η συγγένεια αυτή είχε οποιαδήποτε επίδραση στη διαδικασία που επακολούθησε ούτε και ότι η λειτουργία του Συμβουλίου είχε επηρεασθεί από την απουσία του Προέδρου.

4. Έχει αποφασιστεί ότι η καταγραφή των απόψεων των υπεύθυνων Αξιωματικών για υφισταμένους δεν είναι υποχρεωτική. Η καταγραφή όμως δεν αποκλείεται και το αρμόδιο διοικητικό όργανο έχει την ευχέρεια να επιλέξει τα μέσα για την καταγραφή.

5. Ο Αρχηγός έχει το δικαίωμα να διορίσει ένα μέλος της Δύναμης να ενεργεί σε θέση που έχει κενωθεί (σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν. 14 της Κ.Δ.Π. 51/89) και να προαγάγει ένα άλλο για ανδραγαθία ή ιδιαίτερη ικανότητα ή για ιδιάζουσα κλίση σε ειδική εργασία (σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν. 9(β) της Κ.Δ.Π. 52/89) πάντα σύμφωνα με την έγκριση του αρμόδιου Υπουργού. Το δικαίωμα αυτό επαφίεται στην απόλυτη κρίση του Αρχηγού και ο μόνος περιορισμός που προβάλλεται είναι ότι στην περίπτωση των προαγωγών σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν. 9(β), ο αριθμός τους δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% των θέσεων που θα πληρωθούν.

    Ανεξάρτητα από την πιθανότητα δημιουργίας πλεονεκτήματος για μελλοντικές προαγωγές, οι Κανονισμοί δίνουν το δικαίωμα στον Αρχηγό να προβεί στις προαγωγές που καθορίζονται.

6. Είναι η θέση των αιτητών ότι στο ειδικό Έντυπο Αξιολόγησης πάνω στο οποίο βασίστηκε το Συμβούλιο Κρίσης για την αξιολόγηση των υποψηφίων δεν υπάρχει η έγκριση του Υπουργού όπως προνοεί ο Κανονισμός 8(4) της Κ.Δ.Π. 52/89. Η εισήγηση αυτή δεν μπορεί να ευσταθήσει. Έχει κατατεθεί ως τεκμήριο έγγραφο το οποίο φέρει την υπογραφή του Υπουργού Εσωτερικών με τη σημείωση "εγκρίνεται". Τούτο προϋποθέτει ότι η σχετική έγκριση είχε δοθεί.

7. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 13(Α) του Νόμου τα μέλη της Δύναμης "προάγονται από τον Αρχηγό, τη εγκρίσει του Υπουργού".  Έχει ήδη αναφερθεί ότι ο Αρχηγός αξιολόγησε και εκτίμησε όλα τα στοιχεία των συστηθέντων για προαγωγή και αφού ετοίμασε την έκθεση του την υπέβαλε στον Υπουργό προς έγκριση.  Ο Υπουργός με σχετική σημείωση του αναφέρει ότι αφού έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία που είχαν παρουσιαστεί ενώπιον του από τον Αρχηγό, εγκρίνει τις προτεινόμενες προαγωγές. Η σημείωση στο σχετικό έγγραφο ότι η έκθεση εγκρίνεται δεν χρειάζεται οποιαδήποτε αιτιολογία. Η έγκριση μπορεί να παραθέτει τους λόγους για τους οποίους παρέχεται αλλά μπορεί να είναι ακόμα και μονολεκτική.  Η μονολεκτική έκφραση της απόφασης του αρμόδιου οργάνου δεν την καθιστά τρωτή αφού στην πραγματικότητα εγκρίνει και υιοθετεί τα όσα συμπεριλαμβάνει η σχετική απόφαση.

8. Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι οι αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν ότι οι διαδικασίες που οδήγησαν στον καθορισμό των Αξιωματικών που συστήθηκαν για προαγωγή είναι νομικά τρωτές.

    Συνεπακόλουθα η μη συμπερίληψη των αιτητών 2, 3, 4, 6 και 7 στο σχετικό κατάλογο των υποψήφιων για προαγωγή τους αποστερεί το δικαίωμα του έννομου συμφέροντος.

9. Η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης μπορεί να εξαχθεί από το σύνολο των εγγράφων που υπήρχαν ενώπιον των αρμόδιων οργάνων. Μια προσεκτική εξέταση όλων των πιο πάνω δείχνει ότι η σχετική απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή.

H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Vasiliou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 220,

Ι.Γ. Μακρή Κτηματική Λτδ. v. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 56,

Αντωνίου v. Δημοκρατία (1992) 4 Α.Α.Δ. 4520,

Χριστοδουλίδης v. Δημοκρατίας (1986) 3 Α.Α.Δ. 637,

Παμπακάς v. Α.Η.Κ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 1195,

Στυλιανού v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2556,

Mobil Oil (Cyprus) Ltd. v. Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3270,

Ττοουλιάς v. Δημοκρατίας (1983) 3 C.L.R. 465,

Χατζηχριστοδούλου v. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.ΑΔ. 1928,

Σοφοκλέους v. Δημοκρατίας(1994) 4 Α.Α.Δ. 1590.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση του Yπαστυνόμου αντί του αιτητή.

Π. Αγγελίδης, για τους Aιτητές.

Μ. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Kαθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

HΛIAΔHΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές προσβάλλουν την προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών Κ. Παπανικολάου, Α. Παναγιώτου, Α. Τζάμμα, Λ. Σιημητρά, Α. Χριστοφόρου, Ε. Σολωμού, Α. Χαραλάμπους, Α. Χ''Ιωάννου,  Κ. Γερμανού, Α. Ιατρόπουλου, Χ. Μαύρου, Μ. Παπαγεωργίου, Μ. Φραντζή, Φ. Ιωαννίδη, Α. Λαμπρινού, Ι. Λοϊζίδη, Α. Αντωνιάδη, Α. Καρυόλαιμου, Γ. Περικλέους και Σ. Κόκκινου στη θέση του Υπαστυνόμου που δημοσιεύθηκε στο Εβδομαδιαίο Δελτίο της Αστυνομίας στις 8/1/90.

Η εκδίκαση της υπόθεσης έχει καθυστερήσει αρκετά. Εκκρεμεί από το 1990. Δεν θέλω να υπεισέλθω στους λόγους που έχουν οδηγήσει στη μεγάλη αυτή καθυστέρηση που αναμφίβολα πλήττει το κύρος της δικαιοσύνης. Η υπόθεση τέθηκε ενώπιόν μου για πρώτη φορά στις 11/4/97. Προσπάθησα να επισπεύσω τη διαδικασία. Όμως η σύνδεση της με άλλες 11 παρόμοιες προσφυγές, ο μεγάλος αριθμός των ενδιαφερόμενων μερών που επέβαλλε την εξέταση των προσωπικών τους φακέλων, τα πολλά νομικά θέματα που εγείρονται, ο διαχωρισμός μερικών από αυτά, η απόσυρση μερικών από τις υπόλοιπες προσφυγές καθυστέρησαν για ακόμα ένα μικρό χρονικό διάστημα τη συμπλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας. Η υπόθεση είχε οριστεί για διευκρινίσεις στις 3/3/97. Μετά την κατάθεση έξι επιπρόσθετων τεκμηρίων στις 3/3/97 η υπόθεση ορίστηκε ξανά για διευκρινίσεις στις 28/4/97. Λόγω όμως της μεγάλης καθυστέρησης που παρατηρήθηκε στην εκδίκαση της απεφάσισα να επισπεύσω και να δώσω τη σχετική απόφαση στις 27/4/98.

(1) Η διαδικασία πλήρωσης της θέσης

Οι προαγωγές διενεργήθηκαν από τον Αρχηγό της Αστυνομίας (καθ'ου η αίτηση 2) με την έγκριση του Υπουργού Εσωτερικών (καθ'ου η αίτηση 1) σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 13Α του περί Αστυνομίας Νόμου, όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 6 του Νόμου 69/87 και άρθρο 3 του Νόμου 27/89.  Για την πλήρωση των θέσεων ακολουθήθηκε η διαδικασία που προβλέπεται με τους περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμούς του 1989 (Κ.Δ.Π. 52/89).

Για τις προαγωγές που προσβάλλονται αρχικά ο Υπουργός Εσωτερικών διόρισε στις 25/10/89 τους Α. Ποταμάρη, Η. Φράγκο και Α. Σεϊμένη ως τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 6 των Κανονισμών.  Οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα της Επιτροπής Αξιολόγησης συμπεριλαμβάνουν τη μελέτη των προσωπικών φακέλων και των ατομικών δελτίων των υποψηφίων και την αξιολόγηση τους με βάση τα προσόντα που αναφέρονται στον Κανονισμό 3 και των υπόλοιπων στοιχείων που καθορίζει ο Νόμος 6(2) και τη σύνταξη Έκθεσης Αξιολόγησης ξεχωριστά για τον κάθε ένα υποψήφιο. Η πιο πάνω έκθεση παραδίνεται στον Αστυνομικό Διευθυντή της επαρχίας ή της μονάδας στην οποία υπηρετεί ο υποψήφιος. Στην παρούσα περίπτωση το πρακτικό της Επιτροπής Αξιολόγησης αναφέρει ρητά ότι εξέτασε τα επίσημα στοιχεία που αναφέρονται στους αιτητές και προέβη στην αξιολόγηση ενός εκάστου των υποψηφίων που αξιολογήθηκαν με βάση τα υπηρεσιακά τους κριτήρια μέσα στα πλαίσια που καθορίζει ο Κ.6(2).

Ακολούθως η Έκθεση Αξιολόγησης υποβλήθηκε στο Συμβούλιο Κρίσης, που είναι το επόμενο όργανο που επιλαμβάνεται της εξέτασης των υποψηφίων στη διαδικασία προαγωγών.  Το Συμβούλιο Κρίσης που απαρτίζεται από τον Υπαρχηγό και δύο Ανώτερους Αξιωματικούς της Αστυνομίας καλεί τους υποψηφίους σε προσωπικές συνεντεύξεις πάνω σε θέματα αστυνομικής πρακτικής εφαρμογής των γενικών γνώσεων για επίκαιρα γεγονότα ή γεγονότα που αφορούν την Κύπρο.  Ακολούθως το Συμβούλιο Κρίσης αφού μελετήσει το περιεχόμενο των φακέλων των υποψηφίων, τα ατομικά τους δελτία, τις εκθέσεις της Επιτροπής Αξιολόγησης και τα αποτελέσματα των προσωπικών συνεντεύξεων, αξιολογεί και βαθμολογεί τους υποψηφίους και καταρτίζει πίνακα που περιέχει τα ονόματα των Αξιωματικών που συστήνονται για προαγωγή κατά αλφαβητική σειρά. Στην παρούσα περίπτωση το Συμβούλιο Κρίσης που συστάθηκε στις 21/11/89 και απαρτιζόταν από τους Α. Οικονόμου, Κ. Κλεάνθους και Α. Δημητριάδη, κάλεσε όλους τους υποψηφίους σε προσωπική συνέντευξη σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κ.8(2) και ακολούθως προέβη στην αξιολόγηση των υποψηφίων πάνω σε ειδικό έντυπο που είχε προηγουμένως εγκριθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 8(4). Όπως διαφαίνεται από το περιεχόμενο του εντύπου, η αξιολόγηση έγινε αφού λήφθηκαν υπόψη τα συγκεκριμένα προσόντα και οι ιδιότητες των υποψηφίων που βαθμολογήθηκαν με εκατοστιαίες μονάδες ανάλογα με την προκαθορισμένη βαρύτητα που έπρεπε να αποδοθεί σε κάθε στοιχείο στο έντυπο.

Στην προκείμενη περίπτωση το Συμβούλιο Κρίσης ετοίμασε το σχετικό κατάλογο των υποψηφίων που μεταβιβάστηκε στον Αρχηγό.  Τα ονόματα τους καταχωρήθηκαν κατά αλφαβητική σειρά.  Οι αιτητές 2, 3, 4, 6 και 7 δεν συμπεριλήφθηκαν στους συστηθέντες.

Ο Αρχηγός Αστυνομίας ετοίμασε συγκριτικό πίνακα όσων Αξιωματικών συστήθηκαν από το Συμβούλιο Κρίσης κατά σειρά επιτυχίας, σύμφωνα με τη βαθμολογία που είχε πάρει ο κάθε υποψήφιος, αφού συμπεριέλαβε σε αυτόν και τα στοιχεία της αρχαιότητας, των επιπρόσθετων προσόντων και του πλεονεκτήματος, όπως προβλέπεται από τους Κανονισμούς 3(3) και 11(2).  Αφού δε έλαβε υπόψη και όλα τα στοιχεία που αναφέρονταν στα σχετικά έντυπα και στον προσωπικό φάκελο του κάθε υποψηφίου αξιολόγησε και συνεκτίμησε όλα τα πιο πάνω στο σύνολο τους και με κριτήρια την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα έκρινε τους Αξιωματικούς που θα έπρεπε να προαχθούν. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας προλογίζει ως ακολούθως την πρόθεση του να προάξει τους ενδιαφερόμενους:

"Αφού έλαβα υπόψη όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στα σχετικά έντυπα και στον Προσωπικό Φάκελο (Καρτέλλα) κάθε υποψηφίου, τα οποία συναποστέλλονται, αξιολόγησα και συνεκτίμησα όλα αυτά στο σύνολο τους, με κριτήρια την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, πάντοτε μέσα στο πνεύμα και γράμμα του Κανονισμού 3. Με βάση την αξιολόγηση αυτή έκρινα ότι οι παρακάτω υπερέχουν των άλλων υποψηφίων και σύμφωνα με τις εξουσίες που μου παρέχει το εδάφιο (1) του άρθρου 13Α του περί Αστυνομίας Νόμου Κεφ. 285, προτίθεμαι να τους προάξω αφού έχω την έγκριση σας, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο." (Ακολουθούν τα 47 ονόματα των υποψηφίων που είχαν επιλεγεί.)

Ακολούθως ο Αρχηγός Αστυνομίας απέστειλε στον Υπουργό Εσωτερικών σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 13 όλα τα σχετικά έγγραφα για κάθε υποψήφιο με τις συστάσεις του για τις προαγωγές και ο Υπουργός Εσωτερικών με σχετικό σημείωμα του ημερομηνίας 30/12/89, αφού έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του από τον Αρχηγό, ενέκρινε τις σχετικές προαγωγές που είχε εισηγηθεί ο Αρχηγός Αστυνομίας.  Η σχετική πράξη της προαγωγής δημοσιεύθηκε στις 8/1/90.

Οι αιτητές προσβάλλουν την εγκυρότητα των προαγωγών για διάφορους λόγους. Μερικοί αναφέρονται στη διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής Αξιολόγησης και του Συμβουλίου Κρίσης που προηγήθηκε της απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών. Άλλοι αναφέρονται στη διαδικασία έγκρισης των προαγωγών από τον Υπουργό Εσωτερικών. Επειδή η εγκυρότητα της τελικής απόφασης βασίζεται πάνω στη νομιμότητα των διαδικασιών που υιοθετήθηκαν ενώπιον της Επιτροπής Αξιολόγησης από το Συμβούλιο Κρίσης, κρίνω σκόπιμο να εξετάσω σε πρώτο στάδιο κατά πόσο το θεμέλιο της τελικής απόφασης είναι νομικά τρωτό. Αν βρεθεί ότι το θεμέλιο πάσχει και είναι νομικά τρωτό εξυπακούεται ότι η τελική απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί. Προς τούτο θα προχωρήσω να εξετάσω ξεχωριστά τους λόγους που προβλήθηκαν για την αμφισβήτηση της εγκυρότητας των διαδικασιών που οδήγησαν στη λήψη της σχετικής απόφασης.

(1)  Χρήση μολυβιού αντί μελάνης

Είναι η θέση των αιτητών ότι η ύπαρξη μιας αξιολόγησης στο έγγραφο της 23/11/89 (Παράρτημα Ζ της ένστασης) με μελάνι (της Επιτροπής Αξιολόγησης) και μιας άλλης με μολύβι (του υπεύθυνου Αξιωματικού) παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, αφού οι αναφορές με το μολύβι επιδέχονται αλλοιώσεις σε αντίθεση με τις αναφορές με το μελάνι που παραμένουν σταθερές.  Είναι ορθό ότι η τήρηση πρακτικών με τρόπο που παρέχεται η δυνατότητα τροποποίησης τους σε αργότερο στάδιο είναι ανεπιθύμητη.

Το βάρος της απόδειξης ότι μια συγκεκριμένη αναφορά σε ένα έγγραφο έχει αλλοιωθεί το έχει ο αιτητής που πρέπει να παρουσιάσει στοιχεία ή μαρτυρία που θα επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς του.  Στην παρούσα περίπτωση ο προβαλλόμενος ισχυρισμός είναι αόριστος χωρίς να συνοδεύεται από εισήγηση ή μαρτυρία για συγκεκριμένες αλλοιώσεις.  Οι απόψεις του υπεύθυνου Αξιωματικού υπό τις διαταγές του οποίου υπηρετεί ο αξιολογούμενος Αξιωματικός έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6(2) των Κανονισμών. Σημασία έχει το περιεχόμενο της έκθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης, την αντικειμενικότητα του οποίου δεν προσβάλλουν οι αιτητές. Εφόσον δε δεν έχουν προβληθεί στοιχεία ή μαρτυρία που να δημιουργούν αμφιβολίες για την ορθή καταγραφή των απόψεων των αρμόδιων Αξιωματικών, η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή αφού η αυθεντικότητα των πρακτικών παραμένει.

(2) Έλλειψη αιτιολογίας

Οι αιτητές εισηγούνται ότι οι αποφάσεις των καθ'ων η αίτηση πάσχουν από έλλειψη αιτιολογίας αφού λείπουν από αυτές τα στοιχεία εκείνα που θα παρείχαν στο Δικαστήριο την ευχέρεια να ελέγξει τη νομιμότητα των διοικητικών πράξεων. Για την προσβαλλόμενη απόφαση ο Αρχηγός της Αστυνομίας, αφού έλαβε υπόψη του όλα τα στοιχεία που περιείχαν τα έντυπα της Επιτροπής Αξιολόγησης και του Συμβουλίου Κρίσης, όπως επίσης και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων, προέβηκε σε μια συνεκτίμηση και ετοίμασε ένα συγκριτικό πίνακα από τον οποίο κατέληξε στα συμπεράσματα του ως προς τους συγκεκριμένους υποψηφίους που έπρεπε να προαχθούν. Ο συγκριτικός αυτός πίνακας αντικατοπτρίζει την αξιολόγηση και την αιτιολογία των προσβαλλόμενων προαγωγών, που τελικά εγκρίθηκαν από τον Υπουργό Εσωτερικών.  Η αιτιολογία που έχει δοθεί μπορεί να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο των σχετικών φακέλων και όλων εκείνων των στοιχείων που αφορούν τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η δυνατότητα αναφοράς καθίσταται δυνατή μόνο όταν τα στοιχεία αυτά είναι στενά συνδεδεμένα με την απόφαση που λήφθηκε. (Βλ. Vasiliou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 220.) Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Ι.Γ. Μακρή Κτηματική Λτδ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 56,

"Οπου αιτιολογείται η απόφαση με αναφορά στα στοιχεία που διερευνήθηκαν, μπορεί το Δικαστήριο να αναφερθεί στα στοιχεία αυτά, για να διαπιστώσει αν ήταν κατά λογική συνέπεια εφικτό για την αρχή να καταλήξει στην απόφαση στην οποία άχθηκε."

Τα στοιχεία που υπάρχουν υποδεικνύουν ότι η σχετική απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή. Μια προσεκτική εξέταση τους δείχνει ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι είχαν συγκεντρώσει ψηλότερη βαθμολογία σε σύγκριση με τους αιτητές που προσβάλλουν το κύρος της απόφασης προαγωγής τους.  Συνεπακόλουθα βρίσκω ότι η γενικότερη αιτιολογία προκύπτει από το σύνολο των εγγράφων που είχαν τεθεί ενώπιον των αρμόδιων οργάνων.

(3)       Απόσυρση μέλους του Συμβουλίου Κρίσης λόγω συγγένειας με υποψήφιο

Είναι η θέση των αιτητών ότι η ενέργεια του Προέδρου του Συμβουλίου Κρίσης να αποσυρθεί όταν θα εξεταζόταν προσωπικά η Μ. Φραντζή λόγω συγγένειας και η επιστροφή του μετά τη συμπλήρωση της συνέντευξης, επέφερε αλλοίωση στη σύνθεση του Συμβουλίου Κρίσης, που καθιστά την απόφαση που εκδόθηκε άκυρη.

Στην υπόθεση Ιωσήφ Αντωνίου v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4520, ένα από τα μέλη του Συμβουλίου δεν έλαβε μέρος στην αξιολόγηση ενός υποψηφίου γιατί ο τελευταίος ήταν αδελφός του. Στη σχετική απόφαση του το Δικαστήριο τόνισε μεταξύ άλλων και τα εξής:

"Ένα από τα μέλη του Συμβουλίου, συγκεκριμένα ο κ. Παπακώστας, δεν έλαβε μέρος στην αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου μέρους Παπακώστα λόγω συγγένειας (αδελφός) ................

Η νομολογία ορίζει ότι συγγένεια μέλους συλλογικού οργάνου προς υποψήφιο δεν υποδηλώνει αφ' εαυτής προκατάληψη .......

Έπεται ότι, στην απουσία θετικής μαρτυρίας ότι ο κ. Παπακώστας ήταν προκατειλημμένος υπέρ του αδελφού του, δε θεμελιώνεται λόγος για τον αποκλεισμό του από το Συμβούλιο κατά την κρίση του αδελφού του και κατά μείζονα λόγο των άλλων υποψηφίων.  Διαφυλάσσεται πάντοτε το δικαίωμα προσώπου το οποίο μετέχει συλλογικού οργάνου να αποκλίσει τον εαυτό του από συμμετοχή σε αξιολόγηση που αφορά άμεσα το συγγενή του εφόσον κρίνει τούτο αναγκαίο. Η απουσία του δεν κατέστησε αδύνατη τη λειτουργία του Συμβουλίου διότι παρέμειναν και μετείχαν κατά την αξιολόγηση του αδελφού του δύο από τα τρία μέλη. Η εισήγηση ότι η συμμετοχή του κ. Παπακώστα στην αξιολόγηση των άλλων υποψηφίων αφαίρεσε τα εχέγγυα αμεροληψίας του σώματος δεν ευρίσκει έρεισμα και απορρίπτεται. Ας σημειωθεί ότι η αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου ήταν ατομική. Το Συμβούλιο άλλωσε δεν ασκεί αποφασιστική αρμοδιότητα για την επιλογή των υποψηφίων.  Το έργο του περιορίζεται στην προσωπική αξιολόγηση ενός εκάστου υποψηφίου. Η τελική σύσταση για αριθμό υποψηφίων διπλάσιο των κενών θέσεων έγινε αποκλειστικά με βάση τη βαθμολογία τους."

Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης είναι όμοια με τα γεγονότα της υπόθεσης Αντωνίου v. Δημοκρατία (πιο πάνω). Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Κρίσης ορθά απεχώρησε όταν θα εξεταζόταν προσωπικά η κα Φραντζή. Δεν υπάρχει μαρτυρία ότι η συγγένεια αυτή είχε οποιαδήποτε επίδραση στη διαδικασία που επακολούθησε ούτε και ότι η λειτουργία του Συμβουλίου είχε επηρεασθεί από την απουσία του Προέδρου. Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

(4) Μη καταγραφή των απόψεων των Αστυνομικών Διευθυντών

Οι αιτητές τονίζουν ότι οι απόψεις που εξέφρασαν οι Αστυνομικοί Διευθυντές στην Επιτροπή Αξιολόγησης δεν είχαν καταγραφεί και δεν μπορεί να εξακριβωθεί κατά πόσο λήφθηκαν υπόψη και κατά πόσο έχουν επηρεάσει τη διαμόρφωση της Έκθεσης Αξιολόγησης. Έγινε προς τούτο σχετική αναφορά στις αποφάσεις Χριστοδουλίδης ν. Δημοκρατίας (1986) 3 Α.Α.Δ. 637 και Παμπακάς ν. Α.Η.Κ. (1989) 3 A.A.Δ. 1195. Είναι η εισήγηση των αιτητών ότι η μη καταγραφή των πρακτικών δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε ακυρότητα της όλης διαδικασίας.

Ο ισχυρισμός αυτός των αιτητών δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.  Έχει αποφασιστεί ότι η καταγραφή των απόψεων των υπεύθυνων Αξιωματικών για υφισταμένους δεν είναι υποχρεωτική. Η καταγραφή όμως δεν αποκλείεται και το αρμόδιο διοικητικό όργανο έχει την ευχέρεια να επιλέξει τα μέσα για την καταγραφή.  (Ίδε Στυλιανού ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2556).

(5)       Αντικανονική πλήρωση 50 θέσεων Υπαστυνόμων με τους Καν. 4, 5, 6, 7, 8 και 9(β) και 2 με τον Καν. 14

Ο Τακτικός Προϋπολογισμός επέτρεπε την πλήρωση 52 θέσεων στο βαθμό του Υπαστυνόμου, από τους οποίους 47 θα έπρεπε να πληρωθούν με βάση τους Καν. 4, 5, 6, 7 και 8 της Κ.Δ.Π. 52/89 και 5 με βάση τον Καν. 9(β) της Κ.Δ.Π. 51/89. Είναι αποδεκτό και από τις δύο πλευρές ότι έγιναν

 (i) 47 προαγωγές με τους Καν. 4, 5, 6, 7 και 8· και

(ii) 3 προαγωγές με τον Καν. 9(β).

Οι υπόλοιπες δύο θέσεις συμπληρώθηκαν με την προαγωγή 4 Λοχίων σε Αναπληρωτές Υπαστυνόμους που έγιναν από τον Αρχηγό σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν. 14 της Κ.Δ.Π. 51/89.  Είναι η θέση των αιτητών ότι οι δύο αυτές προαγωγές είναι άκυρες γιατί έγιναν κατά παράβαση των Κανονισμών 4, 5, 6, 7 και 8 αφού μπορεί να προσδίδουν πλεονεκτήματα σε μελλοντικές προαγωγές.

Τα άρθρα 4, 5, 6, 7 και 8 της Κ.Δ.Π. 52/89 καθορίζουν τη διαδικασία προαγωγής όπως έχει περιγραφεί πιο πάνω. Ο Καν. 9(β) παρέχει το δικαίωμα στον Αρχηγό να προαγάγει μέχρι τη θέση του Υπαστυνόμου μέλη της Αστυνομικής Δύναμης για ανδραγαθία ή για επίδειξη ιδιαίτερης ικανότητας ή κατοχής ιδιάζουσας κλίσης σε ειδική εργασία, νοουμένου ότι τέτοιες προαγωγές δεν θα υπερβαίνουν το 10% των θέσεων που θα πληρωθούν.

Ο Κανονισμός 14 της Κ.Δ.Π. 51/89 παρέχει το δικαίωμα στον Αρχηγό, όταν κενώνεται θέση για οποιοδήποτε λόγο ή όταν ο κάτοχος της θέσης απουσιάζει με άδεια ή τελεί σε ανικανότητα να διορίζει για περιορισμένη περίοδο που δεν θα υπερβαίνει τα δύο χρόνια, ένα μέλος της Δύναμης για να ενεργεί αναπληρωματικά στη θέση αυτή.

Έχω εξετάσει προσεκτικά την εισήγηση και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.  Ο Αρχηγός έχει το δικαίωμα να διορίσει ένα μέλος της Δύναμης να ενεργεί σε θέση που έχει κενωθεί (σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν. 14 της Κ.Δ.Π. 51/89) και να προαγάγει ένα άλλο για ανδραγαθία ή ιδιαίτερη ικανότητα ή για ιδιάζουσα κλίση σε ειδική εργασία (σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν. 9(β) της Κ.Δ.Π. 52/89) πάντα σύμφωνα με την έγκριση του αρμόδιου Υπουργού. Το δικαίωμα αυτό επαφίεται στην απόλυτη κρίση του Αρχηγού και ο μόνος περιορισμός που προβάλλεται είναι ότι στην περίπτωση των προαγωγών σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν. 9(β), ο αριθμός τους δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% των θέσεων που θα πληρωθούν.

Ανεξάρτητα από την πιθανότητα δημιουργίας πλεονεκτήματος για μελλοντικές προαγωγές, οι Κανονισμοί δίνουν το δικαίωμα στον Αρχηγό να προβεί στις προαγωγές που καθορίζονται.

(6) Έλλειψη έγκρισης Υπουργού Εσωτερικών

Είναι η θέση των αιτητών ότι στο ειδικό Έντυπο Αξιολόγησης πάνω στο οποίο βασίστηκε το Συμβούλιο Κρίσης για την αξιολόγηση των υποψηφίων δεν υπάρχει η έγκριση του Υπουργού όπως προνοεί ο Κανονισμός 8(4) της Κ.Δ.Π. 52/89.  Η εισήγηση αυτή δεν μπορεί να ευσταθήσει. Έχει κατατεθεί ως τεκμήριο έγγραφο το οποίο φέρει την υπογραφή του Υπουργού Εσωτερικών με τη σημείωση "εγκρίνεται". Τούτο προϋποθέτει ότι η σχετική έγκριση είχε δοθεί.

(7) Αποποίηση διακριτικής ευχέρειας του Υπουργού Εσωτερικών

Είναι η θέση των αιτητών ότι η απλή έγκριση από τον Υπουργό Εσωτερικών της εισήγησης που είχε ετοιμαστεί από τον Αρχηγό της Αστυνομίας επιμαρτυρεί απλά την επισφράγιση απόφασης υφιστάμενου οργάνου και αποτελεί εγκατάλειψη ή αποποίηση της αρμοδιότητας του Υπουργού όπως προβλέπεται από το Νόμο.  Οι αιτητές επικαλούνται προς τούτο την απόφαση Mobil Oil (Cyprus) Ltd. v. Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3270, όπου τονίστηκε ότι η απλή έγκριση συστάσεων υφιστάμενου οργάνου χωρίς η ίδια η αρμόδια Αρχή να αντιμετωπίζει την επίλυση του θέματος απολήγει σε απεμπόληση και όχι άσκηση της κυριαρχικής εξουσίας. Το ίδιο θέμα εξετάστηκε στην υπόθεση Ττοουλιάς ν. Δημοκρατίας (1983) 3 C.L.R. 465, όπου τονίστηκε ότι η απλή έγκριση από τον Υπουργό έγγραφων συστάσεων για προαγωγές που είχαν ετοιμαστεί από το ΓΕΕΦ (χωρίς την ύπαρξη των έγγραφων συστάσεων που είχαν απωλεσθεί και χωρίς να δοθεί οποιοσδήποτε λόγος για την απώλεια τους) ισοδυναμούσε με απλή έγκριση από τον Υπουργό εισηγήσεων που είχαν ετοιμαστεί από τρίτα πρόσωπα, χωρίς οποιαδήποτε δυνατότητα ελέγχου του περιεχομένου των συστάσεων.

Οι πιο πάνω υποθέσεις διαφοροποιούνται από την παρούσα περίπτωση όπου σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 13(Α) του Νόμου τα μέλη της Δύναμης "προάγονται από τον Αρχηγό, τη εγκρίσει του Υπουργού". Έχει ήδη αναφερθεί ότι ο Αρχηγός αξιολόγησε και εκτίμησε όλα τα στοιχεία των συστηθέντων για προαγωγή και αφού ετοίμασε την έκθεση του την υπέβαλε στον Υπουργό προς έγκριση. Ο Υπουργός με σχετική σημείωση του αναφέρει ότι αφού έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία που είχαν παρουσιαστεί ενώπιον του από τον Αρχηγό, εγκρίνει τις προτεινόμενες προαγωγές. Η σημείωση στο σχετικό έγγραφο ότι η έκθεση εγκρίνεται δεν χρειάζεται οποιαδήποτε αιτιολογία. Η έγκριση μπορεί να παραθέτει τους λόγους για τους οποίους παρέχεται αλλά μπορεί να είναι ακόμα και μονολεκτική. Η μονολεκτική έκφραση της απόφασης του αρμόδιου οργάνου δεν την καθιστά τρωτή αφού στην πραγματικότητα εγκρίνει και υιοθετεί τα όσα συμπεριλαμβάνει η σχετική απόφαση.

(8) Έννομο συμφέρον

Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι οι αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν ότι οι διαδικασίες που οδήγησαν στον καθορισμό των Αξιωματικών που συστήθηκαν για προαγωγή είναι νομικά τρωτές.  Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 13Α(5) των Κανονισμών ο Αρχηγός της Αστυνομίας προβαίνει στην επιλογή όσων θα προαχθούν από τους πίνακες που έχουν καταρτισθεί από το Συμβούλιο Κρίσης. Από τη φρασεολογία των Κανονισμών διαφαίνεται ότι ο Αρχηγός έχει την ευχέρεια να επιλέξει μόνο  μεταξύ των συστηθέντων, σε αντίθεση με τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο που προνοεί ότι η σύσταση του Προϊσταμένου λαμβάνεται υπόψη από την Επιτροπή μέσα στο συνολικό πλαίσιο των στοιχείων που έχει ενώπιον της. Η διαφοροποίηση αυτή τονίζεται στην υπόθεση Χ''Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1928, όπου αποφασίστηκε ότι ο αιτητής που δεν είχε συστηθεί από τον Αρχηγό της Αστυνομίας στον Υπουργό για προαγωγή, δεν είχε έννομο συμφέρον. Όπως έχει θέσει το θέμα ο Δικαστής Κωνσταντινίδης στην υπόθεση Σοφοκλέους ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1590,

"Δεν περιλήφθηκαν στον κατάλογο των συστηνομένων για προαγωγή και δεν νομιμοποιούνται στην προβολή ισχυρισμών για λόγους ακυρότητας σε σχέση με τη διαδικασία που ακολούθησε τον καταρτισμό του καταλόγου. Ο Αρχηγός σύμφωνα με το άρθρο 13Α(5) επιλέγει μεταξύ των υποψηφίων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο και μόνο. Οτιδήποτε και αν συνέβαινε σε σχέση με την ουσιαστική κρίση ως προς τους καταλληλότερους, την αξιολόγηση και την έγκριση του Υπουργού δεν μπορούσε να τους αφορά. Αυτοί είχαν ήδη αποκλειστεί."

Συνεπακόλουθα έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η μη συμπερίληψη των αιτητών 2, 3, 4, 6 και 7 στο σχετικό κατάλογο των υποψήφιων για προαγωγή τους αποστερεί το δικαίωμα του έννομου συμφέροντος. Συνεπακόλουθα η προσφυγή των πιο πάνω απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

Θα προχωρήσω να εξετάσω τους λόγους ακυρότητας που προβάλλουν οι αιτητές 1 και 5 που είχαν συμπεριληφθεί στον κατάλογο των συστηθέντων για προαγωγή αλλά τελικά δεν προάχθηκαν.  Έχω ήδη εξετάσει και καταλήξει στα συμπεράσματα μου αναφορικά με την ορθότητα των διαδικασιών που προηγήθηκαν του καθορισμού των συστηθέντων, τα οποία και υιοθετώ αφού ανάλογες εισηγήσεις έχουν υποβληθεί και από τους δύο συστηθέντες. Παραμένει η απόφαση της επιλογής των προαχθέντων από τον Αρχηγό, η προαγωγή των οποίων εγκρίθηκε αργότερα από τον Υπουργό.

Στην παρούσα υπόθεση προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι οι καθ'ων η αίτηση παρέλειψαν να διαπιστώσουν την αξία και προσόντα των αιτητών αφού υπερέχουν των ενδιαφερόμενων μερών.  Η συνολική εικόνα της αξίας των αιτητών και των ενδιαφερόμενων μερών απεικονίζεται στο σχετικό κατάλογο με τη βαθμολογία ενός εκάστου που έχει ετοιμάσει ο Αρχηγός. Ο πίνακας αυτός ετοιμάστηκε από τον Αρχηγό με βάση τα κριτήρια που προβλέπουν οι σχετικοί Κανονισμοί και συμπεριλαμβάνονται στην αξιολόγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης, την κρίση του Συμβουλίου Κρίσης, όπως επίσης και την εκτίμηση και κρίση του Αρχηγού σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 13Α του Κεφ. 285. Τις σχετικές προαγωγές που αποφάσισε ο Αρχηγός ενέκρινε αργότερα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 13Α(1) του Κεφ. 285, ο Υπουργός. 

Η σχετική αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης μπορεί να εξαχθεί από το σύνολο των εγγράφων που υπήρχαν ενώπιον των αρμόδιων οργάνων. Μια προσεκτική εξέταση όλων των πιο πάνω δείχνει ότι η σχετική απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Συνεπακόλουθα η προσφυγή των αιτητών 1 και 5 απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

H�προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο