ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 1064/95

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Τομάζον Μαρίνο, από τη Λευκωσία,

Αιτητή

- και -

Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου,

Καθ΄ ου η αίτηση

---------------------------

23 Δεκεμβρίου 1998

Για τον αιτητή: Α.Σ. Αγγελίδης.

Για το καθ΄ ου η αίτηση: Τ. Παπαδόπουλος.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής αξιώνει:

"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ ου που γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 6.10.95 και με την οποίαν απέρριψε το αίτημα του αιτητή για να εγγραφεί όπως δικαιούται κατά τα προσόντα του στο Μητρώο στον Κλάδο Αγρονομικής Τοπογραφικής Μηχανικής με βάση το Νόμο περί ΕΤΕΚ είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."

 

Ο αιτητής είναι μέλος του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου, εγγεγραμμένος στο μητρώο πολιτικής μηχανικής. Στις 2 Αυγούστου 1993 αποτάθηκε και για εγγραφή στο μητρώο ενός άλλου από τους κλάδους μηχανικής επιστήμης που εκτίθενται στο άρθρο 2 του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου του 1990, Ν. 224/90. Επρόκειτο για τον κλάδο αγρονομικής - τοπογραφικής μηχανικής. Πρότεινε ότι τα επί κλάδου ακαδημαϊκά προσόντα που απέκτησε θα έπρεπε να θεωρηθούν ικανοποιητικά.

Η αίτηση εξετάστηκε επανειλημμένα από την Επιτροπή Εγγραφής Μελών με αρνητική, στην κάθε περίπτωση, κατάληξη. Πρώτα στις 6 Νοεμβρίου 1993, μετά στις 9 Ιουλίου 1994 και, τέλος, στις 27 Σεπτεμβρίου 1995 υπό το φως πρόσθετων στοιχείων σχετικά με την αξία των πιστοποιητικών που παρουσίασε ο αιτητής. Την αρνητική κατάληξη επιβεβαίωσε η Διοικούσα Επιτροπή στις 5 Οκτωβρίου 1995. Και, με επιστολή ημερ. 6 Οκτωβρίου 1995, κοινοποιήθηκε στον αιτητή η απόρριψη της αίτησης του για το λόγο ότι δεν πληρούσε "τα υπό του Νόμου απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα".

Τα απαιτούμενα προσόντα εκτίθενται στο άρθρο 7 του Νόμου. Παραθέτω το μέρος που εδώ ενδιαφέρει:

"7. - (1) Κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου αν -

(α) Έχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν, αναγνωριζόμενο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου από το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από εισήγηση του Επιμελητηρίου, σε οποιοδήποτε κλάδο μηχανικής επιστήμης.

.................................. ................................................"< /P>

Με Γνωστοποιήσεις δημοσιευθείσες στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, το Υπουργικό Συμβούλιο προέβη σε αναγνώριση προσόντων για σκοπούς αυτής της διάταξης. Αναφορικά με τον κλάδο αγρονομικής-τοπογραφικής μηχανικής, αναγνωρίστηκαν τα διπλώματα τριών Ανωτάτων Ιδρυμάτων: βλ. τις Κ.Δ.Π. 173/94, 214/94 και 245/94.

Ο αιτητής δεν κατείχε κανένα από τα αναγνωρισμένα προσόντα. Φαίνεται ωστόσο να θεώρησε ότι αν το Επιμελητήριο απέδιδε στα δικά του την αξία που εκείνος είχε προτείνει, το Επιμελητήριο θα υπέβαλλε εισήγηση στο Υπουργικό Συμβούλιο για αναγνώριση και το Υπουργικό Συμβούλιο θα τη δεχόταν.

Σημειώνω κατ΄ αρχήν ότι δεν προσβάλλεται οποιαδήποτε παράλειψη του Επιμελητηρίου. Και ορθά βέβαια. Προσβάλλεται μόνο η απόρριψη της αίτησης για εγγραφή. Είναι νομίζω σαφές πως το έργο του Επιμελητηρίου, αναφορικά με ό,τι διαλαμβάνεται στο άρθρο 7, συνίσταται σε μόνο διαπιστώσεις. Σε σχέση συγκεκριμμένα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 7, εκείνο που τίθεται είναι το κατά πόσο, κατά το χρόνο της αίτησης, το ακαδημαϊκό προσόν του αιτητή είναι ήδη αναγνωρισμένο από το Υπουργικό Συμβούλιο. Στην προκείμενη περίπτωση δεν ήταν. Το Επιμελητήριο δεν είχε υποχρέωση να προβεί σε οποιοδήποτε διάβημα για το ζήτημα. Απόκειτο στον αιτητή - όπως και στον όποιο ενδιαφερόμενο - να απευθυνθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο προς εξέταση του ενδεχομένου αναγνώρισης προσόντος. Το ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δεν θα μπορούσε να προβεί σε αναγνώριση χωρίς εισήγηση του Επιμελητηρίου δεν σημαίνει ότι δέσμια θα έπρεπε να αναγνωρίσει κατόπιν εισήγησης.

Προέχει, στο πλαίσιο που έθεσα, η εξέταση της ένστασης του Επιμελητηρίου ότι ο αιτητής δεν νομιμοποιείται στην παρούσα προσφυγή αφού δεν κατείχε όλα τα απαιτούμενα προσόντα. Ο αιτητής αντέτεινε ως προς αυτό το ζήτημα ότι με δεδομένη τη δική του αμφισβήτηση της κατάληξης για τα προσόντα του, νομιμοποιείται να προσβάλει την απόφαση ώστε να ελεγχθεί η νομιμότητα της. Την οποία, ας σημειωθεί, συνέδεσε και με ζήτημα έλλειψης αρμοδιότητας δεδομένου ότι την απόφαση την έλαβε η Διοικούσα Επιτροπή και όχι το Γενικό Συμβούλιο που, κατά τον αιτητή, ήταν το μόνο αρμόδιο. Αυτό όμως το ζήτημα θα μπορούσε να εξεταστεί μόνο εφόσον κρινόταν πως ο αιτητής είχε έννομο συμφέρον: βλ. τη δεύτερη ομόφωνη απόφαση στην Παπαδόπουλος κ.α. ν. Ρ.Ι.Κ., Α.Ε. 1298 ημερ. 12 Ιανουαρίου 1996.

Αναμφιβόλως, όπου η διοικητική αρχή έχει ευθύνη να προβεί σε αξιολόγηση για να ασκήσει κρίση αναφορικά με το κατά πόσο ένας αιτητής κατέχει ή όχι τα απαιτούμενα προσόντα, αναγνωρίζεται έννομο συμφέρον για έλεγχο τέτοιας κρίσης. Οι αποφάσεις του Νικήτα, Δ. στη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 401/92 ημερ. 24 Μαΐου 1994, και Παντελή ν. Υπουργού Εσωτερικών κ.α., υπόθ. αρ. 808/92 ημερ. 10 Μαΐου 1994, τις οποίες επικαλέστηκε ο συνήγορος του αιτητή, αυτό είναι που υπογραμμίζουν. Καθώς αναφέρθηκε στην πρώτη, έννομο συμφέρον υπάρχει εάν "αμφισβητείται σοβαρά ...... η εκτίμηση της διοίκησης αναφορικά με τα προσόντα". Σε αντιδιαστολή με την περίπτωση όπου είναι προφανές ότι ο αιτητής δεν κατείχε τα προσόντα και επομένως δεν ετίθετο στην πραγματικότητα ζήτημα αξιολόγησης και κρίσης: βλ. τις αποφάσεις στις Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 747/94, ημερ. 20 Δεκεμβρίου 1995, και Μουζουρίδης ν. ΕΤΕΚ, υπόθ. αρ. 580/95, ημερ. 6 Ιουνίου 1996, στις οποίες ο ίδιος Δικαστής διέκρινε τις προηγούμενες, τις οποίες επικαλέστηκε η συνήγορος των καθ΄ ων. Η παρούσα περίπτωση δεν διαφέρει από αυτές τις τελευταίες. Ο αιτητής προδήλως δεν κατείχε το αναγκαίο ακαδημαϊκό προσόν δεδομένου ότι το προσόν το οποίο ο ίδιος κατείχε δεν είχε αναγνωριστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο. Εστερείτο λοιπόν εννόμου συμφέροντος.

Η προσφυγή κρίνεται απαράδεκτη. Και απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο