ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 939/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Θάσου Θωμά από τη Λευκωσία,

Αιτητή ,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

του Επάρχου Λευκωσίας,

Καθ΄ου η αίτηση.

- - - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 10.12.98

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ

Για τον αιτητή: κ. Α. Λαδάς

Για τον καθ΄ου η αίτηση: κα Μ. Παμπαλλή.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή του ο αιτητής ζητά την ακόλουθη θεραπεία:

"Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Καθ΄ου που περιέχεται σε επιστολή του προς τους δικηγόρους του αιτητή ημερομηνίας 5.9.96 με την οποία αρνήθηκε την έκδοση και/ή ανανέωση αδειών λειτουργίας μηχανών παιγνίου του αιτητή, είναι άκυρη και στερημένη από κάθε αποτέλεσμα."

Ο αιτητής ήταν και είναι ιδιοκτήτης 10 μηχανών παιγνιδιού γνωστών ως μηχανές πόκερ, ιπποδρομιών και φρουτάκια. Ο αιτητής υπέβαλε αιτήσεις για τη χορήγηση/ανανέωση των αδειών λειτουργίας των μηχανών του με συνοδευτική επιστολή των δικηγόρων του, ημερ. 2.9.96 (Συνημμένο 1 στην προσφυγή).

Ο καθ΄ου η αίτηση με επιστολή του προς τους δικηγόρους του αιτητή που φέρει ημερομηνία 5.9.96 (Συνημμένο 2) απέρριψε τις αιτήσεις του αιτητή. Το περιεχόμενο της επιστολής ήταν το ακόλουθο:

"Επιθυμώ να αναφερθώ στην επιστολή σας ημερομηνίας 2.9.1996 με την οποία ζητάτε την έκδοση άδειας λειτουργίας μηχανών και να σας πληρφορήσω ότι οι μηχανές για τις οποίες ζητάτε την έκδοση άδειας είναι μηχανές τυχερού παιχνιδιού σύμφωνα με το Νόμο 32(Ι) του 1996 που ρυθμίζει τη χορήγηση αδειών Μηχανών Παιγνιδιού και Μηχανών Ψυχαγωγίας και Συναφή θέματα και συνεπώς δεν μπορεί να εκδοθούν τέτοιες άδειες. Συγκεκριμένα οι μηχανές που ζητάτε άδεια είναι μηχανές πόκερ, ιπποδρομιών και φρουτάκια. Τα σχετικά έγγραφα σας επιστρέφονται."

Ως πρώτο και κύριο λόγο ακυρότητας ο αιτητής πρόβαλε την αντισυνταγματικότητα του άρθρου 4 του περί Μηχανών Παιγνιδιού και Μηχανών Ψυχαγωγίας Νόμου του 1996 (Ν. 32(Ι)/96) με τον ισχυρισμό ότι τούτο αντίκειται προς τα άρθρα 23 και/ή 25 και/ή 169 του Συντάγματος και ως ερχόμενα σε σύγκρουση και με τους Κυρωτικούς Νόμους 321/87 και 17(ΙΙΙ)/95. Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι η απόφαση λήφθηκε μετά από πλάνη για τα πράγματα και το νόμο, χωρίς πλήρη και δέουσα έρευνα, κατά κακή άσκηση διακριτικής εξουσίας και χωρίς να είναι επαρκώς αιτιολογημένη.

Είναι προφανές ότι η απόφαση του καθ΄ου η αίτηση βασίστηκε στις πρόνοιες του άρθρου 4 του Νόμου 32(Ι)/96, όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, που προνοεί τα ακόλουθα:

"4 (1) Κάθε πρόσωπο το οποίο

(α) Χειρίζεται ή θέτει σε λειτουργία μηχανή τυχερού παιγνιδιού ή μετέχει σε συνάθροιση με σκοπό το χειρισμό ή τη λειτουργία μηχανής τυχερού παγνιδιού. ή

(β)έχει υπό τον έλεγχο ή την κατοχή του μηχανή τυχερού παιγνιδιού. ή

(γ) εισάγει ή κατασκευάζει μηχανή τυχερού παιγνιδιού,

είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο ποινές και το Δικαστήριο μπορεί επιπρόσθετα από οποιαδήποτε ποινή να διατάξει την κατάσχεση της μηχανής σε σχέση με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα.

(2) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού "μηχανή τυχερού παιγνιδιού" σημαίνει μηχανή που λειτουργεί με κέρματα και που αποβλέπει σε παροχή ψυχαγωγίας ή κέρδους ή άλλου ανταλλάγματος στο πρόσωπο που τη λειτουργεί ή τη χειρίζεται ή τη χρησιμοποιεί και που δεν είναι μηχανή παιγνιδιού ή μηχανή ψυχαγωγίας, περιλαμβάνει δε τις μηχανές που είναι γνωστές με τα ακόλουθα ονόματα ή παρόμοιές τους ή παραλλαγή τους:

(α) Μηχανές πόκερ.

(β) Μηχανές ιπποδρομιών.

(γ) Μηχανές με φρουτάκια με παρόμοιες ή άλλες παραστάσεις ή σχήματα ή αριθμούς ή γράμματα ή χρήματα.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ."

Είναι η εισήγηση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή ότι οι πρόνοιες του άρθρου είναι αντισυνταγματικές γιατί ουσιαστικά ισοδυναμούν με στέρηση των δικαιωμάτων που εξασφαλίζονται με τα άρθρα 23 και 25 του Συντάγματος που αφορούν την άσκηση του δικαιώματος ιδιοκτησίας, καθώς και την άσκηση επαγγέλματος, απασχόλησης, εμπορίας ή επικερδούς εργασίας. Περαιτέρω, ο αιτητής υπέβαλε ότι έστω και αν το Δικαστήριο θεωρήσει τούτο ως δικαιολογημένο περιορισμό και πάλιν το άρθρο είναι αντισυνταγματικό γιατί στην ουσία απαγορεύει τις επίδικες μηχανές, ανεξάρτητα του αν χρησιμοποιούνται για κυβεία ή όχι και τέτοια απαγόρευση δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που τα σχετικά άρθρα του Συντάγματος επιτρέπουν την επιβολή περιορισμών.

Στην υπόθεση Police v. 1. Hondrou 2. Papachristodoulou (1962) 3 R.S.C.C. 82, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο επελήφθη παρόμοιου θέματος σε σχέση με άλλες μηχανές κυβείας και με βάση τις πρόνοιες του Κεφ.151. Στη σελ. 86 της απόφασης αναφέρονται τα ακόλουθα:

"CAP. 151 is a Law which continues in force, subject to the provisions of Article 188, after the coming into operation of the Constitution and is, in this connection, tantamount to a Law of the House of Representatives.

Sub-section (1) imposes restrictions, in the sense of Article 23, on the use of the appliances involved in playing the games specified therein. It also imposes restrictions, in the sense of Article 25, in relation to trading in such appliances.

In the opinion of the Court such restrictions are not unconstitutional as being contrary to, or inconsistent with, the said Articles because they can, in accordance with the relevant provisions of the Constitution, properly be considered to be necessary in the interests, inter alia, of public morals."

Yιοθετώντας την πιο πάνω απόφαση κρίνω ότι σε όποιο μέτρο οι επίδικες πρόνοιες του άρθρου 4 απαγορεύουν τη χρήση μηχανών κυβείας είναι νόμιμες και συνταγματικές καθόσον αποτελούν δικαιολογημένο περιορισμό για τη διασφάλιση των δημοσίων ηθών.

Είναι όμως η γνώμη μου ότι, αν οι πιο πάνω πρόνοιες του άρθρου 4 ισοδυναμούν με απάγορευση χρήσης οποιασδήποτε μηχανής, ασχέτως του αν αυτή χρησιμοποιείται για κυβεία ή όχι, θα ήταν αντισυνταγματικές. Ως εκ τούτου θα πρέπει να εξετάσω τις πρόνοιες του άρθρου αυτού, έχοντας υπόψη τις αρχές του δικαίου ότι κάθε νόμος θεωρείται συνταγματικός μέχρις ότου αποδειχθεί το αντίθετο πέραν λογικής αμφιβολίας και ότι, όπου είναι δυνατόν, τα Δικαστήρια πρέπει να ερμηνεύουν το νόμο ούτως ώστε να τον φέρνουν μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος (Αντωνίου ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Α.Ε. 1449, ημερ. 23.10.97 και Sportsman Betting Company Ltd v. Κυπριακή Δημοκρατία, Αρ. Υπ. 756/97 κ.α., ημερ. 6.7.98).

Είναι προφανές ότι, παρόλον ότι ο ορισμός του όρου "μηχανή τυχερού παιγνιδιού" περιλαμβάνει μηχανές που αποβλέπουν σε παροχή ψυχαγωγίας ή κέρδους κ.λ.π., εντούτοις ακολούθως διευκρινίζεται ότι ο όρος δεν περιλαμβάνει μηχανή παιγνιδιού ή μηχανή ψυχαγωγίας. Ως εκ τούτου προκύπτει ότι η πρόθεση του νομοθέτη ήταν ο όρος να μην συμπεριλαμβάνει μηχανές που σκοπός τους είναι αμιγώς το παιγνίδι ή η ψυχαγωγία.

Έχοντας τα πιο πάνω κατά νου κρίνω ότι οι πρόνοιες των παραγράφων (α), (β), (γ) κ.λ.π. του άρθρου 4(2) που απαριθμούν τύπους μηχανών που θεωρούνται ως μηχανές τυχερού παιγνιδιού πρέπει να ερμηνεύονται με αναφορά στις πρόνοιες που βρίσκονται στο σώμα του εδαφίου (2), δηλαδή αποκλείοντας από την απαγόρευση, έστω και αυτού του είδους μηχανές, αν αυτές είναι απλώς μηχανές παιγνιδιού ή μηχανές ψυχαγωγίας. Με μία τέτοια ερμηνεία εξασφαλίζεται η εφαρμογή του σχετικού νόμου σύμφωνα και εντός των πλαισίων των σχετικών προνοιών του Συντάγματος.

Στην προκείμενη περίπτωση, ο καθ΄ου η αίτηση θεώρησε ως απαγορευμένες τις μηχανές του αιτητή, γιατί ήταν μηχανές που κατονομάζονται στο άρθρο 4(2) (α), (β) και (γ) ως μηχανές που περιλαμβάνονται στον ορισμό της "μηχανής τυχερού παιγνιδιού", έστω και αν από την αίτηση προέκυπτε ότι αυτές ήταν μηχανές που η χρήση τους ήταν μόνο για ψυχαγωγία και δεν απέβλεπαν σε παροχή κέρδους ή άλλου ανταλλάγματος. Με αυτό τον τρόπο, ο καθ΄ου η αίτηση, όπως προκύπτει και από τη γραπτή αγόρευση της ευπαιδεύτου συνηγόρου του, ουσιαστικά θεώρησε την απόφαση του δέσμια των προνοιών αυτών και κατά συνέπεια αρνήθηκε τη χορήγηση/ανανέωση των αιτουμένων αδειών, χωρίς περαιτέρω έρευνα του θέματος παραλείποντας και να δώσει την αναγκαία και/ή ορθή αιτιολογία της απόφασης του ώστε αυτή να επιδέχεται δικαστικό έλεγχο.

Παρόλον ότι τα θέματα αιτιολογίας, δέουσας έρευνας και πλάνης για το νόμο δεν προωθήθηκαν περαιτέρω στη γραπτή αγόρευση του αιτητή, εντούτοις εγείρονται στο δικόγραφο του και ως εκ τούτου το ζήτημα βρίσκεται κανονικά ενώπιον μου ως επίδικο (Κακούρης ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Αρ. Υπ. 496/93 και 497/93, ημερ. 28.7.95 και Σπανιά ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Αρ. Υπ. 627/95, ημερ. 16.10.97).

Εν όψει της κατάληξης μου, περιττεύει η εξέταση του λόγου ακυρότητας που αφορά το Α.169 του Συντάγματος και τους Κυρωτικούς Νόμους 321/87 και 17(ΙΙΙ)/95.

Κάτω από το φως των πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.

Π. Αρτέμης,

Δ.

/Χ.Π.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο