ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 266/97
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:1. Γεώργιου Χριστοδούλου
2. Κ. Κώστα
3. Α. Γρηγορίου
Αιτητών
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργικού Συμβουλίου
2. Υπουργείου Εσωτερικών
Καθ΄ων η αίτηση
_____________
25 Νοεμβρίου, 1998
Για τους αιτητές : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση : κ. Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα
της Δημοκρατίας.
_____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Oι αιτητές που είναι ιδιοκτήτες ενός τεμαχίου στην ενορία Παναγίας στη Λευκωσία, αξιώνουν ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή που υπέβαλαν εναντίον άρνησης του Δήμου Λευκωσίας να τους χορηγήσει πολεοδομική άδεια για την αλλαγή χρήσης δύο υποστατικών.
Η περιοχή στην οποία βρίσκεται το τεμάχιο των αιτητών εμπίπτει σε μεικτή ζώνη βιοτεχνίας και κατοικίας. Οι αιτητές είχαν υποβάλει στις 14.1.1993 αίτηση στο Δήμο Λευκωσίας για πολεοδομική άδεια για αλλαγή χρήσης δύο καταστημάτων που βρίσκονταν στο τεμάχιό τους σε εργαστήριο επιδιόρθωσης αυτοκινήτων. Ο Δήμος Λευκωσίας απέρριψε την αίτηση για διάφορους λόγους όπως η στενότητα του χώρου του προτεινόμενου εργαστηρίου, το αδύνατο της προσπέλασης και λειτουργικότητάς του και το μη ικανοποιητικό των προτεινόμενων χώρων στάθμευσης που δεν ικανοποιούσαν τις σχετικές απαιτήσεις του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας.
Οι αιτητές στις 20.2.1995 άσκησαν εναντίον της πιο πάνω απόφασης ιεραρχική προσφυγή. Το Υπουργείο Εσωτερικών με επιστολή του ημερ. 9.3.1995, ζήτησε από το δικηγόρο των αιτητών την κατάθεση διαφόρων εγγράφων για τα οποία γινόταν αναφορά στην επιστολή του. Μετά την απάντηση του δικηγόρου ημερ. 21.3.1995, το Υπουργείο Εσωτερικών στις 6.4.1995 εν όψει της ιεραρχικής προσφυγής που είχε ασκηθεί ζήτησε τόσο από το Δήμαρχο Λευκωσίας όσο και από το Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως την υποβολή σχετικών εκθέσεων.
Ο Δήμος Λευκωσίας με επιστολή του προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 18.10.1995, παρέθεσε τους λόγους που οδήγησαν στη συγκεκριμένη απόφαση. Στην ίδια επιστολή πληροφοριακά γινόταν αναφορά σε αίτημα των κατοίκων για τροποποίηση της ζώνης ώστε να επιτρέπονται μόνο κατοικίες. ΄Υστερα από μελέτη της τεχνικής επιτροπής το αίτημα έγινε αποδεκτό από το Δημοτικό Συμβούλιο και το θέμα παραπέμφθηκε στο Πολεοδομικό Συμβούλιο για τροποποίηση της ζώνης κατά την αναθεώρηση του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας.
Το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως με επιστολή του προς τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 19.9.1996 συμφώνησε με τις απόψεις του Δήμου Λευκωσίας ημερ. 18.10.1995 και υπερθεμάτισε στην απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής.
Στις 12.11.1996 το Υπουργείο Εσωτερικών σε σημείωμα προς την αρμόδια για την εξέταση ιεραρχικών προσφυγών και αιτήσεων για χαλαρώσεις και παρεκκλίσεις εξ υπουργών επιτροπή, εισηγήθηκε την απόρριψη της προσφυγής των αιτητών, θεωρώντας ότι η πολεοδομική αρχή εφάρμοσε ορθά και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας.
΄Ετσι στις 18.11.1996 η εξ υπουργών επιτροπή αφού μελέτησε το σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, απέρριψε την προσφυγή των αιτητών, θεωρώντας ότι η πολεοδομική αρχή εφάρμοσε ορθά και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας. Ο δικηγόρος των αιτητών ειδοποιήθηκε σχετικά με επιστολή ημερ. 14.1.1997.
Σύμφωνα με τους αιτητές η εξ υπουργών επιτροπή έλαβε υπ΄ όψιν στοιχεία που ετοίμασαν αναρμόδιοι φορείς, όπως για παράδειγμα το Υπουργείο Εσωτερικών, χωρίς να υπάρχει σχετική εξουσιοδότηση από το νόμο, τους κανονισμούς ή από την ίδια την εξ υπουργών επιτροπή.
Διαζευκτικά αναφέρεται ότι η διαδικασία ετοιμασίας της έκθεσης πάσχει γιατί το Υπουργείο Εσωτερικών παράνομα ζήτησε και έλαβε απόψεις από το Δήμο Λευκωσίας, το όργανο που εξέδωσε την απόφαση εναντίον της οποίας εκκρεμούσε η ιεραρχική προσφυγή.
Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι λόγο ακύρωσης δημιουργεί όχι μόνο η ανάμειξη του Δήμου Λευκωσίας αλλά και του Διευθυντή Πολεοδομίας και Οικήσεως, καθώς και η τελική έκθεση του Υπουργείου Εσωτερικών γιατί ουσιαστικά παραγνωρίστηκε εντελώς και δεν δόθηκε σημασία στην για τόσα πολλά χρόνια ύπαρξη της εργασίας στο συγκεκριμένο χώρο που βρίσκεται σε μεικτή περιοχή. Οι αιτητές παραπονούνται ότι η εξ υπουργών επιτροπή δεν άκουσε τις απόψεις τους, ενώ τέλος ισχυρίζονται παραβίαση της αρχής της ισότητας και έλλειψη αιτιολογίας.
Ο Καν. 7 (4) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990, Κ.Δ.Π. 55/90, υποχρεώνει το Υπουργικό Συμβούλιο να εξετάσει την προσφυγή χωρίς υπαίτια βραδύτητα και να κοινοποιήσει το ταχύτερο την απόφασή του στο πρόσωπο που άσκησε την προσφυγή, αφού προηγουμένως, αν το κρίνει σκόπιμο, ακούσει ή του δώσει την ευκαιρία να υποστηρίξει τους λόγους στους οποίους βασίζεται η προσφυγή. Με άλλα λόγια το Υπουργικό Συμβούλιο ή η εξ υπουργών επιτροπή, στην οποία ας σημειωθεί έχουν εκχωρηθεί οι εξουσίες του Υπουργικού Συμβουλίου για κρίση των ιεραρχικών προσφυγών βάσει της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου που έχει δημοσιευτεί στην Κ.Δ.Π. 196/93, δεν είχε υποχρέωση να ακούσει τους αιτητές πριν καταλήξει στην απόφασή της.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η εξ υπουργών επιτροπή παρέλειψε να προβεί στη δέουσα έρευνα αφού η σχετική έρευνα έγινε από το Υπουργείο Εσωτερικών. Και ο ισχυρισμός αυτός θα πρέπει να απορριφθεί. Ο Υπουργός Εσωτερικών εμπλέκεται ούτως ή άλλως στη διαδικασία της ιεραρχικής προσφυγής αφού με τον Καν. 7 (3) προβλέπεται ότι η ιεραρχική προσφυγή ασκείται με την εμπρόθεσμη κατάθεσή της στον Υπουργό Εσωτερικών και την ταυτόχρονη κοινοποίηση αντιγράφου της στην πολεοδομική αρχή. Το Υπουργείο Εσωτερικών εν όψει της εμπλοκής του προέβη σε έρευνα ζητώντας απόψεις επί του θέματος, τόσο από το Δήμο Λευκωσίας, όσο και από το Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως. Τα αποτελέσματα της έρευνας μαζί με την εισήγηση του Υπουργείου γνωστοποιήθηκαν στην εξ υπουργών επιτροπή, η οποία αφού τα εξέτασε αποφάσισε τελικά επί της προσφυγής.
Οι αιτητές παραπονούνται επίσης ότι ενώ με τον Καν. 7 (5) προβλέπεται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο πριν εκδώσει την απόφασή του, μπορεί να αναθέτει σε υπουργό ή επιτροπή από υπουργούς την εξέταση ορισμένων θεμάτων σχετικών με την ιεραρχική προσφυγή, στην προκειμένη περίπτωση το όλο θέμα εξετάστηκε απ΄ ευθείας από την εξ υπουργών επιτροπή, γεγονός που σημαίνει ότι η επιτροπή ενεργούσε αντί του Υπουργικού Συμβουλίου.
Η ανάθεση σε εξ υπουργών επιτροπή, όπως επίσης και η ακρόαση του ενδιαφερόμενου είναι σύμφωνα με την Κ.Δ.Π. 55/90 δυνητική. Εν πάση περιπτώσει οι σχετικές αρμοδιότητες του Υπουργικού Συμβουλίου έχουν εκχωρηθεί με βάση την Κ.Δ.Π. 196/93 σε εξ υπουργών επιτροπή. ΄Ετσι βέβαια θα ήταν
χωρίς νόημα η ανάθεση έρευνας από την επιτροπή σε άλλο υπουργό ή σε ομάδα υπουργών.Οι αιτητές προβάλλουν το επιχείρημα ότι δεν θα έπρεπε να ζητηθούν οι απόψεις του Δήμου Λευκωσίας γιατί με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά ζητήθηκαν οι απόψεις εκείνου που η απόφασή του αμφισβητήθηκε με την ιεραρχική προσφυγή, καθιστάμενος έτσι δικαστής της δικής του απόφασης, γεγονός που συνιστά παραβίαση της αρχής της καλής πίστης.
Το ότι ζητήθηκαν οι απόψεις του δεν μπορεί υπό τις περιστάσεις να θεωρηθεί ότι ο Δήμος έχει καταστεί κριτής της ιδίας του απόφασης. Το αποφασίζον όργανο είναι η εξ υπουργών επιτροπή η οποία είχε κάθε δικαίωμα να ζητήσει τις απόψεις της αρμόδιας αρχής, από τις οποίες εν πάση περιπτώσει, δεν δεσμευόταν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο. Πέραν όμως τούτου δεν νομίζω ότι ο Δήμος Λευκωσίας ακούστηκε εκ νέου. Απλώς του ζητήθηκε να υποβάλει σχετική έκθεση. Ο Δήμος συμμορφούμενος εξέθεσε με επιστολή ημερ. 18.10.1995 τους λόγους που οδήγησαν στην απόφασή του. Περαιτέρω ζητήθηκαν επίσης νόμιμα και οι απόψεις του Διευθυντή
του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως.Το γεγονός ότι ζητήθηκαν οι απόψεις του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Δήμου Λευκωσίας δεν επηρεάζει την τελική απόφαση, αφού το αποφασίζον όργανο, η εξ υπουργών επιτροπή, κατέληξε στην απόφασή της υπό το φως των απόψεων οργάνων που λόγω των αρμοδιοτήτων τους ήταν σε θέση να εκφέρουν άποψη επί των εξεταζομένων θεμάτων. Η υιοθέτηση των απόψεών τους δεν συνιστά αποποίηση εξουσίας. ΄Οπως έχει λεχθεί η αναζήτηση των απόψεων τρίτων στο πλαίσιο της διερεύνησης των γεγονότων προς το σκοπό άσκησης της εξουσίας που εναποτίθεται σε νομοθετημένο όργανο δεν συνιστά απεμπόληση εξουσίας, αλλά μέτρο αναγόμενο στη δέουσα διερεύνηση των γεγονότων (Δημητριάδης κ.α. ν. Υπουργικού Συμβουλίου κ.α., Υποθ. Αρ. 1029/85 κ.α., ημερ.
13.3.1996).Τα πιο πάνω αποτελούν απάντηση και στον επόμενο ισχυρισμό που προβλήθηκε από τους αιτητές ότι δηλαδή λανθασμένα το Υπουργείο Εσωτερικών χωρίς εξουσιοδότηση από το αρμόδιο όργανο ζήτησε και έλαβε τις απόψεις του Δήμου Λευκωσίας και του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως.
Με το ίδιο θέμα ασχολήθηκε και η υπόθεση Στρούθος ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 683/97, ημερ. 6.7.1998. Στην πιο πάνω απόφαση, με το περιεχόμενο της οποίας στο συγκεκριμένο θέμα συμφωνώ, κρίθηκε ότι η αποφασιστική αρμοδιότητα ανήκει στην εξ υπουργών επιτροπή και συνεπώς αφού η ιεραρχική προσφυγή ασκείται με καταχώρησή της στον Υπουργό Εσωτερικών, δεν προκύπτει ότι έχει παρατηρηθεί αναρμόδια ενέργεια.
Θεωρώ ότι η αναζήτηση των απόψεων του Δήμου Λευκωσίας και του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως με πρωτοβουλία του Υπουργείου Εσωτερικών και όχι με πρωτοβουλία της εξ υπουργών επιτροπής, δεν επηρεάζει την εγκυρότητα της τελικής πράξης.
Οι αιτητές ισχυρίζονται περαιτέρω ότι ελήφθη υπ΄ όψιν μη ισχύον τοπικό σχέδιο. Ο ισχυρισμός αυτός είναι εντελώς αβάσιμος. ΄Οπως φαίνεται από την επιστολή του Δήμου Λευκωσίας προς το Υπουργείο Εσωτερικών ημερ. 18.10.1995, η αίτηση των αιτητών εξετάστηκε με βάση το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Η απόφαση στηρίχτηκε στο Τοπικό Σχέδιο Λευκωσίας που προέβλεπε για την περιοχή μεικτή ζώνη η οποία επέτρεπε βιοτεχνικές χρήσεις, καταστήματα και κατοικίες.
Ο Δήμος Λευκωσίας με βάση ακριβώς το ισχύον τοπικό σχέδιο απέρριψε την αίτηση των αιτητών. Η αναφορά στην αίτηση των κατοίκων της περιοχής για τροποποίηση της ζώνης ώστε να επιτρέπονται μόνο κατοικίες, όπως και η αποδοχή του αιτήματος και η παραπομπή του θέματος στο Πολεοδομικό Συμβούλιο για τροποποίηση της ζώνης, δεν δικαιολογεί το συμπέρασμα ότι η απόφαση του Δήμου δεν στηρίχτηκε στο ισχύον τοπικό σχέδιο.
Θα πρέπει να τονιστεί για μια ακόμη φορά ότι το ακυρωτικό δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην ουσιαστική κρίση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, εκτός αν αποδειχτεί πλάνη περί τα πράγματα ή υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής του ευχέρειας που συνιστά υπέρβαση εξουσίας ή παράβαση του Συντάγματος ή νόμου (Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κ.α. ν. Αναστασιάδη (1991) 3 A.A.Δ. 1, 10 και
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 63/82 κ.α., ημερ. 5.4.1990).Οι αιτητές ισχυρίζονται επίσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Και ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται ως μη βάσιμος αφού η αιτιολογία που δόθηκε στην προσβαλλόμενη πράξη είναι κάτι παραπάνω από επαρκής. Ακόμα στην επιστολή του Δήμου Λευκωσίας ημερ
. 18.10.1995, οι λόγοι απόρριψης του αιτήματος των αιτητών αναλύονται με μεγάλη λεπτομέρεια. Ας μη ξεχνούμε ότι η αιτιολογία της πράξης δεν είναι απαραίτητο να παρουσιάζεται μόνο στο σώμα της απόφασης, αλλά μπορεί να διαπιστούται και από τα στοιχεία του φακέλλου (βλέπε Σμυρνιός ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 165/90, ημερ. 8.2.1991). Στην παρούσα υπόθεση η αιτιολογία είναι τέτοια που ο δικαστικός έλεγχος, ο λόγος ύπαρξης της αιτιολογίας, είναι εφικτός.Εν όψει όλων των πιο πάνω η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί και διά του παρόντος απορρίπτεται.
Φρ. Νικολαΐδης
Δ.
/ΜΔ