ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣ Η ΑΡ. 16/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Γιαννάκη Κουρσάρου, από τη Λευκωσία,

Αιτητή,

- και -

Αρχής Λιμένων Κύπρου,

Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

8 Σεπτεμβρίου, 1998

Για τον αιτητή: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Ελευθερίου για κ. Τ. Παπαδόπουλο.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο αιτητής ζητά ακύρωση της απόφασης της καθ΄ ης η αίτηση Αρχής Λιμένων Κύπρου (η Αρχή) η οποία μετά από επανεξέταση και σειρά ακυρωτικών αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου προήγαγε εκ νέου τον ενδιαφερόμενο Πέτρο Αυγουστή, στη θέση του Διευθυντή Λιμανιού στη Λεμεσό αναδρομικά από 15.6.89.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Το Διοικητικό Συμβούλιο (Συμβούλιο) της Αρχής για πρώτη φορά πλήρωσε τη θέση Διευθυντή της Αρχής στη συνεδρία του ημερομηνίας 23.5.89. Επέλεξε τον ενδιαφερόμενο ως τον πιο κατάλληλο από τους υποψηφίους για διορισμό στη θέση.

Εναντίον της ανωτέρω απόφασης της Αρχής ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή αρ. 601/89.

Στο μεταξύ το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι γενικά η σύνθεση των Συμβουλίου των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου είναι αντισυνταγματική. Ως αποτέλεσμα, ο δικηγόρος της Αρχής, αποδέχθηκε στις 19.4.91 ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου την ακύρωση της απόφασης της Αρχής ημερομηνίας 23.5.89 και συνακόλουθα ακυρώθηκε ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους.

Στις 29.4.91 το Συμβούλιο συνεδρίασε για να επανεξετάσει το θέμα πλήρωσης της θέσης με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που λήφθηκε η ακυρωθείσα απόφαση και έκρινε ως καταλληλότερο για προαγωγή τον ενδιαφερόμενο.

Ο αιτητής πρόσβαλε την πιο πάνω απόφαση με την προσφυγή αρ. 667/91. Αλλος υποψήφιος πρόσβαλε την ίδια απόφαση με την προσφυγή αρ. 535/91.

Ο Δικαστής Καλλής με την απόφασή του ημερομηνίας 30.9.96 αποδέχθηκε τις προσφυγές και ακύρωσε την απόφαση της Αρχής ημερομηνίας 29.4.91 για τρεις λόγους τους οποίους συνοπτικά παραθέτω:

(α) Η κρίση του Συμβουλίου ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει έναντι και του αιτητή σε σχέση με τα στοιχεία: αξία, προσόντα, αρχαιότητα και ευρεία πείρα και γνώση των πραγμάτων των λιμανιών, δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων και ως εκ τούτου η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας.

(β) Η απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας σε σχέση με τις εμπιστευτικές εκθέσεις και

(γ) Για πλημμελή άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της Αρχής επειδή παράνομα έλαβε σοβαρά υπόψη της κατά το διορισμό του ενδιαφερόμενου τα καθήκοντα που αυτός εκτελούσε πέραν των καθηκόντων της θέσης που κατείχε και ήταν σχετικά με την υπό πλήρωση θέση και τα οποία συνιστούσαν εξωγενή ή άσχετο παράγοντα.

 

Η απόφαση του Δικαστηρίου κοινοποιήθηκε στον ενδιαφερόμενο και ο Γενικός Διευθυντής με σημείωμα του ημερ. 11.10.96 ζήτησε όπως το Συμβούλιο προβεί στην επανεξέταση της πλήρωσης της θέσης που ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Κατά τη συνεδρία του Συμβουλίου ημερομηνίας 17.10.96 επανεξετάστηκε το θέμα πλήρωσης της θέσης με δεδομένα, την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις προσφυγές 535/91, και 667/91 (ανωτέρω) και με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της αρχικά ακυρωθείσας απόφασης (23.5.89).

Το Συμβούλιο αφού έλαβε υπόψη του, το σημείωμα αρ. 86/96 του Αναπλ. Γενικού Διευθυντή της Αρχής και αφού παράβλεψε ή και δεν έλαβε υπόψη τις τροποποιήσεις του προσυπογράφοντα λειτουργού για τις περιπτώσεις που αυτές έγιναν παράτυπα όσον αφορά την αλλαγή της βαθμολογίας, απέκλεισε κάποιους εκ των υποψηφίων και προχώρησε στην ουσιαστική εξέταση της υποψηφιότητας καθενός από τους υπόλοιπους αιτητές με βάση όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του. Το Συμβούλιο έκρινε ότι ο αιτητής, ο υποψήφιος Α. Κουνούνης και ο ενδιαφερόμενος Πέτρος Αυγουστής υπερτερούσαν κατά τον ουσιώδη χρόνο έναντι των λοιπών υποψηφίων και "θα μπορούσαν να επιλεγούν από πρώτη άποψη για τελική εκτίμηση με βάση τη σχετική νομοθεσία και το σύνολο των στοιχείων της περίπτωσης του καθενός, όπως ίσχυαν κατά το χρόνο λήψης της αρχικά ακυρωθείσας απόφασης ημερ. 23.5.1989.

Το Συμβούλιο έχοντας υπόψη τα ενώπιόν του ουσιώδη στοιχεία και με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ενδιαφερόμενος υπερτερούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο έναντι των άλλων δυο υποψηφίων στην αρχαιότητα, προσόντα και ευρεία πείρα η οποία προκύπτει από τα καθήκοντα που εκτελούσε. Η απόφαση αυτή της Αρχής είναι το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

NOMIKOI ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ:

1. Πάσχει η διαδικασία επανεξέτασης όπως αυτή καθιερώθηκε από τη νομολογία και σύμφωνα με την οποία η ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου δρα έναντι πάντων (erga omnes) και εξαφανίζει την προσβληθείσα πράξη εξ υπαρχής (ex tunc), με αποτέλεσμα η επανεξέταση να πρέπει να γίνεται με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της διοικητικής απόφασης που ακυρώθηκε αρχικά.

Υποστηρίχθηκε από τον αιτητή ότι η επίδικη απόφαση παραβιάζει το δεδικασμένο που δημιουργήθηκε από την ακυρωτική απόφαση στις υποθέσεις αρ. 535/91 και 667/91 Κουρσάρος κα ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου - 30.9.96, (στο εξής ακυρωτική απόφαση) σε πολλά σημεία.

Ο αιτητής επικαλείται το πιο κάτω απόσπασμα της ακυρωτικής απόφασης του δικαστηρίου, και υποστηρίζει ότι κρίθηκε δικαστικά ως υπέρτερος από το ενδιαφερόμενο μέρος. Ισχυρίζεται επίσης παραβίαση δεδικασμένου κατά την επανεξέταση, εφόσον το Συμβούλιο κατ΄ επανάληψη έκρινε πως με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) ο ενδιαφερόμενος υπερτερούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο έναντι του αιτητή και του άλλου υποψηφίου.

Το πιο κάτω απόσπασμα από την ακυρωτική απόφαση του Δικαστή Καλλή είναι αυτό που επικαλείται ο αιτητής:

"(1) Αξία:

Εξέταση των εμπιστευτικών εκθέσεων των ετών 1980-1989 αποκαλύπτει ότι η γενική βαθμολογία των αιτητών ήταν πάντοτε 4 ενώ του ενδιαφερόμενου μέρους 3 - η ψηλότερη βαθμολογία είναι το 5.

Πρόσθετα σε μερικές από τις εμπιστευτικές εκθέσεις του αιτητή Κουρσάρου (Προσφυγή 667/91) υπάρχουν πολύ ευμενή σχόλια του προσυπογράφοντος λειτουργού. Αντίθετα στις εμπιστευτικές εκθέσεις του ενδιαφερόμενου μέρους υπάρχουν δυσμενή σχόλια. Βλέπουμε, επομένως, ότι το περιεχόμενο των φακέλων δεν δίνει υπεροχή στο ενδιαφερόμενο μέρος αλλά συμβαίνει το αντίθετο.

Σε σχέση με το στοιχείο (2) - Προσόντα - και πάλιν το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπερέχει των αιτητών.

Το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει των αιτητών σε σχέση με το στοιχείο (3) - αρχαιότητα. Ωστόσο σύμφωνα με την πάγια θέση της νομολογίας η αρχαιότητα επικρατεί όταν οι άλλοι παράγοντες είναι ίσοι.

Σε σχέση με το στοιχείο (4) - πείρα και γνώση των πραγμάτων των λιμανιών - διαπιστώνω ότι οι ενώπιον του

δικαστηρίου φάκελοι δεν αποκαλύπτουν "ευρεία πείρα και γνώση των πραγμάτων των λιμανιών" από μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους. Πράγματι το ενδιαφερόμενο μέρος έχει πολύ μακράν υπηρεσίαν στις λιμενικές υπηρεσίες, ωστόσο, όπως έχει νομολογηθεί, "η μακρά διάρκεια της υπηρεσίας δεν είναι ο μόνος οδηγός στην πείρα. Η ένταση με την οποία ένας καταπιάνεται με ένα δοσμένο τομέα και τα αποτελέσματα της εργασίας του είναι ισότιμοι, εάν δεν είναι και πιο σημαντικοί, δείκτες της πείρας. Είναι γι΄αυτό το λόγο που η πείρα δεν καταγράφεται σαν ξεχωριστό κριτήριο το οποίο πρέπει να εξετάσει το διορίζον σώμα. Η πείρα αντανακλάται όχι μόνο από τη διάρκεια της υπηρεσίας αλλά και από την αξία κάποιου (βλ. Χ" Σάββα ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 76, 79).

Η αξία του αιτητή, όπως αυτή αποκαλύπτεται μέσα από τις εμπιστευτικές εκθέσεις, μειώνει αισθητά το στοιχείο της πείρας.

Με βάση όλα τα πιο πάνω διαπιστώνω ότι η κρίση του Συμβουλίου της Αρχής ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει έναντι των αιτητών σε σχέση με τα τέσσερα πιο πάνω στοιχεία δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία του φακέλου. Ακολουθεί πως η αιτιολογία της επίδικης απόφασης είναι πλημμελής (Ι. Σαρμάς, Ιακωβίδης και Χ"Σάββα (πιο πάνω)), και για το λόγο αυτό η επίδικη απόφαση ακυρώνεται λόγω έλλειψης αιτιολογίας."

 

(Οι υπογραμμίσεις δικές μου.)

Η ακύρωση διοικητικής πράξης διορισμού δεν παρέχει στον επιτυχόντα αιτητή έρεισμα επιλογής. Τούτο μπορεί να συμβεί μόνο στην περίπτωση που κατά τη διαπίστωση του Δικαστηρίου η ακύρωση έχει ως λόγο θετικό εύρημα έκδηλης υπεροχής του αιτητή οπότε η απόφαση του Δικαστηρίου δεσμεύει τη διοίκηση.

Στην προκείμενη περίπτωση ο δικαστής που εξέδωσε την ακυρωτική απόφαση δεν διαπίστωσε έκδηλη υπεροχή του αιτητή. Η διαπίστωση του Δικαστηρίου ήταν ότι ο ενδιαφερόμενος δεν υπερέχει του αιτητή και του άλλου υποψήφιου.

Παράβαση του δεδικασμένου εντοπίζεται στην πιο κάτω περικοπή της επίδικης απόφασης:

"11.6 Αφού εκτίμησε τους τρεις υποψηφίους που προαναφέρονται με βάση τα όσα διαλαμβάνονται στην παράγραφο 11.5 ανωτέρω και αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν του ουσιώδη στοιχεία, το Συμβούλιο έκρινε, με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) ότι ο κ. Πέτρος Αυγουστή υπερτερούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο έναντι των άλλων δυο υποψηφίων για τους λόγους που παραθέτονται πιο κάτω:"

 

 

(Η υπογράμμιση δική μου.)

 

 

Είναι εμφανές ότι η κρίση του Συμβουλίου ότι ο ενδιαφερόμενος υπερτερούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο του αιτητή στην αξία, προσόντα και αρχαιότητα συνιστά παραβίαση του δεδικασμένου που δημιουργήθηκε με την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπου το δικαστήριο έκρινε ότι "η κρίση του Συμβουλίου της Αρχής ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει έναντι των αιτητών σε σχέση με τα τέσσερα πιο πάνω στοιχεία δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία του φακέλου".

Ο επόμενος ισχυρισμός του αιτητή αναφέρεται και πάλι στην παραβίαση του δεδικασμένου, αυτή τη φορά σε σχέση με την αιτιολογία της επίδικης απόφασης.

Η παραβίαση του δεδικασμένου εντοπίζεται πρώτα στο πιο κάτω απόσπασμα της επίδικης απόφασης:

"(α) Από πλευράς αρχαιότητας υπερτερεί σαφώς ο κ. Πέτρος Αυγουστή. Από πλευράς αξίας το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι ο κ. Π. Αυγουστή εκρίνετο στις εμπιστευτικές του εκθέσεις σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης του Λειτουργού Χειρισμού και Διακίνησης Φορτίων και Αποθηκών (η οποία με την Κ.Δ.Π. 158/88 που δημοσιεύτηκε στις 17.6.1988 αναδιαρθρώθηκε, με ισχύ από 1.1.1980, σε θέση Λειτουργού Φορτίων και αποθηκών) που κατείχε, θέσης Διευθυντικής/επιτελικής με αρμοδιότητες και ευθύνες που εκτείνονται στο σύνολο των λιμανιών, όπως ρητά επεξηγείτο με επιστολή του Γενικού Διευθυντή ημερ. 4.7.1981 προς τον κον Π. Αυγουστή, σε αντίθεση με τους άλλους υποψηφίους των οποίων η αξιολόγηση δεν αφορούσε σε καθήκοντα επιτελικής φύσης και υφής. Καταλήγοντας υποστήριξε την άποψη ότι οπωσδήποτε η αξία των υποψηφίων πρέπει να εξετάζεται αλλά να μην αποτελεί αρνητικό παράγοντα στην περίπτωση των διευθυντικών θέσεων όπου η πείρα, τα προσόντα και η γενική υπηρεσιακή κατάσταση δικαιολογούν την επιλογή του καταλληλότερου όπως στην προκειμένη περίπτωση με τον κον. Π. Αυγουστή."

 

 

Το ακυρωτικό δικαστήριο στη σελίδα 5 της απόφασής του παρατήρησε: "Το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει των αιτητών σε σχέση με το στοιχείο (3) - αρχαιότητα. Ωστόσο σύμφωνα με την πάγια θέση της νομολογίας η αρχαιότητα επικρατεί όταν οι άλλοι παράγοντες είναι ίσοι." Το δικαστήριο έκρινε ότι στην αξία υπερείχε ο αιτητής ενώ στα προσόντα κρίθηκε, ότι ο ενδιαφερόμενος δεν υπερέχει.

Το Συμβούλιο έσφαλε και ως προς την κρίση των εμπιστευτικών εκθέσεων του ενδιαφερόμενου αφού κατά τις αξιολογήσεις υιοθέτησε άνισο μέτρο κρίσης με το να διαφοροποιήσει την περίπτωση του ενδιαφερόμενου προσώπου από τους άλλους υποψηφίους, επειδή κατά τον χρόνο της ετοιμασίας τους το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κρινόταν σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης του Λειτουργού Χειρισμού και Διακίνησης Φορτίων και Αποθηκών. Επρόκειτο για καθήκοντα που του ανατέθηκαν και τα οποία, όπως αναγράφεται στην απόφαση, ήταν καθήκοντα "επιτελικής φύσης και υφής". Τα εν λόγω καθήκοντα, σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστήριου δεν μπορούσαν να θέσουν σε υπέρτερη θέση τον ενδιαφερόμενο.

Αυτό που προκύπτει είναι ότι το Συμβούλιο προσπαθεί να αγνοήσει ή και να εκμηδενίσει τη βαθμολογία στις εμπιστευτικές εκθέσεις με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, πράγμα ανεπίτρεπτο εφόσον η αξιολόγηση των εμπιστευτικών εκθέσεων είναι το ουσιαστικότερο στοιχείο της "αξίας".

Είναι γεγονός ότι παραβίαση του δεδικασμένου που δημιουργήθηκε από την ακυρωτική απόφαση αποκαλύπτει και το πιο κάτω απόσπασμα της απόφασης της Αρχής.

"Καταλήγοντας υποστήριξε την άποψη ότι οπωσδήποτε η αξία των υποψηφίων πρέπει να εξετάζεται αλλά να μην αποτελεί αρνητικό παράγοντα στην περίπτωση των διευθυντικών θέσεων όπου η πείρα, τα προσόντα και η γενική υπηρεσιακή κατάσταση δικαιολογούν την επιλογή του καταλληλότερου όπως στην προκειμένη περίπτωση με τον κον Π. Αυγουστή."

 

Το δικαστήριο στην ακυρωτική απόφασή του σελ. 6, έκρινε με αναφορά στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ότι "οι ενώπιον του δικαστηρίου φάκελοι δεν αποκαλύπτουν "ευρεία πείρα και γνώση των πραγμάτων των λιμανιών". Καθόσον αφορά τα προσόντα κρίθηκε ότι ο ενδιαφερόμενος δεν υπερτερεί του αιτητή.

Αλλά και η γενική υπηρεσιακή κατάσταση του ενδιαφερόμενου όπως αυτή αποτιμάται στις εμπιστευτικές του εκθέσεις, κρίθηκε από τον Δικαστή Καλλή πως "δεν δίνει υπεροχή στο ενδιαφερόμενο μέρος αλλά συμβαίνει το αντίθετο".

Παραβίαση του δεδικασμένου παρατηρείται σε σχέση και με το επόμενο απόσπασμα της επίδικης απόφασης:

"(β) Από πλευράς προσόντων, το Συμβούλιο έκρινε ήδη, όπως γίνεται λόγος στην παράγραφο 11.5 ανωτέρω, ότι και οι τρεις υποψήφιοι που προαναφέρονται ικανοποιούσαν κατά τον ουσιώδη χρόνο τα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης. Ωστόσο έκρινε περαιτέρω ότι το προσόν που καθορίζεται στην παράγραφο (4)(γ) του ρηθέντος σχεδίου υπηρεσίας ("πολύ καλή γνώση θεμάτων σχετικών με τη λειτουργία λιμανιών ή και ναυτιλιακών επιχειρήσεων ή και συναφών υπηρεσιών") αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου. Τούτου δοθέντος, το συμβούλιο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, από τα στοιχεία των φακέλων που εμελέτησε καθώς και από σχετική διερεύνηση με βάση τα σχέδια υπηρεσίας των διαφόρων θέσεων που κατείχαν στη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους μέχρι τον ουσιώδη χρόνο οι τρεις υποψήφιοι, ο κ. Π. Αυγουστή συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις και είναι σε καλύτερη θέση από τους άλλους δυο υποψηφίους να εκτελεί τα καθήκοντα της θέσης του Διευθυντή Λιμανιού, επειδή έχει αποκτήσει σωρεία γνώσεων και εμπειριών τόσο από την προηγούμενη μακρά υπηρεσία του στα κυβερνητικά Τμήματα Τελωνείων και Λιμένων και ιδιαίτερα σε νευραλγικές και ουσιώδεις θέσεις του τελευταίου όσο και στην Αρχή όπου κατείχε επιτελική θέση με ευρύτατο φάσμα αρμοδιοτήτων και ευθυνών για το σύνολο των υπό τι δικαιοδοσία της λιμανιών για περίοδο 8½ χρόνων περίπου και ως ...... "

 

Φαίνεται από το πιο πάνω απόσπασμα ότι το Συμβούλιο έδωσε ιδιαίτερη σημασία στα προσόντα του ενδιαφερόμενου τα οποία σχετίζονται με την παρ. (4)(γ) του σχεδίου υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης, το οποίο απαιτεί "πολύ καλή γνώση θεμάτων σχετικών με τη λειτουργία λιμανιών ή και ναυτιλιακών επιχειρήσεων ή και συναφών υπηρεσιών". Το δικαστήριο, όπως έχει αναφερθεί, έκρινε ότι ο ενδιαφερόμενος "δεν έχει ευρεία γνώση και πείρα των πραγμάτων των λιμανιών".

Η "επιτελική θέση με ευρύτατο φάσμα αρμοδιοτήτων και ευθυνών" του ενδιαφερόμενου μέρους όπως αναφέρεται στην επίδικη απόφαση ήταν ένα από τα ουσιώδη στοιχεία τα οποία προσμέτρησαν ιδιαίτερα υπέρ της επιλογής του ως του καταλληλότερου να εκτελεί τα καθήκοντα της θέσης. Ομως, η διαπίστωση αυτή του Συμβουλίου, έρχεται σε σύγκρουση με τα όσα αποφάσισε το ακυρωτικό δικαστήριο σχετικά με τα συγκεκριμένα καθήκοντα του ενδιαφερόμενου. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του δικαστηρίου. (Η υπογράμμιση δική μου.)

"Υπάρχει και τρίτος λόγος ακυρώσεως. Αυτός αναφέρεται στην πιο πάνω πρόσθετη ή επικουρική αιτιολογία σύμφωνα με την οποία λήφθηκε υπόψη και η φύση των καθηκόντων του ενδιαφερόμενου μέρους.

Σύμφωνα με τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-59, σελ. 357: "Δεν αποτελεί νόμιμο στοιχείο δυσμενούς κρίσεως η απασχόληση του υπαλλήλου εις ωρισμένα αποκλειστικώς καθήκοντα ή το είδος της υπό του υπαλλήλου κατόπιν εντολής της προϊσταμένης αυτού υπηρεσίας ασκουμένης εργασίας ή το ότι ο υπάλληλος δεν εζήτησε όπως του ανατεθεί ωρισμένη υπηρεσία εφ΄ όσον από τον Νόμο δεν προκύπτει τέτοια υποχρέωση του υπαλλήλου αλλ΄ υπόκειται εις την διοίκησιν η τοποθέτηση αυτού".

Στην Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 1589, 18.6.96, τονίσθηκε ότι οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την ίση μεταχείριση των υποψηφίων για προαγωγή, αρχή η οποία απαιτεί την αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου σύμφωνα με τα καθήκοντα τα οποία του ανατίθενται στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας. Διαφορετικά, θα αφήνετο στη διοίκηση να επαυξάνει τις πιθανότητες για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, ανάλογα με τα καθήκοντα που τους ανατίθενται (Βλ. και Ιωαννίδης ν. Δημοκρατίας (1986) 3 Α.Α.Δ. 1089, 1095, Δρουσιώτης ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Υποθ. 524/88, 31.8.90, Στεφάνου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 512/89, 19.9.90, Δρουσιώτη κ.α. ν. Ρ.Ι.Κ., Υποθ. 383/88 κ.α., 11.6.90, Γεωργίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 1040/87, 12.12.90, Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 817, 2.7.90 και Αβρααμίδης ν. Α.Η.Κ., Υποθ. 1147/91, 15.5.96).

Το είδος των καθηκόντων που εκτελούσε το ενδιαφερόμενο μέρος αποτελούσε ένα εξωγενή ή άσχετο παράγοντα. Δεν μπορούσε να του δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα. Η λήψη υπόψη του πιο πάνω παράγοντα αποτελεί πλημμελή άσκηση της σχετικής διακριτικής ευχέρειας της αρχής και καθιστά την επίδικη απόφαση αντίθετη προς το νόμο και σαν ληφθείσα καθ΄ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας (Κονναρής κ.α. ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 377, Χρίστου ν. Δημοκρατίας (1969) 3 Α.Α.Δ. 134, Νικολάου ν. Δημοκρατίας (1967) 3 Α.Α.Δ. 308, Τζαβέλας κ.α. ν. Δημοκρατίας (1975) 3 Α.Α.Δ. 490)."

 

Συνεπώς, σύμφωνα με το πιο πάνω απόσπασμα της ακυρωτικής απόφασης το Συμβούλιο δεν μπορούσε να δώσει στα εν λόγω "καθήκοντα" του ενδιαφερόμενου οποιαδήποτε βαρύτητα.

Εφόσον δεν ασκήθηκε έφεση κατά της ακυρωτικής απόφασης του δικαστηρίου το Συμβούλιο ήταν δεσμευμένο να την εφαρμόσει. Αντί αυτού, το Συμβούλιο επανειλημμένα παραβίασε το δεδικασμένο και για το λόγο αυτό είμαι υποχρεωμένος να ακυρώσω την επίδικη απόφαση.

Στην Ιγνατίου κα ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 776/94, 7.3.96 (απόφαση Δικαστή Νικήτα) λέχθηκαν τα εξής για την αρχή του δεδικασμένου:

"Η αρχή του δεδικασμένου δεν επιτρέπει την αναθεώρηση των ζητημάτων που κρίθηκαν. Δεν μπορεί να γίνει ανεκτή οποιαδήποτε προσβολή τελεσίδικης απόφασης υπό το πρόσχημα νέων στοιχείων. Διαφορετικά θα ήταν αναπόφευκτη η διαιώνιση των διαφορών και θα χανόταν η ασφάλεια του δικαίου."

 

 

Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1959, στη σελίδα 281 αναφέρονται τα εξής:

"Β΄. Δεδικασμένον - συμμόρφωσις της Διοικήσεως.

Κατά το άρθρον 50 του Ν. 3713/28, αι αποφάσεις της Ολομελείας του Σ.Ε. ακυρωτικαί τε και απορριπτικαί, ως εκ των τμημάτων, αποτελούσι μεταξύ των διαδίκων δεδικασμένον ισχύον εν πάση ενώπιον δικαστικής ή άλλης αρχής υποθέσει η διαφορά, καθ΄ ην προέχει το υπό του Σ.Ε. κριθέν διοικητικής φύσεως ζήτημα: 452 (40), 497 (41), 1849 (49), 1720 (53). Αλλ΄ ενώ η ακυρωτική απόφασις, εξαφανίζουσα την ακυρωθείσαν πράξιν, ισχύει έναντι, παντός, επί απορριπτικής αποφάσεως ο μή ών διάδικος κατά την δίκην, εφ΄ ης εξεδόθη αύτη, δεν δύναται να επικαλεσθή το εκ της αποφάσεως ταύτης προκύπτον δεδικασμένον: 2192 (53).

Η Διοίκησις υποχρεούται, απαγγελθείσης υπό του Σ.Ε. της ακυρώσεως πράξεώς τινός, να συμμορφωθή προς το περιεχόμενον της αποφάσεως αναλόγως των εκάστοτε περιστάσεων, διά θετικής ενεργείας ή ν΄ απόσχη από πάσης ενεργείας αντιτιθεμένης προς τα υπό του Σ.Ε. κριθέντα: 67(51), 1049 (52), 476 (54), 1424 (56). Η υποχρέωσις αύτη της Διοικήσεως εκτείνεται εις την αποκατάστασιν των πραγμάτων εις την προ της ακυρωθείσης πράξεως νομικήν κατάστασιν: 422 (37), 2075 (47), 446 (57)."

 

Επιπρόσθετα ο αιτητής αμφισβητεί ότι ο ενδιαφερόμενος κατέχει το απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόν:

"(α)(ι) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν ή αναγνωρισμένο επαγγελματικό προσόν σε κατάλληλο θέμα π.χ. ......

ή

(ιι) δίπλωμα πλοίαρχου Α΄ Τάξης ή ισότιμο προσόν."

Η πιο πάνω αμφισβήτηση του αιτητή δεν ήταν επίδικο θέμα στην ακυρωτική προσφυγή γι΄ αυτό δεν εξετάστηκε. Εφόσον εγείρεται κρίνω σκόπιμο να το εξετάσω.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι τα προσόντα του ενδιαφερόμενου περιορίζονται μόνο στην παρακολούθηση κάποιων σεμιναρίων αλλά πουθενά δεν φαίνεται ότι είναι κάτοχος πανεπιστημιακού διπλώματος ή διπλώματος Πλοιάρχου Α και συνεπώς το Συμβούλιο είχε υποχρέωση να ερευνήσει το θέμα και να εξηγήσει γιατί έκρινε τον ενδιαφερόμενο προσοντούχο. Υποστήριξε επίσης ότι το Συμβούλιο είχε υποχρέωση διεξαγωγής της δέουσας έρευνας σχετικά με την κατοχή των προσόντων από τον ενδιαφερόμενο και για το λόγο ότι η υπό πλήρωση θέση ήταν ανοικτή για όλους τους προσοντούχους και δεν ήταν μόνο θέση προαγωγής.

Αντικρούοντας τα πιο πάνω οι δικηγόροι της Αρχής υποστήριξαν ότι η διεξαγωγή έρευνας σχετικά με τα προσόντα αυτά του ενδιαφερόμενου ήταν περιττή εφόσον ο ενδιαφερόμενος κατείχε τα εν λόγω προσόντα στην προηγούμενη θέση που κατείχε.

Εξέτασα το σχέδιο υπηρεσίας της προηγούμενης θέσης που κατείχε ο ενδιαφερόμενος κατά τον ουσιώδη χρόνο και διαπίστωσα πως τα συγκεκριμένα προσόντα των δυο θέσεων όντως είναι τα ίδια. Βλ. Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 ΑΑΔ 422, σελ. 428, 429. Επομένως ο ισχυρισμός αυτός του αιτητή δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.

 

Α. Κραμβής,

Δ.

 

 

 

 

 

ΑΦ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο