ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 921/94

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.

ΜΕΤΑΞΥ:

1. Χριστοθέας Γιάννη Χατζημιχαήλ, από το Μουτουλλά,

2. Μαρούλλας Θεοδώρου, από τον Καλοπαναγιώτη,

Αιτητριών

και

1. Συμβουλίου Βελτιώσεως Μουτουλλά, από το Μουτουλλά,

2. Επάρχου Λευκωσίας υπό την ιδιότητα του ως Προέδρου

του Συμβουλίου Βελτιώσεως Μουτουλλά, από τη Λευκωσία,

3. Υπουργού Εσωτερικών, από τη Λευκωσία,

4. Υπουργικού Συμβουλίου, από τη Λευκωσία,

Καθ'ων η αίτηση

-------------------------

31 Ιουλίου 1998

Για τις Αιτήτριες: κα Μ. Σπανού-Αναστασίου.

Για τους Καθ'ων η αίτηση 1: κ. Κρ. Παπαλοΐζου.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(α) Τα γεγονότα

Η α΄ αιτήτρια ήταν ιδιοκτήτρια ενός τεμαχίου γης στο Μουτουλλά μέσα στο οποίο βρισκόταν φυσική πηγή νερού. Η α΄ αιτήτρια μεταβίβασε στις 23/8/94 το πιο πάνω τεμάχιο στη θυγατέρα της που είναι η β΄ αιτήτρια. Στις 26/2/93 δημοσιεύθηκε γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης και στις 20/8/93 διάταγμα απαλλοτρίωσης του πιο πάνω τεμαχίου. Σύμφωνα με τις πιο πάνω δημοσιεύσεις η περιουσία που απαλλοτριώθηκε ήταν αναγκαία "για τη συντήρηση των υδάτινων πόρων οι οποίοι είναι αναγκαίοι για τη ζωή και την ευημερία των κατοίκων του χωριού Μουτουλλάς της επαρχίας Λευκωσίας".

Είναι η θέση των αιτητριών ότι πληροφορήθηκαν για πρώτη φορά για την απαλλοτρίωση όταν είχαν μεταβεί στις 23/8/94 στο Κτηματολόγιο Λευκωσίας για να μεταβιβάσει η α΄ αιτήτρια το κτήμα που απαλλοτριώθηκε στη β΄ αιτήτρια και ότι η προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 4/11/94 είναι εμπρόθεσμη. Αντίθετα οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη αφού έπρεπε να καταχωρηθεί μέσα σε 75 μέρες από τη δημοσίευση του διατάγματος απαλλοτρίωσης στις 20/8/93. Επιπρόσθετα οι αιτήτριες ισχυρίζονται ότι η σχετική απόφαση για την απαλλοτρίωση είναι άκυρη γιατί η απαλλοτρίωση πρέπει να θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα, γιατί η απαλλοτρίωση παραβιάζει το άρθρο 23 του Συντάγματος, γιατί η απαλλοτρίωση δεν ήταν αναγκαία, γιατί δεν ακολουθήθηκε η δέουσα διαδικασία και γιατί δεν έγινε προσπάθεια επίτευξης ιδιωτικής συμφωνίας πριν από την απαλλοτρίωση.

(β) Το έννομο συμφέρον της α΄ αιτήτριας

Η α΄ αιτήτρια ήταν ιδιοκτήτρια του τεμαχίου, που είχε απαλλοτριωθεί, μέχρι τις 23/8/94 που μεταβίβασε το κτήμα στη β΄ αιτήτρια. Η προσφυγή για την ακύρωση του σχετικού διατάγματος απαλλοτρίωσης καταχωρήθηκε στις 4/11/94.

Μια προσφυγή μπορεί να καταχωρηθεί μόνο αν ο αιτητής έχει προσωπικό έννομο συμφέρον που παρέχει στο Δικαστήριο τη δικαιοδοσία να εξετάσει την προσφυγή. (Ιδε Kritiotis v. The Municipality of Paphos and another (1986) 3 C.L.R. 322, 338). Το σχετικό βάρος απόδειξης της ύπαρξης έννομου συμφέροντος το φέρει ο αιτητής. (Ιδε Makrides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 147).

Η μεταγενέστερη και πριν από την εκδίκαση της αίτησης ακύρωσης απώλεια του έννομου συμφέροντος του αιτητή του αποστερεί το δικαίωμα προσβολής της διοικητικής απόφασης. (Ιδε Λουκία Σεργίδου ν. Δήμος Λευκωσίας και Αλλοι Α.Ε. 1738 της 27/2/98.) Η ίδια γραμμή είχε ακολουθηθεί και στην υπόθεση Ευτυχίου ν. Γεωργίου και άλλου (Προσφυγή 90/97 της 20/6/97) όπου το κτήμα που αποτελούσε το αντικείμενο της προσφυγής είχε μεταβιβαστεί, πριν από την καταχώριση της προσφυγής, σε οικογενειακή εταιρεία στην οποία ο αιτητής ήταν μέτοχος. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο αιτητής είχε χάσει το έννομο συμφέρον του. (Ιδε επίσης Lordos and Anastassiades Ltd. and another v. District Officer of Limassol and another (1976) 2 C.L.R. 145, Σωτηριάδου ν. Δημοκρατία (1992) 3 Α.Α.Δ. 327 και Chrysostomides v. The Greek Commercial Chamber (1964) C.L.R. 397.)

Με βάση τα πιο πάνω κρίνω ότι η α΄ αιτήτρια στερείται έννομου συμφέροντος και η προσφυγή της απορρίπτεται.

(γ) Το εμπρόθεσμο της προσφυγής της β΄ αιτήτριας

Η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητριών υπέβαλε ότι σύμφωνα με την απόφαση Pissas (Νο.1) v. The Electricity Authority of Cyprus (1966) 3 C.L.R. 634, η προθεσμία των 75 ημερών αρχίζει από την ημέρα που ο αιτητής πληροφορείται για την απαλλοτρίωση και όχι από την ημερομηνία γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης, αφού η γνωστοποίηση δεν αναφέρεται ονομαστικά στον ιδιοκτήτη που θα μπορούσε σε μια τέτοια περίπτωση, αν γνώριζε τα γεγονότα, να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την ακύρωση της. Στην πιο πάνω απόφαση (που αποτέλεσε θέμα διαδικασίας πρωτόδικου δικαστηρίου) κρίθηκε ότι η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης που καθορίζει την ακίνητη περιουσία που θα απαλλοτριωθεί χωρίς να αναφέρει και το όνομα του ιδιοκτήτη της περιουσίας, άνκαι μπορούσε να θεωρηθεί ως καλή γνωστοποίηση για τους σκοπούς του Νόμου, εντούτοις δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως ικανοποιητική πληροφόρηση του ιδιοκτήτη, για να θέσει σε λειτουργία το χρονικό διάστημα που προνοεί το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Η χρονική προθεσμία που καθορίζει το άρθρο 146 του Συντάγματος αρχίζει όταν ο διοικούμενος έχει πλήρη γνώση της διοικητικής πράξης που τον επηρεάζει. Η πλήρης γνώση είναι εκείνη που επιτρέπει στο διοικούμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή ηθική ζημιά που υφίσταται από τη διοικητική πράξη. (Ιδε Θ. Τσάτσου "Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας", Τρίτη Εκδοση, παράγραφος 30).

Το ερώτημα κατά πόσο τα στοιχεία που έχουν περιέλθει σε γνώση του διοικουμένου είναι επαρκή, κρίνεται πάντοτε μέσα στα πλαίσια των περιστατικών της κάθε υπόθεσης. (Ιδε Σωφρονίου ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Κακοπετριάς, Προσφυγή 1179/91 της 13/9/93 και Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 184/92 της 15/7/92 και Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας, Α.Ε. 1989 της 27/2/98).

Στην υπόθεση Κολοκασίδη ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 731/87 της 10/2/90) τονίστηκε ότι η γνωστοποίηση είναι δημόσια αφού είναι in rem και όχι in personam.

Η ίδια γραμμή ακολουθήθηκε αργότερα στην υπόθεση Κωνσταντινίδη ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 1166/91 της 30/6/95) όπου λέχθηκε ότι

"Η πιο πρόσφατη νομολογία δεν ακολούθησε σταθερά την απόφαση Pissas αλλά δέκτηκε σαν πιο ορθή την άποψη πως εφ' όσον η γνωστοποίηση και το διάταγμα απαλλοτρίωσης αποτελούν πράξεις πραγματοπαγείς (in rem) και όχι προσωποπαγείς (in personam), διατάγματα τα οποία εκδίδονται με βάση τα άρθρα 4 και 6 του Νόμου, είναι νόμιμα έστω και χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στα ονόματα των επηρεαζόμενων ιδιοκτητών."

 

Το ερώτημα αν σε περιπτώσεις απαλλοτριώσεων η Απαλλοτριούσα Αρχή έχει υποχρέωση να επιδίδει προσωπικά τη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης, εξετάστηκε από την Ολομέλεια στην υπόθεση Σταυρίδη ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303 όπου τονίστηκαν χαρακτηριστικά τα πιο κάτω:

"Αλλά διαφωνούμε και με τη θέση πως ο νόμος επιβάλλει υποχρέωση προσωπικής επίδοσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης. Το θέμα ρυθμίζεται από το άρθρο 4 του Νόμου που αρκείται σε δημοσίευση της Γνωστοποίησης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. (Βλ. Maria Ch. Venglis v. The Electricity Authority of Cyprus (1965) 3 C.L.R. 252). To άρθρο 17 του Νόμου δεν έχει να κάμει με τον τρόπο δημοσίευσης της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης. Ρυθμίζει τον τρόπο με τον οποίο κοινοποιούνται γνωστοποιήσεις και ανακοινώσεις που γίνονται δυνάμει των διατάξεων του Νόμου, εννοείται άλλες από την Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης σε σχέση με τη δημοσίευση της οποίας θεσπίστηκε ειδική πρόνοια. Είναι φανερό από τις διατάξεις του Νόμου ότι η διοικητική διαδικασία της απαλλοτρίωσης ενεργοποιείται με την προβλεπόμενη δημοσίευση, χωρίς άλλο. Ενδεικτικό είναι το άρθρο 5 του Νόμου που εξουσιοδοτεί λειτουργό ή υπηρέτη της Απαλλοτριούσας Αρχής ή άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από αυτή, να προβαίνει σε συγκεκριμένες ενέργειες 'άμα ως δημοσιευθεί η γνωστοποίηση'."

 

Η απόφαση Bakkaliaou v. Municipality of Famagusta (1969) 3 C.L.R. 19 την οποία έχει επικαλεστεί η β΄ αιτήτρια, διαφοροποιείται από την παρούσα διαδικασία αφού στην πιο πάνω υπόθεση η Απαλλοτριούσα Αρχή, δύο μήνες μετά τη γνωστοποίηση της απαλλοτρίωσης, κάλεσε την αιτήτρια να υποβάλει εγγράφως τυχόν ενστάσεις της. Η αιτήτρια συμμορφώθηκε και απέστειλε την έγγραφη ένσταση της με σχετική εισήγηση για την απαλλοτρίωση μέρους του κτήματος της, προσθέτοντας ότι θα ανέμενε την απάντηση των καθ'ων η αίτηση. Οι τελευταίοι παρέλειψαν να απαντήσουν και μετά από τέσσερις μήνες δημοσίευσαν το διάταγμα απαλλοτρίωσης. Η αιτήτρια πληροφορήθηκε για πρώτη φορά την ύπαρξη του διατάγματος, όταν μετά από επτά περίπου μήνες της επιδόθηκε αντίγραφο αίτησης που είχε καταχωρηθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου για τον καθορισμό του ποσού των αποζημιώσεων. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι εφόσον η Απαλλοτριούσα Αρχή επέλεξε αρχικά να προσεγγίσει άμεσα και προσωπικά την αιτήτρια, δεν μπορούσε να εγκαταλείψει αυτή τη γραμμή και να προχωρήσει στη δημοσίευση του διατάγματος απαλλοτρίωσης, χωρίς να πληροφορήσει προηγουμένως την αιτήτρια που ανάμενε την απάντηση των καθ'ων η αίτηση.

(δ) Προσβολή της εγκυρότητας της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης

Η β΄αιτήτρια προσβάλλει με το α΄ σκέλος της αίτησης της τη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης της 26/2/93 και το διάταγμα της απαλλοτρίωσης της 20/8/93. Η προσβολή της γνωστοποίησης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η γνωστοποίηση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εκτελεστή διοικητική πράξη, αφού εκδηλώνει μια απλή πρόθεση και αφήνει τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη ανεπηρέαστα. Η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης είναι μια προπαρασκευαστική πράξη που προετοιμάζει τη βάση πάνω στην οποία θα μπορεί αργότερα να στηριχθεί η λήψη της σχετικής απόφασης. (Ιδε Λουκά και Αλλοι ν. Δημοκρατίας 171/88, 185/88, 700/88 της 9/3/90 και Σταυρίδη ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303).

Για τους πιο πάνω λόγους έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αίτηση της β΄ αιτήτριας είναι εκπρόθεσμη και απορρίπτεται. Με βάση την πιο πάνω κατάληξη δεν κρίνω σκόπιμο να εξετάσω τους άλλους λόγους που έχουν προβληθεί. Οι αιτήτριες καταδικάζονται να καταβάλουν τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας όπως αυτά θα υπολογιστούν από το Πρωτοκολλητείο και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο