ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣ Η ΑΡ. 1048/95
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
.Μεταξύ:
Ρωξάνης Κουδουνάρη,
Αιτήτριας,
- και -
Δήμου Λεμεσού,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
25 Ιουνίου, 1998
.Για την αιτήτρια: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κα Μ. Παπαθωμά για κ. Γ. Αγαπίου.
Για το ενδ. μέρος Αρχή Ηλεκτρισμού: κα Κ. Κακουλλή για κ. Γ. Κακογιάννη.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση να παραχωρήσει στην Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου άδεια οικοδομής για την ανέγερση υποσταθμού της Αρχής στα τεμάχια 501/91 και 49/1, 532 και 533 Φ/Σχ. LIV 58.5.11 και 58.61 στην περιοχή Αγία Νάπα στη Λεμεσό είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."
Η αιτήτρια κατέχει δυνάμει ενοικιάσεως ανώγεια οικία στην οδό Νικηφόρου Φωκά Αρ. 27 στη Λεμεσό, την οποία χρησιμοποιεί ως επαγγελματική στέγη.
Το ενδιαφερόμενο μέρος Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (συντομογραφικά η ΑΗΚ) είναι ιδιοκτήτρια του τεμαχίου 534 Φ/Σχ 58.5.11 που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Μάρκου Μπότσαρη, Παναγή Ποταμίτη και Νικηφόρου Φωκά. Παραπλεύρως του εν λόγω τεμαχίου είναι τα τεμάχια 532 και 534 όπου η οικία της αιτήτριας.
Στις 2.2.1993 η ΑΗΚ υπέβαλε προς τον καθ΄ ου η αίτηση Δήμο Λεμεσού αίτηση για πολεοδομική άδεια για την ανέγερση ηλεκτρικού υποσταθμού επί του τεμαχίου 534 του οποίου είναι ιδιοκτήτρια. Ο Δήμος Λεμεσού έθεσε ως όρο για τη χορήγηση της ζητηθείσας άδειας την εξασφάλιση των τεμαχίων 532 και 533 από την ΑΗΚ.
Η ΑΗΚ προσπάθησε ανεπιτυχώς να αγοράσει τα τεμάχια 532 και 533. Η ΑΗΚ σε συνεδρία της ημερομηνίας 19.7.94 αποφάσισε να προχωρήσει στην απαλλοτρίωση των δυο τεμαχίων. Οι λόγοι για τους οποίους κρίθηκε αναγκαία η απαλλοτρίωση των δυο τεμαχίων εκτίθενται αναλυτικά στη σχετική επί του θέματος επιστολή του διευθυντή της ΑΗΚ
ημερομηνίας 12.8.94 προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας. Στην επιστολή αναφέρεται πως ο Δήμος Λεμεσού είχε θέσει ως όρο για την παραχώρηση πολεοδομικής άδειας την εξασφάλιση των δυο τεμαχίων 532 και 533.Στις 28.2.95 το Υπουργείο Εσωτερικών εισηγήθηκε προς την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή όπως εγκρίνει την έκδοση πολεοδομικής άδειας προς την ΑΗΚ υπό όρους μεταξύ των οποίων ήταν και η εξασφάλιση του γειτονικού τεμαχίου "..... έτσι ώστε ο χώρος του υποσταθμού να μεγαλώσει και να μπορεί να ενταχθεί σ΄αυτόν η οικοδομή πιο ορθολογικά" και "ο ελεύθερος χώρος του τεμαχίου θα διαμορφωθεί κατάλληλα και θα δενδροφυτευθεί, έτσι ώστε να μετριασθούν οι αρνητικές επιπτώσεις από την ανέγερση της οικοδομής".
Η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης των τεμαχίων 532 και 533 δημοσιεύθηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας αρ. 1390 ημερομηνίας 26.8.94 αρ. γνωστοποίησης 1393 και κοινοποιήθηκε στους ιδιοκτήτες των τεμαχίων στις 31.8.94.
Στις 31.1.95 δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 2943 τα Διατάγματα Απαλλοτρίωσης και Επίταξης με αριθμό 25 και 33 αντίστοιχα.
Η ΑΗΚ με επιστολή ημερομηνίας 31.1.95 κοινοποίησε τα Διατάγματα Απαλλοτρίωσης και επίταξης στο δικηγόρο των ιδιοκτητών. Τα εν λόγω διατάγματα κοινοποιήθηκαν και στην αιτήτρια με επιστολή της ΑΗΚ ημερομηνίας 29.5.95 και ταυτόχρονα κλήθηκε η αιτήτρια να εγκαταλείψει την οικία μέχρι 30.6.95. Η αιτήτρια διατείνεται ότι γνωστοποιήθηκαν σ΄ αυτή στις 30.7.95 πρώτη φορά τα διατάγματα επίταξης και απαλλοτρίωσης της γης επί της οποίας
βρίσκεται η οικία με διπλοσυστημένη επιστολή της ΑΗΚ.Στις 30.6.95 η ΑΗΚ υπέβαλε αίτηση για άδεια οικοδομής. Στις 11.9.95 εκδόθηκε η πολεοδομική άδεια και στις 25.9.95 εκδόθηκε η άδεια οικοδομής η οποία είναι και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Κατόπιν αιτήσεως της αιτήτριας το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων στις 7.8.95 εξέδοσε προσωρινό διάταγμα με το οποίο εμποδιζόταν η ΑΗΚ να εισέλθει στα τεμάχια 532 και 533. Στις 11.9.95 η αιτήτρια απέσυρε ανεπιφύλακτα την αίτησή της ενώ επιφύλαξε το δικαίωμα της να ζητήσει αποζημιώσεις "σε άλλες διαδικασίες".
Η ΑΗΚ διατείνεται πως η αιτήτρια δήλωσε προφορικά ότι θα εγκατέλειπε την οικία στις 2.1.96 και ότι η ΑΗΚ αποδέχθηκε να μη προωθήσει περαιτέρω διάβημα για ανάληψη της κατοχής της οικίας πριν από τις 2.1.96. Ο ισχυρισμός της ΑΗΚ φαίνεται να τεκμηριώνεται από σχετική αναφορά η οποία περιέχεται σε επιστολή του Επιτρόπου Διοικήσεως ημερομηνίας 17.10.96 προς την αιτήτρια.
Το Διάταγμα Επίταξης των δυο τεμαχίων έληξε στις 12.1.96. Αυτό ανανεώθηκε μέχρι τις 12.1.97 με νέα διοικητική πράξη αρ. 1687, η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 3026 ημερομηνίας 22.12.95.
Η αίτηση στηρίζεται πάνω στα πιο κάτω νομικά σημεία όπως αυτά διατυπώνονται στην αίτηση.
α. Η όλη διαδικασία η μεθόδευση καταδείχνει και/ή είναι αποτέλεσμα υπέρβασης ή κατάχρησης εξουσίας ή επιδίωξης αλλότριου σκοπού πάσχει δε από πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο.
β. Είναι προϊόν ελλειπούς έρευνας, αυθαιρεσίας και ανύπαρκτης αιτιολογίας και/ή διαδικασίας που προηγήθηκε και είναι άκυρη και ή παράνομη.
γ. Παραβιάζει τα άρθρα 23 και 28 του συντάγματος.
δ. Ο καθ΄ ου η αίτηση αποφάσισε προς προηγούμενη απόφασή του.
ε. Η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρησης, την αρχή της χρηστής διοίκησης και τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης.
στ. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν πλάνης περί τα πράγματα γιατί εκδόθηκε προτού η απαλλοτριωθείσα γη επέλθει στην κατοχή της ΑΗΚ.
Ο καθ΄ ου η αίτηση Δήμος Λεμεσού και η ΑΗΚ αμφισβητούν το έννομο συμφέρον της αιτήτριας για την προσβολή της επίδικης απόφασης. Η θέση και των δυο είναι ότι η αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος για την άσκηση της παρούσας προσφυγής.
Το άρθρο 146.2 του Συντάγματος προβλέπει ότι:
"2. Η προσφυγή ασκείται υπό παντός προσώπου, του οποίου προσεβλήθη ευθέως διά της αποφάσεως, της πράξεως ή της παραλείψεως ίδιον, ενεστώς έννομον συμφέρον, όπερ κέκτηται τούτο είτε ως άτομον είτε ως μέλος κοινότητός τινος."
Βασική λοιπόν προϋπόθεση για την ακύρωση πράξης ή απόφασης διοικητικού οργάνου κλπ είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος υπέρ του αιτούντος την ακύρωση. Αν η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης ή απόφασης δεν θα ωφελήσει τον αιτητή ή θα είναι γι΄ αυτόν βλαπτική των συμφερόντων του η προσφυγή κρίνεται ως απαράδεκτη. Βλ.
Ioakim v. Limassol Municipality (1970) 3 CLR 170 και Demetriou and Others v. Republic (1985) 3 CLR 1853 στη σελιδα 1861.Το βάρος απόδειξης ότι υπάρχει έννομο συμφέρον για την άσκηση προσφυγής προς αναθεώρηση διοικητικής πράξης, απόφασης ή παράλειψης ανήκει στον αιτητή. Βλ.
Papantoniou v. EAC (1986) 3 CLR 105.Το άρθρο 146.2 του Συντάγματος καθιστά προϋπόθεση για την άσκηση προσφυγής την προσβολή ίδιου, δηλαδή προσωπικού, συμφέροντος του αιτούντος την αναθεώρηση διοικητικής απόφασης, πράξης ή παράλειψης. Βλ. Γεωργίου κα ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 2166, ημερ. 28.2.97 και
Efthymios Ierodiaconos etc v. Republic 3 RSCC 55.Στην
Americanos v. Republic (1985) 3 CLR 540 το συμφέρον που απαιτείται για να στηρίξει προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146.2 του Συντάγματος προσδιορίστηκε ως εξής:"Το συμφέρον που απαιτείται για να στηρίξει προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146.2 του Συντάγματος πρέπει να είναι προσωπικό ή άμεσο. Δεν πρέπει να πηγάζει από ζημιά που έχει προκληθεί σε τρίτους."
Μια άλλη προϋπόθεση η οποία απαιτείται για τη νομιμοποίηση του αιτητή να καταχωρήσει προσφυγή είναι η ύπαρξη βλάβης η οποία να προέρχεται από την επίδικη διοικητική πράξη ή απόφαση ένεκα της ειδικής σχέσης στην οποία διατελεί ο αιτητής προς την προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση. Βλ. Η. Κυριακόπουλλος "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο", 4η έκδοση, τόμος Γ, σελ. 120.
Για την επίλυση του ζητήματος του εννόμου συμφέροντος που εγείρουν ο καθ΄ ου η αίτηση Δήμος Λεμεσού και η ΑΗΚ είναι απαραίτητη η αναφορά στους ισχυρισμούς που προβάλλει η αιτήτρια στο δικόγραφο της προσφυγής. Βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 1425, ημερ. 26.2.96.
Οι ισχυρισμοί αυτοί συνοψίζονται ως εξής:
α. Η αιτήτρια κατέχει την ανώγειο οικία ως θέσμιος ενοικιαστής από το 1992. Δαπάνησε για βελτίωση της οικίας πέραν των ΛΚ8000.
β. Το κτίριο του οποίου μέρος αποτελεί η οικία "... παρουσιάζει ειδική σημασία κατασκευή/μορφή για την πόλη, η δε κατεδάφισή του θα στερήσει την πόλη από ένα χαρακτηριστικό δείγμα πολιτισμού".
γ. Υπήρξε σωρευτική παραβίαση νόμων και ευνοϊκή μεταχείρηση της ΑΗΚ.
δ. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν πλάνης περί τα πράγματα γιατί η άδεια οικοδομής εκδόθηκε προς την ΑΗΚ προτού η απαλλοτριωθείσα γη περιέλθει στην κατοχή της.
Στην προκείμενη περίπτωση η βλάβη της αιτήτριας φαίνεται, όπως παρουσιάζεται, να έχει δυο πτυχές.
α. η βλάβη η οποία ανάγεται στην καταστροφή της συγκεκριμένης οικοδομής η οποία ενέχει ιδιαίτερη αρχιτεκτονική σημασία και αποτελεί δείγμα πολιτισμού και,
β. βλάβη οικονομική την οποία ενδεχομένως θα υποστεί ως αποτέλεσμα της διατάραξης της μεταβολής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της οικίας και των όσων θα ακολουθήσουν προς υλοποίηση των όσων η επίδικη άδεια οικοδομής αφορά.
Στην πρώτη περίπτωση η ισχυριζόμενη βλάβη δεν μπορεί να συναρτάται με την άδεια οικοδομής. Η άδεια οικοδομής έχει ως αντικείμενο την ανέγερση νέου κτιρίου ή την τροποποίηση υφιστάμενου. Η αιτήτρια αναφέρεται στην προσφυγή της σε "κατεδάφιση" του κτιρίου. Η κατεδάφιση είναι πράξη ή ενέργεια για την οποία ο περί Οδών και Οικοδομών Νόμος Κεφ. 96 απαιτεί την έκδοση άδειας κατεδάφισης η οποία συνιστά διοικητική πράξη
ή απόφαση αυτοτελή η οποία παράγει έννομα αποτελέσματα άλλα από εκείνα τα οποία παράγει η άδεια οικοδομής.Είναι λοιπόν αυτονόητο πως η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ή απόφαση της άδειας οικοδομής δεν συναρτάται με την ισχυριζόμενη βλάβη από την κατεδάφιση που η αιτήτρια επικαλείται στην προσφυγή της.
Συναφές αλλά ανεξάρτητο προς το υπό συζήτηση θέμα είναι και το ζήτημα της τεκμηρίωσης του ισχυρισμού της αιτήτριας ότι η συγκεκριμένη οικοδομή αποτελεί δείγμα πολιτισμού ένεκα της ιδιαιτερότητας της μορφής ή της κατασκευής της. Πρόκειται για ισχυρισμό ο οποίος παρέμεινε μετέωρος χωρίς εξειδίκευση και χωρίς τα απαραίτητα εκείνα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση ενός τέτοιου ισχυρισμού.
Η δεύτερη πτυχή του θέματος εμφανίζεται ότι έχει σχέση με οικονομική βλάβη που υφίσταται ή που θα υποστεί η αιτήτρια σαν επακόλουθο της έκδοσης της επίδικης άδειας οικοδομής, ζήτημα το οποίο, καθώς έχει λεχθεί, άπτεται άμεσα του εννόμου συμφέροντος. Η αιτήτρια επικαλείται παρατυπίες κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης οι οποίες καθιστούν την απόφαση ακυρωτέα ως νομικά τρωτή και επιλήψιμη. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να αναφερθώ στους επί μέρους ισχυρισμούς της αιτήτριας που κατά την εκτίμηση της συνιστούν τις παρατυπίες. Το θέμα προς εξέταση είναι το έννομο συμφέρον της αιτήτριας, ζήτημα το οποίο μπορεί να επιλυθεί χωρίς να γίνει οποιαδήποτε αναφορά στις παρατυπίες που η αιτήτρια επικαλείται.
Μεταξύ της προσβαλλόμενης πράξης και της ζημιάς που η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι υφίσταται ή που θα υποστεί δεν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια γιατί μεταξύ τους παρεμβάλλονται άμεσα και δυναμικά τα συμφέροντα της ΑΗΚ όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί με βάση το διάταγμα απαλλοτρίωσης του ακινήτου. Τα όποια δικαιώματα της αιτήτριας ως θέσμιου ενοικιαστή του ακινήτου ρυθμίζονται από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο αλλά και από τον περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμο του 1962 (Ν. 15/62) ο οποίος προβλέπει ότι οι ενοικιαστές ακινήτου το οποίο απαλλοτριώθηκε δικαιούνται μέρος της αποζημίωσης που καταβάλλεται στον ιδιοκτήτη "επαρκές για να αποζημιώσει αυτούς για πάσα εκ του τερματισμού της μισθώσεως ζημία".
Στην Ουζουνιάν & Μ. Σουλτανιάν Λτδ ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 52/92, ημερ. 9.2.96, οι ενοικιαστές ακινήτου επιδιώξαν την ακύρωση διατάγματος απαλλοτρίωσης του ακινήτου που είχαν στην κατοχή τους ως θέσμιοι ενοικιαστές. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε πως τα συμφέροντα του ιδιοκτήτη του ακινήτου δεν μπορούν να έρχονται σε δεύτερη μοίρα έναντι των συμφερόντων του θέσμιου ενοικιαστή και απέρριψε την αίτηση.
Σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας δεν επιτρέπεται η προσβολή της απόφασης για έκδοση άδειας οικοδομής από αιτητές που δεν έχουν δικαιώματα κυριότητας σε ακίνητα που σχετίζονται με το ακίνητο στο οποίο αφορά η άδεια οικοδομής. Στα Πορίσματα Νομολογίας Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1979
, σελ. 265 αναφέρεται:"στ. Σχέδιον πόλεως, Οικοδομαί.
Νομιμοποιείται προς προσβολήν Β. Διατάγματος τροποποιούντος υφιστάμενον ρυμοτομικόν σχέδιον ο έχων παρακείμενην ιδιοκτησίαν και γενικώς ο παρόδιος ή περίοικος προς προσβολήν Β. Διατάγματος τροποποιούντος το σχέδιον πόλεως εις την περιφέρειαν εν η κατοικεί και κέκτηται ακίνητον ιδιοκτησίαν. Επίσης κέκτηται έννομον συμφέρον ο ιδιοκτήτης γειτονικού οικοπέδου προσβάλλων πράξιν επιτρέπουσαν την ανέγερσιν οικοδομής κατά παράβασιν των κειμένων διατάξεων, εξ ης
Από την πιο πάνω περικοπή καθίσταται πρόδηλο ότι αυτός που έχει έννομο συμφέρον προσβολής άδειας οικοδομής που εκδόθηκε σε σχέση με ακίνητο δεν είναι ο ενοικιαστής του ακινήτου αλλά ο ιδιοκτήτης του ακινήτου ο οποίος πρέπει να αποδείξει ότι η ζημιά που υφίσταται η ιδιοκτησία του αποτελεί συνέπεια της έκδοσης της άδειας οικοδομής.
Για τους λόγους που εξέθεσα καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος να προσφύγει δι΄ αιτήσεως ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
9;
Α. Κραμβής,ΑΦ. Δ.