ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
FONT>Υπόθεση Αρ. 834/96
ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.
Αναφορικά με τα Άρθρα 146 και 28 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Έλενας Παπαναστασίου, από τη Λευκωσία,
Αι τήτριας,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,
Καθ΄ης η αίτηση.
- - - - - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:
6.4.98ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για την αιτήτρια: κ. Α.Σ. Αγγελίδης
Για την καθ΄ης η αίτηση: κ. Α. Μαππουρίδης.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή της η αιτήτρια ζητά την ακύρωση της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση που της γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 24.9.96, με την οποία απέρριψε το αίτημα της για εγγραφή στους πίνακες διοριστέων δασκάλων.
Η αιτήτρια, κατά το ακαδημαϊκό έτος 1992-1993, φοίτησε στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου. Το καλοκαίρι του 1993 της δόθηκε πλήρης υποτροφία Fulbright και συνέχισε τις σπουδές της στο Perin State University, όπου απέκτησε το B.A. στο Elementary Education. Μετά την επάνοδό της στην Κύπρο, υπέβαλε αίτηση συμπερίληψης της στους πίνακες διοριστέων δασκάλων, η οποία και απορρίφθηκε, για το λόγο ότι σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας απόφοιτοι ξένων πανεπιστημίων απαιτείτο όπως αποκτήσουν πιστοποιητικό επιτυχούς συμπλήρωσης ειδικού προγράμματος επιμόρφωσης που οργανώνεται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, το οποίο και η αιτήτρια δεν είχε αποκτήσει.
Το πρώτο θέμα που εγείρεται στην προσφυγή είναι η προδικαστική ένσταση των καθ΄ων η αίτηση, που εγείρεται στην γραπτή αγόρευση τους. Αφού αναφέρουν ότι η αιτήτρια απέτυχε να ενστεί στην ορθότητα του καταλόγου διοριστέων και ούτε προσέφυγε εναντίον του διορισμού με βάση τον κατάλογο αυτό που ακολούθησε, προβάλλουν τη θέση ότι η σύνταξη του καταλόγου διοριστέων αποτελεί μία ενδιάμεση προπαρασκευαστική πράξη, η οποία δεν δημιουργεί άμεσα έννομο αποτέλεσμα αλλά απλώς προπαρασκευάζει για την έκδοση της τελικής πράξης διορισμού, που είναι και η μόνη εκτελεστή πράξη. Σε σχέση με το επιχείρημα αυτό ο συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση βασίστηκε στην πρωτόδικη απόφαση Αθανασίου ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Αρ. 830/90, ημερ. 30.9.91, όπου λέχθηκε ότι η σύνταξη των πινάκων διοριστέων δεν είναι εκτελεστή πράξη. Τούτο κρίθηκε σε συνάρτηση με επιχείρημα ότι η αποτυχία αμφισβήτησης του πίνακα διοριστέων εμπόδιζε την αιτήτρια να προσφύγει εναντίον της τελικής πράξης διορισμού, η οποία έγινε με βάση τον επίδικο πίνακα διοριστέων.
Στην πρόσφατη υπόθεση Νικολάου ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Αρ. 629/96, ημερ. 17.7.97, όπου το θέμα που εγειρόταν να αποφασισθεί ήταν άμεσα το κατά πόσο η μη συμπερίληψη του αιτητή στους πίνακες διοριστέων καθηγητών ήταν εκτελεστή πράξη ή όχι, αποφασίστηκε ότι η πράξη αυτή δημιουργούσε άμεσο και έννομο αποτέλεσμα και ως εκ τούτου μπορούσε να προσβληθεί με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146. Στην υπόθεση αυτή έγινε και αναφορά και υιοθετήθηκε η απόφαση στην Χρίστου και Άλλοι ν. Δημοκρατία, Υπ. 266/92, ημερ. 30.9.93. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από τις σελ. 3-4:
"Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω θέση. Η επίδικη απόφαση αναντίλεκτα παρήγαγε άμεσα έννομα αποτελέσματα για τον αιτητή, αφού απέκλεισε το ενδεχόμενο διορισμού του ως καθηγητή και είναι συνεπώς εκτελεστή. Σχετική με το θέμα είναι και η υπόθεση Μαρίας Γεωργίου Χρίστου και Άλλων ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 266/92, ημερομηνίας 30.9.1993), με την οποία συμφωνώ. Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα, το οποίο υιοθετώ:
"Στην παρούσα υπόθεση, όμως, η Επιτροπή έκρινε και αποφάσισε ότι οι αιτήτριες δεν έχουν το αναγκαίο από το Νόμο προσόν και απέρριψε την αίτηση τους για εγγραφή στον πίνακα διοριστέων.
Το Ελληνικό Συμβούλιο Επικρατείας στην Υπόθεση 2239/62 αποφάσισε ότι αποτελεί εκτελεστή πράξη η αρνητική γνωμοδότηση νομαρχιακού συμβουλίου, κωλύουσα την έκδοση της εκτελεστής πράξεως.
Στην υπόθεση 510/1983, (Αποφάσεις Συμβουλίου Επικρατείας 1983Α σελ. 848), αποφασίστηκε ότι η αναγκαία γνωμοδότηση ότι η αιτήτρια δεν συγκέντρωνε τα ουσιαστικά προσόντα της κατ΄εκλογήν προαγωγής συνιστούσε εκτελεστή διοικητική πράξη, γιατί δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κατ΄εκλογήν προακτέα και να συγκριθεί με τους άλλους για την επιλογή της προαγωγής,
Η προσβαλλόμενη απόφαση παρήγαγε αποτέλεσμα έννομο, άμεσο το οποίο αποτελούσε ανυπέρβλητο εμπόδιο για το διορισμό των αιτητριών. Η διαδικασία ένστασης που προβλέπεται στα εδάφια (11) και (12) του Άρθρου 28Β του Νόμου δεν είναι επιτακτική αλλά δυνητική και δεν εμποδίζει την προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος. (Βλ. Nicos Pelides and The Republic (Council of Ministers) and Another 3 R.S.C.C. 13). Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εκτελεστή και υπόκειται στην Αναθεωρητική Δικαιοδοσία του Δικαστήριου.".
Με βάση τα πιο πάνω απορρίπτω την προδικαστική ένσταση και θα εξετάσω την ουσία της υπόθεσης."
Το σκεπτικό και την κατάληξη της πιο πάνω απόφαση υιοθετώ ως ορθό. Ας σημειωθεί περαιτέρω ότι δεν υπάρχουν οποιαδήποτε στοιχεία ενώπιόν μου που να δείχνουν ότι έγιναν οποιοιδήποτε διορισμοί με βάση τον επίδικο πίνακα. Κατά συνέπεια απορρίπτω την προδικαστική ένσταση.
Το σχετικό μέρος του σχεδίου υπηρεσίας το οποίο αφορά την υπόθεση έχει ως ακολούθως:
"(3)
Για τη θέση Δασκάλου:Πτυχίο Δασκάλου από το Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου της Κύπρου, ή Πτυχίο Τμήματος Παιδαγωγικών Δημοτικής Εκπαίδευσης Ελληνικού Κρατικού Πανεπιστημίου.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Σημειώσεις:
"1. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
2. Πρόσωπα που θα αποκτήσουν μέχρι την 1η Οκτωβρίου, 1997, πτυχίο από Πανεπιστήμιο άλλο από τα αναφερόμενα στην παράγραφο 3 πιο πάνω, θα μπορούν να είναι υποψήφιοι για τη θέση αυτή, νοουμένου ότι κατέχουν πτυχίο δασκάλου ισοδύναμο ως προς το επίπεδο με το πτυχίο δασκάλου του Πανεπιστημίου της Κύπρου ή Ελληνικού Κρατικού Πανεπιστημίου και ότι θα αποκτήσουν πιστοποιητικό επτυχούς συμπλήρωσης ειδικού προγράμματος επιμόρφωσης που οργανώνεται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού και θα περιλαμβάνει όσα από τα ακόλουθα θέματα ο υποψήφιος δεν έχει διδαχθεί κατά τη διάρκεια των σπουδών, στο επίπεδο και τη διάρκεια που αυτά προσφέρονται από το Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου της Κύπρου:
(ι) Ιστορία της Εκπαίδευσης
(ιι) Νεολληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία
(ιιι) Διδακτική της Ελληνικής Γλώσσας και Πρώτη Ανάγνωση
(ιν) Θρησκευτικά και η Διδακτική τους.
(ν) Ιστορία και Γεωγραφία και η Διδακτική τους.
(νι) Οποιοδήποτε άλλο θέμα το οποίο κατά την κρίση του
Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού θεωρείται απαραίτητο."
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας υπέβαλε ότι το σχέδιο υπηρεσίας είναι ultra vires του εξουσιοδοτικού νόμου, δηλαδή του Νόμου Περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας του 1969 (Ν. 10/69) και ειδικά του άρθρου 24 με το οποίο προνοείται η εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου να καθορίζει απαιτούμενα προσόντα στα σχέδια υπηρεσίας. Η επιχειρηματολογία του ευπαίδευτου συνήγορου της αιτήτριας επί του θέματος δεν είναι κατά την άποψη μου πειστική. Το άρθρο 24 προνοεί και εξουσιοδοτεί το Υπουργικό Συμβούλιο χωρίς κανένα περιορισμό να καθορίζει τα γενικά καθήκοντα, τις ευθύνες κάποιας θέσης και τα απαιτούμενα προσόντα στα σχέδια υπηρεσίας. Ως εκ τούτου ήταν εντός της εξουσίας του Υπουργικού Συμβουλίου να καθορίσει τα προσόντα εκείνα που έκρινε αναγκαία σε κάθε περίπτωση για διορισμό στη σχετική θέση.
Πρόβαλε ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας θέμα αντισυνταγματικότητας της πρόνοιας που περιέχεται στη Σημείωση αρ. 2 του σχεδίου υπηρεσίας ως αντιβαίνουσας προς το Άρθρο 28 του Συντάγματος, δημιουργώντας έτσι διάκριση μεταξύ υποψηφίων που κατέχουν το απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν ως απόφοιτοι του Κυπριακού ή Ελληνικών Πανεπιστημίων και εκείνων που κατέχουν το ακαδημαϊκό προσόν άλλου πανεπιστημίου.
Είναι ευρέως νομολογημένο ότι εκείνο που απαγορεύεται από το άρθρο 28 είναι η δημιουργία από το νομοθέτη αυθαιρέτων διακρίσεων σε βάρος ορισμένων προσώπων χωρίς να απαγορεύεται όμως η διάκριση μεταξύ κατηγοριών προσώπων με διαφορετικό χαρακτήρα και ιδιότητες. Έτσι επιτρέπεται η δημιουργία λογικών και μη αυθαίρετων διακρίσεων όταν η φύση των πραγμάτων το επιτρέπει, γιατί η αρχή της ισότητας δεν σημαίνει απόλυτη και μαθηματική ισότητα. (Βλ.
Fekkas v. Electricity Authority of Cyprus (1968) 1 C.L.R. 173, pp. 182-184 και Angelides and Others v. Republic (1982) 3 C.L.R. 774).Στην παρούσα περίπτωση η διάκριση που γίνεται για απόφοιτους ξένων πανεπιστημίων κρίνω ότι είναι λογική και επιτρεπτή κάτω από τις συνθήκες. Η συμπλήρωση ειδικού προγράμματος επιμόρφωσης που απαιτείται στις περιπτώσεις αποφοίτων ξένων πανεπιστημίων αφορά την επιμόρφωση σε θέματα που
αφορούν μεταξύ άλλων τη Νεολληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία, τα Θρησκευτικά και τη Διδακτική της Ελληνικής Γλώσσας και Πρώτης Ανάγνωσης. Είναι λογικό κατά την κρίση μου για απόφοιτους ξένων πανεπιστημίων αφού και αυτοί θα διδάσκουν σε Ελληνικά σχολεία να απαιτείται γνώση των πιο πάνω θεμάτων, γνώση την οποία προφανώς κατέχουν οι απόφοιτοι του Κυπριακού και Ελληνικών Πανεπιστημίων. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι η διάκριση που γίνεται σε περίπτωση αποφοίτων ξένων πανεπιστημίων είναι εύλογη κάτω από τις συνθήκες και απορρίπτω το επιχείρημα αυτό της αιτήτριας.Παραπονείται περαιτέρω η αιτήτρια ότι η Ε.Ε.Υ. κακώς ζήτησε και έλαβε την άποψη του Προέδρου Επιτροπής Αξιολόγησης Περιεχομένου Πτυχίων του Υπουργείου Παιδείας που εξέφρασε την άποψη ότι η αιτήτρια θα έπρεπε να αποκτήσει το πιστοποιητικό συμπλήρωσης του ειδικού προγράμματος επιμόρφωσης, γιατί έτσι απεκδύθη των δικών της ευθυνών να εξετάσει πρωτογενώς το κατά πόσο η αιτήτρια κατείχε τα αναγκαία προσόντα και ως αποτέλεσμα ενήργησε χωρίς να ασκήσει τη δική της διακριτική ευχέρεια. Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή απέτυχε να διεξαγάγει τη δέουσα έρευνα. Και αυτή η εισήγηση πρέπει να απορριφθεί. Η Ε.Ε.Υ. ζήτησε, ως είχε κάθε δικαίωμα να πράξει, από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Αξιολόγησης Περιεχομένου Πτυχίων να αξιολογήσει το πτυχίο της αιτήτριας ως μέρος της έρευνας της, πράγμα το οποίο εκείνος φαίνεται να έπραξε αν δει κάποιος την επιστολή του ημερ. 10.9.96, Παράρτημα Β στην Ένσταση, στο οποίο αναφέρει ότι η αιτήτρια "κατέχει τα προσόντα .... νοουμένου ότι θα αποκτήσει το πιστοποιητικό επιτυχούς συμπλήρωσης του ειδικού προγράμματος επιμόρφωσης ...." Η Ε.Ε.Υ στην απόφαση της, που φαίνεται στο Παράρτημα Γ στην Ένσταση, μεταξύ άλλων αναφέρει ότι κατέληξε στην απόφαση της αφού εξέτασε και τα σχέδια υπηρεσίας και αφού μελέτησε τους φακέλους των αιτητών. Κατά τη γνώμη μου η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας δεν ενήργησε δέσμια και το γεγονός ότι η απόφαση της συνάδει με το περιεχόμενο της επιστολής του Προϊσταμένου Αξιολόγησης Πτυχίων ήταν αναπόφευκτο αφού το σχετικό σχέδιο υπηρεσίας ρητά απαιτούσε για την περίπτωση τη αιτήτριας απόκτηση του πιστοποιητικού επιμόρφωσης.
Ένα άλλο επιχείρημα του ευπαίδευτου συνηγόρου της αιτήτριας είναι ότι η απόφαση αποκλεισμού της αιτήτριας από τον κατάλογο διοριστέων είναι σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης. Τούτο βασίζει στο γεγονός ότι, όπως εισηγήθηκε, προτού η αιτήτρια διακόψει τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και συνεχίσει στο Αμερικανικό πανεπιστήμιο, είχε ζητήσει την άποψη του Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευτης αν θα υπήρχε οποιοδήποτε πρόβλημα στο διορισμό της αν ακολουθούσε αυτή την ακαδημαϊκή πορεία και ο τελευταίος τη διαβεβαίωσε ότι δεν θα προέκυπτε κανένα πρόβλημα. Νομίζω ότι η εισήγηση αυτή δεν αποδίδει την πραγματικότητα. Παραθέτω προς τούτο την απάντηση του Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης:
"Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερομ. 14.10.1992, σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι τα υφιστάμενα σχέδια υπηρεσίας επιτρέπουν διορισμό πτυχιούχων ξένων πανεπιστημίων στη Δημοτική Εκπαίδευση νοουμένου ότι ειδική επιτροπή του Υπουργείου Παιδείας, αφού εξετάσει το περιεχόμενο των πτυχίων, διαπιστώνει ότι αυτό ικανοποιεί τα απαιτούμενα κριτήρια."
Είναι προφανές από τα πιο πάνω ότι καμμία δέσμευση δεν ανελήφθη από τη διοίκηση. Το μόνο που πληροφορήθηκε από το Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης η αιτήτρια ήταν ότι, αν το πτυχίο που θα λάμβανε ικανοποιούσε τα απαιτούμενα κριτήρια, τότε δεν θα υπήρχε πρόβλημα διορισμού της, με βάση όμως τα υφιστάμενα σχέδια υπηρεσίας. Δεν αποδέχομαι ότι το περιεχόμενο της επιστολής αυτής δέσμευε με οποιοδήποτε τρόπο τη διοίκηση να μην εφαρμόσει το νέο σχέδιο υπηρεσίας, που καταρτίστηκε κατά το 1995. Η αιτήτρια όφειλε να προέβλεπε την πιθανότητα αλλαγής του σχεδίου, την οποία δεν απέκλειε το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής. Ως εκ τούτου και αυτό το επιχείρημα της αιτήτριας απορρίπτεται.
Τέλος, η αιτήτρια πρόβαλε ως λόγο ακυρότητας το αναιτιολόγητο της επίδικης απόφασης. Όπως ήδη ανέφερα ανωτέρω στο σχετικό πρακτικό της Επιτροπής γίνεται αναφορά στη σχετική νομοθεσία και τα σχέδια υπηρεσίας καθώς και τους φακέλους των αιτητών και αποφασίζεται ότι η αιτήτρια θα μπορούσε να περιληφθεί στους πίνακες διοριστέων αν παρακολουθούσε το ειδικό πρόγραμμα επιμόρφωσης που προβλέπεται από τη Σημείωση αρ. 2. Έτσι, από τα πιο πάνω σε συνάρτηση με το περιεχόμενο του φακέλου της αιτήτριας και συγκεκριμένα της αίτησης που υπέβαλε, προκύπτει σαφώς η αιτιολογία της μη εγγραφής της στους καταλόγους διοριστέων που είναι η μη ικανοποίηση του σχεδίου υπηρεσίας και ειδικά των προϋποθέσεων που περιέχονται στη Σημείωση αρ. 2, που ήταν και ο μόνος λόγος απόρριψης της αίτησης της αιτήτριας. Τούτο αποτελούσε σαφώς ικανοποιητική αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η προσφυγή της αιτήτριας απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται διάταγμα για έξοδα.
Π. Αρτέμης,
Δ.
/Χ.Π.