ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 739/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΜΕΤΑΞΥ:

1. Σοφοκλή Κονναρή, εκ Λεμεσού

2. Νίκου Κονναρή, εκ Λεμεσού

Αιτητών

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του

Εφόρου Προστιθέμενης Αξίας

Καθ΄ων η αίτηση

_____________

 

30 Απριλίου, 1998

Για τους αιτητές : κ. Ρ. Μιχαηλίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κ. Μ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της

Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού

Εισαγγελέα.

_____________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Οι αιτητές ήταν εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ως συνεταιρισμός για την περίοδο μεταξύ 1.1.1993 και 31.12.1994 και είχαν ως εμπορική δραστηριότητα τη διαχείριση καφεστιατορίου στο χώρο ξενοδοχείου στη Λεμεσό.

Με αίτησή τους ημερ. 31.3.1995 ζήτησαν και πέτυχαν ακύρωση της εγγραφής τους στο Μητρώο επειδή έπαυσαν να ασκούν οποιανδήποτε εμπορική δραστηριότητα. Κατά τη διάρκεια του ελέγχου που προηγήθηκε, η Υπηρεσία Φόρου Προστιθέμενης Αξίας τους ζήτησε γραπτώς να προσκομίσουν διάφορα στοιχεία για σκοπούς επαλήθευσης των φορολογικών δηλώσεων που είχαν υποβάλει κατά την περίοδο που ήσαν εγγεγραμμένοι στο Μητρώο. Τα στοιχεία που ζητήθηκαν ήταν οι κορδέλλες τις ταμειακής μηχανής, ο τιμοκατάλογος του καφεστιατορίου και το συμβόλαιο ενοικίασης του χώρου.

Σε έλεγχο των στοιχείων της επιχείρησης διαπιστώθηκε ότι τα βιβλία και αρχεία δεν ήταν σωστά ενημερωμένα και πως οι καταχωρήσεις σ΄ αυτά δεν υποστηρίζονταν από τις απαραίτητες αποδείξεις. Διαπιστώθηκε επίσης ότι σημαντικό μέρος των εισροών και εκροών δεν είχε καταχωρηθεί στα βιβλία και ότι μεγάλο ποσό φόρου που αναλογούσε στις φορολογητέες παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών δεν είχε αποδοθεί στον ΄Εφορο.

Εν όψει των διαπιστώσεων αυτών ο ΄Εφορος ετοίμασε βεβαίωση φόρου και στις 18.9.1995 ειδοποίησε σχετικά τους αιτητές καλώντας τους να καταβάλουν πρόσθετο φόρο £19.532,18.

Οι αιτητές με επιστολές τους ημερ. 6.2.1996, 27.2.1996 και 19.4.1996 αμφισβήτησαν τη βεβαίωση φόρου και αξίωσαν αναθεώρηση, χωρίς όμως να παρουσιάσουν οποιοδήποτε νεώτερο στοιχείο. Σε κάθε μια από τις επιστολές ο ΄Εφορος απάντησε και απέρριπτε την αξίωσή τους επιμένοντας στην αρχική του απόφαση.

Με επιστολή τους ημερ. 30.5.1996 οι αιτητές επανέλαβαν την αξίωσή τους για αναθεώρηση, επισυνάπτοντας αυτή τη φορά διάφορες κορδέλλες της ταμειακής μηχανής που χρησιμοποιούσαν στην επιχείρησή τους. Ο ΄Εφορος στις 20.6.1996 απέρριψε και πάλι την αξίωση για αναθεώρηση, πληροφόρησε δε τους αιτητές ότι τα ολικά ποσά που αναγράφονται στις κορδέλλες που είχαν προσκομίσει ήταν κατά πολύ μικρότερα των ποσών που οι ίδιοι είχαν αναγράψει στις φορολογικές τους δηλώσεις. Εναντίον της τελευταίας αυτής απόφασης του Εφόρου που περιέχεται στην πιο πάνω επιστολή ασκήθηκε η παρούσα προσφυγή.

Οι καθ΄ ων η αίτηση ήγειραν προδικαστική ένσταση με την οποία προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη του Εφόρου δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά επιβεβαιωτική του περιεχομένου της βεβαίωσης φόρου που ο ΄Εφορος εξέδωσε στις 18.9.1995.

Οι βεβαιωτικές πράξεις στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και δεν μπορούν να προσβληθούν με αίτηση ακύρωσης. Απόφαση θεωρείται βεβαιωτική προγενέστερης εκτελεστής πράξης όταν εκδίδεται από την ίδια αρχή, απευθύνεται στο ίδιο πρόσωπο, σκοπεί στη ρύθμιση της ίδιας σχέσης, εδράζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση με προεκδοθείσα πράξη και παράγει ταυτόσημα με αυτή νομικά αποτελέσματα (βλέπε μεταξύ άλλων Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054, Larkos v. Republic (1987) 3 C.L.R. 2189). Η πράξη παραμένει βεβαιωτική προγενέστερης, αν δεν έχει μεσολαβήσει νέα έρευνα ή νέα στοιχεία. Πράξη που παρουσιάζει απλή εμμονή της διοίκησης στην προηγούμενη πράξη, ακόμα κι΄ αν δεν επαναλαμβάνει το περιεχόμενό της, όπως π.χ. η εμμονή σε προγενέστερη άρνηση, αποτελεί επίσης βεβαιωτική πράξη (βλέπε σχετικά Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 240 και Church of the Nazarene International Ltd v. Υπουργού Εσωτερικών και άλλων, Υποθ. αρ. 254/95, ημερ. 14.11.1996).

Αντίθετα πράξη με το ίδιο περιεχόμενο που δηλώνει εμμονή προς την προηγούμενη πράξη, αλλά που εκδόθηκε ύστερα από νέα έρευνα της υπόθεσης, δεν είναι βεβαιωτική. Νέα έρευνα θεωρείται ότι υπάρχει αν πριν από την έκδοση της νεότερης πράξης λαμβάνει χώρα εξέταση στοιχείων που προέκυψαν πρόσφατα, ή στοιχείων προϋπαρχόντων μεν αλλά προηγουμένως αγνώστων και τα οποία τώρα λαμβάνονται πρόσθετα υπ΄ όψη (βλέπε Zenios Closures Ltd v. Δήμου Λεμεσού, Υποθ. αρ. 1/93, ημερ. 29.6.1993 και Σάββας Φαίδωνος Λτδ ν. Δημοκρατίας κ.α., Υποθ. αρ. 435/95, ημερ. 19.7.1996).

Γνώμες που εκφράζει η διοίκηση επί ενός θέματος και οι οποίες δεν έχουν ως συνέπεια την άμεση παραγωγή εννόμου αποτελέσματος δεν αποτελούν εκτελεστές πράξεις (Krashias Modern Land & Building Developers Ltd v. Δήμου ΄Εγκωμης (1995) 3 Α.Α.Δ. 198).

Στην παρούσα υπόθεση ύστερα μάλιστα από προτροπή του Εφόρου, οι αιτητές απέστειλαν τις κορδέλλες της ταμειακής τους μηχανής με την επιστολή τους ημερ. 30.5.1996. Ο ΄Εφορος αφού μελέτησε τα αποσταλέντα στοιχεία απέρριψε την αμφισβήτησή τους και επέμεινε στην άμεση συμμόρφωσή τους με το περιεχόμενο της επιστολής του ημερ. 18.9.1995. Το γεγονός ότι ο ΄Εφορος βάσισε την υπό εξέταση επιστολή του στα νέα στοιχεία που του υποβλήθηκαν, φαίνεται και από το ότι στην επιστολή αναφέρει ότι τα ολικά ποσά που παρουσιάζονται στις κορδέλλες των ταμειακών μηχανών δεν συμφωνούν με τα ποσά που οι αιτητές δήλωσαν για τις αντίστοιχες φορολογικές περιόδους. Μάλιστα στη συνέχεια προβαίνει σε λεπτομερέστερη ανάλυση των ποσών που αναφέρονται στις κορδέλλες και τις συγκρίνει με τις εκροές βάσει των φορολογικών δηλώσεων.

Είναι σαφές από τα πιο πάνω ότι η επιστολή του Εφόρου ημερ. 20.6.1996 δεν αποτελεί βεβαιωτική πράξη προηγούμενης διοικητικής πράξης, αλλά βασίστηκε σε νέα στοιχεία. Μπορεί η απόφαση του Εφόρου να δηλώνει την εμμονή του στην ήδη γενόμενη ρύθμιση, αλλά η εμμονή αυτή ήταν αποτέλεσμα νέας έρευνας και συνεπώς δεν μπορεί η επιστολή να θεωρηθεί ότι έχει βεβαιωτικό χαρακτήρα.

Δεν παραγνωρίζω και το γεγονός ότι ο ΄Εφορος είχε τουλάχιστον σε δύο προηγούμενες περιπτώσεις ζητήσει την προσκόμιση των κορδέλλων της ταμειακής μηχανής, γεγονός που δείχνει ότι τις θεωρούσε στοιχεία απαραίτητα για να καταλήξει σε απόφαση. Σχετικές είναι η επιστολή του Εφόρου με δυσανάγνωστη ημερομηνία και η άλλη ημερ. 23.4.1996, με τις οποίες οι αιτητές καλούνται όπως παρουσιάσουν τις ζητούμενες κορδέλλες ταμειακής μηχανής. Τους ζητείται μάλιστα να δώσουν και εξηγήσεις γιατί οι κορδέλλες δεν παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του ελέγχου.

Δεν συμφωνώ με τη θέση ότι η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην παρουσίαση των κορδέλλων για έλεγχο παρέχει το δικαίωμα να θεωρήσουμε ότι οι κορδέλλες αυτές δεν αποτελούσαν νέα στοιχεία ή ότι ο ΄Εφορος δεν προέβη σε νέα έρευνα προτού εκδόσει την προσβαλλόμενη πράξη. Το κατά πόσο συγκεκριμένο στοιχείο είναι νέο ή όχι σίγουρα δεν μπορεί να συναρτηθεί με τη δικαιολογημένη ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προσαγωγή του, ενώ το επιχείρημα ότι ο ΄Εφορος δεν προέβη σε νέα έρευνα προτού εκδόσει την προσβαλλόμενη πράξη καταρρίπτεται από τη διατύπωση που ο ίδιος ο ΄Εφορος χρησιμοποιεί στην προσβαλλόμενη επιστολή. Εν όψει όλων των πιο πάνω η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται και θα προχωρήσω στην εξέταση της ουσίας της προσφυγής.

Οι αιτητές με την γραπτή τους αγόρευση ισχυρίζονται ότι η απόφαση του Εφόρου είναι λανθασμένη και αυθαίρετη γιατί καταλόγισε στην επιχείρηση κύκλο εργασιών £200.000 για την υπό εξέταση περίοδο, αυθαίρετα και αναιτιολόγητα. Προς υποστήριξη του επιχειρήματος ότι η θέση του Εφόρου ήταν λανθασμένη και αυθαίρετη ισχυρίζονται ότι ο ΄Εφορος παραδέκτηκε ότι οι αιτητές διατηρούσαν λογιστικό σύστημα που άνκαι περίπλοκο ήταν καλά οργανωμένο. Το σύστημα αυτό ο ΄Εφορος το αγνόησε αδικαιολόγητα ή πιθανόν δεν αντιλήφθηκε. Ισχυρίζονται περαιτέρω ότι ο ΄Εφορος προχώρησε σε δειγματοληψία τιμολογίων και αποφάνθηκε ότι έπρεπε οι αιτητές να είχαν συγκεκριμένο κύκλο εργασιών χωρίς να λάβει υπ΄ όψη του διάφορες εκπτώσεις, απώλειες κλπ.

Θα πρέπει να ομολογήσω ότι στην αγόρευση προβάλλονται μόνο κάποιοι αόριστοι ισχυρισμοί χωρίς να φαίνεται οποιοσδήποτε ουσιαστικός λόγος αμφισβήτησης της απόφασης του Εφόρου.

Γενικά οι ισχυρισμοί που προβάλλονται στη γραπτή αγόρευση των αιτητών είναι αόριστοι και ατεκμηρίωτοι. Βασικά προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι ο ΄Εφορος δεν έλαβε υπ΄ όψη τον πραγματικό κύκλο εργασιών των αιτητών, αλλά δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά σε στοιχεία που να μπορούσαν να αποδείξουν το βάσιμο του ισχυρισμού αυτού. Η αόριστη αναφορά σε χειρόγραφες αποδείξεις που θα συμπλήρωναν τις κορδέλλες των ταμειακών μηχανών δεν τεκμηριώνεται με παρουσίαση τους είτε στον ΄Εφορο είτε στο Δικαστήριο.

Στην υπόθεση Βαρνάβας Βαρναβίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 616, ημερ. 16.10.1990, επαναλαμβάνεται ότι τα κριτήρια για την αναθεώρηση απόφασης για θέματα φορολογίας είναι τα ίδια με εκείνα που διέπουν την αναθεώρηση κάθε άλλης εκτελεστής απόφασης της διοίκησης. Εφ΄ όσον διαπιστώνεται ότι η νομοθεσία παρέχει εξουσία για την επιβολή φόρου, το ερώτημα που εγείρεται είναι αν η απόφαση του Εφόρου είναι λογικά εφικτή. Η ευχέρεια του Δικαστηρίου για παρέμβαση περιορίζεται στις περιπτώσεις εκείνες που διαπιστώνεται ότι η κατάληξή του δεν ήταν ως θέμα λογικής συνέπειας δυνατή (LilianGeorghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 659).

Το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρότητας της πράξης φέρει ο αιτητής. Στην παρούσα υπόθεση οι αιτητές όφειλαν να αποδείξουν ότι οι διατάξεις του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990, Ν. 246/90, δεν εφαρμόστηκαν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, βάρος που δεν απόσεισαν από τους ώμους τους.

Εν όψει όλων των πιο πάνω βρίσκω ότι η αξίωση των αιτητών θα πρέπει να απορριφθεί. Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £400.

 

 

 

Φρ. Νικολαΐδης

Δ.

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο