ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 4 ΑΑΔ 315
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 370/97.
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΕΣΤΕΙΤΣ ΛΤΔ
Aιτητές
και
Κυπριακή Δημοκρατία μέσω
Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων
Καθ΄ων η αίτηση
-----------------
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 28 Απριλίου 1998
Για τους αιτητές: Σπ. Ευαγγέλου.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Λ. Χριστοδουλίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Αμφισβητείται το κύρος της απόφασης του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος αναφορικά με τη φορολογία του εισοδήματος των αιτητών, στην έκταση που αυτή επηρεάστηκε από την άρνηση αναγνώρισης εξόδου ύψους £7.304 που αφορούσε μελέτη για αξιοποίηση κατασκηνωτικού χώρου και για πιθανή ανέγερση ξενοδοχείου για ηλικιωμένους. Επίσης αμφισβητείται το κύρος της βεβαίωσης έκτακτης εισφοράς για τις τριμηνίες 3 και 4
του φορολογικού έτους 1989 και 1 και 2 του φορολογικού έτους 1990.Ο Φόρος Εισοδήματος
Τα εισοδήματα των αιτητών προέρχονταν από ενοικίαση ξενοδοχειακού συγκροτήματος και κατασκηνωτικού χώρου, σε τρίτους. Στους εξελεγμένους λογαριασμούς τους για το 1990 περιέλαβαν ως έξοδο το πιο πάνω ποσό για "μελέτη σκοπιμότητας" σε σχέση με τον αναφερθέντα σκοπό. Ο ΄Εφορος το απέρριψε και με την επιστολή του ημερομηνίας 19.1.93 εξήγησε στους αιτητές πως δεν ήταν έξοδο εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά για κτήση εισοδήματος βάσει του άρθρου 11(1) και 13(ε) των περί Φόρου Εισοδήματος Νόμων. Οι αιτητές υπέβαλαν ένσταση και είναι χρήσιμο να σημειώσουμε το λόγο της. "...Θέλουμε να παρατηρούμε ότι το κόστος της μελέτης σκοπιμότητας είναι έξοδο το οποίο έγινε εξ΄ολοκλήρου και αποκλειστικά για κτήση εισοδήματος και βάσει του άρθρου 11(1) τους περι Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων 1961 - 1991 είναι έξοδο το οποίο εκπίπτεται από το φορολογητέο εισόδημα".
Ο ΄Εφορος απέρριψε την ένσταση. ΄Εκρινε πως η δαπάνη ήταν κεφαλαιουχικής φύσης και πως δεν μπορούσε να επιτραπεί κατά τα άρθρα που αναφέρθηκαν.
Είναι ο πρώτος ισχυρισμός των αιτητών πως "το υπό αναφορά έξοδο έχει δαπανηθεί για την κτήση του εισοδήματος και μόνο για το σκοπό αυτό, αναφέρεται στα έσοδα της επιχείρησης και, επομένως, εκπίπτει με βάση τη γενική διάταξη του άρθρου 11(1)". Χωρίς όμως τεκμηρίωση ή ανάλυση αυτής της θέσης. Η άποψή τους εξαντλήθηκε στο πιο πάνω απόσπασμα. Ο δεύτερος ισχυρισμός τους είναι διαζευκτικός. Και να μή ήταν η δαπάνη έξοδο που καλύπτεται από τη γενική διάταξη του άρθρου 11(1), καλύπτεται από το άρθρο 11(1)(δ). Και καταλογίζουν στον ΄Εφορο παράλειψη εξέτασης του θέματος και κάτω από αυτή τη διάταξη που αφορά σε δαπάνες για επιστημονικές έρευνες. Οι οποίες, υπό προϋποθέσεις που καθορίζονται, ρητά περιλαμβάνονται στις δαπάνες που γίνονται εξ΄ολοκλήρου και αποκλειστικά προς κτήση του εισοδήματος. Και επιχείρησαν να τεκμηριώσουν την άποψή τους πως εδώ έχουμε επιστημονική έρευνα. Παρέπεμψαν στα λήμματα "επιστημονικό", "επιστήμονας" και "έρευνα" του Υπερλεξικού της Νεοελληνικής Γλώσσας. Και υποστήριξαν πως αφού έχουμε έρευνα που έγινε από επιστήμονες (εγγεγκριμμένους ελεγκτές - λογιστές) έχουμε επιστημονική έρευνα με την έννοια του Νόμου.
Οι καθ΄ων η αίτηση παραπέμπουν στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση G. Pavlou Textiles Ind Ltd v. Δημοκρατίας (1994) 3 ΑΑΔ 225 ως προς τη διάκριση μεταξύ εισοδηματικών και κεφαλαιουχικών δαπανών. Και εισηγούνται πως ήταν εύλογο για τον ΄Εφορο να θεωρήσει την επίδικη ως κεφαλαιουχική. Κατά τα λοιπά αντέκρουσαν στην ουσία του τον ισχυρισμό πως η μελέτη σκοπιμότητας είναι επιστημονική έρευνα με την έννοια του Νόμου. Και με τη σειρά τους παρέπεμψαν στο Νέον Ορθογραφικόν και Ερμηνευτικόν Λεξικόν του Χρ. Γιοβάννη αναφορικά με την "ερευνα", τη "μελέτη", τον "επιστημονικό" και την
"επιστήμη".Οι ισχυρισμοί των αιτητών πρέπει να απορριφθούν:
1. Οι απόψεις τους περί τον εισοδηματικό χαρακτήρα της δαπάνης παρέμειναν εντελώς ατεκμηρίωτοι. Η αιτιολογία της προσβαλλό- μενης απόφασης με βάση το άρθρο 11(1) και 13(ε) παρέμεινε ακλόνητη. Και ως ουσία, ευλόγως οδήγησε στην απόρριψη της διεκδίκησης. Η δαπάνη δεν ήταν συναρτημένη με τις δραστηριότητες των αιτητών αλλά αφορούσε σε μελλοντικούς ενδεχόμενους προσανατολισμούς, δηλαδή τη διερεύνηση της βιωσιμότητας του έργου που αναφέρθηκε.
2. Πραγματικά δεν μπορώ να δω αυτή τη στιγμή πως θα μπορούσε μια μελέτη σκοπιμότητας να ταξινομηθεί ως επιστημονική έρευνα. ΄Ομως δεν είναι έργο του δικαστηρίου η διαμόρφωση πρωτογενούς κρίσης. Είναι γεγονός πως δεν έστρεψε ο ΄Εφορος την προσοχή του προς αυτή την κατεύθυνση, όπως δεν την έστρεψε και προς τις πολλές άλλες κατευθύνσεις στις οποίες παραπέμπουν οι ειδικές διατάξεις των άρθρων που αναφέρθηκαν. Δικαίως κατά την κρίση μου. Ουδέποτε έθεσαν ενώπιόν του οι αιτητές τέτοιο θέμα. Ενώ μάλιστα είχαν εξ αρχής γνώση του γεγονότος της στήριξης της θέσης του Εφόρου στα άρθρα 11(1) και 13(ε). Δεν νομιμοποιούνται τώρα οι αιτητές να θέτουν θέμα παράλειψης του Εφόρου να εξετάσει την περίπτωση με αναφορά σε όποια από αυτές επιλέγουν εκ των υστέρων. Και πρέπει να έχουμε υπόψη μας συναφώς πως κατά το άρθρο 20 του περι Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου του 1978 (Ν. 4/78 όπως τροποποιήθηκε), στην ειδοποίηση ένστασης πρέπει να εκτίθενται επακριβώς οι λόγοι της. Απαραδέκτως προβάλλονται για πρώτη φορά στο Δικαστήριο λόγοι που
Η έκτακτη εισφορά.
Ο,τι αμφισβητείται είναι η ύπαρξη σε ισχύ νομοθετικής εξουσιοδότησης για τη βεβαίωση της έκτακτης εισφοράς. Ενόψει της κατάργησης και της μή ισχύος κατά το χρόνο της βεβαίωσης του περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου του 1990 (Ν.111/90). Δεν θα χρειαστεί να αναφερθώ σε λεπτομέρειες. Είχα εξετάσει όμοιο θέμα στην υπόθεση Αtlas Shoes Ltd v. Δημοκρατία Προσφυγή 81/94 ημερομηνίας 28.11.94. Κατέληξα τότε πως, πάνω στη βάση του δεσμευτικού προηγούμενου που θεώρησα ότι προέκυπτε από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Republic v. Pavlides and Others (1979) 3 CLR 603 (βλ και Antoniades and Others v. Republic (1979) 3 CLR 641), o περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμος του 1978 (Ν. 4/78) "παρέχει την αναγκαία εξουσιοδότηση για τη βεβαίωση έκτακτης εισφοράς παρά τη λήξη της ισχύος των Νόμων δυνάμει της οποίας αυτή επιβλήθηκε".
Το ίδιο θέμα εγέρθηκε ενώπιόν μου και την υπόθεση Verpo Co Ltd v. Δημοκρατίας Προσφυγή 159/94 ημερομηνίας 29.12.94. ΄Οπως και τότε, αναγνώρισαν και οι δυο πλευρές πως τα ουσιώδη γεγονότα και τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν, είναι πανομοιότυπα. Εξακολουθώ να διατηρώ την ίδια άποψη και θεωρώ αβάσιμο τον ισχυρισμό των αιτητών.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
/ΜΣι.