ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 123/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΜΕΤΑΞΥ:

Δημήτρη Κούνδουρου

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργείου Υγείας

2. Εφόρου Εγγραφής Χειροπρακτών

Καθ΄ων η αίτηση

_____________

 

27 Απριλίου, 1998

Για τον αιτητή : κ. Ελ. Ελευθερίου για Τάσσο Παπαδόπουλο

και Σια.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κ. Κυρ. Σταυρινός, Δικηγόρος της

Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα

της Δημοκρατίας.

_____________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με επιστολή του χωρίς ημερομηνία ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στο Μητρώο Χειροπρακτών, με βάση το άρθρο 6 του περί Εγγραφής Χειροπρακτών Νόμου του 1991, Ν.62 του 1991. Σύμφωνα με το άρθρο 6 του νόμου, προς εγγραφή στο Μητρώο Χειροπρακτών απαιτείται μεταξύ άλλων, πτυχίο, δίπλωμα ή πιστοποιητικό χειροπράκτη που χορηγείται από οποιανδήποτε αναγνωρισμένη από το Υπουργικό Συμβούλιο σχολή. Η αίτηση του αιτητή δεν έγινε τότε αποδεκτή.

Με τον περί Εγγραφής Χειροπρακτών (Τροποποιητικό) Νόμο του 1996, Ν.57(Ι)/96, προστέθηκε το άρθρο 6Α, σύμφωνα με το οποίο άτομο που δεν κατείχε τα προνοούμενα από το νόμο προσόντα μπορούσε να υποβάλει στον ΄Εφορο αίτηση για εγγραφή του ως χειροπράκτη εξ επαγγέλματος, αν ικανοποιεί τον ΄Εφορο ότι κατά και μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του νόμου πληρούσε κάποιες προϋποθέσεις.

Με επιστολή του ημερ. 8.8.1996 το Υπουργείο Υγείας ζήτησε από τον αιτητή να υποβάλει αίτηση στον ΄Εφορο στην οποία να αναφέρει τη χρονική διάρκεια της άσκησης του επαγγέλματος, με όσο το δυνατόν λεπτομερέστερες πληροφορίες που μπορούσαν να βοηθήσουν τον ΄Εφορο στο να κρίνει κατά πόσο ο αιτητής κατείχε επαρκείς γνώσεις αναφορικά με την εργασία του χειροπράκτη όπως προβλέπεται στο άρθρο 6Α (β) του νόμου.

Ο αιτητής υπέβαλε σχετική αίτηση στις 17.9.1996. Ο ΄Εφορος με επιστολή του ημερ. 16.12.1996 την απέρριψε γιατί τα στοιχεία που υποβλήθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εξαγωγή ασφαλούς συμπεράσματος ως προς την κατοχή επαρκών γνώσεων σχετικά με το επάγγελμα του χειροπράκτη. Εναντίον της απόφασης αυτής ασκήθηκε η παρούσα προσφυγή.

Μεταξύ των εγγράφων που κατατέθηκαν και αποτελούν μέρος της διαδικασίας υπάρχουν και δύο επιστολές, η μια ημερ. 19.12.1996 από την European Chiropractors' Union και η άλλη ημερ. 20.3.1997 από το Australasian Council on Chiropractic Education Limited. Ο συνήγορος του αιτητή υπέβαλε προδικαστική ένσταση ότι τα γεγονότα που περιέχονται στις επιστολές αυτές δεν μπορούν να ληφθούν υπ΄ όψη γιατί δεν ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο, αφού αποτελούν έγγραφα που περιήλθαν εις γνώσιν των καθ΄ ων η αίτηση μετά την ημερομηνία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης. Με την ένσταση συμφώνησε και ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση και συνεπώς τα έγγραφα αυτά δεν θα ληφθούν υπ΄ όψη.

Οι λόγοι που προβάλλονται για ακύρωση της επίδικης πράξης είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 6Α του νόμου, ότι πάσχει από έλλειψη δέουσας έρευνας και ελλειπή αιτιολογία. Ο συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση στη γραπτή του αγόρευση δεν απαντά σε κανένα από τους πιο πάνω νομικούς ισχυρισμούς. Προβάλλει μόνο τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις που τάσσει ο νόμος για εγγραφή του ως χειροπράκτη, συνεπώς δεν έχει έννομο συμφέρον.

Δεν συμφωνώ με τη θέση του συνήγορου των καθ΄ ων η αίτηση ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος. Το υπό εξέταση θέμα είναι κατά πόσο ο ΄Εφορος άσκησε σωστά τις αρμοδιότητές του και έκρινε ότι ο αιτητής δεν είχε τα απαραίτητα προσόντα για εγγραφή του σύμφωνα με το νόμο. ΄Οταν η εκτίμηση της διοίκησης αναφορικά με την κατοχή των προσόντων αμφισβητείται και συνεπώς καθίσταται επίδικο θέμα, ο αιτητής ασφαλώς και είχε έννομο συμφέρον να επιδιώξει την αναθεώρησή της (βλέπε και Παντελής Αντωνίου Παντελή ν. Δημοκρατίας , Υποθ. αρ. 808/92, ημερ. 10.5.1994 και Δαυΐδ Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 401/92, ημερ. 24.5.1994). Αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας είναι ακριβώς η διαπίστωση κατά πόσο ο αιτητής κατέχει ή όχι τα προσόντα που αναφέρονται στο νόμο. Σε μια τέτοια υπόθεση η ύπαρξη των προσόντων δεν είναι προϋπόθεση νομιμοποίησης του αιτητή, αλλά αυτό τούτο το αντικείμενο του δικαστικού ελέγχου. Θα ήταν σχήμα πρωθύστερο αν καταλήγαμε a priori σε συμπέρασμα ότι ο αιτητής δεν κέκτειται εννόμου συμφέροντος, γιατί δεν έχει τα προσόντα για εγγραφή.

Το πρώτο επιχείρημα του αιτητή είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 6Α του νόμου. Το άρθρο 6Α παρέχει το δικαίωμα σε πρόσωπο που δεν κατέχει τα προβλεπόμενα από το νόμο προσόντα να εγγραφεί ως χειροπράκτης εξ επαγγέλματος, αν ικανοποιήσει τον ΄Εφορο ότι μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του νόμου ασκούσε για επτά τουλάχιστον συνεχή χρόνια το επάγγελμα του χειροπράκτη με καλή πίστη και κάποια υπεύθυνη ιδιότητα και ότι κατέχει επαρκείς γνώσεις αναφορικά με την εργασία του χειροπράκτη.

Σύμφωνα με τον αιτητή η αρμοδιότητα που παρέχεται είναι δέσμια και συνεπώς ο ΄Εφορος είχε υποχρέωση να προβεί στην ορθή διαπίστωση των πραγματικών γεγονότων και να τα υπαγάγει στον κανόνα δικαίου που εφαρμόζεται στην περίπτωση. Ασφαλώς και ο ΄Εφορος, όπως άλλωστε και κάθε διοικητική αρχή, είχε υποχρέωση πριν καταλήξει σε απόφαση να προβεί σε ορθή διαπίστωση των γεγονότων και να τα υπαγάγει στον ορθό κανόνα δικαίου, αυτή όμως η υποχρέωση δεν συνιστά δέσμια αρμοδιότητα. Δεν συμφωνώ ότι ο νόμος δημιουργεί στον ΄Εφορο δέσμια αρμοδιότητα. Αντίθετα η διατύπωση που χρησιμοποιήθηκε ("αν ικανοποιεί τον ΄Εφορο ότι") καθιστά φανερό ότι παρέχεται στον ΄Εφορο διακριτική ευχέρεια.

Ο αιτητής είναι κάτοχος πτυχίου χειροπρακτικής συγκεκριμένου κολλεγίου της Αυστραλίας, εργαζόταν δε ως αυτοεργοδοτούμενος χειροπράκτης από το 1984. Κατέχει, σύμφωνα πάντα με την αγόρευση του συνήγορου του, πρακτικές γνώσεις που απέκτησε από τη μακρά και συνεχή άσκηση του επαγγέλματος του χειροπράκτη, ενώ επιπρόσθετα κατέχει και ακαδημαϊκές γνώσεις που απέκτησε από τη φοίτησή του στο συγκεκριμένο κολλέγιο.

Κατ΄ αρχήν θα πρέπει να πούμε ότι έρευνα που έγινε από τον ΄Εφορο σε διάφορα αρμόδια ιδρύματα του εξωτερικού, μεταξύ των οποίων και ο Σύνδεσμος Χειροπρακτών Αυστραλίας, που είναι ο επαγγελματικός σύνδεσμος των χειροπρακτών της χώρας στην οποία απέκτησε τα προσόντα του ο αιτητής, καθώς και στη Διεθνή Ομοσπονδία Χειροπρακτικής, έδειξε ότι το συγκεκριμένο προσόν δεν παρέχει δικαίωμα εγγραφής ως χειροπράκτη. Μάλιστα το πιστοποιητικό σπουδών του αιτητή χαρακτηρίζεται ως κίβδηλο(* ). Aκόμα ο Σύνδεσμος Χειροπρακτών Αυστραλίας εκφράζει την απογοήτευσή του αν τα προσόντα του αιτητή θεωρηθούν αποδεκτά για εγγραφή του στην Κύπρο. Περαιτέρω το πιστοποιητικό σπουδών του αιτητή χαρακτηρίζεται από τη Διεθνή Ομοσπονδία Χειροπρακτικής ως μη αποδεκτό(* ).

Θα πρέπει βέβαια να διευκρινιστεί ότι εκλαμβάνω ότι η έρευνα που έγινε για το επίπεδο του πιστοποιητικού σπουδών του αιτητή δεν αφορά την προϋπόθεση του άρθρου 6(δ) του νόμου που απαιτεί πτυχίο, δίπλωμα ή πιστοποιητικό χειροπράκτη που χορηγήθηκε από σχολή που αναγνωρίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά για να διαπιστωθεί αν ο αιτητής ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 6Α.

Εκτός από την υποβολή του πιστοποιητικού της συγκεκριμένης σχολής κανένα άλλο δεδομένο δεν παρασχέθηκε από τον αιτητή ούτως ώστε να βοηθηθεί ο ΄Εφορος στη μορφοποίηση γνώμης. Η αναφορά του αιτητή στην εγγραφή του στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή στην άσκηση από το 1984 του επαγγέλματος του χειροπράκτη δεν αποτελούν στοιχεία αρκετά για να ικανοποιηθεί ο ΄Εφορος. Το επιχείρημα ότι η επάρκεια της γνώσης τεκμαίρεται και από το γεγονός ότι ο αιτητής ασκούσε το επάγγελμα επιτυχώς αφού εξυπηρετούσε αριθμό πελατών δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική.

Η έρευνα που έγινε στα διάφορα αρμόδια ιδρύματα του εξωτερικού έγινε για να ικανοποιηθεί ο ΄Εφορος ότι ο αιτητής ασκούσε το επάγγελμα του χειροπράκτη με κάποια υπεύθυνη ιδιότητα και ότι κατείχε επαρκείς γνώσεις αναφορικά με την εργασία του χειροπράκτη. Το αποτέλεσμα της έρευνας όχι μόνο δικαιολογεί την απόφαση του Εφόρου, αλλά δεν του άφηνε και περιθώρια για οποιαδήποτε άλλη κατάληξη. Η απόρριψη της αίτησης ήταν εύλογη και σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα του νόμου.

Ο αιτητής αξιώνει επίσης ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, καθώς και πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο. Υποβάλλει ότι η έρευνα στην οποία προέβη ο ΄Εφορος ήταν ανεπαρκής γιατί περιορίστηκε μόνο στο κατά πόσο ο αιτητής είχε εγγραφεί ως χειροπράκτης στην Αυστραλία, χώρα προέλευσης του πτυχίου του. Σύμφωνα με τον αιτητή ο ΄Εφορος έπρεπε να ερευνήσει όχι μόνο κατά πόσο οι γνώσεις που προσέφερε η συγκεκριμένη σχολή ήταν ικανοποιητικές, αλλά και το κατά πόσο οι πρακτικές γνώσεις που απέκτησε από την επτάχρονη άσκηση του επαγγέλματός του ήταν επαρκείς.

Ο ΄Εφορος ερεύνησε και μάλιστα σε διαφορετικές κατευθύνσεις, την επάρκεια των γνώσεων που προσφέρουν οι σπουδές στη συγκεκριμένη σχολή. Το συμπέρασμα ήταν αρνητικό για τον αιτητή. Παραμένει ο ισχυρισμός για τις γνώσεις που απέκτησε ο αιτητής κατά την άσκηση του επαγγέλματός του.

Στην επιστολή του Υπουργείου Υγείας ημερ. 8.8.1996 με την οποία ο αιτητής εκαλείτο να υποβάλει αίτηση στον ΄Εφορο, αναφέρεται ότι θα έπρεπε να υποβάλει στην αίτησή του όσο το δυνατό λεπτομερέστερες πληροφορίες που μπορούσαν να βοηθήσουν τον ΄Εφορο να καταλήξει κατά πόσο ο αιτητής κατείχε επαρκείς γνώσεις. Στη συνέχεια δε γίνεται αναλυτική αναφορά στις πληροφορίες που θα μπορούσαν να δοθούν.

Ο αιτητής, πλην της υποβολής του πιστοποιητικού σπουδών του, παρέλειψε να δώσει οποιεσδήποτε πληροφορίες. Η υποχρέωση που υπέχει η διοίκηση για την άσκηση δέουσας έρευνας δεν απαλλάσσει το διοικούμενο από τη δική του υποχρέωση να παράσχει όλα τα εις χείρας του αναγκαία στοιχεία προς εξέταση. Εξ άλλου στο νόμο η επάρκεια της γνώσης είναι χωριστή προϋπόθεση της επταετούς άσκησης του επαγγέλματος. Αυτό σημαίνει ότι ο ΄Εφορος θα πρέπει να ικανοποιηθεί, και το βάρος απόδειξης γι΄ αυτό φέρει ο αιτητής, ότι ικανοποιούνται και οι δύο προϋποθέσεις. Η παρουσία της μίας δεν αποδεικνύει ασφαλώς και την άλλη. Το μόνο πρόσωπο που μπορούσε να βοηθήσει στην κατεύθυνση αυτή ήταν ο ίδιος ο αιτητής. Διερωτάται κάποιος, σε ποιά, αλήθεια, έρευνα θα μπορούσε από μόνος του ο ΄Εφορος να προβεί για να διαπιστώσει την επάρκεια των γνώσεων του αιτητή επι τη βάσει της "επιτυχούς" άσκησης του επαγγέλματος από αυτόν.

Ο ΄Εφορος στην προσπάθειά του να μελετήσει την αίτηση του αιτητή προέβη σε σειρά διαβημάτων. Αποτάθηκε σε αριθμό ιδρυμάτων του εξωτερικού. Κάτω από τις περιστάσεις η έρευνα που έγινε είναι επαρκής. Ο αιτητής στην αγόρευσή του ισχυρίζεται ότι ο ΄Εφορος τελούσε σε πραγματική και νομική πλάνη και ως εκ τούτου δε διεξήγαγε την απαιτουμένη έρευνα. Δεν αντιλαμβάνομαι πως ο ΄Εφορος βρισκόταν σε πλάνη, αφού η έρευνα του τροχειοδρομήθηκε όχι για να αποδειχθεί η ακαδημαϊκή επάρκεια των προσόντων του, αλλά για να εξεταστεί κατά πόσο τα προσόντα αυτά παρείχαν το δικαίωμα στον αιτητή να ισχυριστεί ότι κατέχει επαρκείς γνώσεις αναφορικά με την εργασία του χειροπράκτη.

Ο αιτητής εισηγείται επίσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι τρωτή λόγω πεπλανημένης και ως εκ τούτου πλημελούς αιτιολογίας. Το επιχείρημα βασίζεται στο ότι στην επιστολή ημερ. 16.12.1996 αναφέρεται ότι το αίτημα του αιτητή απορρίπτεται γιατί από πληροφορίες που έχουν συλλεγεί από οργανισμούς του εξωτερικού. προκύπτει ότι ο αιτητής δεν μπορούσε να εγγραφεί σε σχετικά μητρώα χωρών του εξωτερικού όπου το επάγγελμα ρυθμίζεται νομοθετικά. Η πιο πάνω αναφορά δεν αποτελεί, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, επαρκή αιτιολογία γιατί αναφέρει άσχετα με την υπόθεση γεγονότα και παρουσιάζει εσφαλμένη αντίληψη της διοίκησης αναφορικά με το νομικό και πραγματικό καθεστώς.

Δεν συμφωνώ ούτε με την εισήγηση αυτή. Η επιστολή ημερ. 16.12.1996 αναφέρει τους λόγους για τους οποίους έχει απορριφθεί η αίτηση, μεταξύ των οποίων βέβαια και η αξία του πιστοποιητικού σπουδών του αιτητή. Περαιτέρω αναφέρεται ότι τα στοιχεία που έχει υποβάλει ο αιτητής δεν ήταν αρκετά για να βοηθήσουν στην εξαγωγή ασφαλούς συμπεράσματος ως προς το κατά πόσο κατείχε επαρκείς γνώσεις, αφού πεδία όπως η ακτινοδιαγνωστική που θεωρείται βασική γνώση στην εκπαίδευση ενός χειροπράκτη δεν αναφέρεται ότι κατείχετο από τον αιτητή.

Αναμφίβολα όσα αναφέρονται στην προσβαλλόμενη απόφαση, αλλά και τα στοιχεία που περιέχει ο φάκελλος είναι τέτοια που παρέχουν όχι μόνο την αιτιολογία και το υπόβαθρο πάνω στο οποίο βασίστηκε η απόφαση, αλλά και μια καθαρή διάσταση του όλου θέματος. Δεν μπορώ να δεκτώ ότι η απόφαση του Εφόρου μπορεί να θεωρηθεί αναιτιολόγητη.

Ο δικηγόρος των καθ΄ ων η αίτηση πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι η αίτηση του αιτητή απορρίφθηκε γιατί δεν αποδείκτηκε η άσκηση του επαγγέλματος για περίοδο επτά χρόνων. Το επιχείρημα αυτό δεν φαίνεται να τεκμηριώνεται γιατί από τα ενώπιόν μου στοιχεία φαίνεται ότι ο ΄Εφορος ουδέποτε αμφισβήτησε την κατοχή αυτού του προσόντος. Βέβαια από τις 30.7.1984, ημερομηνία εγγραφής του αιτητή στο Μητρώο Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως αυτοεργοδοτούμενου χειροπράκτη μέχρι τις 22.3.1991, ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου, πιθανόν να μη συμπληρώνεται επταετία αλλά, από το όλο πνεύμα της προσβαλλόμενης απόφασης δεν φαίνεται ότι το θέμα αυτό απασχόλησε τον ΄Εφορο. Αντίθετα όλη η αιτιολογία και η βάση της απόρριψης βρίσκεται στην ανεπάρκεια των γνώσεων του αιτητή.

Εν όψει όλων των πιο πάνω βρίσκω ότι η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί και διά ταύτα απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £400.

 

Φρ. Νικολαΐδης

Δ.

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο