ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ: Υπ. Αρ. 59/96
Τόνιας Παγιάτα,
Αιτήτριας,
και
Οργανισμού Νεολαίας,
Καθ΄ου η αίτηση.
- - - - -
Μεταξύ: Υπ. Αρ. 126/96
Κωνσταντίνου Τριγγίδη,
Αιτητής,
και
1. Κυπριακής Δημοκρατίας,
2. Υπουργού Εσωτερικών,
3. Οργανισμού Νεολαίας,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - -
Μεταξύ: Υπ. Αρ. 198/96
Κάτιας Καλογέρη,
Αιτήτριας,
και
Οργανισμού Νεολαίας,
Καθ΄ου η αίτηση.
- - - - - -
HMEΡΟΜΗΝΙΑ:
19.2.98ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για την αιτήτρια στην 59/96: κα Λυκούργου για κ. Τ. Παπαδόπουλο
Για τον αιτητή στην 198/96: κα Σατράκη για κ. Σαμψών
Για την αιτήτρια στην 126/96: κ.κ. Παπαχαραλάμπους & Αγγελίδης
Για τον καθ΄ου η αίτηση: κ. Α.Σ. Αγγελίδης
Για τα ενδιαφερόμενα μέρη 1, 3, 4 και 5: κα Μιλτιάδους για κ. Μ. Τριανταφυλλίδη
Για το ενδιαφερόμενος μέρος 6: Ουδεμία εμφάνιση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με τις συνεκδικαζόμενες αυτές προσφυγές οι αιτητές προσβάλλουν το διορισμό των 6 ενδιαφερομένων μερών από τον Οργανισμό Νεολαίας στη θέση του Λειτουργού Νεολαίας.
Μετά από σχετική επίσημη δημοσίευση στις 4.8.95, οι αιτητές υπέβαλαν αίτηση για διορισμό στην υπηρεσία του καθ΄ου η αίτηση Οργανισμού Νεολαίας για τη θέση του Λειτουργού Νεολαίας. Όλοι οι αιτητές παρακάθησαν σε γραπτές εξετάσεις, καθώς και σε προφορική συνέντευξη. Με επιστολή ημερ. 3.1.96 ο Πρόεδρος του Οργανισμού πληροφόρησε τους αιτητές ότι δεν επιλέγησαν για διορισμό στη θέση.
Οι αιτητές προβάλλουν σωρεία λόγων για τους οποίους υποβάλλουν θα πρέπει να ακυρωθεί ο διορισμός. Πρέπει από την αρχή να πω ότι πλείστοι από τους λόγους αυτούς ευσταθούν και το μόνο αποτέλεσμα στο οποίο μπορεί να αχθεί το Δικαστήριο είναι η ακύρωση της επίδικης πράξης.
Το πρώτο πράγμα που έχω να παρατηρήσω είναι ότι επικρατούσε παντελής σύγχυση στον Οργανισμό, τόσο αναφορικά με την όλη διαδικασία επιλογής και διορισμού, όσο και με τη σημασία που θα έπρεπε να είχε αποδοθεί στα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα. Επισημαίνω ότι ορισμένα από τα μέλη του Οργανισμού εξέφρασαν τις αμφιβολίες τους γι΄αυτή τη διαδικασία μέχρι σημείου που να χαρακτηρίζουν τη διαδικασία διαβλητή και τους προκύψαντες διορισμούς μη αντικειμενικούς. Από τα πρακτικά του Συμβουλίου προκύπτει η παραδοχή τους για απειρία αναφορικώς με τα θέματα διαδικασίας, ως αποτέλεσμα της οποίας κάλεσαν λειτουργό της Ε.Δ.Υ. με μακρά πείρα στα θέματα διαδικασίας για να τους συμβουλεύσει (δέστε σελ.1 του Παραρτήματος 1 στην ένσταση). Επειδή δεν έχουν εκδοθεί σχετικοί κανονισμοί μπορεί ένας να εκλάβει ότι σκοπός του Συμβουλίου και απόφαση τους ήταν να ισχύσει ότι ισχύει στη Δημόσια Υπηρεσία. (Δέστε Βασιλείου ν. Αρχή Λιμένων Κύπρου, Αρ. Υπ. 558/91 κ.α ημερ. 27.10.93).
Προφανώς η απόφαση λήφθηκε στις 27.11.95 (δέστε Παράρτημα 6ο στην Ένσταση) με ψηφοφορία των μελών του Συμβουλίου, η δε εκτίμηση των μελών και η κατάληξη τους στην απόφαση τους είναι καταχωρημένη γραπτώς, όπως αναφέρεται και ακολουθεί την απόφαση, αλλά είναι άγνωστο πότε οι γραπτοί αυτοί λόγοι κατατέθηκαν. Τούτο ορθά υποβάλλουν οι αιτητές καθιστά άκυρη την τελική απόφαση, γιατί δημιουργεί σοβαρές πιθανότητες πλάνης. (Republic v. Maratheftis and Another (1986) 3 C.L.R. 1407, Nικολάου κ.α. ν. Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών, Αρ. Υπ. 675/91, ημερ. 26.11.92).
Επιπρόσθετα, το διοικητικό όργανο απέτυχε να καταγράψει τη γενική εντύπωση που απεκόμισε για την απόδοση κάθε υποψηφίου στην προφορική εξέταση και να αιτιολογήσει επαρκώς την εντύπωση αυτή βαθμολογώντας την απόδοση κάθε υποψηφίου. Έτσι, προκύπτει ότι δεν αποκομίστηκε συλλογική και συγκριτική εντύπωση εκ μέρους του διορίζοντος οργάνου και έλλειψη του στοιχείου αυτού καθιστά ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο.
Άλλο σημείο στο οποίο πάσχει η επίδικη απόφαση είναι η αυθαίρετη απόδοση από μέλη του Συμβουλίου μεγαλύτερης σημασίας από άλλα σε ορισμένα από τα προσόντα που απαιτεί το Σχέδιο Υπηρεσίας. Ενδεικτική, για παράδειγμα, είναι η άποψη του μέλους Ανδρέα Χειμωνίδη, ο οποίος λέγει ότι η γραπτή εξέταση αποτελεί μόνο μικρό μέρος των στοιχείων που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στην τελική αξιολόγηση. Το ίδιο και με το μέλος Βασίλη Πρωτοπαπά που από τα λεγόμενα του προκύπτει ότι υποβιβάζει τη σημασία της γραπτής εξέτασης που ας σημειωθεί περιείχε και θέματα που σχετίζονται με την εργασία των διοριζομένων και που αφορούν στη νεολαία.
Όσον αφορά τα πλεονεκτήματα που προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας, το ίδιο μέλος Πρωτοπαπάς εκτιμά πως το ένα από τα δύο προσόντα πλεονεκτήματος, δηλαδή η σχετική πείρα, είναι σημαντικότερο της γνώσης ξένης Ευρωπαϊκής γλώσσας, το οποίο συμπέρασμα είναι προφανώς αυθαίρετο.
Είναι νομολογημένη αρχή ότι το διορίζον όργανο οφείλει να εξετάζει πρωτογενώς κατά πόσο οι υποψήφιοι διαθέτουν όλα τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα. (Δέστε Χ"Γιάννη - Ιωσήφ ν. Δημοκρατία, Συνεκδ. Υπ. 614/90 κ.α., ημερ. 16.5.91). Στην παρούσα περίπτωση τούτο δεν φαίνεται να έγινε, ιδίως όσον αφορά τα πρόσθετα προσόντα.
Αναφορικά με τα πρόσθετα προσόντα, η αρχή που προκύπτει σαφώς από τη νομολογία είναι ότι, όπου διορίζον όργανο αποφασίζει να προτιμήσει υποψήφιο που δεν έχει πρόσθετο προσόν, πρέπει να δώσει πειστικούς λόγους και ειδική αιτιολογία για την απόφαση του. (Tourpeki v. The Republic (1973) 3 C.L.R. 92, και Nissiotis v. Republic (1977) 3 C.L.R. 388). Η αιτιολογία αυτή πρέπει να περιέχεται στα πρακτικά του Συμβουλίου και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συμπληρώνεται από τους φακέλους. Στις υπό κρίση υποθέσεις τούτο ουδόλως γίνεται.
Απ΄όλα τα πιο πάνω είναι γενικά διάχυτη η εντύπωση ότι κάθε μέλος του οργάνου ενήργησε με βάση δικά του υποκειμενικά κριτήρια και δικές του απόψεις αναφορικά με το ποιός θα έπρεπε να διοριζόταν στις επίδικες θέσεις.
Ένα αποτέλεσμα των πιο πάνω ήταν και η κατάληξη σε αναιτιολόγητη απόφαση.
Για όλους τους προαναφερθέντες λόγους κρίνω ότι η επίδικη απόφαση επ΄ουδενί λόγω μπορεί να θεωρηθεί έγκυρη. Ως εκ τούτου οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η επίδικη απόφαση διορισμού των ενδιαφερομένων μερών ακυρώνεται με έξοδα υπέρ των αιτητών.
Π. Αρτέμης,
Δ.