ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1997) 4 ΑΑΔ 2985
28 Νοεμβρίου, 1997
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 1, 4, 6, 7, 8, 10-15 ΚΑΙ 22 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΤΟΝΥΑ NEDELDCHEVA PAVLOVA,
Αιτήτρια,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ/ Ή ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/ Ή ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 867/97)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Προσωρινή δικαστική προστασία — Αίτηση αναστολής εκτελέσεως πράξεως προσβαλλόμενης με προσφυγή μέχρις εκδικάσεως αυτής — Όροι παροχής της προσωρινής προστασίας — Δεν εκπληρούντο στην περίπτωση της κριθείσας αίτησης για αναστολή διατάγματος απέλασης.
Αλλοδαποί — Απέλαση — Όροι νομιμότητος — Νομοθετικοί λόγοι προς απέλαση — Υποχρεώσεις των αρχών και δικαιώματα του αλλοδαπού με βάση και το διεθνές δίκαιο.
Αλλοδαποί — Απέλαση — Δικαίωμα του αλλοδαπού να ενστεί και παραστεί ο ίδιος ενώπιον της αρμόδιας αρχής — Αρμόδια αρχή νοείται η δικαστική και όχι η διοικητική αρχή — Άρθρο 13 του Ν. 14/69, ακυρωτικού των Διεθνών Συμφώνων (Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα και Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα).
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος —Διάταγμα αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης πράξης — Η προς έκδοσή του προϋπόθεση της ανεπανόρθωτης βλάβης — Έννοια — Δεν περιλαμβάνει τη βλάβη σε τρίτο.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο — Αίτηση αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης δια προσφυγής πράξης — Η υποχρέωση αποκάλυψης με την αίτηση όλων των ουσιαστικών γεγονότων εν όψει της δραστικότητας της αιτούμενης θεραπείας εξαιρετικού χαρακτήρα.
Η αιτήτρια αποτάθηκε για διάταγμα αναστολής εκτελέσεως της πράξης απελάσεώς της μέχρις ότου εκδικαστεί η προσφυγή εναντίον αυτής.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την αίτηση, αποφάσισε ότι:
1. Το δικαστήριο πρέπει να ερευνήσει κατά πόσον υπάρχει έκδηλη παρανομία, που είναι προϋπόθεση για παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας. Η έννοια αυτή αντιδιαστέλλεται με εκείνη της απλής παρανομίας. Προσωρινή θεραπεία δικαιολογείται και όταν, διαζευκτικά, αποδειχθεί ότι ένας αιτητής μπορεί να υποστεί ανεπανόρθωτη ή δυσεπανόρθωτη ζημία. Για ανάλυση των προϋποθέσεων αυτών παραπέμπω στην απόφαση της Ολομέλειας στην Κροκίδου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 4 A.A.Δ. 1857 και στη Moyo and Another v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1203. Στο παραπάνω πλαίσιο δεν είναι άσχετη η αναδίφηση ή η λήψη υπόψη του υπάρχοντος, στη συγκεκριμένη περίπτωση, πραγματικού υλικού.
1. Η απέλαση πρέπει να εμφορείται από καλή πίστη. Δεν είναι νοητή η κατάχρηση των εξουσιών της διοίκησης. Ούτε η απέλαση μπορεί να παραβιάζει τους κανόνες του διεθνούς δικαίου.
2. Ένα τέτοιο διεθνή κανόνα φαίνεται ότι ενσωματώνει το Άρθρο 14Α του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 (όπως τροποποιήθηκε), σε κατάφωρη παραβίαση του οποίου εδράζεται το επιχείρημα για έκδηλη παρανομία: βλέπε Dogan ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 4 A.A.Δ. 716. Αλλά όπως προκύπτει από την απόφαση αυτή το Άρθρο 14, που φέρει πλαγιότιτλο "Διατάγματα Απέλασης", είναι η θεμελιακή διάταξη που θεσμοθετεί τη διοικητική απέλαση.
Αναλυτικότερα ο συλλογισμός είναι πως οι καθών δεν επικαλέσθηκαν ούτε υπάρχουν ερείσματα που θεμελιώνουν οποιονδήποτε από τους τρεις λόγους του Άρθρου 14Α, που καθιστά θεμιτή τη λήψη του μέτρου σε βάρος της αιτήτριας. Σύμφωνα με τις διατάξεις του, εργαζόμενοι αλλοδαποί δεν μπορούν να απελαθούν εκτός αν είναι επικίνδυνοι γιά την ασφάλεια του κράτους ή παραβλάπτουν το δημόσιο συμφέρον ή αντιστρατεύονται τα χρηστά ήθη.
Η υπόθεση των καθών στηρίζεται στα Άρθρο 6(1)(κ) και 14. Κατά το Άρθρο 6(1)(κ) θα είναι απαγορευμένος μετανάστης κάθε πρόσωπο που διαμένει στη Δημοκρατία κατά παράβαση οποιουδήποτε όρου ή περιορισμού που περιλαμβάνεται στο νόμο ή τους κανονισμούς που θεσπίστηκαν κατ' εξουσιοδότηση του ή σε οποιαδήποτε άδεια που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων αυτών. Το Άρθρο 14 χορηγεί στους λειτουργούς που ονομάζει διακριτική εξουσία να διατάξουν την απέλαση προσώπου που είναι απαγορευμένος μετανάστης. Η αιτήτρια θεωρήθηκε, λόγω της παραπάνω συμπεριφοράς της, απαγορευμένη μετανάστρια. Με αποτέλεσμα να εκδοθούν στις 18/10/97 διατάγματα απέλασης και κράτησης της. Σημειώνεται ότι από την ανάγνωση του Άρθρου 14Α προκύπτει ότι μόνο εφόσον αλλοδαποί ζουν νόμιμα στο έδαφος της Δημοκρατίας τυγχάνουν της προστασίας του Άρθρου. Όμως και λανθασμένη να κριθεί τέτοια θέση ασφαλώς θα απέβαινε σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος, στα πλαίσια του Άρθρου 14Α, οποιαδήποτε απασχόληση πλην εκείνης που καθορίστηκε με την άδεια εισόδου.
4. Υποστηρίχθηκε ότι η παράλειψη κλήσης της αιτήτριας να ακουσθεί πλήττει το κύρος του ληφθέντος μέτρου και καθιστά την προσβαλλόμενη πράξη απέλασης έκδηλα παράνομη. Έγινε για το σκοπό αυτό ενισχυτική επίκληση στον περί των Διεθνών Συμφώνων (Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα και Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα) (Κυρωτικό) Νόμο του 1969 (Αρ. 14/69) Άρθρο 13.
Η αιτήτρια δεν αποστερήθηκε κανένα από τα δικαιώματα που κατοχυρώνει το Άρθρο 13. Η φράση "αρμόδια αρχή" δεν έχει την έννοια της διοικητικής αρχής, αλλά σημαίνει τη δικαστική αρχή της χώρας στην οποία βρίσκεται ο αλλοδαπός.
Με τα δεδομένα που αναλύθηκαν δεν έχει αποδειχθεί - και το βάρος αυτό φέρει η αιτήτρια - πως η κρινόμενη είναι περίπτωση έκδηλης παρανομίας.
5. Κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου, η ισχυριζόμενη βλάβη της αιτήτριας δεν είναι ανεπανόρθωτη δεδομένου ότι σε περίπτωση ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης η αιτήτρια μπορεί να διεκδικήσει και λάβει αποζημίωση, σύμφωνα με το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος.
Δεν περιλαμβάνεται στην έννοια της βλάβη σε τρίτο (εδώ στην οικογένεια της αιτήτριας). Πρέπει να υπάρχει το ατομικό στοιχείο, δηλαδή, να έχει προκληθεί βλάβη στον ίδιο τον αιτητή.
6. Έχει τέλος λεχθεί ότι θα επηρεασθεί το δικαίωμα επιλογής συζύγου της αιτήτριας, που στο μεταξύ έχει αρραβωνιαστεί με Κύπριο (βλέπε Παραγράφους 11 και 13 της ένορκης της δήλωσης). Δε θα ασχοληθώ με το θέμα σε βάθος δεδομένου πως έχει εγερθεί με γενικό και αόριστο τρόπο και χωρίς νομική θεμελίωση. Περιορίζομαι να πω ότι είναι φανερό πως τέτοιο δικαίωμα δεν έχει επηρεασθεί. Η αιτήτρια δεν εμποδίστηκε με οποιοδήποτε τρόπο να προβεί στην εκλογή της.
7. Ανεξάρτητα από τις παραπάνω σκέψεις το Δικαστήριο δε θα εξέδιδε διάταγμα και για τον εξής λόγο. Παραβιάστηκε η αρχή που επιβάλλει την αποκάλυψη όλων των ουσιαστικών γεγονότων όταν το δικαστήριο καλείται να ενεργήσει δραστικά και να δώσει θεραπεία, που σε τέτοιες περιπτώσεις, θεωρείται από το δικαστήριο ως εξαιρετικό μέτρο.
Είναι άσχετο αν εδώ η παράλειψη να δηλωθεί η σωστή χρονική διάρκεια ισχύος της άδειας, είναι εσκεμμένη ή όχι.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Κροκίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 4 Α.Α.Δ. 1857,
Moyo a.o. v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1203,
Dogan v. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 716,
Αποφάσεις της Επιτροπής Αναστολών τον Σ.τ.Ε. Αρ. 265, 475, 497 και 346 του 1992,
Global Cruises v. Metro Shipping (1989) 1(E) Α.Α.Δ. 607.
Προσφυγή.
Αίτηση για αναστολή της απόφασης για την απέλαση της αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της, τη Βουλγαρία, μέχρις ότου εκδικασθεί η προσφυγή της.
Α. Χάσικος, για την Αιτήτρια.
Γ. Γιωργαλλής, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η αιτήτρια κατέθεσε προσφυγή με την οποία προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης των καθών η αίτηση "κοινοποιηθείσα εις την αιτήτρια κατά ή περί την 17/10/97" να διατάξουν την απέλαση της στη Βουλγαρία, χώρα καταγωγής της. Έχει παράλληλα καταχωρήσει την κρινόμενη αίτηση για προσωρινή προστασία. Ζητά διάταγμα αναστολής της εν λόγω απόφασης μέχρις ότου δικαστεί η προσφυγή της. Έχω ήδη χορηγήσει περιορισμένης χρονικής έκτασης αναστολή για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας.
Τα καίρια γεγονότα δεν τελούν υπό αμφισβήτηση. Η αιτήτρια είναι κάτοχος Βουλγαρικού διαβατηρίου όντας υπήκοος της χώρας εκείνης. Στην Κύπρο έφτασε στις 19/7/97, αφού εξασφάλισε από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας άδεια παραμονής και απασχόλησης. Τη σχετική εξουσία παρέχει ο Καν. 9 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών του 1972 (Δ.Π. 242/72), όπως τροποποιήθηκαν. Ο Καν. 9 θεσπίζει τους γενικούς κανόνες που ρυθμίζουν τις άδειες εισόδου στη Δημοκρατία.
Πρέπει να τονισθεί ότι η άδεια αυτή ήταν προσωρινή. Παραχωρήθηκε για 3 μήνες μόνο. Έληξε στις 18/10/97. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι στην ένορκη δήλωση της, η αιτήτρια ανέφερε πως της χορηγήθηκε άδεια για 2 χρόνια (παράγραφος 3). Δε φαίνεται να πρόκειται για λάθος γιατί επαναλαμβάνει την ίδια δήλωση και σε δεύτερη περίπτωση στην ένορκη βεβαίωση της (παράγραφος 5). Προκύπτει ωστόσο με βεβαιότητα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, που είναι τεκμήριο, ότι η άδεια δόθηκε για τρίμηνη περίοδο. Τις επιπτώσεις θα εξετάσουμε σε άλλο σημείο της απόφασης.
Σύμφωνα με τους όρους της άδειας, η αιτήτρια θα εργαζόταν σε συγκεκριμένη οικογένεια στο Παλαιομέτοχο ως οικιακή βοηθός. Είναι κατά βάση ο ισχυρισμός των καθών πως η αιτήτρια παρέβη τους όρους της άδειας. Εργοδοτήθηκε αλλού. Οι συνθήκες και περιστάσεις περιγράφονται συνοπτικά στην παράγραφο 7 της ένορκης δήλωσης, που υποστηρίζει την ένσταση. Την έκαμε διοικητικός λειτουργός του Τμήματος Μεταναστεύσεως. Έχει ως εξής:
"Στις 17/10/97 και περί ώρα 2300 μέλη της Υπηρεσίας Αλλοδαπών της Αστυνομίας διενήργησαν έλεγχο στην μπυραρία "Φιλιππούπολη" στην οδό Φαλήρου αρ. 7 στην Αγλαντζιά και βρήκαν την αναφερόμενη στο θέμα αλλοδαπή να εργάζεται ήτοι σέρβιρε ποτά σε πελάτες της μπυραρίας, παραβιάζοντας τους όρους της άδειάς της. Από προηγούμενους ελέγχους που έγιναν από την Αστυνομία στις 11.9.97 και 17.9.97 η αλλοδαπή βρέθηκε να είναι στην πιο πάνω Μπυραρία αλλά δεν κατέστη δυνατό να τεκμηριωθεί ότι αυτή εργαζόταν."
Με την ίδια ευκαιρία, όπως αναφέρεται περαιτέρω στην ένορκη δήλωση, ο ιδιοκτήτης του κέντρου καταγγέλθηκε για διάπραξη ποινικού αδικήματος.
Είναι η μαρτυρία της αιτήτριας - και εννοούμε την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση - πως την είχε συλλάβει η αστυνομία στις 17/10/97 και την πληροφόρησε πως παραβίασε τους όρους εργασίας της. Είναι όμως αξιοσημείωτο πως δεν αναφέρει τίποτε για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκε η σύλληψη της. Ο δε δικηγόρος της κατά τη συζήτηση είπε επί λέξει: "πρέπει να λεχθεί ενώπιον του δικαστηρίου ότι το μέρος όπου ανευρέθη η αιτήτρια "να εργάζεται" είναι σε συγγενικό πρόσωπο της εργοδότριας".
Το πρώτο παράπονο είναι πως ο ομώσας δεν αποκαλύπτει την πηγή πληροφόρησης του, υπονοώντας πως η μαρτυρία του πρέπει να παραγνωριστεί. Αυτό είναι λάθος. Αναφέρει στην 1η παράγραφο ότι η γνώση του προέρχεται από έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή του. Και γεγονός είναι ότι στο φάκελο, τεκμ. Ν, είναι καταχωρημένη εκτενής έκθεση από τον Υπεύθυνο του Κλιμακίου Αλλοδαπών Λευκωσίας που υποστηρίζει, παρέχοντας περισσότερες λεπτομέρειες, όσα αναφέρονται στην παραπάνω ένορκη βεβαίωση, που συνόδευσε την ένσταση.
Ο κ. Χάσικος υπέβαλε, επικαλούμενος αποφάσεις της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου Επικρατείας, πως το δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει ισχυρισμούς όπως της παραγράφου 7, ανωτέρω, διότι, στη φάση αυτή, δεν υπόκειται σε έρευνα η νομιμότητα της πράξης, της οποίας επιζητείται η αναστολή. Δε διαφωνώ με το νομικό μέρος της πρότασης. Το δικαστήριο ωστόσο πρέπει να ερευνήσει κατά πόσον υπάρχει έκδηλη παρανομία, που είναι προϋπόθεση για παροχή δικαστικής προστασίας. Η έννοια αυτή αντιδιαστέλλεται με εκείνη της απλής παρανομίας. Προσωρινή θεραπεία δικαιολογείται και όταν, διαζευκτικά, αποδειχθεί ότι ένας αιτητής μπορεί να υποστεί ανεπανόρθωτη ή δυσεπανόρθωτη ζημία. Για ανάλυση των προϋποθέσεων αυτών παραπέμπω στην απόφαση της Ολομέλειας στην Κροκίδου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 4 A.A.Δ. 1857 και στη Moyo & Another v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1203. Στο παραπάνω πλαίσιο δεν είναι άσχετη η αναδίφηση ή η λήψη υπόψη του υπάρχοντος, στη συγκεκριμένη περίπτωση, πραγματικού υλικού.
Η απέλαση πρέπει να εμφορείται από καλή πίστη. Δεν είναι νοητή η κατάχρηση των εξουσιών της διοίκησης. Ούτε η απέλαση μπορεί να παραβιάζει τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Κατά το άρθρ. 32 του Συντάγματος:
"Ουδέν ... εμποδίζει την Δημοκρατίαν να ρύθμιση διά νόμου οιονδήποτε θέμα σχετικόν προς τους αλλοδαπούς κατά τρόπον συνάδοντα προς το διεθνές δίκαιον."
(βλέπε σχετικό σχόλιο Κρ. Γ. Τορναρίτου "Πολιτειακόν Δίκαιον της Κυπριακής Δημοκρατίας" Τόμος Πρώτος, Τεύχος Πρώτον (1979) σελ. 143)
Ένα τέτοιο διεθνή κανόνα φαίνεται ότι ενσωματώνει το άρθρ. 14Α του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 (όπως τροποποιήθηκε), σε κατάφωρη παραβίαση του οποίου εδράζεται το επιχείρημα για έκδηλη παρανομία: βλέπε Seyithan Kerem Dogan ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 4 A.A.Δ. 716. Αλλά όπως προκύπτει από την απόφαση αυτή το άρθρ. 14, που φέρει πλαγιότιτλο "Διατάγματα Απέλασης", είναι η θεμελιακή διάταξη που θεσμοθετεί τη διοικητική απέλαση.
Αναλυτικότερα ο συλλογισμός είναι πως οι καθών δεν επικαλέσθηκαν ούτε υπάρχουν ερείσματα που θεμελιώνουν οποιονδήποτε από τους τρεις λόγους του άρθρ. 14Α, που καθιστά θεμιτή τη λήψη του μέτρου σε βάρος της αιτήτριας. Σύμφωνα με τις διατάξεις του, εργαζόμενοι αλλοδαποί δεν μπορούν να απελαθούν εκτός αν είναι επικίνδυνοι γιά την ασφάλεια του κράτους ή παραβλάπτουν το δημόσιο συμφέρον ή αντιστρατεύονται τα χρηστά ήθη. Είναι βολικό στο σημείο αυτό να διαβάσουμε όλες τις διατάξεις του. Ορίζουν ότι:
"14Α. Ανεξάρτητα από οτιδήποτε που περιέχεται στο άρθρο 14 δεν διατάσσεται η απέλαση αλλοδαπών εργαζομένων, οι οποίοι διαμένουν νόμιμα επί του εδάφους της Δημοκρατίας, παρά μόνο αν καταστούν επικίνδυνοι για την ασφάλεια του κράτους ή παραβλάπτουν το δημόσιο συμφέρον ή παραβαίνουν τα χρηστά ήθη."
Η υπόθεση των καθών στηρίζεται στα άρθρ. 6(1)(κ) και 14. Κατά το άρθρ. 6(1)(κ) θα είναι απαγορευμένος μετανάστης κάθε πρόσωπο που διαμένει στη Δημοκρατία κατά παράβαση οποιουδήποτε όρου ή περιορισμού που περιλαμβάνεται στο νόμο ή τους κανονισμούς που θεσπίστηκαν κατ' εξουσιοδότηση του ή σε οποιαδήποτε άδεια που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων αυτών. Το άρθρ. 14 χορηγεί στους λειτουργούς που ονομάζει διακριτική εξουσία να διατάξουν την απέλαση προσώπου που είναι απαγορευμένος μετανάστης. Η αιτήτρια θεωρήθηκε, λόγω της παραπάνω συμπεριφοράς της, απαγορευμένη μετανάστρια. Με αποτέλεσμα να εκδοθούν στις 18/10/97 διατάγματα απέλασης και κράτησης της. Σημειώνω ότι από την ανάγνωση του άρθρ. 14Α προκύπτει ότι μόνο εφόσον αλλοδαποί ζουν νόμιμα στο έδαφος της Δημοκρατίας τυγχάνουν της προστασίας του άρθρου. Όμως και λανθασμένη να κριθεί τέτοια θέση ασφαλώς θα απέβαινε σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος, στα πλαίσια του άρθρ. 14Α, οποιαδήποτε απασχόληση πλην εκείνης που καθορίστηκε με την άδεια εισόδου.
Υποστηρίχθηκε ότι η παράλειψη κλήσης της αιτήτριας να ακουσθεί πλήττει το κύρος του ληφθέντος μέτρου και καθιστά την προσβαλλόμενη πράξη απέλασης έκδηλα παράνομη. Έγινε για το σκοπό αυτό ενισχυτική επίκληση στον περί των Διεθνών Συμφώνων (Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα και Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα) (Κυρωτικό) Νόμο του 1969 (αρ. 14/69) άρθρ. 13. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού διασφαλίζουν, εκτός άλλων, το δικαίωμα αλλοδαπού:
"...να υποβάλη ένστασιν εναντίον της απελάσεώς του και ζητήση αναθεώρησιν της οικείας αποφάσεως, παριστάμενος προς τούτο ενώπιον της επί τούτω αρμοδίας αρχής ή προσώπου ή προσώπων ειδικώς οριζομένων υπό της αρμοδίας αρχής."
Η αιτήτρια δεν αποστερήθηκε κανένα από τα δικαιώματα που κατοχυρώνει το άρθρ. 13. Η φράση "αρμόδια αρχή" δεν έχει την έννοια της διοικητικής αρχής, αλλά σημαίνει τη δικαστική αρχή της χώρας στην οποία βρίσκεται ο αλλοδαπός.
Με τα δεδομένα που ανέλυσα δεν έχει αποδειχθεί - και το βάρος αυτό φέρει η αιτήτρια - πως η κρινόμενη είναι περίπτωση έκδηλης παρανομίας. Δε διαπιστώνεται από μια πρώτη θεώρηση το στοιχείο που επισημαίνει η Moyo, ανωτέρω, στη σελ. 1208:
"(ii) ....For the illegality to qualify as flagrant, it must be glaring and as such self-evident and immediately identifiable."
Ο δικηγόρος της αιτήτριας υποστήριξε πως αν αυτή απελαθεί θα στερηθεί το μόνο πόρο ζωής, που είναι η εργασία της στην Κύπρο. Περαιτέρω θα στερηθεί η οικογένεια της στη Βουλγαρία της οικονομικής βοήθειας, την οποία της παρέχει. Κατά τη γνώμη μου η βλάβη αυτή δεν είναι ανεπανόρθωτη δεδομένου ότι σε περίπτωση ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης η αιτήτρια μπορεί να διεκδικήσει και λάβει αποζημίωση, σύμφωνα με το άρθρ. 146.6 του Συντάγματος. Η έννοια της ανεπανόρθωτης ζημίας έχει προσδιορισθεί στη Moyo, ανωτέρω, στη σελ. 1208 ως:
"(i)..damage that cannot be remedied by any of the remedies available upon annulment of the impugned administrative act "
Δεν περιλαμβάνεται στην έννοια της βλάβη σε τρίτο (εδώ στην οικογένεια της αιτήτριας). Πρέπει να υπάρχει το ατομικό στοιχείο, δηλαδή, να έχει προκληθεί βλάβη στον ίδιο τον αιτητή: βλέπε αποφάσεις της Επιτροπής Αναστολών του Σ.τ.Ε. αρ. 265,475, 497 και 346 του 1992.
Έχει τέλος λεχθεί ότι θα επηρεασθεί το δικαίωμα επιλογής συζύγου της αιτήτριας, που στο μεταξύ έχει αρραβωνιαστεί με Κύπριο (βλέπε παραγράφους 11 και 13 της ένορκης της δήλωσης). Δε θα ασχοληθώ με το θέμα σε βάθος δεδομένου πως έχει εγερθεί με γενικό και αόριστο τρόπο και χωρίς νομική θεμελίωση. Περιορίζομαι να πω ότι είναι φανερό πως τέτοιο δικαίωμα δεν έχει επηρεασθεί. Η αιτήτρια δεν εμποδίστηκε με οποιοδήποτε τρόπο να προβεί στην εκλογή της.
Ανεξάρτητα από τις παραπάνω σκέψεις δε θα εξέδιδα διάταγμα και για τον εξής λόγο. Παραβιάστηκε η αρχή που επιβάλλει την αποκάλυψη όλων των ουσιαστικών γεγονότων όταν το δικαστήριο καλείται να ενεργήσει δραστικά και να δώσει θεραπεία, που σε τέτοιες περιπτώσεις, θεωρείται από το δικαστήριο ως εξαιρετικό μέτρο: βλέπε Moyo και Seyithan, ανωτέρω.
Είναι άσχετο αν εδώ η παράλειψη να δηλωθεί η σωστή χρονική διάρκεια ισχύος της άδειας είναι εσκεμμένη ή όχι: βλέπε Global Cruises v. Metro Shipping (1989) 1(E) A.A.Δ. 607.
Η αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.