ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 2602
23 Οκτωβρίου, 1997
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΜΙΧΑΗΛ,
Αιτητής,
ν.
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1/97)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος —Προδήλως αβάσιμη προσφυγή — Συνοπτική απόρριψή της βάσει του Άρθρου 134.2 του Συντάγματος — Όροι ασκήσεως της σχετικής δικαιοδοσίας — Νομίμως ασκείται από έναν Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 11(2) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου αρ. 33/64.
Συνταγματικό Δίκαιο — Σύνταγμα —Άρθρο 134.2 του Συντάγματος — Συνοπτική απόρριψη προδήλως αβάσιμης προσφυγής —Περιστάσεις εφαρμογής του Άρθρου στην κριθείσα περίπτωση — Αόριστη μνεία προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης χωρίς καθορισμό της — Αδυναμία διαπίστωσης της εκτελεστότητας και του χρόνου έκδοσης της πράξης — Έλλειψη δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου επί των αιτουμένων θεραπειών.
Ο αιτητής προσέβαλε διάφορες μη επακριβώς καθοριζόμενες ενέργειες της διοίκησης επί των φορολογικών του υποθέσεων. Προδικαστικά κρίθηκε το ζήτημα της δυνατότητας συνοπτικής απόρριψης της προσφυγής βάσει του Άρθρου 134.2 του Συντάγματος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή βάσει του Άρθρου 134.2 του Συντάγματος, αποφάσισε ότι:
1. Η απόρριψη της παρούσας προσφυγής αξιώνεται εν προκειμένω με βάση το Άρθρο 134.2 του Συντάγματος.
Η δικαιοδοσία συνοπτικής απόρριψης προσφυγής ή μέρους της θα πρέπει να ασκείται με τη μεγαλύτερη περίσκεψη. Από την άλλη όμως το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να διστάσει να απορρίπτει συνοπτικά υποθέσεις, όπου το θέμα που εγείρεται είναι πλήρως εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου ή είναι προφανώς αβάσιμο. Θέμα εντελώς εκτός της δικαιοδοσίας δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως προδήλως αβάσιμο.
Το Άρθρο 11 (2) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964, Ν. 33/64, προβλέπει ότι οι δικαιοδοσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου περιλαμβανομένης και της δικαιοδοσίας εκδίκασης προσφυγής μπορούν να ασκηθούν από Δικαστή ή Δικαστές, όπως ήθελε αποφασίσει το Ανώτατο Δικαστήριο. Συνεπώς το παρόν Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία συνοπτικής απόρριψης προσφυγής, όταν βεβαίως ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 134.
2. Η πρώτη αιτούμενη θεραπεία στερείται παντελώς υπόβαθρου και συνεπώς δεν μπορεί να ελεχθεί η ουσία της. Περαιτέρω για τον ίδιο λόγο δεν μπορεί να ελεχθεί δικαστικά, ούτε και το εμπρόθεσμο της καταχώρησης της προσφυγής.
Η αόριστη μνεία σε διοικητική απόφαση, ακόμα κι όταν αναφέρεται ημερομηνία κοινοποίησή της στον αιτητή, θεωρήθηκε ότι δεν αποτελεί ικανοποιητική εξειδίκευση της απόφασης που προσβάλλεται βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
3. Το Άρθρο 146 του Συντάγματος παρέχει στο Δικαστήριο τη δικαιοδοσία να αποφασίζει επί πάσης προσφυγής που υποβάλλεται εναντίον απόφασης, πράξης ή παράλειψης οιουδήποτε οργάνου ή προσώπου που ασκεί εκτελεστική ή διοικητική εξουσία. Μια από τις βασικές προϋποθέσεις της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου βάσει του Άρθρου 146 είναι η ύπαρξη εκτελεστής διοικητικής πράξης. Στην παρούσα περίπτωση δεν καθορίζεται η συγκεκριμένη διοικητική πράξη που προσβάλλεται και συνεπώς το Δικαστήριο αδυνατεί να ασκήσει έλεγχο. Και στην περίπτωση αυτή επίσης πιθανόν να τίθεται θέμα προθεσμίας προσβολής της απόφασης.
4. Αναμφίβολα το Δικαστήριο στερείται της δικαιοδοσίας να εκδόσει διάταγμα με το οποίο να εμποδίζεται ο Έφορος να λάβει οποιαδήποτε δικαστικά μέτρα εναντίον του αιτητή. Η πράξη του Εφόρου, δεν είναι διοικητική και συνεπώς είναι εκτός της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου. Πράξη στην οποία εκφράζεται η πρόθεση και όχι η βούληση της διοίκησης δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.
5. Η παρούσα προσφυγή είναι προδήλως αβάσιμη και γι' αυτό απορρίπτεται με βάση το Άρθρο 134.2 του Συντάγματος. Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Papademetriou v. The Board for Registration of Architects and Civil Engineers (1977) 3 C.L.R. 411,
Justice Party v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1621,
Πίτσιλλος ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 754,
Πίτσιλλος ν. Γενικού Εισαγγελέα (1996) 4 Α.Α.Δ. 628,
Μηλιώτης ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1914,
Μαραθεύτη ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 427,
Krashias Modern Land & Building Developers Ltd v. Δήμου Έγκωμης (1995) 3 Α.Α.Δ. 198.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία αξιώνεται όπως κηρυχθεί παράνομη και αντισυνταγματική η κατάταξη του αιτητή σε διάφορες επαγγελματικές κατηγορίες για σκοπούς φόρου Εισοδήματος.
Ο Αιτητής παρών αυτοπροσώπως.
Ρ. Παπαέτη-Χατζηκώστα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Με την ένστασή τους οι καθ' ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση ισχυριζόμενοι ότι η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί σύμφωνα με το Άρθρο 134.2 του Συντάγματος λόγω του ότι είναι πρόδηλα αβάσιμη, αφού δεν στρέφεται εναντίον συγκεκριμένης διοικητικής πράξης.
Με την προσφυγή του ο αιτητής αξιώνει τις ακόλουθες θεραπείες:
"1.Να κηρυχθεί παράνομη και αντισυνταγματική η κατάταξη του αιτητή σε διάφορες επαγγελματικές κατηγορίες για σκοπούς φόρου εισοδήματος με Α.Φ.Τ. 0683932/2 στο όνομα Χριστάκης Μιχαήλ, 0683932/2 στο όνομα Χριστάκης Μιχαήλ Αλεξάνδρου, 0683932/4 στο όνομα Χριστάκης Αλεξάνδρου, 9115219/5 στο όνομα Χριστάκης Αλεξάνδρου.
2. Να κηρυχθούν παράνομες και αντισυνταγματικές οποιεσδήποτε φορολογίες έχουν επιβληθεί στον αιτητή από τον Έφορο Φόρου Εισοδήματος βάσει των πιο πάνω Α.Φ.Τ. εφ' όσο δεν στηρίζονται σε γεγονότα αλλά σε πιθανότητες και/ή εικασίες του Εφόρου.
3. Να εμποδισθεί ο Έφορος από του να πραγματοποιήσει την απειλή λήψεως δικαστικών μέτρων κατά του αιτητή βάσει της Ειδοποίησης ημ. 7/11/96 σε περίπτωση μη πληρωμής φόρων £741,51 εφ' όσο για τους φόρους αυτούς ο αιτητής καταδικάστηκε ερήμην στην Υπόθεση αρ. 1609/95 και την εφεσίβαλε με την έφεση αρ. 9611 η οποία εκκρεμεί ενώπιον της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
4. Να κηρυχθεί αντισυνταγματική η νομοθεσία και/ή η πρακτική βάσει της οποίας ο αιτητής άπαξ και του επιβληθεί φορολογία, στερείται του δικαιώματος να αναφερθεί σε γεγονότα αλλά να αναφέρει μόνο πώς μπορεί να πληρώσει."
Ο αιτητής, ο οποίος θα πρέπει να σημειωθεί καταχώρησε την προσφυγή χωρίς τη βοήθεια δικηγόρου και παρουσιάστηκε καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας προσωπικά, οφείλει στη Δημοκρατία διάφορα ποσά υπό μορφή φόρου εισοδήματος. Με επιστολή του ημερ. 27.4.1993 ζήτησε τη διαγραφή των οφειλών του. Το αίτημά του απορρίφθηκε από τον Υπουργό Οικονομικών, ενημερώθηκε δε σχετικά με επιστολή ημερ. 18.1.1996. Ο αιτητής απέστειλε στον Υπουργό Οικονομικών δύο νέες επιστολές ημερ. 20.2.1996 και 23.2.1996, οπότε και ζητήθηκε νέα έκθεση γεγονότων από το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων. Μετά την ετοιμασία της νέας έκθεσης οι ισχυρισμοί του αιτητή απορρίφθηκαν με επιστολή ημερ. 22.10.1996.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλες οι επιστολές αναφέρονται σε παλαιότερες επιβολές φορολογίας. Το Γραφείο Είσπραξης Φόρων καταχώρησε εναντίον του αιτητή την αγωγή Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας Αρ. 1609/95 με την οποία αξιώνεται ποσό £1.843,64. Στις 31.8.1985 εκδόθηκε από το Δικαστήριο απόφαση για το πιο πάνω ποσό πλέον έξοδα. Στις 23.7.1996 ο Έφορος αποφάσισε να διαγράψει μέρος του οφειλόμενου από τον αιτητή ποσού, με αποτέλεσμα να παραμείνει ως υπόλοιπο ποσό £363,84. Στις 7.11.1996 απεστάλη στον αιτητή επιστολή με την οποία εκαλείτο να διευθετήσει τις φορολογικές του υποχρεώσεις.
Η απόρριψη της παρούσας προσφυγής αξιώνεται με βάση το Άρθρο 134.2 του Συντάγματος το οποίο δίδει το δικαίωμα στο Δικαστήριο ύστερα από ακρόαση των διαδίκων να απορρίψει με ομόφωνη απόφαση χωρίς δημόσια συζήτηση προσφυγή, αν αυτή εμφανίζεται ως προδήλως αβάσιμη (βλέπε επίσης Demetrios Papademetriou v. The Board for Registration of Architects and Civil Engineers (1977) 3 C.L.R. 411).
Η δικαιοδοσία συνοπτικής απόρριψης προσφυγής ή μέρους της θα πρέπει να ασκείται με τη μεγαλύτερη περίσκεψη. Από την άλλη όμως το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να διστάσει να απορρίπτει συνοπτικά υποθέσεις όπου το θέμα που εγείρεται είναι πλήρως εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου ή είναι προφανώς αβάσιμο. Θέμα εντελώς εκτός της δικαιοδοσίας δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως. προδήλως αβάσιμο (Justice Party v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1621, 1625. Βλέπε επίσης Μόδεστος Πίτσιλλος ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 754, Πίτσιλλος ν. Γενικού Εισαγγελέα (1996) 4 Α.Α.Δ. 628 και Νίκος Μηλιώτης ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1914).
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι αιτούμενες θεραπείες δεν είναι ούτε γενικές ούτε ασαφείς. Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή για τους λόγους που θα εκθέσω στη συνέχεια. Περαιτέρω ο αιτητής ισχυρίζεται ότι το Άρθρο 134.2 του Συντάγματος δεν τυγχάνει εφαρμογής αφού το παρόν Δικαστήριο είναι μονομελές και συνεπώς δεν μπορεί να λάβει ομόφωνη απόφαση, όπως απαιτείται από το Άρθρο 134. Το άρθρο 11 (2) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964, Ν. 33/64, προβλέπει ότι οι δικαιοδοσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου περιλαμβανομένης και της δικαιοδοσίας εκδίκασης προσφυγής μπορούν να ασκηθούν από Δικαστή ή Δικαστές, όπως ήθελε αποφασίσει το Ανώτατο Δικαστήριο. Συνεπώς το παρόν Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία συνοπτικής απόρριψης προσφυγής, όταν βεβαίως ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 134.
Η πρώτη αιτούμενη θεραπεία είναι η ακύρωση της κατάταξης του αιτητή σε διάφορες επαγγελματικές κατηγορίες για σκοπούς φόρου εισοδήματος με διάφορα, όπως ισχυρίζεται, ονόματα. Ούτε στην αίτηση, αλλά ούτε και στη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής αναφέρει πότε ακριβώς ελήφθη η απόφαση αυτή. Ούτε και γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στο περιεχόμενό της. Στη γραπτή του αγόρευση αναφέρει απλώς ότι υπήρξε συνταξιούχος αστυνομικός και συνεπώς δεν δικαιολογείται ο χαρακτηρισμός του ως επιχειρηματία απλώς και μόνο γιατί μετά τη συνταξιοδότησή του διετέλεσε διευθυντής συγκεκριμένης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης. Η αναφορά του είναι αόριστη και χωρίς κανένα στοιχείο. Δεν αναφέρει για παράδειγμα πότε έγινε η κατ' ισχυρισμόν κατάταξή του σε διάφορες επαγγελματικές κατηγορίες, ότι κι αν σημαίνει κάτι τέτοιο, ή με ποια διοικητική απόφαση. Η αιτούμενη θεραπεία στερείται παντελώς υπόβαθρου και συνεπώς δεν μπορεί να ελεχθεί η ουσία της. Περαιτέρω για τον ίδιο λόγο δεν μπορεί να ελεχθεί δικαστικά, ούτε και το εμπρόθεσμο της καταχώρησης της προσφυγής.
Η αόριστη μνεία σε διοικητική απόφαση, ακόμα κι' όταν αναφέρεται ημερομηνία κοινοποίησή της στον αιτητή, θεωρήθηκε ότι δεν αποτελεί ικανοποιητική εξειδίκευση της απόφασης που προσβάλλεται βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος (Ρούλλα Μαραθεύτη ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 427).
Η δεύτερη θεραπεία αξιώνει την ακύρωση οποιωνδήποτε φορολογιών έχουν επιβληθεί στον αιτητή, εφ' όσον δεν στηρίζονται σε γεγονότα, αλλά σε εικασίες του Εφόρου. Και πάλιν η αναφορά είναι αόριστη και γενική, ενώ καμιά αναφορά δεν γίνεται σε συγκεκριμένες φορολογίες, κάτι που θα επέτρεπε τον έλεγχο της πράξης. Το Άρθρο 146 του Συντάγματος παρέχει στο Δικαστήριο τη δικαιοδοσία να αποφασίζει επί πάσης προσφυγής που υποβάλλεται εναντίον απόφασης, πράξης ή παράλειψης οιουδήποτε οργάνου ή προσώπου που ασκεί εκτελεστική ή διοικητική εξουσία. Μια από τις βασικές προϋποθέσεις της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου βάσει του Άρθρου 146 είναι η ύπαρξη εκτελεστής διοικητικής πράξης. Στην παρούσα περίπτωση δεν καθορίζεται η συγκεκριμένη διοικητική πράξη που προσβάλλεται και συνεπώς το Δικαστήριο αδυνατεί να ασκήσει έλεγχο. Και στην περίπτωση αυτή επίσης πιθανόν να τίθεται θέμα προθεσμίας προσβολής της απόφασης.
Με την τρίτη θεραπεία ο αιτητής αξιώνει όπως εμποδιστεί ο Έφορος από του να πραγματοποιήσει την απειλή λήψης δικαστικών μέτρων εναντίον του, γιατί καταδικάστηκε στην πληρωμή τους ερήμην, η δε έφεση που άσκησε ακόμα εκκρεμεί. Αναμφίβολα το Δικαστήριο στερείται της δικαιοδοσίας να εκδόσει διάταγμα με το οποίο να εμποδίζεται ο Έφορος να λάβει οποιαδήποτε δικαστικά μέτρα εναντίον του αιτητή. Η πράξη του Εφόρου, δεν είναι διοικητική και συνεπώς είναι εκτός της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου. Πράξη στην οποία εκφράζεται η πρόθεση και όχι η βούληση της διοίκησης δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη (Krashias Modern Land & Building Developers Ltd v. Δήμου Έγκωμης (1995) 3 Α.Α.Δ. 198).
Εξ ίσου αόριστη και γενική είναι και η τέταρτη αιτούμενη θεραπεία με την οποία αξιώνεται η κήρυξη της νομοθεσίας βάσει της οποίας επιβλήθηκε στον αιτητή φορολογία ως αντισυνταγματικής. Ούτε και στην περίπτωση αυτή γίνεται οποιαδήποτε συγκεκριμένη αναφορά στη νομοθεσία η συνταγματικότητα της οποίας αμφισβητείται, ούτε και ο ισχυρισμός στοιχειοθετείται καθ' οιονδήποτε τρόπο.
Εν όψει όλων των πιο πάνω καταλήγω ότι η παρούσα προσφυγή είναι προδήλως αβάσιμη και γι' αυτό απορρίπτεται με βάση το Άρθρο 134.2 του Συντάγματος. Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.