ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 2514

15 Οκτωβρίου, 1997

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΞΕΝΟΦΩΝ ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 848/95)

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού — Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου προς το Γενικό Διευθυντή και Επιτροπές.

Διοικητικό Δίκαιο — Διορισμοί — Γραπτές εξετάσεις — Βαρύτητα.

Διοικητικό Δίκαιο —Διορισμοί — Συνεντεύξεις —Το ζήτημα της απόδοσης υπερβολικής βαρύτητας στις εντυπώσεις από αυτές.

Διοικητικό Δίκαιο — Διορισμοί — Κριτήρια επιλογής — Πείρα — Η προηγούμενη πείρα δεν μπορεί να θεωρηθεί εξωγενές στοιχείο απλώς και μόνο γιατί δεν αναφέρεται στο σχέδιο υπηρεσίας.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Έλλειψη δέουσας έρευνας — Έλλειψη διερεύνησης της κατοχής του προσόντος γνώσεως ξένης γλώσσας — Αρχές από τη νομολογία και εφαρμογή του στην κριθείσα περίπτωση.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά του διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους ως Βοηθού Τουριστικού Λειτουργού 2ης Τάξης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Ο περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμος του 1969, Ν.54/69 και ειδικότερα το Άρθρο 5, όπως τροποποιήθηκε από το Άρθρο 2 του περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Τροποποιητικού) Νόμου του 1985, Ν. 16/85, προνοεί ότι το Συμβούλιο μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του στο Γενικό Διευθυντή ή σε επιτροπές από μέλη του στις οποίες μπορεί να συμμετέχει και ο Γενικός Διευθυντής ή άλλοι λειτουργοί του Οργανισμού. Το Συμβούλιο στις 25.8.1994 αποφάσισε όπως μεταβιβάσει μεταξύ άλλων την αρμοδιότητα για πλήρωση μόνιμων θέσεων και θέσεων πάνω σε προσωρινή βάση έναντι κενών οργανικών θέσεων για ορισμένες προαγωγές προσωπικού, αποσπάσεις, αναπληρωματικούς διορισμούς και άλλα παρόμοια θέματα όπως τοποθετήσεις, μεταθέσεις προσωπικού, κλπ στην Επιτροπή Προσωπικού. Η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη νομίμως από την Επιτροπή Προσωπικού που ήταν το αρμόδιο όργανο, ενώ από τα πρακτικά των συνεδριών του Συμβουλίου ή της Επιτροπής Προσωπικού δεν διαφαίνεται οποιαδήποτε κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας.

2. Αναμφισβήτητα οι γραπτές εξετάσεις αποτελούν ένα ασφαλές κριτήριο της αξίας των υποψηφίων. Όμως τα αποτελέσματά τους δεν αποτελούν και το μοναδικό παράγοντα που το διορίζον όργανο θα πρέπει να λαμβάνει υπ' όψη. Στην παρούσα υπόθεση, δεν φαίνεται ότι τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων αγνοήθηκαν ή υποβιβάστηκαν.

3. Η όλη αιτιολογία της απόφασης της Επιτροπής δεν φαίνεται να δείχνει ότι η συνέντευξη έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στην επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους. Από το όλο πνεύμα του πρακτικού δεν συνάγεται ότι η συνέντευξη είχε τόση βαρύτητα ή ελήφθη τόσο σοβαρά υπ' όψη που να δικαιολογεί ακύρωση της πράξης.

Το Δικαστήριο δε διαφωνεί με τη θέση ότι η εντύπωση που δίδει ένας υποψήφιος κατά τη συνέντευξη δεν είναι ο πιο ασφαλής τρόπος εκτίμησης των ικανοτήτων του. Επίσης, όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, δεν θα πρέπει να δίδεται δυσανάλογο βάρος στην εντύπωση από τις συνεντεύξεις. Όμως από την άλλη δεν μπορεί να παραγνωρίζεται ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης εξακριβώνονται στοιχεία του χαρακτήρα και της προσωπικότητας των υποψηφίων που δεν μπορούν να προσδιοριστούν από άλλα στοιχεία ή τη γραπτή εξέταση.

Στην παρούσα υπόθεση δεν φαίνεται ότι η εντύπωση από τη συνέντευξη διεδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο, ενώ από την άλλη δεν φαίνεται ο αιτητής να είχε προσόντα που παραγνωρίστηκαν, λόγω ακριβώς αυτής της εντύπωσης.

4. Η προηγούμενη πείρα δεν μπορεί να θεωρηθεί εξωγενές στοιχείο, απλώς και μόνο γιατί δεν αναφέρεται στο σχέδιο υπηρεσίας. Η αναφορά στη συγκεκριμένη προηγούμενη πείρα έχει εξ άλλου και σχέση με τη γνώση των τουριστικών συνθηκών που επικρατούν στην Κύπρο, που είναι ένα από τα απαιτούμενα προσόντα. Συνεπώς κάθε άλλο παρά εξωγενές στοιχείο μπορεί να θεωρηθεί.

5. Όσον αφορά τη γνώση των ελληνικών, αγγλικών και της επιπρόσθετης ξένης γλώσσας δεν υπάρχει στο φάκελο κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι έγινε οποιαδήποτε εξέταση των υποψηφίων ως προς την ικανότητά τους στον προφορικό λόγο και έκφραση στις γλώσσες αυτές. Υποβλήθηκαν σε γραπτές εξετάσεις, αλλά όχι σε προφορικές, ούτε και τους υποβλήθηκε οποιαδήποτε ερώτηση, έστω ακόμα και κατά τη διάρκεια της προφορικής συνέντευξης, για εξακρίβωση του βαθμού γνώσης, είτε των αγγλικών είτε της άλλης ξένης γλώσσας.

Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως το προσόν γνώσης ξένης γλώσσας αντιστοιχεί σε γνώση του γραπτού και προφορικού λόγου και μάλιστα στο βαθμό που προσδιορίζεται στο σχέδιο υπηρεσίας. Στην παρούσα υπόθεση δεν έγινε επαρκής έρευνα ως προς την πολύ καλή γνώση τόσο της αγγλικής όσο και της επιπρόσθετης ξένης γλώσσας που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας και συνεπώς η απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Smyrnios v. Republic (1983) 3 C.L.R. 124,

Lakatamitis v. Public Service Commission (1985) 3 C.L.R. 2269,

Χατζηγιάννη και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Βοηθού Τουριστικού Λειτουργού αντί του αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Α. Δικηγορόπουλος, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα προσφυγή στρέφεται εναντίον του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Βοηθού Τουριστικού Λειτουργού 2ης τάξης, στον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού. Κατ' αρχήν ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη παράνομα και από αναρμόδιο όργανο και γι' αυτό θα πρέπει να ακυρωθεί.

Συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι το Διοικητικό Συμβούλιο των καθ' ων η αίτηση (στο εξής "το Συμβούλιο") δεν αποφάσισε, ούτε έδωσε εξουσιοδότηση ή εντολή στην Επιτροπή Προσωπικού ή στη Γενική Διευθύντρια να προχωρήσουν σε τελική επιλογή και διορισμό. Απλώς αποφάσισε όπως τα θέματα των γραπτών εξετάσεων τεθούν από το Υπουργείο Παιδείας και οι επιτυχόντες κληθούν σε προφορική συνέντευξη ενώπιον της Επιτροπής (βλέπε πρακτικά συνεδριών Διοικητικού Συμβουλίου ημερ. 23.2.1995 και 16.3.1995 αντιστοίχως).

Η θέση αυτή του αιτητή δεν ευσταθεί. Ο περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμος του 1969, Ν. 54/69 και ειδικότερα το άρθρο 5, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 2 του περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Τροποποιητικού) Νόμου του 1985, Ν. 16/85, προνοεί ότι το Συμβούλιο μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του στο Γενικό Διευθυντή ή σε επιτροπές από μέλη του στις οποίες μπορεί να συμμετέχει και ο Γενικός Διευθυντής ή άλλοι λειτουργοί του Οργανισμού. Το Συμβούλιο στις 25.8.1994 αποφάσισε όπως μεταβιβάσει μεταξύ άλλων την αρμοδιότητα για πλήρωση μόνιμων θέσεων και θέσεων πάνω σε προσωρινή βάση έναντι κενών οργανικών θέσεων για ορισμένες προαγωγές προσωπικού, αποσπάσεις, αναπληρωματικούς διορισμούς και άλλα παρόμοια θέματα όπως τοποθετήσεις, μεταθέσεις προσωπικού, κλπ στην Επιτροπή Προσωπικού. Η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη νομίμως από την Επιτροπή Προσωπικού που ήταν το αρμόδιο όργανο, ενώ από τα πρακτικά των συνεδριών του Συμβουλίου ή της Επιτροπής Προσωπικού δεν διαφαίνεται οποιαδήποτε κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας. Κατά συνέπεια ο ισχυρισμός του αιτητή θα πρέπει να απορριφθεί.

Ο αιτητής περαιτέρω ισχυρίζεται ότι τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων αγνοήθηκαν ή υποβαθμίστηκαν. Η βαθμολογία των υποψηφίων με μέγιστο βαθμό το 100 είναι η ακόλουθη:


 

Αιτητή

Ενδιαφερόμενο μέρος

Ελληνικά

50

67

Αγγλικά

59

55

Ξένη γλώσσα

91

54

Γενικές γνώσεις

51

73

ΣΥΝΟΛΟ

251

249

Αναμφισβήτητα οι γραπτές εξετάσεις αποτελούν ένα ασφαλές κριτήριο της αξίας των υποψηφίων. Όμως τα αποτελέσματά τους δεν αποτελούν και το μοναδικό παράγοντα που το διορίζον όργανο θα πρέπει να λαμβάνει υπ' όψη. Στην παρούσα υπόθεση, δεν φαίνεται ότι τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων αγνοήθηκαν ή υποβιβάστηκαν. Στη συνεδρία της Επιτροπής Προσωπικού ημερ. 2.5.1995, γίνεται σαφής αναφορά στη βαθμολογία του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους και πολύ σωστά επισημαίνεται ότι η διαφορά στη συνολική βαθμολογία, που ήταν μόνο 2 μονάδες, δεν εξασφαλίζει οποιανδήποτε ουσιαστική υπεροχή στον αιτητή στον τομέα αυτό. Η διαφορά των δύο μονάδων, ιδιαιτέρως λαμβανομένου υπ' όψη του γεγονότος ότι σε άλλα θέματα υπερείχε κατά πολύ το ενδιαφερόμενο μέρος και σε άλλα ο αιτητής, δεν είναι τέτοια που πράγματι να μπορεί να αποτελέσει ουσιαστικό παράγοντα επιλογής μεταξύ των δύο υποψηφίων. Εξ άλλου, δεν νομίζω ότι τα θέματα των εξετάσεων έχουν την ίδια σημασία. Η γενική εντύπωση που δίδουν τα αποτελέσματα των εξετάσεων ήταν ότι οι δύο υποψήφιοι ήταν περίπου ισοδύναμοι.

Ο αιτητής περαιτέρω ισχυρίζεται ότι οι καθ' ων η αίτηση, αντίθετα με τα προβλεπόμενα από τη νομολογία που θεωρεί τη συνέντευξη ως συμπληρωματικό μόνο στοιχείο κρίσης της αξίας, την κατέστησαν αποφασιστικό στοιχείο κρίσης. Μετά το πέρας των συνεντεύξεων στις οποίες τέθηκαν σε όλους τους υποψηφίους οι ίδιες ερωτήσεις, η Επιτροπή κατέγραψε τις εντυπώσεις της. Η αξιολόγηση που έγινε στον αιτητή και στο ενδιαφερόμενο μέρος δεν διαφέρει ουσιαστικά, σε ορισμένα δε σημεία είναι σχεδόν ταυτόσημη. Στη συνέχεια η Επιτροπή δέχτηκε ομόφωνα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε συνολικά έναντι του αιτητή σε ότι αφορά όλα τα ουσιώδη στοιχεία, προχώρησε δε στην καταγραφή και συγκεκριμένων λόγων.

Ως πρώτος λόγος αναφέρεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος απέδωσε καλύτερα από τον αιτητή κατά τη διάρκεια της προσωπικής τους συνέντευξης, ενώ στη συνέχεια γίνεται αναφορά στην προηγούμενη υπηρεσία του ενδιαφερόμενου μέρους και στην οριακή τους διαφορά στις γραπτές εξετάσεις.

Δεν νομίζω ότι η όλη αιτιολογία της απόφασης της Επιτροπής δείχνει ότι η συνέντευξη έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στην επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους. Αντίθετα στην αρχή της αξιολόγησης αναφέρεται ότι η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπ' όψη τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης και αφού εξέτασε ενδελεχώς όλα τα ουσιώδη στοιχεία των δύο υποψηφίων και λαμβάνοντας υπ' όψη τη βαθμολογία τους και το επίπεδο της απόδοσής τους στην προσωπική συνέντευξη, έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει συνολικά. Από το όλο πνεύμα του πρακτικού δεν συνάγεται ότι η συνέντευξη είχε τόση βαρύτητα ή ελήφθη τόσο σοβαρά υπ' όψη που να δικαιολογεί ακύρωση της πράξης.

Δεν διαφωνώ με τη θέση ότι η εντύπωση που δίδει ένας υποψήφιος κατά τη συνέντευξη δεν είναι ο πιο ασφαλής τρόπος εκτίμησης των ικανοτήτων του (Smyrnios v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 124,135). Επίσης, όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, δεν θα πρέπει να δίδεται δυσανάλογο βάρος στην εντύπωση από τις συνεντεύξεις (βλέπε μεταξύ άλλων Spyros Lakatamitis v. The Public Service Commission (1985) 3 C.L.R. 2269). Όμως από την άλλη δεν μπορεί να παραγνωρίζεται ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης εξακριβώνονται στοιχεία του χαρακτήρα και της προσωπικότητας των υποψηφίων που δεν μπορούν να προσδιοριστούν από άλλα στοιχεία ή τη γραπτή εξέταση.

Στην παρούσα υπόθεση δεν φαίνεται ότι η εντύπωση από τη συνέντευξη διεδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο, ενώ από την άλλη δεν φαίνεται ο αιτητής να είχε προσόντα που παραγνωρίστηκαν, λόγω ακριβώς αυτής της εντύπωσης. Πέραν τούτου η συνέντευξη, σύμφωνα με την αιτιολόγηση της Επιτροπής, δικαιολόγησε την υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους στη γνώση των τουριστικών συνθηκών που επικρατούν στην Κύπρο και τη γνώση της για τα αξιοθέατα, απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα.

Ο αιτητής ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η αναφορά στην αιτιολογία της επιλογής στην προηγούμενη υπηρεσία του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Βοηθού Τουριστικού Λειτουργού 2ης τάξης σε έκτακτη βάση, σε σύγκρισή της με την αντίστοιχη υπηρεσία του αιτητή στην ίδια θέση είναι εξωγενές στοιχείο που δεν έπρεπε να ληφθεί υπ' όψη. Σύμφωνα με τον αιτητή η Επιτροπή όχι μόνο το χρησιμοποίησε ως στοιχείο κρίσης αλλά λανθασμένα προχώρησε θεωρώντας το και πλεονέκτημα.

Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή. Η προηγούμενη πείρα δεν μπορεί να θεωρηθεί εξωγενές στοιχείο, απλώς και μόνο γιατί δεν αναφέρεται στο σχέδιο υπηρεσίας. Η αναφορά στη συγκεκριμένη προηγούμενη πείρα έχει εξ άλλου και σχέση με τη γνώση των τουριστικών συνθηκών που επικρατούν στην Κύπρο, που είναι ένα από τα απαιτούμενα προσόντα. Συνεπώς κάθε άλλο παρά εξωγενές στοιχείο μπορεί να θεωρηθεί.

Άλλος ισχυρισμός που προβάλλεται είναι η έλλειψη δέουσας έρευνας σε σχέση με το απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας προσόν της πολύ καλής γνώσης της ελληνικής και αγγλικής καθώς και της δεύτερης ξένης γλώσσας. Όσον αφορά τη γνώση των ελληνικών, αγγλικών και της επιπρόσθετης ξένης γλώσσας δεν υπάρχει στο φάκελο κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι έγινε οποιαδήποτε εξέταση των υποψηφίων ως προς την ικανότητά τους στον προφορικό; λόγο και έκφραση στις γλώσσες αυτές. Υποβλήθηκαν σε γραπτές εξετάσεις, αλλά όχι σε προφορικές, ούτε και τους υποβλήθηκε οποιαδήποτε ερώτηση, έστω ακόμα και κατά τη διάρκεια της προφορικής συνέντευξης, για εξακρίβωση του βαθμού γνώσης, είτε των αγγλικών είτε της άλλης ξένης γλώσσας.

Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως το προσόν γνώσης ξένης γλώσσας αντιστοιχεί σε γνώση του γραπτού και προφορικού λόγου και μάλιστα στο βαθμό που προσδιορίζεται στο σχέδιο υπηρεσίας (βλ. μεταξύ άλλων Χρυστάλλα Χατζηγιάννη Ιωσήφ και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317). Στην παρούσα υπόθεση βρίσκω ότι δεν έγινε επαρκής έρευνα ως προς την πολύ καλή γνώση τόσο της αγγλικής όσο και της επιπρόσθετης ξένης γλώσσας που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας και συνεπώς η απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί. Εν όψει της κατάληξης αυτής δεν θα προχωρήσω στην εξέταση του επόμενου ισχυρισμού για έλλειψη αιτιολογίας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η διοικητική απόφαση ακυρώνεται με έξοδα στη σχετική κλίμακα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο