ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 2267
19 Σεπτεμβρίου, 1997
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΙΚΗΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 443/96)
Διοικητικό Δίκαιο — Επανεξέταση — Επανεξέταση διορισμών μετά από ακυρωτική δικαστική απόφαση — Το ζήτημα κατά πόσο οφείλει να συσταθεί εκ νέου Συμβουλευτική Επιτροπή όταν η λήψη υπόψη του έργου της προηγηθείσας είναι αδύνατη —Λύση του θέματος υπό το φως του Άρθρου 34(8) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990.
Διοικητικό Δίκαιο — Επανεξέταση — Επανεξέταση διορισμών μετά από ακυρωτική δικαστική απόφαση — Κατά πόσο απαιτείται επανάληψη της σύστασης του προϊσταμένου που δεν επηρεάστηκε από την ακυρωτική ενέργεια.
Δημόσιοι Υπάλληλοι —Διορισμοί και Προαγωγές — Σύσταση του προϊσταμένου —Αιτιολογία —Περιστάσεις νομιμότητας της αιτιολογίας της σύστασης στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής προσέβαλε τον κατ' επανεξέταση διορισμό των ενδιαφερομένων μερών ως Ανωτέρων Κτηματολογικών Λειτουργών.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η Ε.Δ.Υ. είχε υποχρέωση να φροντίσει ώστε να συσταθεί νέα Συμβουλευτική Επιτροπή. Τούτο γιατί η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είχε εν τω μεταξύ αλλάξει. Έτσι η Ε.Δ.Υ. βρέθηκε μπροστά σε ένα δίλημμα δεν μπορούσε να λάβει υπόψη τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής γιατί κηρύχθηκε από το Δικαστήριο αναιτιολόγητη και δεν μπορούσε να ζητήσει αιτιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή γιατί εν τω μεταξύ άλλαξε η σύστασή της. Έτσι προτίμησε να προχωρήσει χωρίς την αξιολόγηση των υποψηφίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Το ερώτημα είναι εάν εδικαιούτο να προχωρήσει όπως έπραξε. Οι σχετικές νομοθετικές πρόνοιες βρίσκονται στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 (Νόμοι 1/90, 71/91 και 211/91).
Από το Άρθρο 34(8) προκύπτει πως η Ε.Δ.Υ. όχι μόνο δεν δεσμεύεται από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αλλά μπορεί να καλέσει η ίδια σε εξέταση εκείνους που σύστησε η Συμβουλευτική Επιτροπή για να κάμει τη δική της εκτίμηση. Ακόμα και να καλέσει άλλους που η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν σύστησε.
Το Δικαστήριο δεν μπορεί να συμφωνήσει με την εισήγηση ότι έπρεπε να συσταθεί νέα Συμβουλευτική Επιτροπή. Άλλωστε, τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.
2. Άλλο παράπονο του αιτητή είναι πως δεν ζητήθηκε νέα σύσταση του Διευθυντή κατά την επανεξέταση. Η σύσταση του Διευθυντή ήταν χωρίς κανένα σφάλμα. Εξετάστηκε στην πρώτη δίκη και το Δικαστήριο δεν βρήκε ότι πάσχει με οποιοδήποτε τρόπο. Απαίτηση για νέα σύσταση θα αποτελούσε σπατάλη χρόνου και κόπου. Η σκέψη αυτή βασίζεται στην υπόθεση Λύωνας ν. Δημοκρατίας, (1990) 3(Γ) Α.Α.Δ. 2038, από το σκεπτικό της οποίας προκύπτει ότι νέα σύσταση χρειάζεται όταν η προηγούμενη σύσταση είχε ουσιώδες νομικό ελάττωμα.
3. Άλλο παράπονο του αιτητή είναι πως η αιτιολογία που έδωσε ο Διευθυντής για τη σύσταση των ενδιαφερόμενων μερών πάσχει γιατί λεκτικά και μόνο επικαλείται τα τρία νόμιμα κριτήρια και στηρίχτηκε εξ ολοκλήρου στην προσωπική του γνώση.
Ο Νόμος δεν απαιτεί αιτιολογία. Και όμως ο Διευθυντής αναφέρει με λεπτομέρεια τα στοιχεία τόσων των δικών του γνώσεων, τα προσόντα τους, την αρχαιότητά τους, την αξία τους, την απόδοσή τους, την προφορική εξέτασή τους και όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να έχουν κάποιο βάρος στην επιμέτρηση και την αξιολόγηση ενός εκάστου. Οτιδήποτε είπε ο Διευθυντής υποστηρίζεται πλήρως από τους διοικητικούς φακέλους τόσο του αιτητή όσο και των ενδιαφερόμενων μερών.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Λύωνας κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3(Γ) Α.Α.Δ. 2038,
Αλετράρης ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1100.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται ο διορισμός των ενδιαφερομένων μερών, εκ νέου, μετά από επανεξέταση στη θέση Ανώτερου Κτηματολογικού Λειτουργού αντί του αιτητή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Κ. Λοΐζου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Αρ. 1.
Χρ. Κληρίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Αρ. 2.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Η προσφυγή αυτή αφορά επανεξέταση διορισμού των ενδιαφερόμενων μερών Ανδρέα Παλλήκαρου και Ανδρέα Ιωαννίδη στη μόνιμη θέση Ανώτερου Κτηματολογικού Λειτουργού, Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο, Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Ο αιτητής ήταν ένας από τους υποψηφίους.
Η επανεξέταση έγινε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στις 22/2/96, πάνω στη βάση του νομικού και πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Η Ε.Δ.Υ. έκρινε πως τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν των άλλων υποψηφίων και τους διόρισε αναδρομικά από την 1/12/93.
Κατά τον αιτητή η επανεξέταση έπρεπε να αρχίσει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Από τα πρακτικά της 22/2/96 βλέπουμε τους λόγους για τους οποίους η Ε.Δ.Υ. θεώρησε πως έπρεπε να μη ληφθεί υπόψη η αξιολόγηση των υποψηφίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Αναφέρεται σχετικά:
"Επειδή η αξιολόγηση των υποψηφίων κατά την ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής προφορική εξέταση κρίθηκε από το Δικαστήριο ως μη αιτιολογημένη και δεδομένου ότι στο μεταξύ η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής έχει αλλάξει, η Επιτροπή αποφάσισε όπως κατά την επανεξέταση μη ληφθεί υπόψη η αξιολόγηση των υποψηφίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή."
Τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η Ε.Δ.Υ. είχε υποχρέωση να φροντίσει ώστε να συσταθεί νέα Συμβουλευτική Επιτροπή. Τούτο γιατί η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είχε εν τω μεταξύ αλλάξει. Έτσι η Ε.Δ.Υ. βρέθηκε μπροστά σε ένα δίλημμα· δεν μπορούσε να λάβει υπόψη τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής γιατί κηρύχθηκε από το Δικαστήριο αναιτιολόγητη και δεν μπορούσε να ζητήσει αιτιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή γιατί εν τω μεταξύ άλλαξε η σύστασή της. Έτσι προτίμησε να προχωρήσει χωρίς την αξιολόγηση των υποψηφίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Το ερώτημα είναι εάν εδικαιούτο να προχωρήσει όπως έπραξε. Οι σχετικές νομοθετικές πρόνοιες βρίσκονται στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 (Νόμοι 1/90, 71/91 και 211/91). Το άρθρο 34(8) του Νόμου προβλέπει:
"34.(8) Η Επιτροπή, πριν κάμει την τελική επιλογή, μπορεί να καλέσει σε προφορική εξέταση τους υποψήφιους οι οποίοι συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή όπως επίσης και οποιοδήποτε άλλο υποψήφιο που κατά την κρίση της έπρεπε να ήταν στον κατάλογο αυτών που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή."
Από το πιο πάνω άρθρο προκύπτει πως η Ε.Δ.Υ. όχι μόνο δεν δεσμεύεται από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αλλά μπορεί να καλέσει η ίδια σε εξέταση εκείνους που σύστησε η Συμβουλευτική Επιτροπή για να κάμει τη δική της εκτίμηση. Ακόμα και να καλέσει άλλους που η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν σύστησε.
Δεν νομίζω ότι μπορώ να συμφωνήσω με την εισήγηση ότι έπρεπε να συσταθεί νέα Συμβουλευτική Επιτροπή. Άλλωστε, τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.
Άλλο παράπονο του αιτητή είναι πως δεν ζητήθηκε νέα σύσταση του Διευθυντή κατά την επανεξέταση. Η σύσταση του Διευθυντή ήταν χωρίς κανένα σφάλμα. Εξετάστηκε στην πρώτη δίκη και το Δικαστήριο δεν βρήκε ότι πάσχει με οποιοδήποτε τρόπο. Απαίτηση για νέα σύσταση θα αποτελούσε σπατάλη χρόνου και κόπου. Η σκέψη μου αυτή βασίζεται στην υπόθεση Γεώργιος Λύωνας κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3(Γ) Α.Α.Δ. 2038, από το σκεπτικό της οποίας προκύπτει ότι νέα σύσταση χρειάζεται όταν η προηγούμενη σύσταση είχε ουσιώδες νομικό ελάττωμα. Τούτο επιβεβαιώνεται και από το απόσπασμα στην απόφαση στην Αλετράρης ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1100 και που αναφέρει σχετικά:
"Οσον αφορά τις συστάσεις του Διευθυντή, οι οποίες παρατέθηκαν πιο πάνω, βρίσκω ότι είναι επαρκώς αιτιολογημένες. Δήλωσε ότι γνώριζε και ο ίδιος τους υποψηφίους, αναφέρθηκε στις ευθύνες της θέσης και με βάση τις ευθύνες αυτές, την προσωπική του γνώση για τους υποψηφίους και τα τρία νομοθετημένα κριτήρια προαγωγής, έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν καταλληλότερος. Οι πιο πάνω συστάσεις δεν αντίκεινται, περαιτέρω, σ' οποιοδήποτε στοιχείο των φακέλων. Γι' αυτό απορρίπτω τον ισχυρισμό αυτό."
Άλλο παράπονο του αιτητή είναι πως η αιτιολογία που έδωσε ο Διευθυντής για τη σύσταση των ενδιαφερόμενων μερών πάσχει γιατί λεκτικά και μόνο επικαλείται τα τρία νόμιμα κριτήρια και στηρίχτηκε εξ ολοκλήρου στην προσωπική του γνώση. Ο Διευθυντής αναφέρει σχετικά στη σύστασή του:
"Γνωρίζω όλους τους υποψηφίους τόσο για τον Κλάδο Διακατοχής όσο και για το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο και έχω αντίληψη της προσφοράς τους, των δεξιοτήτων και ικανοτήτων τους, ιδιαίτερα των διοικητικών και οργανωτικών ικανοτήτων τους, καθώς και των δυνατοτήτων τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των υπό πλήρωση θέσεων.
Για τις δύο θέσεις του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου, αφού έλαβα και πάλιν υπόψη τα όσα ανέφερα πιο πάνω, την αξία, τα προσόντα, την αρχαιότητα, όλα τα στοιχεία των φακέλων, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, συστήνω ως πρώτο τον Παλλήκαρο Ανδρέα και ως δεύτερο τον Ιωαννίδη Ανδρέα. Ανεπιφύλακτα για τον πρώτο μπορώ να πω ότι είναι αληθινό απόκτημα για το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Και οι δύο υποψήφιοι είναι εργατικότατοι, αποδοτικοί, με ευθυκρισία, πρωτοβουλία και διοικητικές ικανότητες που υπερτερούν όλων των άλλων υποψηφίων. Τους κρίνω ως τους καταλληλότερους και γι' αυτό τους συστήνω για να καταλάβουν τη θέση του Ανώτερου Κτηματολογικού Λειτουργού (Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο)."
Ο Νόμος δεν απαιτεί αιτιολογία. Και όμως ο Διευθυντής αναφέρει με λεπτομέρεια τα στοιχεία τόσων των δικών του γνώσεων, τα προσόντα τους, την αρχαιότητά τους, την αξία τους, την απόδοση τους, την προφορική εξέταση τους και όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να έχουν κάποιο βάρος στην επιμέτρηση και την αξιολόγηση ενός εκάστου. Διερωτώμαι πόσα περισσότερα θα μπορούσε να πει ένας Διευθυντής. Άλλωστε οτιδήποτε είπε ο Διευθυντής υποστηρίζεται πλήρως από τους διοικητικούς φακέλους τόσο του αιτητή όσο και των ενδιαφερόμενων μερών. Για τους λόγους αυτούς και αυτό το παράπονο του αιτητή απορρίπτεται.
Άλλο παράπονο του αιτητή είναι πως η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας παρασιώπησε το γεγονός πως ο αιτητής εκτελούσε τα καθήκοντα Επαρχιακού Κτηματολογικού Λειτουργού στη Λάρνακα. Θα απαντήσω με πολλή συντομία στο παράπονο αυτό του αιτητή. Η Επιτροπή στην απόφασή της αναφέρει:
"Η Επιτροπή κατά την εξέταση του θέματος πλήρωσης της θέσης, όπως άλλωστε ρητά αναφέρεται στο Παράρτημα 2, είχε ενώπιον της, εξέτασε και έλαβε υπόψη το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Εμπιστευτικών/Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων ..."
Κατά συνέπεια η Ε.Δ.Υ. είχε υπόψη της ολόκληρο το φάσμα των καθηκόντων του αιτητή για ολόκληρη τη σταδιοδρομία του. Και συνάγεται άνετα πως ελήφθησαν όλα αυτά τα στοιχεία υπόψη στην αξιολόγησή του.
Άλλο παράπονο του αιτητή είναι πως:
"Το κριτήριο αρχαιότητας και η πάσχουσα σύσταση δεν μπορεί να αποτελέσει το αποφασιστικό κριτήριο κρίσεως και συγκρίσεως υποψηφίων σε θέσεις Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και δεν θα πρέπει να λαμβάνεται αποφασιστικά υπόψη."
Το παράπονο αυτό απαντάται χωρίς δυσκολία από το ίδιο το πρακτικό της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, το οποίο και παραθέτω:
"Συνοπτικά η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της ουσιώδη στοιχεία που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο, έκρινε ότι οι παρακάτω υπερέχουν γενικά των άλλων υποψηφίων και τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους για αναδρομική προαγωγή στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Ανώτερου Κτηματολογικού Λειτουργού (Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο), από 1.12.93:
1. Ιωαννίδης Ανδρέας
2. Παλλήκαρος Ανδρέας
Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, η Επιτροπή προέβη σε σύγκριση των Ιωαννίδη και Παλλήκαρου με τον Ονούφριου Κίκη, με τον οποίο έχουν την ίδια αρχαιότητα στην παρούσα τους θέση και σημείωσε ότι οι δύο επιλεγέντες υπερτερούν, έστω και οριακά, σε αξία, δεν υστερούν σε προσόντα, αξιολογήθηκαν στο ίδιο επίπεδο με αυτόν στην ενώπιον της προφορική εξέταση, υπερέχουν, έστω και οριακά, σε αρχαιότητα και έχουν υπέρ τους την αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή, η οποία προσθέτει στο στοιχείο της αξίας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι οι δύο επιλεγέντες γενικά υπερέχουν και είναι πιο κατάλληλοι από τον Ονούφριου για να καταλάβουν την υπό πλήρωση θέση."
Ούτε και το παράπονο του αιτητή ότι η απόφαση είναι αναιτιολόγητη μπορεί να ευσταθήσει. Η αιτιολογία φαίνεται καθαρά στην απόφαση της Ε.Δ.Υ., αποσπάσματα της οποίας ανέφερα πιο πάνω. Η αιτιολογία, κατά την κρίση μου, είναι εκτενής, ξεκάθαρη και έντονη. Κατά συνέπεια ο ισχυρισμός περί ελλιπούς αιτιολογίας απορρίπτεται.
Ο τελευταίος ισχυρισμός του αιτητή είναι πως η Ε.Δ.Υ. δεν επέλεξε το κατάλληλο πρόσωπο στην κατάλληλη θέση. Πραγματικά απορώ πώς μπορεί να προβληθεί τέτοιος ισχυρισμός. Έχω όλα τα στοιχεία ενώπιόν μου τόσο για τον αιτητή όσο και για τα ενδιαφερόμενα μέρη. Πραγματικά επρόκειτο για τρεις άξιους υπαλλήλους με μακρά και ευδόκιμη υπηρεσία, με αξιόλογο έργο στην Υπηρεσία. Αφού η Επιτροπή προέβη σε κάθε δυνατή και λογική αξιολόγηση προτίμησε τα ενδιαφερόμενα μέρη. Για τους λόγους που εκτενώς και με σαφήνεια αναφέρονται στην απόφασή της και που αποσπάσματα αναφέρω και εγώ πιο πάνω.
Κατά την κρίση μου η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ήταν εύλογα επιτρεπτή και με κανένα τρόπο δεν δικαιολογείται επέμβαση του Δικαστηρίου.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Υπό τις περιστάσεις όμως και επειδή και ο αιτητής ήταν αξιόλογος υποψήφιος, κρίνω πως δεν θα εκδώσω διαταγή ως προς τα έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.